Η Βρετανίδα ηθοποιός Βανέσα Ρεντγκρέιβ θα λάβει τον τιμητικό Χρυσό Λέοντα για τη συνολική προσφορά της στον κινηματογράφο στο 75ο Φεστιβάλ Βενετίας, που σήκωσε αυλαία σήμερα με την παγκόσμια πρεμιέρα της νέας ταινίας του Νταμιέν Σαζέλ, «First Man».
Η 81 ετών, πολυβραβευμένη Βανέσα Ρεντγκρέιβ, η πρωταγωνίστρια που είχε χαρακτηριστεί από τον Τένεσι Ουίλιαμς ως η καλύτερη ηθοποιός του καιρού μας, η ακτιβίστρια και υπέρμαχος των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, που εξήντα ολόκληρα χρόνια παραμένει ένα από τα πιο αγαπημένα -και περιζήτητα- πρόσωπα του παγκόσμιου κινηματογράφου, δεν μάσησε τα λόγια της ούτε στη συνέντευξη Τύπου που έδωσε νωρίτερα στη Βενετία με αφορμή το βραβείο.
Μπορεί να δήλωσε χαμογελώντας ότι είναι «εξαιρετικά ευτυχής» για τον τιμητικό Χρυσό Λέοντα και να υπενθύμισε τους δεσμούς της με την πόλη, όπου το περασμένο καλοκαίρι έκανε τα γυρίσματα της ταινίας «The Aspern Papers», όπως και το γεγονός ότι ίσως είναι η μοναδική μη Ιταλίδα ηθοποιός που έχει παίξει έναν ολόκληρο ρόλο στη βενετσιάνικη διάλεκτο, αλλά όταν ερωτήθηκε για το προσφυγικό είπε «...μπαίνω στον πειρασμό να βλαστημήσω».
«Ζυγίζω τις λέξεις μου, αλλά μου έρχεται να πω βαριές κουβέντες όσον αφορά το τι δεν γίνεται για τους πρόσφυγες. Οι κυβερνήσεις μας έχουν χάσει την αίσθηση της πραγματικότητας και της ανθρωπιάς» δήλωσε η Ρεντγκρέιβ απαντώντας σε ερώτηση του ιταλικού πρακτορείου ANSA όσον αφορά τον λόγο για τον οποίο η Ευρώπη δεν είναι στην πραγματικότητα φιλόξενη.
«Μου είναι δύσκολο να μιλώ για τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις χωρίς να βλαστημώ» είπε στους δημοσιογράφους. «Δεν μπορούν να φανταστούν πώς είναι να είσαι πρόσφυγας, γυναίκα που χάνει το παιδί της στη θάλασσα» προσπαθώντας να φτάσει στην Ευρώπη, πρόσθεσε.
Η Βανέσα Ρεντγκρέιβ σημείωσε ότι και η ίδια ήταν πρόσφυγας όταν ως παιδί αναγκάστηκε να εγκαταλείψει το Λονδίνο του Β Παγκοσμίου Πολέμου, λέγοντας μάλιστα, ότι έκανε το ντεμπούτο της στη σκηνή σε ηλικία 4 ετών, σε ένα θεατρικό που γράφτηκε για την εμψύχωση των Βρετανών από έναν... εξάχρονο φίλο της, σύμφωνα με το Γαλλικό Πρακτορείο.
Ζωή σαν μυθιστόρημα
Υποψήφια έξι φορές για Όσκαρ (το οποίο τελικά, κέρδισε το 1977 για την ερμηνεία της στον ρόλο της σκληρής και γενναίας «Τζούλια»), με ένα Volpi Cup στις αποσκευές της (Βενετία, 1994 για το «Little Odessa »), ένα βραβείο Tony, αλλά και ένα βραβείο Olivier για τις ερμηνείες της στο Γουέστ Εντ και στο Μπροντγουέι, Χρυσή Σφαίρα και Έμμυ, όπως και τιμητικό BAFTA «ως αναγνώριση για την εξαιρετική συνεισφορά της στον κινηματογράφο», η Ρεντγκρέιβ είχε και συνεχίζει να έχει μία ζωή μυθιστορηματική. Μία ζωή πλούσια εμπειριών, που σημαδεύτηκε ωστόσο, από την τραγική απώλεια της κόρης της, ηθοποιού Νατάσα Ρίτσαρντσον -συζύγου του Λίαμ Νίσον-, που πέθανε στις 18 Μαρτίου 2009 μετά από ατύχημα που προκάλεσε σοβαρό τραυματισμό στο κεφάλι.
Παιδί καλλιτεχνικής οικογένειας, πιο σωστά «καλλιτεχνικής δυναστείας» -του σερ Μάικλ Ρεντγκρέιβ, ο οποίος, όπως και η γυναίκα του, Ρέιτσελ Κέμπσον ήταν μέλη του περίφημου Old Vic Theatre- η πρωτότοκη Βανέσα γεννήθηκε στο Λονδίνο το 1937. Ο Λόρενς Ολίβιε ανακοίνωσε τη γέννησή της στο κοινό κατά τη διάρκεια της παράστασης Άμλετ, όταν είπε ότι ο Λαέρτης (που υποδυόταν ο πατέρας της, σερ Μάικλ) απέκτησε μια κόρη. Σύμφωνα με τους New York Times, ο Ολίβιε είχε αναφωνήσει «απόψε γεννήθηκε μία σπουδαία ηθοποιός».
Η Βανέσα σπούδασε στη Central School of Music and Dance του Λονδίνου, αλλά ταξίδευε και στη Νέα Υόρκη, παρακολουθώντας μαθήματα στο Actors Studio. ’Έκανε το ντεμπούτο της στο θέατρο το 1957 και έναν χρόνο αργότερα, μαζί με τον πατέρα της στο σινεμά, στην κωμωδία «Behind the Mask», σε ηλικία 21 ετών. Κι όμως, όπως εξομολογήθηκε σε συνέντευξη της στο Hollywood Reporter, το όνειρο της ήταν να γίνει χορεύτρια. «Το ήθελα περισσότερο από ο,τιδήποτε άλλο, όμως ήμουν πολύ ψηλή».
Το ενδιαφέρον της μονοπώλησε το θέατρο, στο οποίο αφιερώθηκε παίζοντας σε παραγωγές του Royal Shakespeare Company. Στις αρχές της δεκαετίας του 1960 γνωρίζει τον σκηνοθέτη Τόνι Ρίτσαρντσον. Παντρεύονται το 1962 και αποκτούν δύο κόρες, τη Νατάσα και τη Τζόελι.
Το 1967 το ζευγάρι χωρίζει -ο Ρίτσαρντσον εγκατέλειψε τη Βανέσα για τα μάτια της Γαλλίδας ηθοποιού, Ζαν Μορό- και στα γυρίσματα της ταινίας «Camelot» γνωρίζει τον Ιταλό ηθοποιό Φράνκο Νέρο, με τον οποίον απέκτησε έναν γιο, τον Κάρλο Γκάμπριελ Νέρο (με τον Φράνκο Νέρο παντρεύτηκαν πολλά χρόνια αργότερα, τον Δεκέμβριο του 2006).
Μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του 1960, η Ρεντγκρέιβ είχε ταυτιστεί με μεγάλους ρόλους.
Ο πρώτος πρωταγωνιστικός ρόλος της στο σινεμά ήταν στην ταινία Μόργκαν: Ο Τρελός Εραστής (Morgan: A Suitable Case for Treatment) το 1966. Για την ερμηνεία της στην ταινία έλαβε υποψηφιότητες για Χρυσή Σφαίρα, BAFTA και κέρδισε το βραβείο Καλύτερης Ηθοποιού στο Φεστιβάλ Καννών.
Η πρώτη της υποψηφιότητα για Όσκαρ συνέπεσε με την πρώτη της αδελφής της Λιν, που ήταν υποψήφια για την ταινία Τζόρτζι, η πολυαγαπημένη (Georgy Girl, 1966). Ήταν η δεύτερη φορά στην ιστορία του θεσμού που συνέβαινε κάτι τέτοιο από το 1941 όταν είχαν βρεθεί συνυποψήφιες οι αδελφές Ολίβια Ντε Χάβιλαντ και Τζόαν Φοντέιν. Τελικά έχασαν και οι δυο από την Ελίζαμπεθ Τέιλορ.
Το 1966 πρωταγωνίστησε επίσης στο «Blowup» του Μικελάντζελο Αντονιόνι και το 1967 υποδύθηκε τη Γκουίνεβιρ στην ταινία «Camelot». Το 1968 έγινε η χορεύτρια Ισιδώρα Ντάνκαν στην «Isadora» για την οποία βραβεύτηκε για δεύτερη φορά στο Φεστιβάλ Καννών και έλαβε υποψηφιότητες για Όσκαρ και Χρυσή Σφαίρα.Το 1971 πρωταγωνίστησε μαζί με τις Κάθριν Χέπμπορν και Ειρήνη Παππά στις «Τρωάδες» του Μιχάλη Κακογιάννη. Ακολούθησε η Μαρία Α′ της Σκωτίας στην ταινία «Mary, Queen of Scots», «Οι Βοστονέζοι» και ακόμη μία υποψηφιότητα για Όσκαρ (1984), η Επικίνδυνη Αποστολή (1996), η Εξιλέωση -μία μικρή εμφάνιση- (Atonement, 2007). Τo 2010 έπαιξε στην ταινία Γράμματα στην Ιουλιέτα (Letters to Juliet) και το 2011 στις ταινίες Coriolanus σε σκηνοθεσία Ρέιφ Φάινς και Ανώνυμος (Anonymous). Το 2014 έκανε το Foxcatcher και το 2016 τη «Μυστική Γραφή».
Στην Ελλάδα για τους πρόσφυγες - Η ιστορία του «Sea Sorrow»
Πολύ πριν την προσφυγική κρίση, που την έφερε επανειλημμένα στην Ελλάδα, η γνωστή ακτιβίστρια είχε ήδη από τη δεκαετία του 1970, υποστηρίξει ανοιχτά την Οργάνωση για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης, ενώ είχε εκφράσει και την αντίθεση της στο πόλεμο του Βιετνάμ -όπως θα έκανε δεκαετίες αργότερα και για τον πόλεμο στο Ιράκ.
Όσον αφορά το προσφυγικό και υπό την ιδιότητα της Πρέσβειρας Καλής Θέλησης της UNICEF, η Βανέσα Ρεντγκρέιβ, επισκέφθηκε τον Ιανουάριο του 2016, το Ανοιχτό Κέντρο Φιλοξενίας στον Ελαιώνα, επισημαίνοντας ότι, η Ελλάδα δεν μπορεί να διαχειριστεί μόνη της το προσφυγικό και μιλώντας με ιδιαίτερα θερμά λόγια για τους νησιώτες και τους εθελοντές από όλο τον κόσμο.
Τον Μάρτιο του ίδιου χρόνου, ήρθε ξανά, αυτή τη φορά για τους πρόσφυγες στο λιμάνι του Πειραιά. Συνομίλησε μαζί τους, ακούγοντας τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν, αγκάλιασε παιδάκια και χαιρέτισε μητέρες, ενώ σε δηλώσεις της τόνισε ότι είναι ντροπή για τις ευρωπαϊκές χώρες που εξακολουθούν να κρατούν κλειστά τα σύνορα.
Τον Ιούνιο του 2016, με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα Προσφύγων πρωταγωνίστησε σε ένα συγκλονιστικό σποτ αφιερωμένο στους Γιατρούς Χωρίς Σύνορα για να θυμίσει σε όλους, εμφανώς συγκινημένη, πως η βοήθειά προς τους πρόσφυγες δεν είναι ζήτημα γλώσσας, φυλής, χρώματος ή θρησκείας αλλά ζήτημα ανθρωπιάς.
«Όταν ήρθα στην Ελλάδα ένιωσα ότι οι Έλληνες πολίτες, ανταποκρίνονταν με την καρδιά τους και έκαναν ό,τι μπορούσαν για να βοηθήσουν τους πρόσφυγες. Τους αντιμετώπισαν με ανθρωπιά», δήλωσε. «Στην Ελλάδα, μίλησα με πολλούς πρόσφυγες και τους υποσχέθηκα να μεταφέρω τη φωνή τους στον υπόλοιπο κόσμο. Η αλήθεια είναι ότι η Ευρώπη μπορεί να τους φροντίσει απλά δεν θέλει να το κάνει. Κατηγορώ τις Ευρωπαϊκές κυβερνήσεις γι’ αυτό, καθώς θα έπρεπε να είχαν διασφαλίσει νόμιμη και ασφαλή διέλευση στους πρόσφυγες. Όλοι μπορούμε να βοηθήσουμε. Εγώ το κάνω υποστηρίζοντας σπουδαίες οργανώσεις όπως είναι οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα».
Τον Μάιο του 2017 παρουσίασε στις Κάννες το ντοκιμαντέρ «Sea Sorrow» («Τα δεινά της θάλασσας»), την πρώτη της σκηνοθετική δουλειά, με αναφορές στην ιστορία των προσφύγων στην Ευρώπη από τον 20ό αιώνα μέχρι σήμερα, επιστρατεύοντας ακτιβιστές και καλλιτέχνες από τη Γαλλία, τη Βρετανία, την Ιταλία και την Ελλάδα.
Στο ντοκιμαντέρ μιλούσαν μεταξύ άλλων, ο λόρδος ’Αλφρεντ Νταμπς, ο ειδικός απεσταλμένος των Ηνωμένων Εθνών, Πίτερ Σάδερλαντ, και ο θεατρικός συγγραφέας Μάρτιν Σέρμαν. Επίσης, η Έμα Τόμσον διαβάζει μια εφημερίδα του 1938 για τις διώξεις των Εβραίων και ο Ρέιφ Φάινς υποδύεται τον Πρόσπερο, τον εμβληματικό ήρωα από την «Τρικυμία» του Σαίξπηρ (που δάνεισε και τον τίτλο του ντοκιμαντέρ).
Τον Σεπτέμβριο του 2017 ήρθε στην Ελλάδα για την προβολή του ντοκιμαντέρ στο πλαίσιο του 23ου Διεθνούς Φεστιβάλ Κινηματογράφου «Νύχτες Πρεμιέρας», σπεύδοντας να εξηγήσει ότι «δεν είναι μία διδακτική ταινία» και σημειώνοντας ότι οι Έλληνες «έκαναν και κάνουν τεράστιες προσπάθειες, παρόλο που τα πράγματα στην Ελλάδα δεν είναι καλά από άποψη οικονομίας, απασχόλησης ή κοινωνικών υπηρεσιών. Ωστόσο, οι άνθρωποι συνεχίζουν να κάνουν ό,τι μπορούν». Η Ρεντγκρέιβ παρουσίασε τότε και μια αφίσα που έφτιαξε η μικρότερη εγγονή της, Λίλη, με το αίτημα «Προστασία για κάθε παιδί».