Το μήνυμα που εκπέμπει δημόσια ο Αμερικανός Πρέσβης Τζέφρι Πάιατ, στον απόηχο της εκλογικής νίκης του Τζο Μπάιντεν και στην τελική ευθεία για την εγκατάστασή του στον Λευκό Οίκο, αποκτά ιδιαίτερη βαρύτητα. Η δήλωση Πάιατ ερμηνεύεται ως «πράσινο φως» για την προμήθεια μαχητικών αεροσκαφών F-35 από την Ελλάδα, καθώς συμπίπτει χρονικά με την διαδικασία μετάβασης στην Ουάσιγκτον και είναι δεδομένο ότι δεν θα ερχόταν σε καμία περίπτωση δημόσια ένα τέτοιο μήνυμα από τον Πρέσβη των ΗΠΑ, χωρίς να υπάρχει σύμφωνη γνώμη από τη νέα αμερικανική ηγεσία.
Ταυτόχρονα, η χρονική στιγμή θεωρείται εξαιρετικά κρίσιμη, αφού μέσα στα αμέσως επόμενα 24ωρα αναμένεται να συζητηθεί σε επίπεδο συνόδου κορυφής της ΕΕ το ενδεχόμενο επιβολής κυρώσεων στην Τουρκία, προ των διαδοχικών και απροκάλυπτων προκλητικών-επιθετικών ενεργειών στην Ανατολική Μεσόγειο με ευθύνη του Ταγίπ Ερντογάν.
Στη δήλωση που δόθηκε στη δημοσιότητα σήμερα (30 Νοεμβρίου) ο Τζέφρι Πάιατ σημειώνει:
«Οι Ηνωμένες Πολιτείες, στα υψηλότερα επίπεδα, χαιρέτισαν το ενδιαφέρον της Ελλάδας να αποκτήσει το F-35 για την Ελληνική Πολεμική Αεροπορία. Έχουμε δείξει την υποστήριξή μας για αυτή την προμήθεια και συνεργαζόμαστε στενά για ένα μελλοντικό εξοπλιστικό πρόγραμμα, το οποίο θα ενισχύσει τις αμυντικές δυνατότητες της Ελλάδας, θα διασφαλίσει τη διαλειτουργικότητα με τις ένοπλες δυνάμεις των ΗΠΑ και θα βελτιώσει την περιφερειακή σταθερότητα. Κάθε αναφορά για το αντίθετο είναι ψευδής και συνιστά παρερμηνεία της πολιτικής των ΗΠΑ.
Η αμυντική σχέση ΗΠΑ-Ελλάδας βρίσκεται στο υψηλότερο επίπεδο όλων των εποχών και είναι μια από τις ισχυρότερες στρατιωτικές σχέσεις της Αμερικής στην Ευρώπη. Είμαστε υπερήφανοι για την αμυντική συνεργασία μας και για την συνεργασία με στόχο την ασφάλεια με την Ελλάδα και εργαζόμαστε καθημερινά για να προωθήσουμε τη σχέση μας με ισχυρά βήματα, συμπεριλαμβανομένης της μελλοντικής απόκτησης του F-35 από την Ελλάδα. Ο δρόμος για την απόκτηση του F-35 είναι μια πολυετής διαδικασία που θα βασίζεται φυσικά στις επιτυχίες που έχουν επιτευχθεί στο πρόγραμμα αναβάθμισης F-16 Viper της Ελλάδας.»
Τουρκικές «ενστάσεις»
Η παρέμβαση Πάιατ αποτελεί την τελευταία εξέλιξη στην παρτίδα που βρίσκεται σε εξέλιξη εδώ και ένα χρόνο περίπου, όταν ανέκυψε εμπλοκή στην αγορά 18 αεροσκαφών F-35, που καταρχήν είχε συμφωνηθεί μεταξύ ΗΠΑ - Τουρκίας.
Μετά το «πάγωμα» αυτής της διαδικασίας, ως αποτέλεσμα της απόφασης Ερντογάν για αγορά και εγκατάσταση στην Τουρκία του ρωσικού αντιπυραυλικού συστήματος S-400, η Ελλάδα κατέθεσε επισήμως στην Ουάσιγκτον το αίτημά της να αγοράσει εκείνη τα συγκεκριμένα 18 αεροσκάφη, αξίας 77,9 εκατομμυρίων δολαρίων έκαστο.
Το αίτημα κατατέθηκε με επιστολή του ελληνικού υπουργείου Εθνικής Άμυνας προς το αμερικανικό Πεντάγωνο τον Σεπτέμβριο του 2020.
Εκτοτε ακούγονται φωνές από την Τουρκία, περί ανατροπής του μοντέλου «ίσης μεταχείρισης» Ελλάδας-Τουρκίας εκ μέρους των ΗΠΑ.
«Οι ΗΠΑ θα πρέπει να λάβουν υπόψη τις στρατηγικές ισορροπίες μεταξύ των δύο χωρών», δήλωσε πριν από μία εβδομάδα ο συνταξιούχος Τούρκος Στρατηγός Nejat Eslen.
«Η Ελλάδα στην Ανατολική Μεσόγειο προσπαθούσε να σφετεριστεί τα δικαιώματα της Τουρκίας. Εκτός από αυτό, υπάρχει και το Κυπριακό. Η Ελλάδα είναι μια χώρα με μικρό πληθυσμό, κακή οικονομία και υπό-ανεπτυγμένη βιομηχανία», είπε ο Έσλεν στο ρωσικό πρακτορείο Sputnik.
Ο συνταξιούχος Ταξιαρχικός στρατηγός προσπάθησε να πείσει ότι τα συμφέροντα της Ουάσιγκτον δεν είναι με την Ελλάδα.
«Η Τουρκία είναι μια σημαντική χώρα για τις ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ, καθώς και τη γεωπολιτική τους θέση. Η άνευ όρων υποστήριξη των ΗΠΑ προς την Ελλάδα τόσο στο Αιγαίο όσο και στην Ανατολική Μεσόγειο δεν είναι προς το συμφέρον τους», δήλωσε.