Τέσσερα και πλέον χρόνια μετά ξεκινάει η δίκη για την φονική πυρκαγιά στο Μάτι. Στο εδώλιο θα καθίσουν 21 κατηγορούμενοι για το θάνατο 104 πολιτών και τον τραυματισμό δεκάδων άλλων τον Ιούλιο του 2018.
Η ακροαματική διαδικασία αναμένεται να διαρκέσει επί μακρόν. Μόνον οι μάρτυρες κατηγορίας ανέρχονται σε 213, ενώ σε αυτούς προστίθενται οι μάρτυρες υπεράσπισης και πλήθος συνηγόρων και από τις δύο πλευρές, εκπροσώπων του Τύπου και άλλων παραγόντων.
Η διαδικασία θα ξεκινήσει σε μία μικρή αίθουσα στο χώρο της Πρώην Σχολής Ευελπίδων, παρά τις προσπάθειες όπως έγραψε το dikastiko.gr για εξεύρεση άλλης αίθουσας που κατέβαλε το νεοεκλεγέν Τριμελές Συμβούλιο Διεύθυνσης του Πρωτοδικείου Αθηνών λαμβάνοντας υπόψη τις ιδιαίτερες δυσκολίες διεξαγωγής μιας τέτοιας πολυπρόσωπης και μεγάλης διάρκειας δίκης.
Σύμφωνα με το βούλευμα στο εδώλιο θα βρεθούν για τα αδικήματα της ανθρωποκτονίας από αμέλεια κατά συρροή δια παραλείψεως από υπόχρεους και μη, αλλά και της πρόκλησης σωματικών βλαβών κατά συρροή. Ανάμεσα στους 21 κατηγορούμενους είναι και το πρόσωπο που προκάλεσε την πυρκαγιά, το οποίο θα βρεθεί αντιμέτωπο και με το αδίκημα του εμπρησμού από αμέλεια.
Στα πρόσωπα που παραπέμπονται είναι αυτοδιοικητικοί παράγοντες και στελέχη της Περιφέρειας, όπως η πρώην περιφερειάρχης Αττικής, Ρένα Δούρου, δήμαρχοι της περιοχής, στελέχη της Πολιτικής Προστασίας, της Πυροσβεστικής και της Αστυνομίας για λάθη και παραλείψεις στην πρόληψη και την κατάσβεση της πυρκαγιάς αλλά και τους χειρισμούς που έγιναν με σκοπό τη διάσωση των ανθρώπινων ζωών.
Αναβάθμιση σε κακούργημα
Το παραπεμπτικό βούλευμα που αριθμεί 500 και πλέον σελίδες εκδόθηκε από το Συμβούλιο Εφετών της Αθήνας. Τα μέλη του συμβουλίου που το εξέδωσαν συντάχθηκαν με την έφεση που είχε ασκήσει τον περασμένο Μάιο ο εισαγγελέας Εφετών Παναγιώτης Μεϊδάνης κατά του βουλεύματος το οποίο είχε εκδοθεί από το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών της Αθήνας. Με αυτό είχε ζητηθεί, μεταξύ άλλων, ο διαχωρισμός της διαδικασίας για πέντε κατηγορούμενος αλλά και η αναβάθμιση της κατηγορίας σε βάρος τους σε κακούργημα, όπως και η απαλλαγή 10 προσώπων από κάθε κατηγορία.
Ωστόσο, το βούλευμα του Συμβουλίου Εφετών της Αθήνας έκλεισε οριστικά κάθε πιθανότητα αναβάθμισης της κατηγορίας σε κακουργηματική μορφή για τη συγκεκριμένη μερίδα των κατηγορουμένων. Για την αναβάθμιση της κατηγορίας είχε μάλιστα υπάρξει και παρέμβαση προς τον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου Ι. Ντογιάκο από συγγενείς των θυμάτων μέσω των δικηγόρων τους Ζωής Κωνσταντοπούλου, Βασίλη Ταουξή και Λουκά Πουρσανίδη.
Κατέθεσαν συγκεκριμένα αναφορά ζητώντας την παρέμβασή του προκειμένου να διερευνηθεί και η τέλεση του κακουργήματος της έκθεσης κατά συρροή σε βάρος των ανθρώπων που έχασαν τη ζωή τους από τη φονική πυρκαγιά στο Μάτι.
Όπως ανέφεραν σε αντίθεση με το βούλευμα του Συμβουλίου Εφετών που εκδόθηκε και παραπέμπει 21 άτομα μόνο για πλημμελήματα, περιλαμβάνονται στοιχεία που δείχνουν κακουργηματική πράξη τα οποία πρέπει να διερευνηθούν.
Δίκη για πυρκαγιά στο Μάτι: Οι κατηγορίες
Σύμφωνα με το βούλευμα του Συμβουλίου Εφετών, για τους βασικούς κατηγορούμενους αποτυπώνονται ως εξής οι ευθύνες:
– Για την τότε περιφερειάρχη Αττικής Ρένας Δούρου, αναφέρει, μεταξύ άλλων, πως συγκάλεσε το έκτακτο Σ.Ο.Π.Π., στις 20:30 το βράδυ και αφού η πυρκαγιά είχε πλέον αυτοκατασβεστεί. Ακόμη, δεν εισηγήθηκε έγκαιρα στο γενικό γραμματέα Πολιτικής Προστασίας την έκδοση απόφασης κήρυξης της περιοχής σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης.
– Για τον τότε αρχηγό της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας και Διοικητή της Ε.Μ.Α.Κ. Στέφανο Κολοκούρη, οι δικαστές σημειώνουν πως «δεν μερίμνησε να εκτελέσει άμεσα την εντολή, ώστε να βρεθεί τουλάχιστον στις 18.00 ή το ταχύτερο δυνατόν στον τόπο της πυρκαγιάς και να τεθεί επικεφαλής σε σχέδιο διάσωσης των πολιτών που κινδύνευαν, αλλά αντιθέτως παρέμεινε στην πυρκαγιά της Κινέττας μέχρι 19.59, ακολούθως μετέβη στις εγκαταστάσεις της ΕΜΑΚ στην Μαγούλα, αναχώρησε από εκεί μετά τις 20.30 και αφίχθη με μεγάλη καθυστέρηση στην περιοχή του συμβάντος στις 21.30».
– Για τον πρώην Δήμαρχο Μαραθώνα Ηλία Ψινάκη, στο βούλευμα επισημαίνεται πως «δεν μερίμνησε για την πλήρη απομάκρυνση της καύσιμης φυτικής ύλης, που βρίσκεται στην επιφάνεια του εδάφους, όπως τα φυλλοστρώματα, τα ξερά χόρτα, η ποώδης βλάστηση, τα φρύγανα καθώς και τα κείμενα ξερά κλαδιά κ.λπ., όπως και στην απομάκρυνση της βλάστησης γύρω από περιοχές ιδιαίτερης προστασίας, (…), προκειμένου να μειωθεί η πιθανότητα σε μία πυρκαγιά…».
– Για τον τότε αρχηγό της Πυροσβεστικής Σωτήρη Τερζούδη, αναφέρεται ότι δεν μερίμνησε πρωτίστως, όπως όφειλε, για την προληπτική εναέρια επιτήρηση, για την μεταστάθμευση εναέριων μέσων λόγω καιρικών συνθηκών, με αποτέλεσμα τρία από τα πλέον αξιόπιστα επιχειρησιακά ελικόπτερα να μη μπορούν να απογειωθούν την κρίσιμη στιγμή.
– Για τον τότε υπαρχηγό Επιχειρήσεων του Πυροσβεστικού Σώματος, Βασίλη Ματθαιόπουλο, οι δικαστές σημειώνουν πως ενώ ήταν αρμόδιος για το συντονισμό και τη διαχείριση σε εθνικό επίπεδο των δράσεων για την αντιμετώπιση πυρκαγιών με στόχο την ελαχιστοποίηση των συνεπειών τους, (…) ενώ γνώριζε ότι υπήρχε δείκτης επικινδυνότητας 4 για πυρκαγιά στην περιοχή της Αττικής «δεν έλαβε τα απαραίτητα μέτρα σε επίπεδο πρόληψης και έκτακτης ανάγκης και δεν αξιοποίησε τον ημερήσιο χάρτη πρόβλεψης κινδύνου πυρκαγιάς με δείκτη επικινδυνότητας 4 και συγκεκριμένα δεν φρόντισε να υπάρχει επαρκής εναέρια επιτήρηση στην Αττική από τις πρώτες επικίνδυνες από άποψη πυρκαγιών ώρες (…) ούτε εκμεταλλεύτηκε επιχειρησιακά τη νεοσύστατη υπηρεσία μη επανδρωμένων αεροσκαφών drones, τα οποία μπορούν να κάνουν 24ωρη επιτήρηση, έχουν κάμερες και δίνουν άμεσες πληροφορίες σε πραγματικό χρόνο στο Ε.Σ.Κ.Ε».
– Για τον τότε Διοικητή του Ε.Σ.Κ.Ε., Ιωάννη Φωστιέρη, επισημαίνεται, μεταξύ άλλων, πως «ενώ γνώριζε ότι η πυρκαγιά στο Καλαμάκι Ισθμού ήταν έρπουσα σε θάμνους και η κατάσταση ήταν ελεγχόμενη», ζήτησε το ελικόπτερο τύπου S-64 να φύγει από Νταού Πεντέλης και να κατευθυνθεί προς τις εγκαταστάσεις της MOTOR OIL.
– Για τον ηλικιωμένο άνδρα που έκαψε τα χόρτα κοντά στο σπίτι του στο Νταού Πεντέλης και από εκεί ξεκίνησε η πυρκαγιά, αναφέρεται πως από αμέλεια τέσσερις με πέντε ώρες νωρίτερα είχε ανάψει φωτιά σε απερίφρακτο οικόπεδο που βρισκόταν δίπλα από την κατοικία του, προκειμένου να κάψει κλαδιά. «Εντούτοις δεν φρόντιζε, καίτoι, μπορούσε να την κατασβήσει πλήρως και αποτελεσματικά, δηλαδή με επαρκή ποσότητα νερού και κάλυψη με ικανή ποσότητα χώματος, με αποτέλεσμα τα υπολείμματα της καύσης, λόγω των επικρατουσών καιρικών συνθηκών, να φύγουν και να πυροδοτήσουν την παρακείμενη καύσιμη ύλη χαμηλού ύψους, η δε κατά τα ως άνω προκληθείσα φωτιά έλαβε διαστάσεις σημαντικής έκτασης εξαπλώθηκε σε δύο μέτωπα που κατευθύνονταν σε κατοικημένους οικιστικούς ιστούς».