Την εποχή της απογραφής του πληθυσμού της χώρας που είναι πολύ πιθανόν να επιβεβαιώσει ότι ο πληθυσμός της Ελλάδας μειώνεται συνεχώς μετά το 2010 είναι ενδιαφέρον να σημειώσει κανείς ότι στην Ελλάδα από το 1990 αρχίζει η πτώση του δείκτη γονιμότητας, με αποτέλεσμα οι τρεις δεκαετίες (1950 - 1980) με θετικό πρόσημο - δείκτης γονιμότητας στα 2 παιδιά/ γυναίκα - να πέσει στα 1,39 παιδιά/ γυναίκα την δεκαετία του 1990 και να κατρακυλήσει στα 1,33 παιδιά / γυναίκα το 2015, σύμφωνα με τα στοιχεία EUROSTAT 2017, ΕΛΣΤΑΤ 2014.
Μια συζήτηση που επιχειρεί να προσεγγίσει, να ερμηνεύσει και να αναλύσει την υπογεννητικότητα αλλά και το νεότερο φαινόμενο της τελικής ατεκνίας επιχειρεί η HuffPost με την Αναπλ. Καθηγήτρια Παιδιατρικής-Εφηβικής Ιατρικής ΕΚΠΑ, Επιστ. Υπεύθυνη Μονάδας Εφηβικής Υγείας (Μ.Ε.Υ.) Β΄ Παιδιατρική Κλινική ΕΚΠΑ, Νοσοκομείο Παίδων «Π & Α Κυριακού» Διευθύντρια ΠΜΣ «Στρ. Αναπτυξιακής και Εφηβικής Υγείας», Αρτεμις Κ. Τσίτσικα.
- Από πότε εξελίσσεται με γοργούς ρυθμούς το φαινόμενο της υπογεννητικότητας στην νεότερη ελληνική ιστορία;
Το φαινόμενο της υπογεννητικότητας στην Ελλάδα καθώς και η γήρανση του πληθυσμού είναι ένα γεγονός, το οποίο εξελίσσεται αδιάκοπα την τελευταία τριακονταπενταετία.
- Ποια η πορεία του δείκτη γονιμότητας στην Ελλάδα το δεύτερο μισό του 20ου αιώνα;
Ο βασικός στατιστικός δείκτης που χρησιμοποιείται για την εκτίμηση της κατάστασης γονιμότητας σε κάθε χώρα είναι ο δείκτης γονιμότητας (δηλ. αριθμός παιδιών που αποκτά μία γυναίκα στη διάρκεια της ζωής της). Τις δεκαετίες του 1950 και 1960 η Ελλάδα σταθεροποίησε το δείκτη γονιμότητας στα 2 παιδιά/ γυναίκα, γεγονός που ευνοήθηκε κοινωνικά και από την επικράτηση της πυρηνικής οικογένειας και παρέμεινε ικανοποιητικός για τη διατήρηση του έθνους μέχρι τη δεκαετία του 1980. Όμως από τη δεκαετία του 1990 με 1,39 παιδιά/ γυναίκα μειώνεται δραματικά και φθάνει το 2015 στο 1,33 παιδιά / γυναίκα (EUROSTAT,2017, ΕΛΣΤΑΤ 2014). Η συνολική αυτή μείωση του δείκτη γονιμότητας επιβραδύνθηκε από την εισροή μεταναστών τη δεκαετία του 1990, οι οποίοι συνέβαλλαν σημαντικά στην τεκνοποίηση.
- Με ποιο ύψος δείκτη γονιμότητας διασφαλίζεται η συνέχιση ενός έθνους;
Γενικά, είναι γνωστό ότι για να διασφαλιστεί η συνέχιση ενός έθνους, ο δείκτης γονιμότητας θα πρέπει διαχρονικά να διατηρείται πάνω από 2,1 παιδιά/ γυναίκα.
- Μιλήστε μας λίγο για τον νεοεισαχθέντα όρο της «τελικής ατεκνίας»
Είναι ένα νέο φαινόμενο κι αναφέρεται στην ύπαρξη σημαντικού ποσοστού γυναικών που δε θα τεκνοποιήσουν ποτέ. Τα ποσοστά τελικής ατεκνίας που είναι αρκετά υψηλά στα αστικά κέντρα στη χώρα μας, ίσως βέβαια να είναι αποτέλεσμα και της αυξημένης ηλικίας τεκνοποίησης και όχι προσωπική επιλογή των γυναικών. Σύμφωνα με εκτίμηση του Εργαστηρίου Δημογραφικών και Κοινωνικών Αναλύσεων υπολογίζεται ότι το 25% των γυναικών που γεννήθηκαν μετά το 1970 θα φτάσουν σε τελική ατεκνία.
- Πόσες πιθανές αιτίες γι′ αυτή την εικόνα θα μπορούσε να αναφέρει κανείς;
Οι αιτίες του φαινομένου της υπογεννητικότητας είναι ποικίλες. Μία πιθανή αιτία είναι η μέση ηλικία τεκνογονίας των γυναικών, η οποία αυξάνεται σταδιακά στην Ελλάδα από 26,24 έτη το 1985 σε 30,7 έτη το 2012 (ΕΛΣΤΑΤ, 2014). Η καθυστερημένη ηλικία πρώτης τεκνοποίησης οδηγεί σε μειωμένο αριθμό απόκτησης δεύτερου ή επόμενου παιδιού (EUROSTAT, 2017) , με πιθανό αποτέλεσμα οι γυναίκες ελλείψει «αναπαραγωγικά δυνατού χρόνου» , να μην προλαβαίνουν να φτάσουν στον επιθυμητό αριθμό των παιδιών.
Άλλο αίτιο που σχετίζεται με την ατονία της απόφασης των σύγχρονων Ελληνίδων να τεκνοποιήσουν είναι το κοινωνικό κατεστημένο του γάμου στην ελληνική κοινωνία. Στην Ελλάδα καταγράφεται το χαμηλότερο ποσοστό, με μεγάλη διαφορά, των εκτός γάμου γεννήσεων στην Ευρωπαϊκή Ένωση (EUROSTAT, 2013). Αναλύσεις και στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ δείχνουν ότι αν μία γυναίκα παραμείνει παντρεμένη σε όλη τη διάρκεια της αναπαραγωγικής της ηλικίας φτάνει τα 2 παιδιά /γυναίκα. Σε περίπτωση διαζυγίου ή χηρείας μειώνεται η «γονιμότητά» της. Οι δε ανύπαντρες Ελληνίδες έχουν σχεδόν μηδενική γονιμότητα.
Η οικονομική ανασφάλεια και η καθυστερημένη αποχώρηση από το σπίτι των γονέων, καθυστερεί και την ηλικία πρώτου γάμου με αποτέλεσμα και πάλι την καθυστέρηση στην ηλικία τεκνοποίησης. Στον κατάλογο των αιτιών της υπογονιμότητας στην Ελλάδα δε θα πρέπει να ξεχνάμε τον αυξημένο αριθμό αμβλώσεων, καθώς και τη χρήση μεθόδων αντισύλληψης για τον οικογενειακό προγραμματισμό.
- Τι ρόλο θα λέγατε ότι παίζουν οι σύγχρονες κοινωνικο-οικονομικές συνθήκες στο φαινόμενο της υπογεννητικότητας;
Θα έλεγα ότι παίζουν ρόλο στην επίταση, και όχι τόσο στην εμφάνιση του φαινομένου. Η επιπλέον παραμονή της γυναίκας στην αγορά εργασίας από το φόβο της ανεργίας, ή από φιλοδοξία εξέλιξης, η οικονομική κρίση που οδηγεί επίσης σε παράταση της παραμονής στο σπίτι των γονέων, σε παράταση της εκπαίδευσης, στο αίσθημα της αβεβαιότητας, οι μειωμένοι οικονομικοί πόροι για κάλυψη των αναγκών (EUROSTAT 2013) είναι αίτια αποθάρρυνσης από την τεκνογονία. Επίσης, σύμφωνα με τη βιβλιογραφία, γυναίκες υψηλής εκπαίδευσης προτιμούν να αναβάλουν τη μητρότητα σε περίπτωση ανεργίας, ενώ γυναίκες χαμηλότερης μόρφωσης επενδύουν στη μητρότητα. Το φαινόμενο της υπογεννητικότητας, επιτείνεται και από τη μετανάστευση. Στη σύγχρονη Ελλάδα παρουσιάζεται εκροή κυρίως νέων, υψηλά καταρτισμένων Ελλήνων προς το εξωτερικό (brain drain).
- Με ποια μέτρα πιστεύετε ότι πρέπει να αντιμετωπιστεί η υπογεννητικότητα;
Mέτρα χρειάζεται άμεσα να ληφθούν για την επιβράδυνση και - γιατί όχι; - για την αναστροφή του φαινομένου. Χρειάζονται πολιτικές που θα δημιουργήσουν τις κοινωνικοοικονομικές συνθήκες, οι οποίες θα διευκολύνουν τη σύγχρονη Ελληνίδα να συνδυάσει τη μητρότητα με την εκπαίδευση και την εργασιακή σταδιοδρομία, σε μία λιγότερο ανταγωνιστική σχέση μεταξύ τους. Κοινωνικές πολιτικές που θα απαλλάσσουν τη σύγχρονη Ελληνίδα από την υποχρέωσή της να φροντίζει τα εξαρτημένα μέλη της οικογένειας, επειδή το κράτος πρόνοιας είναι ανεπαρκές ή ανύπαρκτο (ΕΚΚΕ, 2001). Δημιουργία κατάλληλων οικονομικών συνθηκών, όπως η μείωση της ανεργίας, η τόνωση των εισοδημάτων, η εφαρμογή στεγαστικών και εισοδηματικών πολιτικών φιλικών προς τη δημιουργία οικογένειας (ΕΚΚΕ, 2001). Απαραίτητη και αναγκαία συνθήκη όμως για την αντιστροφή του φαινομένου είναι η ενημέρωση και η εκπαίδευση των πολιτών, έτσι ώστε να μεταλλαχθούν οι κυρίαρχες αξίες της ελληνικής κοινωνίας, σε αξίες που ευνοούν την τεκνογονία. Και το πρώτο βήμα προς μια τέτοια αλλαγή είναι η σε βάθος κατανόηση του φαινομένου και των αιτιών αυτού, δια μέσου της τακτικής διενέργειας και της ανάλυσης, επιστημονικά σχεδιασμένων και τεκμηριωμένων δημογραφικών και κοινωνικών ερευνών.
Βιβλιογραφία
- ΕΛΣΤΑΤ , Δημογραφικοί Δείκτες 2014, http://www.statistics.gr/el/statistics/-/publication/DKT75/- (last accessed 17.06.2018)
- ΕΛΣΤΑΤ, 2014α , Απογραφή Πληθυσμού Κατοικιών 2014, Στατιστικά αποτελέσματα για τη γονιμότητα
- Εθνικό Κέντρο Κοινωνικών Ερευνών (ΕΚΚΕ), 2001, Το κοινωνικό πορτρέτο της Ελλάδας το 2001
- Κοτζαμάνης Βύρων, Οι δημογραφικές εξελίξεις στην μεταπολεμική Ελλάδα: τάσεις, ρήξεις, προοπτικές, Εργαστήριο Δημογραφικών και κοινωνικών Αναλύσεων, Βόλος, 2017
- Μαυραντζά Σ., Προβληματίζει ο αριθμός εκτρώσεων στην Ελλάδα, CNN Greece, 2016
- Μπαλτάς Παύλος, Διδακτορική Διατριβή. Η εξέλιξη της γονιμότητας στην Ελλάδα απο το 1960 και μετέπειτα: Ιδιαιτερότητες και πρόσφατες τάσεις , Συνεπίβλεψη Πανεπιστήμιο Bordeaux, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, (Υπότροφία Υπ. Παιδείας- Πρόγραμμα Ηράκλειτος II/Αριστεία), Ιούνιος 2015
- Eurostat, 2013a, Fertility statistics in relation to economy, parity, education and migration . Jump to: navigation, search ,Towards a ‘baby recession’ in Europe?, 2013 http://ec.europa.eu/eurostat/statistics-explained/index.php?title=Fertility_statistics_in_relation_to_economy,_parity,_education_and_migration#By_country (last accessed 16.06.2018)