Η Ευρώπη βρίσκεται αντιμέτωπη με το δεύτερο κύμα της πανδημίας του κορονοϊού. Τις τελευταίες μέρες χώρες σε όλη την Ευρώπη – συμπεριλαμβανομένου του Βελγίου, της Κροατίας, της Τσεχίας, της Γαλλίας, της Γερμανίας, της Ουγγαρίας, της Πολωνίας, της Πορτογαλίας, της Σλοβακίας, του Ηνωμένου Βασιλείου της Ουκρανίας αλλά και της Ελλάδας – καταγράφουν τους υψηλότερους αριθμούς ημερησίων κρουσμάτων από την έναρξη της πανδημίας.
Αλλά δύο είναι αυτές που ξεχωρίζουν. Το Βέλγιο και η Τσεχία καταγράφουν κατά προσέγγιση 146 και 115 νέα κρούσματα ανά 100.000 άτομα σε καθημερινή βάση, σύμφωνα με δεδομένα που δημοσιεύει η ηλεκτρονική έκδοση του περιοδικού Time, επικαλούμενο στοιχεία από το Πανεπιστήμιο Τζον Χόπκινς.
Αυτοί οι αριθμοί είναι δραματικά υψηλότεροι από τον μέσο όρο της Ε.Ε. που ανέρχεται σε 33 μολύνσεις ανά 100.000 ανθρώπους.
Μόνο τελευταίο 24ωρο η Τσεχία κατέγραψε 12,977 νέα κρούσματα και 128 θανάτους. Αντίστοιχα, το Βέλγιο μέτρησε 13.184 κρούσματα και 139 νεκρούς ενώ έσπασε το ρεκόρ εισαγωγών ασθενών με κορονοϊό στα νοσοκομεία, οι οποίες ανήλθαν στις 689 (το προηγούμενο αρνητικό ρεκόρ ήταν 629 από τον περασμένο Μάρτιο).
Το Βέλγιο αποτελεί τώρα το επίκεντρο του δεύτερου κύματος της Ε.Ε., με το υψηλότερο κατά κεφαλήν ποσοστό μολύνσεων της ηπείρου (εκτός από τη μικρή Ανδόρα). Η χώρα έχει, επίσης, τον τρίτο υψηλότερο αριθμό θανάτων που σχετίζονται με την COVID-19 κατά κεφαλήν παγκοσμίως μετά το Περού και το μικροσκοπικό Σαν Μαρίνο.
Εμπειρογνώμονες που μίλησαν στο TIME λένε ότι δεν μπορούν να επισημάνουν κάτι συγκεκριμένο που έχει κάνει την Τσεχία ή το Βέλγιο ξεχωριστές περιπτώσεις μεταξύ των κρατών της ΕΕ ως προς τον χειρισμό της πανδημίας και αποδίδουν την δυσανάλογη αύξηση των κρουσμάτων σε συνδυασμό παραγόντων και στον σχετικά αυθαίρετο χαρακτήρα ενός ιού που εξαπλώνεται σε πληθυσμούς.
Τα αυξημένα τεστ δεν εξηγούν την εκθετική αύξηση
Ο Μαρκ Βαν Ραστ, ιολόγος από το Πανεπιστήμιο του Λούβεν στο Βέλγιο, λέει ότι η αύξηση των κρουσμάτων μπορεί να εξηγηθεί εν μέρει από την αύξηση των τεστ στη χώρα του. Ο αριθμός των ημερήσιων εξετάσεων έχει αυξηθεί από περίπου 2 στους 1.000 ανθρώπους κάθε μέρα το Σεπτέμβριο σε σχεδόν 6 τις τελευταίες ημέρες.
Τα τεστ αυξήθηκαν και στην Τσεχία κατά την ίδια περίοδο, από περίπου ένα ανά 1.000 άτομα σε περίπου 3,5.
Ωστόσο, αυτό δεν μπορεί να εξηγήσει πλήρως τη συνολική αύξηση των κρουσμάτων, επειδή το ποσοστό θετικότητας - το ποσοστό των τεστ που βγαίνουν θετικά - αυξήθηκε στο Βέλγιο από περίπου 2% στα μέσα Σεπτεμβρίου σε πάνω από 18% στα τέλη Οκτωβρίου. Στην Τσεχία, αυτός ο αριθμός αυξήθηκε από περίπου 4% σε σχεδόν 30% την ίδια περίοδο.
Η πυκνότητα του πληθυσμού μπορεί να είναι πρόβλημα
Ένας άλλος πιθανός παράγοντας για την κατάσταση στην οποία έχουν περιέλθει οι δύο χώρες είναι η σχετικά υψηλή πυκνότητα πληθυσμού. Για κάθε τετραγωνικό χιλιόμετρο γης στο Βέλγιο υπάρχουν 377 άτομα. Στην Τσεχία ο αριθμός αυτός είναι 137 ενώ ο ευρωπαϊκός μέσος όρος είναι 112.
Ο Πιερ Βαν Νταμ, επιδημιολόγος στο Βέλγιο, δήλωσε ότι το άνοιγμα των πανεπιστημίων στα τέλη Σεπτεμβρίου, ειδικότερα, υπήρξε κινητήριος μοχλός διασποράς του ιού στη χώρα. Καθώς οι μαθητές συνήθως επιστρέφουν στα σπίτια τους το Σαββατοκύριακο, «στη συνέχεια εκθέτουν στον ιό τους γονείς τους, αυξάνωντας τις μεταδόσεις μεταξύ των ηλικιακών ομάδων 40 έως 60 ετών. Αυτοί είναι οι άνθρωποι που εισέρχονται στα νοσοκομεία », λέει.
Ο Ζαν Πάτσες, ιολόγος στην Ακαδημία Επιστημών της Τσεχίας, σημειώνει ότι τα κρούσματα στη χώρα του άρχισαν να ανεβαίνουν λίγο μετά το άνοιγμα των σχολείων την 1η Σεπτεμβρίου. Μέσα στις δύο πρώτες εβδομάδες από το άνοιγμα, 144 από τα 11.000 περίπου σχολεία της χώρας (νηπιαγωγεία, δημοτικά, δευτεροβάθμια και ανώτερα επαγγελματικά σχολεία) κατέγραψαν κρούσματα κορονοϊού. Σύμφωνα με τον Πάτσες, περίπου 30% των νέων μολύνσεων προήλθαν από άτομα που αναμιγνύονταν στα σπίτια τους.
Τι συμβαίνει όταν αγνοούνται οι υποδείξεις των ειδικών
Οι ειδικοί λένε επίσης ότι οι κυβερνήσεις δεν έλαβαν υπόψη συμβουλές από τους αξιωματούχους δημόσιας υγείας σχετικά με την ανάγκη επανεισαγωγής περιορισμών, όταν ο αριθμός των περιπτώσεων αυξανόταν στα τέλη του καλοκαιριού και στις αρχές του φθινοπώρου.
Η τσεχική κυβέρνηση απέρριψε τις συμβουλές από εμπειρογνώμονες της δημόσιας υγείας στα τέλη του καλοκαιριού, μια κίνηση που τώρα αποδεικνύεται καταστροφική. Στα τέλη Αυγούστου, καθώς άρχισαν να αυξάνονται οι νέες μολύνσεις, ο πρωθυπουργός Αντρέι Μπάμπις ακύρωσε την απόφαση του τότε υπουργού Υγείας, Ανταμ Βόιτεχ, η οποία θα καθιστούσε υποχρεωτική τη χρήση μάσκας σε δημόσιους χώρους και σχολεία. Ο Μπάμπις αργότερα παραδέχτηκε ότι η παράβλεψη των συμβουλών μπορεί να ήταν λάθος, κατά τη διάρκεια συνέντευξης τύπου στις 21 Σεπτεμβρίου. Η χώρα κατέγραψε 1.474 νέα κρούσματα εκείνη την ημέρα.
Οι εκλογές της Γερουσίας της Τσεχίας, ο πρώτος γύρος των οποίων έγινε στις 2 και 3 Οκτωβρίου, και ο δεύτερος στις 9 και 10 Οκτωβρίου, ενδέχεται να οδήγησαν την κυβέρνηση να αναβάλει τα νέα αυστηρά μέτρα, τα οποία θεσπίστηκαν μετά την ψηφοφορία.
Στις 12 Οκτωβρίου, οι αρχές απαγόρευαν εκδηλώσεις που συγκεντρώνουν περισσότερα από 10 άτομα σε εσωτερικούς χώρους και 20 άτομα σε εξωτερικούς χώρους και διέταξαν τα γυμνάσια, τα λύκεια και τα πανεπιστήμια να στραφούν στην διαδικτυακή μάθηση. Παμπ, μπαρ και εστιατόρια έκλεισαν και οι συγκεντρώσεις περιορίστηκαν σε έξι άτομα στις 14 Οκτωβρίου. Μια εβδομάδα αργότερα, ο Μπάμπις επανέφερε την αυστηρή εντολή μάσκας προσώπου που είχε τεθεί σε ισχύ την άνοιξη, απαιτώντας από όλους να φορούν μάσκες έξω από τα σπίτια τους.
Στο Βέλγιο, ορισμένοι εμπειρογνώμονες στον τομέα της δημόσιας υγείας αντιτάχθηκαν στην απόφαση της κυβέρνησης να χαλαρώσει τα μέτρα πρόληψης, συμπεριλαμβανομένης της υποχρεωτικής χρήσης μάσκας στα περισσότερα υπαίθρια μέρη από τις 23 Σεπτεμβρίου, όταν η χώρα κατέγραφε 1.661 νέα επιβεβαιωμένα κρούσματα.
Επιπλέον, την 1η Οκτωβρίου, η κυβέρνηση μείωσε το χρονικό διάστημα που οι άνθρωποι ήταν υποχρεωμένοι να μένουν σε καραντίνα, εάν ήταν πιθανώς εκτεθειμένοι στον ιό ή είχαν βγει θετικοί, από δύο εβδομάδες σε μία.
Η εφαρμογή κατάλληλων συστημάτων τεστ και ανίχνευσης πριν από την άρση των περιορισμών ήταν ζωτικής σημασίας για τη διακοπή της εξάπλωσης του κορονοϊού.
Στην Τσεχία, μόνο ένας στους πέντε που βγαίνουν θετικοί στον κορονοϊό αναφέρουν την μόλυνσή τους στο ειδικό application, που έχει δημιουργηθεί για αυτόν τον σκοπό.
Ο Υπουργός Υγείας είπε ότι 6 εκατομμύρια άνθρωποι θα χρειαστεί να κατεβάσουν την εφαρμογή για μέγιστη αποτελεσματικότητα, αλλά μέχρι στιγμής μόνο 1,2 εκατομμύρια άνθρωποι είναι χρήστες, σύμφωνα με τοπικά μέσα ενημέρωσης.
Η ομάδα 2.000 ανιχνευτών επαφών στο Βέλγιο δεν μπόρεσε επίσης να αντεπεξέλθει στην αύξηση των νέων λοιμώξεων. Στα μέσα Σεπτεμβρίου, τα τοπικά μέσα ενημέρωσης ανέφεραν ότι το προσωπικό είχε επικοινωνήσει μόνο με τους μισούς ανθρώπους που είχαν θετικά αποτελέσματα στην πρωτεύουσα των Βρυξελλών.
Η κυβέρνηση πρόσφατα παρουσίασε μια εφαρμογή ιχηλάτησης και εντοπισμού, (Coronalert), που μέχρι στιγμής ληφθεί από 1,6 εκατομμύρια ανθρώπους σε έναν πληθυσμό 11,5 εκατομμυρίων.
Οι προσπάθειες αναστροφής
Οπως και πολλές άλλες ευρωπαϊκές χώρες, τόσο το Βέλγιο όσο και η Τσεχία λαμβάνουν τώρα περιοριστικά μέτρα για να σταματήσουν την εξάπλωση του ιού και να αποτρέψουν τον κατακλυσμό των συστημάτων υγείας τους. Εκτός από το κλείσιμο μπαρ, καφέ και εστιατορίων και την απαγόρευση πολιτιστικών εκδηλώσεων σε ορισμένες περιοχές, το Βέλγιο ανέστειλε όλες τις μη επείγουσες χειρουργικές επεμβάσεις για ένα μήνα, ώστε να ελευθερώσει χώρο στα νοσοκομεία για τους ασθενείς με κορονοϊό.
Η Τσεχία διέταξε να κλείσουν μπαρ και εστιατόρια και τα περισσότερα σχολεία να μεταβούν σε καθεστώς σε εξ αποστάσεως μάθησης από τις 14 Οκτωβρίου ενώ έκλεισε τα «μη απαραίτητα καταστήματα» από τις 22 Οκτωβρίου.
Η κυβέρνηση άρχισε να κατασκευάζει ένα πρόχειρο νοσοκομείο στην πρωτεύουσα της Πράγας και έχει συνάψει προκαταρκτικές συμφωνίες με τη Γερμανία για τη μεταφορά Τσέχων ασθενών. Η κυβέρνηση είπε ότι ενδέχεται να επιβάλει πλήρες lockdown σε δύο εβδομάδες ανάλογα με τα (μη) αποτελέσματα των νέων περιορισμών.
Ωστόσο, μπορεί να είναι πολύ αργά για να αποφευχθεί ένα καταστροφικό δεύτερο κύμα. Τα lockdown σε αυτό το στάδιο είναι, σύμφωνα με ορισμένους λοιμωξιολόγους, «ένδειξη αποτυχίας της πολιτικής».
(με πληροφορίες από Time, CNN, Reuters, worldometers)