Βασιλικός τάφος στην αρχαία Χαναάν ρίχνει φως στη βιβλική πόλη Μεγιδδώ

Βασιλικός τάφος στην αρχαία Χαναάν ρίχνει φως στη βιβλική πόλη Μεγιδδώ
DEA / ARCHIVIO J. LANGE via Getty Images

Έκπληξη και θαυμασμό έχει προκαλέσει στους αρχαιολόγους η ανακάλυψη ενός εντυπωσιακού και ασύλητου ταφικού θαλάμου ηλικίας 3.600 ετών στην αρχαία πόλη- κράτος Μεγιδδώ, όχι μόνο για τα πολύτιμα αντικείμενα που βρέθηκαν, αλλά και για τα στοιχεία που δίνει σχετικά με τη βασιλική δυναστεία που κυβερνούσε εκεί πριν την κατάκτηση της περιοχής από την Αίγυπτο, στις αρχές του 15ου αιώνα πΧ.

Μερικές δεκάδες μίλια νότια της Χάιφα, στο σημερινό βόρειο Ισραήλ, η Μεγιδδώ κυριαρχούσε σε ένα στρατηγικής σημασίας πέρασμα που συνδεόταν με δρόμους εμπορικής και στρατιωτικής σημασίας γαι περίπου 5.000 χρόνια, από το 3000 πΧ ως το 1918. Πάνω από την κοιλάδα Τζεζρεέλ, ο χώρος αυτός έχει δει πολλές μεγάλες μάχες, οι οποίες έπαιξαν σημαντικό ρόλο στην έκβαση της ιστορίας, αποτέλεσμα των οποίων ήταν η δημιουργία του γνωστού τοπωνυμίου «Αρμαγεδδών» για την περιοχή (από το «Har-Megiddo», Λόφος της Μεγιδδούς), με το χαρακτηριστικό περιεχόμενό του στην Αποκάλυψη. Η αρχαιότερη καταγεγραμμένη πολεμική σύγκρουση στην ιστορία της Μέσης Ανατολής έγινε εκεί, όταν οι στρατιές του Αιγύπτιου φαραώ Τούθμωσι του 3ου πολιόρκησαν την πόλη, στο πρώτο μισό του 15ου αιώνα πΧ. Μετά από επτάμηνη πολιορκία, η πόλη παραδόθηκε κα προσαρτήθηκε στην αυτοκρατορία του Αιγύπτιου φαραώ.

DEA / ARCHIVIO J. LANGE via Getty Images

Όπως αναφέρεται σε δημοσίευμα του National Geographic, η Μεγιδδώ (σήμερα με το όνομα Τελ ελ Μουτεσελίμ) αποτελεί επίκεντρο αρχαιολογικών ερευνών εδώ και 115 χρόνια, και η πιο πρόσφατη είναι σε εξέλιξη από το 1994. Κατά τη διάρκεια των σεζόν εκσκαφών έχει βρεθεί ένας πολύ μεγάλος αριθμός μνημείων, περιλαμβανομένων ανακτόρων, ναών και τειχών από τις Εποχές του Χαλκού και του Σιδήρου. Ωστόσο, οι αρχαιολόγοι δεν περίμεναν την ανακάλυψη ενός ανέγγιχτου τάφου από την ύστερη φάση της Μέσης Εποχής του Χαλκού (1700-1600 πΧ), όταν η δύναμη της χαναναϊκής Μεγιδδούς ήταν στο αποκορύφωμά της, πριν την κατάρρευσή της στα χέρια του αιγυπτιακού στρατού.

Η έκπληξη αυτή άρχισε ως μυστήριο, όταν αρχαιολόγοι άρχισαν να ανακαλύπτουν ρωγμές στην επιφάνεια ενός χώρου ανασκαφών κοντά σε ανάκτορα της Εποχής του Χαλκού που ανακαλύφθηκαν στη δεκαετία του 1930. Το 2016 βρέθηκε η αιτία- ένας διάδρομος που οδηγούσε σε ταφικό θάλαμο. Σε αυτόν βρίσκονταν τα λείψανα τριών ανθρώπων: Ενός παιδιού μεταξύ 8-10 ετών, μιας γυναίκας γύρω στα 35 και ενός άνδρα 40-60 ετών, με χρυσά και ασημένια κοσμήματα. Η σορός του άνδρα επίσης είχε ένα χρυσό περιδέραιο και ένα χρυσό διάδημα- με όλα τα αντικείμενα να επιδεικνύουν υψηλό επίπεδο τεχνικής. Επίσης, ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα ήταν η τοποθεσία όπου βρέθηκε ο τάφος- κοντά στο ανάκτορο της Μεγιδδούς, οπότε οι αρχαιολόγοι θεωρούν ότι πρόκειται για μια οικογένεια τις ελίτ της Μεγιδδούς της περιόδου- μιας κοσμοπολίτικης πόλης που ανθούσε, εκμεταλλευόμενη τη στρατηγικής σημασίας της θέση.

ullstein bild via Getty Images

Ο τάφος υποδεικνύει μια πολύπλοκη και ιεραρχημένη κοινωνία, στην οποία κυβερνούσε μια ιδιαίτερα πλούσια ελίτ. Επίσης, αξίζει να σημειωθεί ότι, πέρα από τα κτερίσματα, τα ίδια τα λείψανα παρέχουν και αυτά πολύτιμες πληροφορίες: Πέραν των τριών που προαναφέρθηκαν, διαπιστώθηκε ότι και άλλα είχαν εισαχθεί στον τάφο παλαιότερα. Συγκεκριμένα, στην πρώτη φάση ταφής είχαν τοποθετηθεί έξι άτομα, τα λείψανα των οποίων τοποθετήθηκαν βαθύτερα αργότερα, με τα τρία νέα να μπαίνουν πιο μπροστά. Τα ευρήματα υποδεικνύουν ότι υπήρχαν σχέσεις μεταξύ αυτών των δύο ομάδων, ενώ υπάρχουν και γενετικά στοιχεία που δείχνουν πιθανή συγγένεια. Σε εξέλιξη είναι ευρεία έρευνα DNA για να διαπιστωθεί εάν οι «κοινοί» κάτοικοι της αρχαίας πόλης είχαν το ίδιο εθνοτικό υπόβαθρο με την ελίτ. Γενικότερα μιλώντας, οι επιστήμονες ενδιαφέρονται ιδιαιτέρως για την προέλευση της άρχουσας τάξης της Μεγιδδούς, δεδομένου του ότι κάποια στοιχεία περί διπλωματικών επαφών με την Αίγυπτο τον 14ο αιώνα πΧ δείχνουν ότι ο βασιλιάς της Μεγιδδούς δεν είχε σημιτικής (χαναναϊκής) προέλευσης όνομα, μα χουρριτικής (Μπιρίντια). Για πολλά χρόνια οι επιστήμονες θεωρούσαν πως οι Χουρρίτες ήταν ένα νομαδικό, βουνίσιο φύλο που εμφανίστηκε στην περιοχή κάποια στιγμή μεταξύ της 4ης και της 3ης χιλιετίας πΧ και τελικά εγκαταστάθηκε και υιοθέτησε τη σφηνοειδή γραφή. Ωστόσο, νέες ανασκαφές σε πόλεις τους έδειξαν μια προηγμένη κουλτούρα, με δική της γλώσσα και θρησκευτικό σύστημα, που έπαιξε σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση των πρώτων πόλεων και κρατών της Εγγύος Ανατολής. Οι έρευνες DNA από τη Μεγιδδώ αναμένεται να ρίξουν φως στο ποιος ήταν ο ρόλος των Χουρριτών στις πόλεις- κράτη της Χαναάν, καθώς και να αλλάξουν τα δεδομένα ως προς την εικόνα που υπάρχει για τους αρχαίους πληθυσμούς της.

Δημοφιλή