Το πρόβλημα της ορθής και ταχείας απονομής της Δικαιοσύνης, «δικαίας δίκης» κατά το άρθρο 6 της ΕΣΔΑ, είναι ίσως για τη χώρα μας το σοβαρότερο και πλέον δυσεπίλυτο με πολλαπλές επιπτώσεις στον ιδιωτικό και δημόσιο βίο, αλλά και στο κυβερνητικό έργο, κυρίως όμως για τις προοπτικές της οικονομικής ανάπτυξης, της εμπέδωσης του κράτους δικαίου και της δημόσιας ασφάλειας.
Το πρόβλημα δεν είναι μονοσήμαντο ούτε επιλύεται μόνο με την ψηφιοποίηση των δικαστικών υπηρεσιών, αλλά απαιτείται προς τούτο η ειλικρινής συνεργασία όλων των εμπλεκομένων στην απονομή της δικαιοσύνης τάξεων, που μέχρι τώρα δια των συνδικαλιστικών τους οργάνων δεν έδειξαν σχετικά δείγματα γραφής εμμένοντας στη διατήρηση των συνδικαλιστικών τους κεκτημένων. Επιπλέον απαιτείται τόλμη από την κυβέρνηση που για να επιτύχει λύση πρέπει «σπάσει αυγά», αλλά αμφιβάλλω αν μπορεί να συμβεί αυτό σε έτος εκλογών.
Τα δικαστήρια καταδικάζουν για αδικήματα και επιβάλλουν ποινές βάσει των νόμων και εντός των πλαισίων, που ορίζει η νομοθετική εξουσία με εισήγηση της εκτελεστικής εξουσίας, αλλά η σωφρονιστική και γενικότερα η αντεγκληματική πολιτική ασκείται από την πολιτική εξουσία και συγκεκριμένα από τα Υπουργεία Δικαιοσύνης και Προστασίας του Πολίτη.
Τα ποινικά δικαστήρια, όταν κηρύξουν τον κατηγορούμενο ένοχο του επιβάλλουν ποινή με γνώμονα την εκπλήρωση των σκοπών της γενικής και ειδικής πρόληψης της ποινής, που σκοπεί με την γενική πρόληψη λόγω της δημοσιότητας της ποινής και των συνεπειών της να αποτρέψει την τέλεση από τρίτους αξιόποινων πράξεων και την ειδική πρόληψη να εξουδετερώσει τον δράστη από την τέλεση άλλων αξιοποίνων πράξεων.
Διαφαίνεται όμως από τις κατά τα τελευταία χρόνια ιδίως με το νέο Ποινικό Κώδικα (Π.Κ.) θεσπισθείσες διατάξεις, που κατάργησε ακόμα και την έννοια του καθ’ έξη ή υπότροπου εγκληματία, μια ανθρωποκεντρική υπέρ του κατηγορουμένου τάση που δεν συνάδει με τους παραπάνω σκοπούς της ποινής και τα δικαιώματα των θυμάτων.
Κάθε φορά μετά την τέλεση κάποιων σοβαρών εγκληματικών πράξεων εξαγγέλλονται από την κυβέρνηση αυστηρότερες ποινές για τα αδικήματα αυτά, που προβλέπονταν από τον παλιό Π.Κ. και είχαν καταργηθεί με τον νέο Π.Κ., τις οποίες η παρούσα κυβέρνηση από προφανή δισταγμό δεν είχε επαναφέρει, ενώ για αδικήματα μεγαλύτερης βαρύτητας δεν αναπροσάρμοσε τα μικρότερα πλαίσια ποινών.
Οι ευκαιριακές παρεμβάσεις της κυβέρνησης χωρίς να τροποποιηθεί το γενικότερο πλαίσιο εκτίσεως των ποινών είναι απλά μερεμέτια χωρίς ουσιαστικό αποτέλεσμα στη πάταξη της βαριάς εγκληματικότητας. Παραδείγματος χάριν, ένας επαγγελματίας κακοποιός δεν θα αποτραπεί από το να διαπράττει φόνους επειδή το όριο για την υφ’όρον απόλυση στην ισόβιο κάθειρξη αυξήθηκε από τα 16 στα 18 χρόνια και μάλιστα όταν δεν άλλαξε η διάταξη που επιτρέπει την σωρευτική έκτιση των ποινών και όχι την αθροιστική. Δηλαδή όσους φόνους και να διαπράξει κάποιος και όσες φορές και να καταδικασθεί σε ισόβια θα συνεκτίσει μια φορά τις ποινές και στα 16 ή 18 χρόνια και ίσως και νωρίτερα με ευεργετικό υπολογισμό των ποινών θα είναι ελεύθερος.
Πρόσφατο παράδειγμα η περίπτωση του δολοφονηθέντος ανήμερα το Πάσχα Σ….,που αφέθηκε ελεύθερος με έκτιση ελάχιστου μέρους των ποινών του από δύο φορές ισόβια κάθειρξη και 26 χρόνια φυλάκισης. Νομίζω, ότι κάποτε πρέπει η Πολιτεία να εφαρμόσει σοβαρή αντεγκληματική πολιτική και όπως είπε ο αοίδιμος Κ. Καραμανλής τα ισόβια να είναι ισόβια.
Η πολιτική εξουσία όμως με νόμους, που θέσπισε ιδίως με τις με πρόσχημα την αποσυμφόρηση των φυλακών ευεργετικές διατάξεις του νόμου Παρασκευοπούλου και του νέου Π.Κ. , που ισχύουν ακόμα και επιτρέπουν την απόλυση από τις φυλακές καταδίκων με έκτιση πολυστημορίου της επιβληθείσας ποινής και αδιαφορεί, αν πάρα πολλοί σκληροί κακοποιοί αφήνονται πρόωρα ελεύθεροι.
Η ατιμωρησία είναι πολύ μεγαλύτερη στα πλημμελητικού χαρακτήρα αδικήματα, γιατί για τις ποινές φυλάκισης μέχρι τρία χρόνια αναστέλλεται υποχρεωτικά η εκτέλεση τους για ισόποσο χρονικό διάστημα, ενώ κατά διαστήματα με νόμο παραγράφονται οι μικρές ποινές και αδικήματα. Εξάλλου δεν επιτρέπεται η προφυλάκιση για πλημμελήματα με αποτέλεσμα όταν συλλαμβάνονται συμμορίες οι οποίες διαπράττουν κλοπές να παραπέμπονται στην αυτόφωρο διαδικασία, η δίκη να αναβάλλεται και να αφήνονται ελεύθεροι για να συνεχίσουν το έργο τους.
Το γενικότερο πλαίσιο των ευεργετικών διατάξεων για τον κατηγορούμενο, η μέχρι τώρα πρακτική των δικαστηρίων με τη χορήγηση αναστολής εκτέλεσης των ποινών και οι αλλεπάλληλες αναβολές των δικών στα όρια της παραγραφής των αδικημάτων, χωρίς έλεγχο της βασιμότητας των λόγων αναβολής, έχουν καταστήσει ανενεργείς τους σκοπούς της ποινής σε σημείο, που κανένας παραβατικός, πλην των φιλήσυχων πολιτών, δεν φοβάται την Δικαιοσύνη και έτσι δεν αποτρέπεται από την τέλεση αξιόποινων πράξεων.
Το παραπάνω φαινόμενο παρατηρείται όχι μόνο για τις βαριές εγκληματικές πράξεις, βανδαλισμούς και χουλιγκανισμούς, αλλά για την αντικοινωνική και παράνομη καθημερινή συμπεριφορά απλών πολιτών, όπως με παράνομο παρκάρισμα, κλείσιμο διασταυρώσεων και επικίνδυνη οδήγηση, που λόγω του αισθήματος ατιμωρησίας, που επικρατεί από την μέχρι τώρα ήπια ποινική και αστυνομική μεταχείριση των παραβατών οδηγών, έχουν προκληθεί πολλά και θανατηφόρα δυστυχήματα.
Εξ αιτίας του πρόσφατου τροχαίου δυστυχήματος κατά το οποίο ένας 26χρονος χωρίς δίπλωμα έπεσε με το αυτοκίνητο του σε σταθμευμένο αυτοκίνητο στη ΛΕΑ της Ο.Ε. Θεσσαλονίκης και σκότωσε τον 59χρονό οδηγό του, ο Υπουργός της Προστασίας του Πολίτη εξάγγειλε εντατική αστυνόμευση των ΛΕΑ από τις συνεχείς παραβιάσεις τους, που πολλές φορές εμποδίζουν τη διέλευση και ασθενοφόρων. Η αστυνόμευση θα γίνεται τηλεματικά για να μην εμποδίζεται κατά τον αστυνομικό έλεγχο η κυκλοφορία.
Δεν νομίζω, ότι ο τρόπος αυτός αστυνόμευσης θα επιτύχει πλήρως ιδίως για τα αυτοκίνητα στις κόντρες με ιλιγγιώδεις ταχύτητες στην Παραλιακή, γιατί σε πολλές περιπτώσεις θα βεβαιώνεται η παράβαση βάσει του αριθμού κυκλοφορίας του αυτοκινήτου, το οποίο μπορεί να είναι κλεμμένο, με ξένους αριθμούς ή να ανήκει σε εταιρεία και στη καλύτερη περίπτωση θα επιβάλλεται ένα πρόστιμο στον κύριο του αυτοκινήτου και όχι στον υπαίτιο οδηγό που ενδεχομένως θα παραμείνει άγνωστος, το οποίο θα βεβαιωθεί στην αρμόδια ΔΟΥ(αν υπάρχει) και θα εισπραχθεί μαζί με τα άλλα χρέη στην Εφορία. Ενώ στη περίπτωση της αυτόφωρης σύλληψης μπορεί να επακολουθήσει ποινική διαδικασία, κατάσχεση του αυτοκινήτου και αφαίρεση της άδειας του οδηγού, που είναι ικανά αποτρεπτικά μέσα για τις παραβάσεις του ΚΟΚ.
Κατά την μέχρι τώρα δικαστική πρακτική ο υπαίτιος οδηγός θανατηφόρου οδικού ατυχήματος θα κηρυχθεί ένοχος για ανθρωποκτονία από αμέλεια με ελαφρυντικές περιστάσεις που βάσει του νέου Π.Κ. χορηγούνται οριζόντια και θα του επιβληθεί ποινή φυλάκισης το πολύ τριών ετών, που θα ανασταλεί επί τριετία, δηλαδή ουσιαστικά δεν θα υποστεί καμιά κύρωση.
Επιπλέον, εφόσον ο υπαίτιος οδηγός δεν έχει άδεια οδήγησης ή το αυτοκίνητο είναι ανασφάλιστο δεν υπάρχει ασφαλιστική κάλυψη για την αποζημίωση της οικογένειας του θύματος, που μπορεί να αποζημιωθεί περιορισμένα και υπό προϋποθέσεις από το Επικουρικό Κεφάλαιο Ασφάλισης Αυτοκινήτων.
Κατά τη γνώμη μου η κατόπιν επικινδύνου οδήγησης, μέθης και παραβιάσεων διατάξεων του Κ.ΟΚ., όπως η έλλειψη αδείας οδηγήσεως ή με υπερβολική ταχύτητα, πρόκληση θανατηφόρου αυτοκινητικού ατυχήματος μπορεί να θεμελιώσει κατηγορία για ανθρωποκτονία με ενδεχόμενο δόλο, γιατί ο δράστης γνωρίζει και αποδέχεται, ότι με τις συγκεκριμένες συνθήκες οδήγησης μπορεί να προκαλέσει θανατηφόρο ατύχημα, που διαφέρει από την ανθρωποκτονία από αμέλεια, που οφείλεται στην έλλειψη της προσοχής χωρίς όμως αποδοχή του αποτελέσματος.
Σαφώς η άσκηση ποινικής δίωξης και η καταδίκη σε βαθμό κακουργήματος για αποδεδειγμένη ανθρωποκτονία με ενδεχόμενο δόλο, που σημαίνει εγκλεισμό στις φυλακές, λόγω της δημοσιότητας που θα δοθεί, θα συντελέσει στη σημαντική μείωση των μη οφειλομένων σε απλή αμέλεια θανατηφόρων αυτοκινητικών ατυχημάτων.
Από το Υπουργείο Δικαιοσύνης έχει ανακοινωθεί η ίδρυση Δικαστικής Αστυνομίας, αλλά το νομοσχέδιο δεν έχει δοθεί ακόμα σε δημοσιότητα. Πρόκειται για πολύ χρήσιμο θεσμό, που για πάνω από τριάντα χρόνια γίνονται προσπάθειες για την ίδρυση του και που επιπλέον θα εξοικονομήσει δυνάμεις της ΕΛΑΣ για το κύριο έργο της.
Η Δικαστική Αστυνομία θα ασχοληθεί με την προστασία των δικαστηρίων, την διενέργεια προανακρίσεων, κοινοποιήσεις δικογράφων και με την συνδρομή εμπειρογνώμων θα παρέχει τεχνική βοήθεια στα δικαστήρια.
Σε κάθε δικαστήριο καταρτίζεται κάθε χρόνο κατάλογος πραγματογνωμόνων κυρίως από ιδιώτες, που συντάσσουν με σοβαρό κόστος εκθέσεις πραγματογνωμοσύνης επί τεχνικών θεμάτων για πολιτικές και ποινικές υποθέσεις. Νομίζω, ότι αν το έργο αυτό ανατίθετο στην Δικαστική Αστυνομία κατάλληλα στελεχωμένη με εμπειρογνώμονες θα είχαμε πιο αξιόπιστα αποτελέσματα.
Δεν φιλοδοξώ μέσα στα πλαίσια του άρθρου να προταθούν λύσεις για όλα τα προβλήματα της Δικαιοσύνης, άλλωστε δεν δυνατόν να γίνει κάτι τέτοιο, αλλά η προσπάθεια αυτή αποτελεί, λόγω της μακροχρόνιας πείρας μου, απλή προσέγγιση σε αυτά με την αυταπάτη ότι θα διαβαστεί από τους αρμοδίους.
Πιστεύω, όμως ότι δεν αρκεί η για ορισμένα αδικήματα ευκαιριακή θέσπιση αυστηρών ποινών, αλλά επιβάλλεται η αναπροσαρμογή ολοκλήρου του πλαισίου απονομής της δικαιοσύνης για την σωστή λειτουργία των σκοπών της ποινής.
Λέανδρος Τ. Ρακιντζής
Αρεοπαγίτης ε.τ.