
Σε 1 δισ. ευρώ διαμορφώθηκε το πλεόνασμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών της χώρας τον Ιανουάριο, μειωμένο κατά 784 εκατ. ευρώ σε σχέση με τον Ιανουάριο του 2024, λόγω των μειωμένων εξαγωγών.
Συνολικά το 2024 το Ισοζύγιο Τρεχουσών Συναλλαγών της χώρας παρουσίασε επιδείνωση, καθώς το έλλειμμά του αυξήθηκε στα 15,1 δισ. ευρώ από το 13,9 δισ. ευρώ το 2023.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος:
Τον Ιανουάριο, το έλλειμμα του ισοζυγίου αγαθών διευρύνθηκε, καθώς η αύξηση των εισαγωγών υπερέβη εκείνη των εξαγωγών.
Σε τρέχουσες τιμές, οι εξαγωγές αυξήθηκαν κατά 1,8% (2,4% σε σταθερές τιμές) και οι εισαγωγές κατά 4,8% (4,1% σε σταθερές τιμές). Ειδικότερα, σε τρέχουσες τιμές οι εξαγωγές αγαθών χωρίς καύσιμα παρουσίασαν αύξηση 6,3% (7,0% σε σταθερές τιμές), ενώ οι αντίστοιχες εισαγωγές αυξήθηκαν κατά 9,2% (8,3% σε σταθερές τιμές).
Το πλεόνασμα του ισοζυγίου υπηρεσιών μειώθηκε τον Ιανουάριο του 2025, λόγω της επιδείνωσης κυρίως του ισοζυγίου λοιπών υπηρεσιών και, σε μικρότερο βαθμό, του ισοζυγίου ταξιδιωτικών υπηρεσιών, ενώ το ισοζύγιο μεταφορών κατέγραψε οριακή βελτίωση.
Σε σχέση με τον αντίστοιχο μήνα του 2024, οι αφίξεις μη κατοίκων ταξιδιωτών αυξήθηκαν κατά 11,4% και οι σχετικές εισπράξεις κατά 7,5%.Το πλεόνασμα του ισοζυγίου πρωτογενών εισοδημάτων περιορίστηκε σε σχέση με τον Ιανουάριο του 2024, αντανακλώντας τη μείωση των καθαρών εισπράξεων από τόκους, μερίσματα και κέρδη, καθώς και από λοιπά πρωτογενή εισοδήματα.
Το πλεόνασμα του ισοζυγίου δευτερογενών εισοδημάτων συρρικνώθηκε έναντι του Ιανουαρίου του 2024, ως αποτέλεσμα της καταγραφής καθαρών πληρωμών, έναντι καθαρών εισπράξεων, στον τομέα της γενικής κυβέρνησης, καθώς και της μείωσης των καθαρών εισπράξεων στους λοιπούς, εκτός της γενικής κυβέρνησης, τομείς της οικονομίας.
Το ισοζύγιο κεφαλαίων σημείωσε πλεόνασμα, έναντι ελλείμματος τον αντίστοιχο μήνα του 2024, και διαμορφώθηκε σε 150,8 εκατ. ευρώ, αντανακλώντας την καταγραφή καθαρών εισπράξεων, έναντι καθαρών πληρωμών, στους λοιπούς, εκτός γενικής κυβέρνησης, τομείς της οικονομίας.
Το πλεόνασμα του συνολικού ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών και κεφαλαίων (το οποίο αντιστοιχεί στις ανάγκες της οικονομίας για χρηματοδότηση από το εξωτερικό) μειώθηκε κατά 466,5 εκατ. ευρώ και διαμορφώθηκε σε 1,2 δισεκ. ευρώ.
Στην κατηγορία των άμεσων επενδύσεων, στις απαιτήσεις των κατοίκων έναντι του εξωτερικού καταγράφηκαν ροές ύψους 99,3 εκατ. ευρώ και στις υποχρεώσεις των κατοίκων έναντι του εξωτερικού, που αντιστοιχούν σε άμεσες επενδύσεις μη κατοίκων στην Ελλάδα, ροές ύψους 448,9 εκατ. ευρώ.
Στις επενδύσεις χαρτοφυλακίου, η αύξηση των απαιτήσεων των κατοίκων έναντι του εξωτερικού αντανακλά κυρίως την άνοδο κατά 240,0 εκατ. ευρώ των τοποθετήσεών τους σε ομόλογα και έντοκα γραμμάτια του εξωτερικού και, σε μικρότερο βαθμό, την αύξηση κατά 178,9 εκατ. ευρώ των τοποθετήσεων κατοίκων σε μετοχές επιχειρήσεων μη κατοίκων.
Η αύξηση των υποχρεώσεών τους οφείλεται σχεδόν εξ ολοκλήρου στην άνοδο κατά 3,5 δισεκ. ευρώ των τοποθετήσεων μη κατοίκων σε ελληνικά ομόλογα και έντοκα γραμμάτια.
Στην κατηγορία των λοιπών επενδύσεων σημειώθηκε αύξηση των απαιτήσεων των κατοίκων έναντι του εξωτερικού, λόγω της στατιστικής προσαρμογής που συνδέεται με την έκδοση τραπεζογραμματίων (κατά 681,0 εκατ. ευρώ) και της ανόδου κατά 643,5 εκατ. ευρώ της χορήγησης δανείων σε μη κατοίκους, η οποία αντισταθμίστηκε εν μέρει από τη μείωση κατά 103,0 εκατ. ευρώ των τοποθετήσεων κατοίκων σε καταθέσεις και repos στο εξωτερικό.
Η μείωση των υποχρεώσεών τους αντανακλά κυρίως την πτώση κατά 4,4 δισεκ. ευρώ των τοποθετήσεων μη κατοίκων σε καταθέσεις και repos στην Ελλάδα (περιλαμβάνεται και ο λογαριασμός TARGET) και, σε μικρότερο βαθμό, τη μείωση κατά 410,8 εκατ. ευρώ των δανειακών υποχρεώσεών τους προς μη κατοίκους, οι οποίες αντισταθμίστηκαν σε κάποιο βαθμό από τη στατιστική προσαρμογή που συνδέεται με την έκδοση τραπεζογραμματίων (κατά 681,0 εκατ. ευρώ).
Να σημειωθεί ότι το σύνολο των ξένων επενδύσεων που προσέλκυσε η χώρα το 2024 έφθασε τα 6 δισ. ευρώ, ενώ οι ξένοι επενδυτές τοποθέτησαν 2 δισ. ευρώ στο Χρηματιστήριο Αθηνών, σε μετοχές ελληνικών εταιρειών.
Στο τέλος Ιανουαρίου του 2025, τα συναλλαγματικά διαθέσιμα της χώρας διαμορφώθηκαν σε 15,3 δισεκ. ευρώ, έναντι 12,2 δισεκ. ευρώ στο τέλος Ιανουαρίου του 2024.