Ήταν μία συνάντηση ασυνήθιστα ομαλή για τα δεδομένα του ασυγκράτητου συνήθως Αμερικανού Προέδρου.
Δεν προέκυψαν στιγμές αμηχανίας, δεν παρακολουθήσαμε κανένα ξέσπασμα από εκείνα που συνηθίζει ο Ντόναλντ Τραμπ (και τα οποία είναι σχεδόν πάντοτε καλά σκηνοθετημένα-προετοιμασμένα), ούτε ήρθε οποιαδήποτε στιγμή σε δύσκολη θέση ο Κυριάκος Μητσοτάκης.
Αντιθέτως, εάν υπήρξε κάτι ασυνήθιστο κατά την επίσκεψη του Ελληνα πρωθυπουργού στον Λευκό Οίκο, αυτό είναι το γεγονός ότι ο Μητσοτάκης εμφανίστηκε να μιλά περισσότερο από το αναμενόμενο για τα θέματα που επέλεξε να αναδείξει, ενώ ο Τραμπ να ακούει.
Ο Μητσοτάκης (και σε αυτό το σημείο φάνηκε να έχει «διαβάσει» καλά η ελληνική πλευρά τον συνομιλητή της) έδειξε ότι μάλλον γνώριζε εκ των προτέρων την αμερικανική γραμμή σε σχέση με τα προβλήματα που σχετίζονται με την αναδυόμενη επιθετικότητα της Τουρκίας:
- Δεν επικέντρωσε στο πρόσωπο του Ταγίπ Ερντογάν, αποφεύγοντας να κάνει προσωπικό το ζήτημα. Η επιλογή μπορεί να μοιάζει «αυτονόητη», ωστόσο έχει την αξία της και είναι έξυπνη, γιατί ο Τραμπ ήταν γνωστό ότι διαφημίζει την καλη προσωπική σχέση του με τον Τούρκο Πρόεδρο. Ο Μητσοτάκης δεν έκανε το λάθος σε αυτό το σημείο, αλλά θα ήταν πολύ μεγάλο «φάουλ» αν είχε κάνει ονομαστικές αναφορές στον Ερντογάν.
- Αντίθετα, ο πρωθυπουργός επιχείρησε να αναδείξει σε νέο ζήτημα - με διεθνείς προεκτάσεις για την σταθερότητα στην Ανατολική Μεσόγειο - την πρόσφατη συμφωνίας της Τουρκίας με την Λιβύη για οριοθέτηση ΑΟΖ. Η επιλογή ήταν προφανώς ορθή, γιατί παρόντος του Αμερικανού Προέδρου (και δημόσια, μπροστά σε αμερικανούς δημοσιογράφους) ο Μητσοτάκη το έθεσε με τέτοιο τρόπο ώστε να γίνει κατανοητός στο συγκεκριμένο ακροατήριο, αντί να μιλήσει όπως θα απευθυνόταν εντός συνόρων για το ίδιο θέμα. Έδειξε πράγματι αντανακλαστικά, όταν βρήκε την ευκαιρία να παρέμβει - ενώ ο Τραμπ απαντούσε σε ερώτηση Αμερικανού δημοσιογράφου - αρπάζοντας την ευκαιρία για να θέσει το θέμα μπροστά στους εκπροσώπους του Τύπου. Και μάλιστα με τρόπο που δεν ενόχλησε τον «δύσκολο» Τραμπ, ώστε να προκαλέσει κάποια αρνητική αντίδραση από μέρους του.
- Ο Μητσοτάκης ορθά (και το πιστώνεται αυτό ως διπλωματική κίνηση) στάθηκε κατά κύριο λόγο στο γεγονός ότι η συμφωνία αποσταθεροποιεί συνολικά την Ανατολική Μεσόγειο. Θα ήταν πολύ «στενή» ανάγνωση αν επικέντρωνε (μόνο) στην υπονόμευση των ελληνοτουρκικών σχέσεων μέσω της συγκεκριμένης κίνησης του Ερντογάν ή/και στην απόπειρα της Τουρκίας να υπονομεύσει με αυτό τον τρόπο την συνεργασία Ελλάδας-Ισραήλ-Κύπρου-Αιγύπτου.
Όλα αυτά καλά. Το πραγματικό και μεγάλο ερώτημα, ωστόσο, είναι τί θα πράξει τώρα ο Τραμπ και εάν όσα είπε στην Αμερική ο Ελληνας πρωθυπουργός θα πιάσουν τόπο με κάποιο τρόπο.
Η επίσκεψη Μητσοτάκη έγινε σε χρονική στιγμή που πολλοί σχολίασαν ως «ατυχή», επειδή ο Τραμπ άνοιξε μόλις τώρα νέα μέτωπα, με αποτέλεσμα τα ελληνοτουρκικά να φαντάζουν «δευτερεύοντα» για τους Αμερικανούς, στην συγκεκριμένη συγκυρία.
Αυτή είναι μία πρώτη ανάγνωση. Σε δεύτερο χρόνο, η ελληνική πλευρά φάνηκε να αντιλαμβάνεται την παγίδα και να αντιδρά σωστά. Επιχείρησε να μετατρέψει την συγκυρία σε πλεονέκτημα, στρέφοντας την προσοχή των Αμερικανών στις σοβαρές «παρενέργειες» που μπορεί να έχει η τουρκική στάση και οι επιλογές Ερντογάν, αντί να εστιάσει στα προβλήματα που δημιουργούνται σε επίπεδο ελληνοτουρκικών σχέσεων.
Τα σωστά βήματα που έκανε στην Ουάσιγκτον ο Μητσοτάκης και η ελληνική αντιπροσωπεία, ωστόσο, δεν πρέπει να μας κάνουν υπεραισιόδοξους. Ναι μεν ήταν σωστά, αλλά δεν είναι εκ των προτέρων βέβαιο ότι θα παράξουν αποτέλεσμα άμεσα.
Προσέξετε την αντίδραση Τραμπ στην δημόσια παρέμβαση Μητσοτάκη για την συμφωνία Τουρκίας - Λιβύης: «Θα το συζητήσουμε και με τον Πούτιν», είναι επί της ουσίας η απάντηση Τραμπ.
Ενώ η ιδανική απάντηση - για πολλούς στην Ελλάδα, που σκέφτονται μάλλον απλοϊκά - θα ήταν: «Θα το πω στον Ερντογάν».
Στον σύγχρονο κόσμο που ζούμε όμως, στον κόσμο του Τραμπ, του Πούτιν και του Ερντογάν, όπου απρόβλεπτοι και εγωκεντρικοί «ηγεμόνες» βασιλεύουν, χρειάζεται υπομονή, τύχη και μεγάλη φαντασία για να συνεννοηθείς.
Ο Μητσοτάκης το πάλεψε πολύ στον Λευκό Οίκο.