Ο Τζον Ντίλινγκερ είχε μόλις γιορτάσει τα 31 γενέθλια του, όταν στις 22 Ιουλίου 1934 έπεσε νεκρός από τις σφαίρες των πρακτόρων του FBI.
Τα κατορθώματα του ως αρχηγού συμμοριών που έκλεβαν τράπεζες στις μεσοδυτικές Πολιτείες της Αμερικής και οι μνημειώδεις αποδράσεις του από τις φυλακές, είχαν συναρπάσει τον Τύπο της εποχής.
Παράλληλα, η άρνηση του να πάρει τα χρήματα των πελατών μίας τράπεζας, την ώρα που τη λήστευε, δημιούργησε συμπάθειες, καθώς ο κόσμος άρχισε να τον βλέπει ως άλλο Ρομπέν των Δασών.
Ο Ντίλινγκερ είχε γεννηθεί στις 22 Ιουνίου 1903 στην Ιντιάνα. Είχε χάσει την μητέρα του λίγο προτού κλείσει τα τέσσερα και παρότι, ο (παντοπώλης) πατέρας του ήταν αυστηρός, δεν χάλαγε χατίρι στον μικρό και πάντα ατίθασο Τζον, ο οποίος έμπλεξε σε συμμορίες προτού κλείσει τα δώδεκα. Μάλιστα, σε ηλικία δέκα ετών συνελήφθη επειδή είχε κλέψει με τη συμμορία του κάρβουνα και κατέληξε στο αναμορφωτήριο.
Στη συνέχεια, παράτησε το σχολείο για να δουλέψει. Κατετάγη στο αμερικανικό Πολεμικό Ναυτικό -σε μία προσπάθεια να αποφύγει τη σύλληψη μετά την κλοπή ενός αυτοκινήτου- αλλά λίγους μήνες αργότερα επέστρεψε στη γενέτειρα του όπου παντρεύτηκε την 16χρονη Μπέριλ. Αδυνατώντας να βρει δουλειά στράφηκε σε αυτό που ήξερε καλύτερα, τις συμμορίες και τις ληστείες, όμως ο γάμος του διαλύθηκε.
Το 1923 συνελήφθη για τη ληστεία παντοπωλείου και έμεινε στη φυλακή επί μία δεκαετία. Όταν αποφυλακίστηκε συνέχισε τις ληστείες, αφήνοντας πίσω 15 νεκρούς, ενώ τον θάνατο βρήκαν και 11 μέλη της συμμορίας τους.
Το 1934 συνελήφθη ξανά μαζί με τους συντρόφους του, αλλά απέδρασε.
Ορκισμένος εχθρός του ήταν ο Τζέι Εντγκαρ Χούβερ και το Γραφείου Ερευνών της Ομοσπονδιακής Κυβέρνησης, μετέπειτα FBI, το οποίο τον είχε επικηρύξει για 10.000 δολάρια, ποσό μυθικό για την εποχή. Ο Ντίλινγκερ αντιμετώπιζε (μεταξύ άλλων) κατηγορίες για τις ληστείες 24 τραπεζών και τεσσάρων αστυνομικών τμημάτων, αλλά και τον φόνο ενός αστυνομικού στην Ιντιάνα.
Κατάφερε να αποφύγει την σύλληψη σε τέσσερις Πολιτείες ενώ ταυτόχρονα έστελνε κάρτες αλληλογραφίας στον Χούβερ, με τις οποίες προσπαθούσε να τον γελοιοποιήσει.
Στις 22 Ιουλίου του 1934 «ο νούμερο ένα δημόσιος κίνδυνος», όπως ήταν γνωστός, έριξε τίτλους τέλους στην πολυτάραχη ζωή του.
Μία ιδιοκτήτρια οίκου ανοχής, πληροφόρησε τις αρχές πως η ίδια μαζί με τον Ντίλινγκερ και την κοπέλα του θα παρακολουθούσαν την ταινία «Manhattan Melodrama», στον κινηματογράφο Biograph, στο Σικάγο.
Στις 10:30 το βράδυ και ενώ έβγαιναν από το κτίριο, ο Τζον Ντίλινγκερ βρέθηκε περικυκλωμένος από πράκτορες του Χούβερ. Οι Μέλβιν Πέρβις και Σάμιουελ Π. Κόλις ήταν οι πρώτοι που έσπευσαν να τον συλλάβουν.
Παρότι οι μαρτυρίες είναι διχασμένες ως προς το κατά πόσο ο Ντίλινγκερ προσπάθησε να τραβήξει το όπλο του, ωστόσο η αλήθεια είναι ότι πυροβολήθηκε εξ επαφής και σωριάστηκε στο έδαφος, περικυκλωμένος από τον κόσμο που βρισκόταν εκείνη την στιγμή έξω από το σινεμά. Ο θρύλος λέει πως οι άνδρες βούτηξαν τα μαντήλια τους στο αίμα του που κυλούσε και οι κυρίες τις φούστες τους.
Για πολλά χρόνια ο Τζέι Εντγκαρ Χούβερ κρατούσε στο γραφείο του ως τρόπαιο το πιστόλι και το καπέλο του Τζον Ντίλινγκερ.
Ο Ντίλινγκερ είχε μία μεγαλύτερη αδελφή, η οποία τον φρόντιζε έως ότου ο πατέρας τους ξαναπαντρεύτηκε. Η σχέση του με την μητριά του ήταν αρχικά κακή, αλλά στην πορεία της ζωής του η σχέση αποκαταστάθηκε.
Όταν η ζωή του έγινε ταινία
Η ζωή του πέρασε στο σινεμά -συνολικά δέκα ταινίες και σειρές έχουν γυριστεί για για τον βίο και την πολιτεία του του- με πιο πρόσφατη την ταινία «Δημόσιος Κίνδυνος» του 2009 και πρωταγωνιστές τους Τζόνι Ντεπ, την Μαριόν Κοτιγιάρ και τον Κρίστιαν Μπέιλ.
Το φιλμ με τίτλο «Δημόσιος Κίνδυνος» του Μάικλ Μαν αφηγείται τη δράση του νεαρού Ντίλινγκερ με φόντο την Αμερική την περίοδο της Μεγάλης Ύφεσης, με τον Τζόνι Ντεπ σε μία από τις καλύτερες του ερμηνείες.
Πηγή: historytoday.com, wikipedia