Βασίλης Βαρβαρέσος: «Όσο μεγαλώνω καταλαβαίνω ότι δεν ξέρω απολύτως τίποτα για τη Μουσική»

Μια συζήτηση με τον χαρισματικό ερμηνευτή, με αφορμή την επερχόμενη σύμπραξή του με την Κρατική Ορχήστρα Αθηνών.
.
.
.

Ο καταξιωμένος πιανίστας Βασίλης Βαρβαρέσος, λίγο πριν συμπράξει με την Κρατική Ορχήστρα Αθηνών στις 11 Φεβρουαρίου για να ερμηνεύσει το Κοντσέρτο για πιάνο και ορχήστρα του Έντβαρντ Γκρηγκ, μιλάει για τη σημασία του συγκεκριμένου έργου στη σολιστική του πορεία, την αφηγηματική δύναμη της μουσικής, αλλά και τον ανταγωνισμό που συναντούν από μικρή ηλικία οι επίδοξοι επαγγελματίες μουσικοί.

Ποια θεωρείτε ότι είναι η μεγαλύτερη πρόκληση του Κοντσέρτου για πιάνο και ορχήστρα του Έντβαρντ Γκρηγκ που πρόκειται να ερμηνεύσετε;

Είναι ένα έργο χιλιοπαιγμένο και πασίγνωστο. Στο χώρο μας, αισθάνομαι ότι όλοι και όλες μας έχουμε μία πολύ μεγάλη ανάγκη να δώσουμε το δικό μας στίγμα ως καλλιτέχνες, να ακουστεί η δικιά μας, προσωπική φωνή. Πολλές φορές, πάλι κατά την άποψή μου, και ιδιαίτερα με έργα τόσο γνωστά, είναι σαν να υπάρχει ένας άγραφος κανόνας: όσο πιο γνωστό το έργο, τόσο περισσότερο πρέπει να αποδείξω πόσο ρηξικέλευθος είμαι σαν ερμηνευτής.

Για παράδειγμα, ”όλοι παίζουν το έργο έτσι, εγώ όμως θα το παίξω πέντε φορές πιο γρήγορα/εφτά φορές πιο αργά/ για να αναδείξω κάτι που κανένας άλλος δεν είδε ποτέ στην παρτιτούρα”.

Αυτή η λογική και η αισθητική επιλογή, που (επαναλαμβάνω, πάλι κατά την άποψή μου) έχει καταστήσει πασίγνωστα έργα απλά οχήματα για μια αισθητική εκκεντρικότητα με βρίσκει παγερά αδιάφορο. Πιστεύω πως όλοι οι μεγάλοι πιανίστες του παρελθόντος άκουσαν το έργο όπως έπρεπε να ακουστεί - πανέμορφες μελωδίες, πανέμορφα παιγμένες, αριστοτεχνικά δομημένες, γλυκές, γεμάτες ζωή.

Ο δικός μου σκοπός σαν πιανίστας είναι να συνομιλώ, στο πλαίσιο του δυνατού, με τους μεγάλους του παρελθόντος. Η φωνή μου, αν έχει κάτι να πει, θα αναδυθεί μέσα από το έργο.

Εν ολίγοις, η πρόκληση είναι να επιτρέψω στον Γκρηγκ να μιλήσει, και να επιτρέψουμε στις δικές του μελωδίες να κατακλύσουν τις ψυχές των ακροατών με τον πιο ευκρινή και ειλικρινή τρόπο.

Πώς επηρεάζει η χρονική απόσταση, η επιτυχία…οι αλλαγές που επιφέρει αναπόφευκτα ο χρόνος στην ερμηνεία αυτού, αλλά και άλλων κορυφαίων έργων με τα οποία αναμετρηθήκατε στα πρώτα σας βήματα;

Κοιτάξτε, τα πράγματα νομίζω είναι απλά. Όσο περισσότερο μεγαλώνω, τόσο περισσότερο αποκτώ μεγαλύτερη ταπεινοφροσύνη απέναντι τόσο στο μουσικό έργο, στο ίδιο το παίξιμο του πιάνου, στη μουσική και τις εσωτερικές δυνάμεις που την κινούν, όσο και απέναντι στον ίδιο μου τον εαυτό. Από τη μία βλέπω το μικρό Βασίλη και σέβομαι αυτό που μπορούσε να κάνει σε ηλικία 14 ετών. Καταλαβαίνω, τώρα που δεν είμαι 14 χρονών, πως το να ανεβαίνεις πάνω στη σκηνή και να παίζεις σα μικρό παιδί δεν είναι και το πιο εύκολο πράγμα. Οπότε του βγάζω το καπέλο.

Την ίδια στιγμή, η Μουσική είναι όπως η ίδια η ζωή – όσο περνάνε τα χρόνια, και όσο τη λούζεις με αγάπη και προσοχή, τόσο καταλαβαίνεις ότι δεν έχεις ξύσει ούτε την επιφάνεια του μεγαλείου το οποίο κρύβει μέσα της. Το Κοντσέρτο του Γκρηγκ τώρα απλά το βλέπω όχι με άλλο μάτι, αλλά με πιο πλούσιο σε εμπειρίες μάτι, και άρα είναι ακόμη πιο πολύχρωμο από ό,τι αποκαλυπτόταν μπροστά μου σαν παιδί.

Ευτυχώς, επειδή είναι κι ο χαρακτήρας μου τέτοιος, ο παιδικός ενθουσιασμός δεν έχει δώσει τη θέση του σε μία από καθέδρας ανάγνωση του μουσικού κειμένου, λες και ξέρω κάτι παραπάνω. Πολύ απλά, όσο μεγαλώνω καταλαβαίνω ότι δεν ξέρω απολύτως τίποτα για τη Μουσική – χωρίς υπερβολή. Και στέκομαι απέναντι στο έργο με ακόμη μεγαλύτερο θαυμασμό.

Μεταξύ άλλων, έχετε συνθέσει μουσική και για αρκετές ταινίες. Πώς αισθάνεστε όταν με το έργο σας γίνεστε μέρος της δράσης, της αφήγησης μιας ιστορίας;

Είναι ο λόγος για τον οποίο λατρεύω το πιάνο με την ίδια ορμή που το λάτρευα ως παιδί. Αυτό που συμβαίνει όταν κάνεις μουσική, κατά την άποψή μου, είναι ότι γίνεσαι την ίδια στιγμή ηθοποιός, αφηγητής, και κόσμος.

Μάλλον, δε γίνεσαι εσύ – σου το χαρίζει απλόχερα η φαντασία του συνθέτη ή της συνθέτριας. Πρωταγωνιστείς, τραγουδάς, διαλέγεσαι με άλλους χαρακτήρες μέσα σε μία πλοκή της οποίας το ρυθμό ελέγχεις εσύ, δημιουργώντας ηχοτοπία (με άλλα λόγια κόσμους μαγικούς) τους οποίους επίσης έχεις, μέσω της αρμονίας και της αντίστιξης, κυριολεκτικά στις άκρες των δαχτύλων σου. Οπότε, με μία λέξη: η αίσθηση αυτή είναι απλά τέλεια.

Υπήρξε περίοδος ή στιγμή που τέθηκε υπό αμφισβήτηση η ενασχόλησή σας με το πιάνο;

Ναι. Υπήρξαν στιγμές, ολόκληρες περίοδοι μάλλον, που το κυνήγι στόχων άλλων από την ίδια τη Μουσική με έκαναν να ασφυκτιώ. Κάτι που καταλαβαίνω τώρα είναι ότι το σώμα μου, από μικρή ηλικία απέρριπτε σθεναρά πολλές από τις προσδοκίες που έχει κάποιος από το χώρο της κλασικής μουσική.

Από μικρός θυμάμαι ότι σιχαινόμουν τους διαγωνισμούς για παράδειγμα. Την πρώτη φορά που πήγα, σε ηλικία 15 ετών στη θερινή ακαδημία του Aspen, ο πρώτος μου συγκάτοικος με ρώτησε (αληθινή ιστορία) με ποιους διάσημους έχω ήδη παίξει. Πίσω από τις κουρτίνες του χώρου μας υπάρχουν δυνάμεις οι οποίες κινούνται με βάση ένα είδος φιλοδοξίας που το σέβομαι απεριόριστα (γιατί είναι ατόφιο) αλλά πάντα έκανε την ψυχή μου να ασφυκτιά.

Σε μία τέτοια περίοδο, κατά τη διάρκεια των σπουδών μου στην Αμερική θυμάμαι ξεκάθαρα πως κάθισα με τον κολλητό μου και ακούσαμε τον Vladimir Horowitz να παίζει την πρώτη μπαλάντα του Chopin. Με πήραν τα κλάματα. Θυμάμαι εκείνη τη στιγμή ως λυτρωτική.

Γιατί έκλαψα επειδή κατάλαβα (το θυμάμαι) ότι αυτός είναι ο λόγος που παίζω πιάνο. Ούτε για να κυνηγήσω κάτι το οποίο, όταν θα έχω γίνει χώμα κάτω από τη Γη ουδόλως θα ενδιαφέρει τον οποιοδήποτε (κανένας δε θυμάται πόσες συναυλίες έδωσε ο πιο διάσημος τσελίστας μεταξύ 1840-1890), ούτε για να πετύχω κάποιον στόχο. Ο λόγος που παίζω είναι γιατί ο Horowitz, με τον τρόπο που έκανε ρουμπάτο σε μία φράση, μου έσκισε την ψυχή στα δύο, με κατέστρεψε και με ξαναδόμησε καλύτερο άνθρωπο. Αυτό.

INFO:

Παρασκευή 11 Φεβρουαρίου 2022, 20:30

ΜΕΓΑΡΟ ΜΟΥΣΙΚΗΣ ΑΘΗΝΩΝ

Αίθουσα Χρήστος Λαμπράκης

Περισσότερα εδώ

Online αγορά εδώ



Δημοφιλή