«Σιγά-σιγά, όλα θα γίνουν χωρίς βιασύνη»: Αυτή ήταν η πρώτη φράση που έμαθαν πέντε Ιταλοί όταν πέρασαν για πρώτη φορά τις διακοπές τους στην Ελλάδα. Η χαλαρή διάθεση των Ελλήνων, το καλωσόρισμα κι η φιλοξενία ήταν τα στοιχεία που εξέπληξαν ευχάριστα την Πάολα, την Κάρμεν, την Φραντσέσκα, τον Αντρέα με την Κατερίνα και τον Ραφαέλε όταν έφτασαν στη χώρα μας, την οποία δεν έβγαλαν ποτέ από την καρδιά τους. Την αγάπησαν με τα ελαττώματά της και πήραν τη μεγάλη απόφαση να ζήσουν σε νησιά και πόλεις, να αγοράσουν σπίτια, να μάθουν ελληνικά και να μοιραστούν με τις λέξεις και τις φωτογραφίες τους την εμπειρία τους από τη δική τους Ελλάδα για να βοηθήσουν τους υπόλοιπους Ιταλούς να ανακαλύψουν τη γνήσια πλευρά της. Μέσα από τις ιστοσελίδες και τα μπλογκ τους όλοι όσοι αναζητούν μέρη χωρίς πολυκοσμία και ουρές, ηλιόλουστες ακρογιαλιές όπου ο ήχος του κύματος και το ελαφρύ αεράκι λειτουργεί σαν φυσικό ηρεμιστικό, απομακρυσμένα χωριά και γραφικά νησιά, βρίσκουν τον ιδανικό σύντροφο. Συμβουλές, προσωπικές εμπειρίες, «μετάφραση» ελληνικών συνηθειών και άλλα πολλά συνθέτουν τα καλαίσθητα ημερολόγια ταξιδίου που δε θυμίζουν σε καμία περίπτωση τους παραδοσιακούς τουριστικούς οδηγούς, και «παίζουν» όλα με το όνομα της μοναδικής πρωταγωνίστριας: την Ελλάδα.
Μιλάει με τέτοιο ενθουσιασμό για την Ελλάδα που όλο της το πρόσωπο φωτίζεται μόλις προφέρει τις λέξεις «Κάρπαθος», «θάλασσα», «ελληνικό καλοκαίρι». Γελάει και τραντάζεται όλο της το σώμα όταν θυμάται τις περιπέτειές της με τις δημόσιες υπηρεσίες από τη στιγμή που αποφάσισε να αποκτήσει σπίτι σε ελληνικό νησί. Η φωνή της γλυκαίνει όταν περιγράφει τα ανέμελα παιχνίδια της κόρης της στην παραλία.
Η Πάολα Τζοβανετόνι είναι η δημιουργός του «My Greek Salad» και μέσα από το καλαίσθητο μπλογκ της περιγράφει τη δική της Ελλάδα, όπως τη ζει τα τελευταία 17 χρόνια, μεταφέροντας στους Ιταλούς λάτρεις της χώρας εμπειρίες, στιγμές και «μυστικά» για να βιώσει κανείς το πραγματικό «live your myth in Greece». Έχοντας αποκομίσει την κατάλληλη εμπειρία έπειτα από 12 χρόνια σε γραφεία Τύπου για σημαντικούς οίκους μόδας και αξεσουάρ, αποφάσισε να ξεκινήσει ένα μπλογκ με πρωταγωνίστρια την Ελλάδα.
Με συστατικά όπως το χιούμορ και τις προσωπικές ιστορίες, η Τζοβανετόνι «μαγείρεψε» το μπλογκ της με τον ευφάνταστο τίτλο «My Greek Salad» από τις σελίδες του οποίου προτείνει ελληνικούς προορισμούς για εκείνους που θέλουν να ανακαλύψουν τη γνήσια Ελλάδα μακριά από πολύβουα τουριστικά θέρετρα και οργανωμένες διακοπές. Έχοντας μεγάλη αδυναμία στο ελληνικό φαγητό, η Πάολα αφιέρωσε το πρώτο της ποστ στo ελληνικό τραπέζι και την πλούσια κουζίνα μας. Το κείμενο είχε επιτυχία και σιγά-σιγά άρχισαν να φτάνουν οι συμβουλές και οι ιδέες για νέες αναρτήσεις από Ιταλούς, αλλά και ιταλομαθείς Έλληνες. «Αρχικά φοβόμουν ότι οι Έλληνες θα εκνευρίζονταν με όσα γράφω, γιατί είμαι Ιταλίδα και γράφω για την Ελλάδα. Αλλά τελικά εκείνοι που εκτιμούν περισσότερο τα κείμενά μου είναι Έλληνες που μιλάνε ιταλικά και διαβάζουν όσα γράφω», λέει η ιδρύτρια του μπλογκ.
Τα κείμενά της, όμως, όχι μόνο δεν είναι προσβλητικά, αλλά αντιθέτως, εξυμνούν την ελληνική ομορφιά, την ζεστασιά των κατοίκων της χώρας, ενώ περιγράφονται με μαεστρία τα ευτράπελα. Δεν είναι τυχαίο, δε, ότι Έλληνες της γράφουν θετικά σχόλια, αναγνωρίζουν τον εαυτό τους στα κείμενά της και την ευχαριστούν που αγαπά τη χώρα μας. Ερωτευμένη με την Κάρπαθο, η Μιλανέζα μπλόγκερ παντρεύτηκε στο νησί και έπειτα από λίγα χρόνια απέκτησε και ένα σπίτι για τις διακοπές της οικογένειας. «Όταν πήγα για πρώτη φορά στην Κάρπαθο δε μου άρεσε καθόλου γιατί ήταν παραμελημένη, αλλά κατά τις δύο εβδομάδες που μείναμε διαπίστωσα ότι η φύση ήταν υπέροχη. Άρχισα, λοιπόν, από περιέργεια να ρωτάω πόσο στοιχίζουν τα οικόπεδα. Πλέον, όταν κάποιος μου λέει ότι θέλει να αγοράσει σπίτι τον συμβουλεύω να το κάνει με τον παλιό τρόπο: Να πάει στο καφενείο του χωριού. Εκεί θα βρει οικόπεδο, θα βρει αυτόν που θα το χτίσει κτλ.», εξηγεί η Πάολα και χαμογελάει όταν θυμάται τη «live wikipedia» του καφενέ. «Ο Ιταλός θέλει να αγοράσει έτοιμο το σπίτι. Εγώ όχι. Για αυτό βρήκα έναν παλιό στάβλο και τον ανακαίνισα. Είμαι στον λόφο, έχω τα πρόβατα που μπαίνουν στην αυλή μου, αλλά τώρα έβαλα περίφραξη γιατί θα μου τα φάνε όλα», προσθέτει γελώντας και εξηγώντας πόσο σημαντικές είναι αυτές οι στιγμές και για την κόρη της Τζόια. «Η μικρή μου κόρη ξέρει ότι πρέπει να κλείνει την αυλόπορτα. Μία ημέρα άρχισε να φωνάζει “μαμά, μαμά έρχονται”. Την ρώτησα “ποιος” και εκείνη απάντησε “τα πρόβατα” και έτρεξε γρήγορα να κλείσει την πόρτα. Ήταν πολύ περήφανη που το έκανε. Ενώ στις παραλίες της Ιταλίας συνήθως ακούς τα παιδάκια έξι ετών να είναι θυμωμένα με τους γονείς τους επειδή δεν τους αγόρασαν το κινητό τελευταίας τεχνολογίας. Καταλαβαίνεις τη διαφορά στην Ελλάδα. Η Τζόια είναι ευτυχισμένη με τα πρόβατα, τα κατσικάκια και τα κουνελάκια που χοροπηδούν», συμπληρώνει και μεταφέρεται με τη σκέψη της στο αγαπημένο της νησί. Αν και η Κάρπαθος, όπως λέει «είναι σαν τα ιταλικά νησιά πριν 50 χρόνια», έχουν αλλάξει τα πράγματα και το τοπίο, «γιατί έχουν ξεκινήσει να χτίζουν στις παραλίες, ενώ θα έπρεπε να προστατεύσουν το φυσικό τοπίο του νησιού».
Όσο για το περίφημο «una faccia, una razza», η Πάολα υποστηρίζει ότι ισχύει ακόμα και σήμερα, με τη μόνη διαφορά στην ελληνική αντίληψη του χρόνου. «Υπάρχει το greek time. Σιγά-σιγά, όλα θα γίνουν. Ο καφές διαρκεί τρεις ώρες, ενώ στο Μιλάνο τον πίνεις όρθιος και φεύγεις. Επιπλέον, οι Έλληνες λατρεύουν τη μαμά τους, η οποία τους ετοιμάζει τα πάντα, από φαγητό μέχρι τα ρούχα. Και να μην ξεχάσω το “θα δούμε” που για τους Έλληνες σημαίνει “όχι”», λέει. Αυτό που ξεχωρίζει, ωστόσο, είναι η γενναιοδωρία των Ελλήνων και η αλληλεγγύη. «Οι Έλληνες είναι ενωμένοι, αλληλέγγυοι. Όλοι είναι ερωτευμένοι με τα νησιά τους, μιλούν τέλεια για αυτά. Την ίδια στιγμή, όταν καταλάβουν ότι και οι τουρίστες αγαπούν τον τόπο τους, είναι τόσο χαρούμενοι που σε κερνούν τα πάντα, σε πηγαίνουν στη μαμά και τη γιαγιά τους, σου προσφέρουν φαγητό. Μία φορά ένας μάγειρας μας συμπάθησε τόσο πολύ που έφερε να δούμε τους όρχεις ενός κατσικιού που θα μαγείρευε», συμπληρώνει και ξεκαρδίζεται η Πάολα.
Πέρα, όμως, από τις προσωπικές εμπειρίες τις οποίες εξιστορεί σαν γνήσια Ελληνίδα, η μπλόγκερ μέσω του «My Greek Salad» επιθυμεί να προωθήσει και μικρές ελληνικές εταιρίες ώστε να γίνουν γνωστές στην Ιταλία, ενώ συμβουλεύει τους Ιταλούς να επισκεφθούν τη χώρα όχι μόνο τους καλοκαιρινούς μήνες, αλλά την άνοιξη και το φθινόπωρο «για να ανακαλύψουν την πραγματική ομορφιά της χώρας».
Η σχέση της Φραντσέσκα Κόντι με την Ελλάδα ξεκίνησε ρομαντικά, καθώς ένας Έλληνας της έκλεψε την καρδιά και την έφερε σε επαφή με τη χώρα, τις ελληνικές συνήθειες, αλλά και τη γλώσσα. Η αγάπη της για την Ελλάδα ήταν τόσο μεγάλη που αποφάσισε να ετοιμάσει τις βαλίτσες της για να κάνει τη χώρα μόνιμη βάση. Στο μεταξύ είχε αποκτήσει την επίσημη άδεια διδασκαλίας ιταλικών και ήταν έτοιμη να κάνει το μεγάλο βήμα. Ωστόσο, η σχέση της με τον Έλληνα διεκόπη απότομα, αλλά αυτό δεν την απέτρεψε από το να ακολουθήσει το όνειρό της και να ζήσει στην Ελλάδα που λατρεύει. Άφησε, λοιπόν, πίσω της την Ιταλία και ταξίδεψε αρχικά στην Κρήτη όπου με τη βοήθεια ενός συμπατριώτη της ίδρυσαν το μπλογκ «Sulle rive del Kifissos» (Στις όχθες του Κηφισού).
Στην πορεία ο φίλος της επέστρεψε στην Ιταλία και εκείνη εξέλιξε την ιδέα από την Αθήνα πλέον. «Από τη μία γράφω για τον πολιτισμό και την ελληνική κουλτούρα, από την άλλη για τα αξιοθέατα, τα εστιατόρια και τις δραστηριότητες. Ωστόσο, υπάρχουν δύο ακόμα ενότητες που ξεχωρίζουν και απευθύνονται σε όσους ενδιαφέρονται να έρθουν μόνιμα στην Ελλάδα και να εργαστούν, γιατί παρά την κρίση πολλοί είναι οι Ιταλοί που θέλουν να ζήσουν στην Ελλάδα και να απασχοληθούν στην εστίαση, στον τουρισμό και στα ξενοδοχειακά», δηλώνει η Φραντσέσκα.
Εξηγεί, μάλιστα, πως οι Ιταλοί που θέλουν να έρθουν στην Ελλάδα, «έχουν τεράστια αγάπη για τη χώρα, αλλά γνωρίζουν ελάχιστα για την ελληνική πραγματικότητα, την κουλτούρα, την αγορά. Έτσι, σκέφτηκα να τους προσφέρω τα απαραίτητα εργαλεία και να τους δώσω να καταλάβουν ότι άλλο είναι να έρθει κανείς στην Ελλάδα για διακοπές και άλλο να ζήσει μόνιμα. Υπάρχουν γραφειοκρατικά προβλήματα και πολλοί από αυτούς δε μιλάνε ούτε ελληνικά. Έτσι, εγώ παρέχω βοήθεια από τη δική μου εμπειρία». Όπως εξηγεί πολλοί είναι οι Ιταλοί που εργάζονται στην Ελλάδα σε call centers, καθώς ο μισθός είναι καλός και μπορεί να καλύψει τις ανάγκες τους στην Αθήνα. Μάλιστα, λόγω της αύξησης των Ιταλών στην πόλη, έχει δοθεί νέα πνοή στην ιταλική κοινότητα.
Λάτρης της Αθήνας, η Φραντσέσκα γράφει σχεδόν αποκλειστικά για την πρωτεύουσα, όπως εξάλλου μαρτυρά και ο τίτλος του μπλογκ της. «Η δική μου Ελλάδα, δυστυχώς ή ευτυχώς είναι αθηνοκεντρική. Λατρεύω την Αθήνα. Είχα πει στον εαυτό μου ότι θα πάω να ζήσω στην Αθήνα. Την νιώθω πόλη μου. Νιώθω Αθηναία. Είχα την ευκαιρία, όμως, να γυρίσω σε όλη την Ελλάδα. Η δική μου Ελλάδα δεν είναι αυτοί που βλέπουν πολλοί. Μου αρέσει πολύ η Πελοπόννησος, η Μάνη, τα Κύθηρα, η Κρήτη που λατρεύω και είναι υπέροχο νησί. Δεν έχω πάει ακόμα στη Μύκονο και δεν ξέρω πότε θα πάω. Έχω πάει, όμως, στην Κύθνο, τη Σίφνο. Η Ελλάδα μου δεν είναι καθαρά τουριστική, αν και υπάρχουν πολλά όμορφα τουριστικά σημεία», λέει.
Όσο για την πρώτη της εικόνα από τη χώρα μας, η μπλόγκερ εξηγεί ότι την άφησε άφωνη η Ακρόπολη όταν την πρωτοείδε. «Ήταν αριστούργημα. Παρότι έκανα κλασσικές σπουδές δεν είχα ταξιδέψει ποτέ στην Ελλάδα και ήταν όνειρό μου. Η Αθήνα είναι φανταστική πόλη», τονίζει με απόλυτη βεβαιότητα.
Η Φραντσέσκα, η οποία στο μεταξύ βρήκε τον πραγματικό έρωτα σε έναν Πατρινό, τονίζει ότι έχει πολλούς φίλους Έλληνες «και έτσι έχω εισχωρήσει καθαρά στην ελληνική κουλτούρα». Την ίδια στιγμή, εξηγεί πως μέσω του μπλογκ και με τη σημαντική βοήθεια ενός Ελληνοιταλού ξεναγού, διοργανώνει πολιτιστικά events και ξεναγήσεις σε μουσεία και κεντρικά σημεία της Αθήνας.
Πώς, όμως, σχολιάζουν τις αναρτήσεις της οι αναγνώστες της; «Οι επισκέπτες εκτιμούν τα κείμενα που δημοσιεύω, τα οποία προσπαθώ να μην είναι τετριμμένα. Εστιάζω στην Αθήνα και δεν αναφέρομαι στα νησιά γιατί υπάρχουν άλλες ιστοσελίδες που είναι πιο ειδικές σε αυτά», λέει και συμπληρώνει πως η επαφή της με τους Έλληνες ήταν από την πρώτη στιγμή εξαιρετική. «Όταν ήρθα στην Ελλάδα εγκλιματίστηκα γρήγορα. Με τους Έλληνες, κι αυτό είναι κάτι που γράφω συχνά, έχεις την αίσθηση ότι μπορείς να συναναστραφείς αμέσως, καθώς σε υποδέχονται και σε αγκαλιάζουν», προσθέτει αλλά τονίζει ότι το περίφημο «una faccia, una razza» δεν είναι απόλυτα ακριβές. «Λατρεύω τους Έλληνες και την Ελλάδα αλλά εμείς από τη Βόρειο Ιταλία έχουμε διαφορετικό τρόπο σκέψης. Βέβαια Αθήνα δεν είναι όλη η Ελλάδα. Αν πας σε ένα χωριό της Πελοποννήσου θα είναι σίγουρα διαφορετικά από την Αθήνα. Από την άλλη, μου αρέσουν οι Έλληνες γιατί είναι ακόμα πιστοί στις παραδόσεις, κάτι που εμείς έχουμε χάσει, κυρίως στον Βορρά. Μου αρέσει ότι για παράδειγμα το Πάσχα ή οι εθνικές εορτές είναι πολύ ζωντανές στην Ελλάδα. Μου αρέσουν τα ήθη και έθιμα. Αρέσουν και πολύ στους Ιταλούς. Ένα από τα πιο όμορφα πράγματα είναι να μπορείς να απολαύσεις τις παραδόσεις, το Πάσχα, τα Χριστούγεννα, τις εθνικές εορτές. Μου αρέσουν οι παρελάσεις. Δεν χάνω ούτε μία», συμπληρώνει.
Η Φραντσέσκα διακρίνει ότι στην Ελλάδα παρά τις διαφορές μας, μας συνδέει η κοινή μας αγάπη για τον τόπο μας. «Το ωραίο της Ελλάδας είναι ότι είστε 10 εκατ. κάτοικοι αλλά είστε μία μεγάλη κοινότητα, παρά τις διαφορές σας. Μπορεί αυτός που ζει στην Καστοριά να είναι διαφορετικός από αυτόν που ζει στην Κρήτη, αλλά σας ενώνει αυτή η αίσθηση του να είσαι Έλληνας. Κανείς στην Καστοριά, για παράδειγμα, δε μιλάει άσχημα για την Κρήτη, ενώ στην Ιταλία υπάρχει ρατσισμός κυρίως από τον Βορρά προς στο Νότο», λέει. Γελώντας, βέβαια, θυμάται την «κόντρα» Αθήνας-Θεσσαλονίκης και προσθέτει: «Έχω ακούσει τα χειρότερα για τους Αθηναίους από τους Θεσσαλονικείς. “Αλήθεια θες να μείνεις στην Αθήνα; Γιατί;” Με ρωτούν και εγώ τους απαντώ “Γιατί είναι ωραία πόλη” και τότε μου λένε έκπληκτοι “Η Αθήνα, ωραία πόλη; Σαν την Χαλκιδική δεν έχει”».
Όσο για τις πιθανές ατέλειες που έχει εντοπίσει στην αγαπημένη της Αθήνα, η Φραντσέσκα εξηγεί πως τα προτερήματα είναι περισσότερα από τα ελαττώματα, αλλά μοιάζει να μην μπορεί ακόμα να συνηθίσει την δυσκολία των Ελλήνων με τη συνέπεια. «Θα ήθελα μόνο να ήταν πιο ακριβείς, πιο συνεπείς, να κρατούν το λόγο τους και θα ήθελα να υπάρχει μεγαλύτερος σεβασμός προς τον άλλο. Για παράδειγμα ο οδηγός που δε δίνει προτεραιότητα στον πεζό, ή εκείνος που σε σπρώχνει στο μετρό ή εκείνος που σου μιλάει στον ενικό. Κατά τα άλλα δε θα άλλαζα τίποτα. Είναι ένας από τους καλύτερους λαούς», λέει και τονίζει πως δεν θέλει σε καμία περίπτωση να επιστρέψει στην Ιταλία. «Εδώ βρήκα τη διάστασή μου. Δεν θέλω να επιστρέψω στην Ιταλία. Έφυγα λέγοντας ότι θα μείνω έξι μήνες και τελικά τέσσερα χρόνια τώρα δεν έχω φύγει και δεν το έχω μετανιώσει», ολοκληρώνει η μπλόγκερ.
«One way ticket to Greece»
Πριν ένα χρόνο αποφάσισε να αφήσει την Ιταλία και να ζήσει μόνιμα στην Ελλάδα, την οποία επισκεπτόταν πολύ συχνά την τελευταία 15ετία. Η πολυετής της εμπειρία σε ταξιδιωτικό γραφείο, στο οποίο είχε αναλάβει σχεδόν αποκλειστικά τους ελληνικούς προορισμούς, αλλά και η γνήσια αγάπη της στη χώρα μας την ώθησαν να ξεκινήσει το μπλογκ της «One way ticket to Greece», μέσα από το οποίο «συστήνει» στους Ιταλούς πόλεις και νησιά.
Η Κάρμεν όποτε ένιωθε ότι ήθελε να ξεφύγει, έπαιρνε το πρώτο αεροπλάνο έφτανε στην Ελλάδα και από εκεί συνέχιζε την περιπλάνησή της στη χώρα ακόμα και χωρίς προορισμό. «Πήγαινα στον Πειραιά, έπαιρνα το πρώτο πλοίο που έφευγε και ταξίδευα», λέει και προσθέτει δειλά κάποιες ελληνικές λέξεις, καθώς παρακολουθεί μαθήματα ελληνικών στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Η Κάρμεν, η οποία παράλληλα εργάζεται και ως μεταφράστρια εξηγεί πως ξεκίνησε την ενασχόλησή της με τη σελίδα της χάρη στο πάθος της για τη χώρα και την επιθυμία να μοιραστεί με πολλούς αναγνώστες όσα ζούσε η ίδια. «Θέλω να μοιραστώ την εμπειρία μου μαζί τους. Θέλω να μοιραστώ αυτά που τρώνε εδώ, πέρα από το κλασικό σουβλάκι και την χωριάτικη, πώς διασκεδάζουν, τι κάνουν, τις συνήθειές τους. Ο Ιταλός έχει συνηθίσει στο εστιατόριο να του φέρνουν πρώτο δεύτερο πιάτο κ.ο.κ, ενώ εδώ είναι όλα μαζί στο τραπέζι. Τελειώνεις το φαγητό και συνήθως κανείς δεν έρχεται να πάρει τα πιάτα, ή έρχεται με καθυστέρηση. Αν ξέρεις ότι είναι ένας τρόπος για να σου δείξουν ότι δε θέλουν να σε διώξουν, εντάξει, διαφορετικά το παρεξηγείς. Υπάρχουν μικρά πράγματα που θέλω να τα μοιραστώ γιατί πολύς κόσμος δεν έχει έρθει στην Ελλάδα, έτσι όποια πληροφορία ακόμα και μικρή μπορεί να είναι χρήσιμη για εκείνους», εξηγεί.
Όσο για τις πρώτες της στιγμές στην Αθήνα, θυμάται πολύ έντονα την φιλοξενία, την οποία χαρακτηρίζει «μαγική», ειδικά όταν ένας τουρίστας προσπαθεί να μιλήσει ελληνικά. «Προφέρεις λίγες λέξεις και ακόμα και σε ένα χωριό οι ηλικιωμένοι προσπαθούν να σε βοηθήσουν αμέσως. Φωτίζεται το πρόσωπό τους και κάνουν τα πάντα για σένα. Σε βάζουν στην οικογένεια τους, σε καλούν για φαγητό, μοιράζονται μαζί σου τα πάντα», λέει με ενθουσιασμό και προσθέτει πως δεν έχει βιώσει τίποτα άσχημο. Αντιθέτως, «ο κόσμος σε υποδέχεται με χαμόγελο. Είναι πολύ φιλική χώρα και πρόθυμη».
Τι λέει, όμως, για τυχόν αλλαγές που θα ήθελε να σημειωθούν στον τρόπο σκέψης των Ελλήνων; Η Κάρμεν υποστηρίζει πως «δεν σκέφτηκα ποτέ ότι πρέπει να αλλάξει ο Έλληνας. Η Ελλάδα με φιλοξενεί, επομένως, εγώ πρέπει να ενσωματωθώ. Είναι θέμα σεβασμού. Ακόμα και στο μπλογκ μου, συμβουλεύω τους Ιταλούς να αποκτήσουν εμπειρία με τον κόσμο, να τον γνωρίσουν. Να γνωρίσουν σημεία που δεν είναι τουριστικά. Να βρουν ένα απομακρυσμένο χωριό, γιατί και αυτή είναι η ομορφιά της χώρας. Άρα, δεν θα άλλαζα τίποτα. Ούτε το “σιγά-σιγά”, γιατί είναι τρόπος ζωής».
Μυτιλήνη, Κεφαλονιά, Ρόδος, είναι μερικοί από τους προορισμούς που προτείνει στους Ιταλούς, αν και δείχνει να μη θέλει να «ευνοήσει» ένα μέρος περισσότερο από κάποιο άλλο. Εξάλλου, όπως λέει επιθυμεί να τα συμπεριλάβει όλα, αν και δεν είναι εύκολο καθώς προτιμά πρώτα να επισκέπτεται τις περιοχές και μετά να γράφει για αυτές. Από την άλλη, οι Ιταλοί, σύμφωνα με την ίδια, παρότι έχουν διάθεση να ανακαλύψουν νέα μέρη, όταν διαβάζουν για περιοχές όπου έχουν ήδη βρεθεί «είναι πιο χαρούμενοι. Μεταφέρονται με το κείμενο στο σημείο και αυτό τους γεννά θετικά συναισθήματα. Αν θυμάσαι τον εαυτό σου σε εκείνη την παραλία είναι διαφορετικά».
Ποιο, όμως, είναι το μήνυμα που θέλει να στείλει η Ιταλίδα μπλόγκερ σε όσους την ακολουθούν; Η Κάρμεν τους καλεί να ανακαλύψουν την χώρα μέσα από τα δικά της μάτια, ώστε να γνωρίσουν τις συνήθειες, τις παραδόσεις «αυτής της χώρας που θεωρώ ιδιαίτερα φιλόξενη και που δεν σταματά ούτε στιγμή να σε εκπλήσσει μέσα από την ομορφιά της, τον πολιτιστικό πλούτο της, τη γαστρονομία της και κυρίως μέσα από την γενναιοδωρία του λαού της». Όλα αυτά, με απόλυτο σεβασμό στις αξίες της Ελλάδας, όπως τονίζει η Κάρμεν, η οποία προσκαλεί τους Ιταλούς να επισκεφθούν τα νησιά, αλλά και την ηπειρωτική χώρα όχι μόνο το καλοκαίρι αλλά και όλους τους υπόλοιπους μήνες «για να κατανοήσουν πλήρως την πραγματική ψυχή της Ελλάδας».
Ο Αντρέα θα μπορούσε κάλλιστα να «περάσει» για Έλληνας αφού τα χρώματά του και η κατασκευή του προσώπου του δεν παραπέμπει στην ιταλική καταγωγή του. Από την άλλη, η σύζυγός του, Κατερίνα, με τα ανοιχτόχρωμα μάτια της και τα καστανόξανθα μαλλιά της προδίδει τις σουηδικές ρίζες της και «κρύβει» την βορειοελλαδίτικη καταγωγή της. Αυτό, μάλιστα, αποτελεί θέμα συζήτησης ανάμεσα στο ευτυχισμένο ζευγάρι κάθε φορά που οι σερβιτόροι σε ελληνικές ταβέρνες απευθύνονται στον Ιταλό στα ελληνικά και στην Ελληνίδα στα αγγλικά. «Παρότι τους μιλάω ελληνικά, εκείνοι εξακολουθούν να μου απευθύνονται στα αγγλικά», λέει γελώντας η Κατερίνα και ο Αντρέα δίπλα της επιβεβαιώνει γελώντας με τη σειρά του. Η ιστορία των δύο ερωτευμένων ξεκίνησε σαν ένα καλοκαιρινό φλερτ όταν οι δύο τους γνωρίστηκαν στη Ρόδο, όπου εκείνος είχε πάει για διακοπές και εκείνη εργαζόταν σε καφετέρια για το χαρτζιλίκι της. Τελικά ο έρωτάς τους άντεξε στο χρόνο και τις δυσκολίες και έπειτα από 14 χρόνια εξακολουθούν να είναι μαζί και μόλις υποδέχθηκαν και ένα νέο μέλος στην οικογένειά τους.
Ο Αντρέα από την Γένοβα με σπουδές Επικοινωνίας και Μάρκετινγκ και η Κατερίνα, φωτογράφος από τη Βόρειο Ελλάδα αποφάσισαν να αφήσουν τη δουλειά τους και να ξεκινήσουν το σάιτ τους «Grecia Mia» γράφοντας αποκλειστικά για την Ελλάδα και βοηθώντας τους Ιταλούς τουρίστες να βρουν το ιδανικό κατάλυμα και νησί.
Εδώ και περίπου δέκα χρόνια, λοιπόν, περιγράφουν στους 10.000 followers τους, προσωπικές εμπειρίες και περιστατικά που έχουν ζήσει στην Ελλάδα. «Έχουμε ταξιδέψει σχεδόν σε όλα τα (κατοικημένα) νησιά της Ελλάδας, απομένουν μόνο τέσσερα για να ολοκληρώσουμε τη λίστα. Πριν την άφιξη του μωρού μέναμε ακόμα και τρεις μήνες στην Ελλάδα και πηγαίναμε ανά τέσσερις μέρες σε ένα νησί», λέει ο Αντρέα και εξηγεί ότι τα περίπου 600 ξενοδοχεία που προτείνουν στο σάιτ τους τα γνωρίζουν γιατί έχουν καταλύσει σε αυτά. Η ενασχόληση με το «Grecia Mia», όπως επισημαίνουν και οι δύο, είναι διαρκής, ενώ έχουν και δύο συνεργάτες που συμμετέχουν ενεργά στο όλο εγχείρημα. Άλλωστε, όπως εξηγεί ο Αντρέα: «Το αφεντικό μας είναι η Ελλάδα. Η δουλειά μας είναι εποχική αλλά εμείς εργαζόμαστε όλο το χρόνο για αυτό».
Ποιοι είναι οι αγαπημένοι τους προορισμοί, όμως; Όπως λένε αμφότεροι, «είμαστε ερωτευμένοι με τα Ψαρά. Μείναμε μία εβδομάδα και ήταν παραμυθένια. Αλλά και η Χίος, η Ικαρία, η Τήνος. Εμείς αναζητούμε το αυθεντικό. Θέλουμε, μάλιστα, να αγοράσουμε ένα σπίτι αλλά είναι πολύ δύσκολο να επιλέξουμε πού θα το αποκτήσουμε έπειτα από τόσα ταξίδια». Με σκληρή δουλειά και στενή επαφή με Έλληνες ξενοδόχους, το ζευγάρι έχει κατορθώσει να στήσει μία υγιή επιχείρηση με την Κατερίνα να διατηρεί το κομμάτι των κρατήσεων καθώς και τη φωτογράφιση και τον Αντρέα να γράφει για τα νησιά που συμπεριλαμβάνονται στην ιστοσελίδα τους. «Θέλω όποιος μπει στο σάιτ να διαβάσει μία ιστορία. Δε μπορώ να γράφω για μέρη που δεν έχω επισκεφθεί. Δεν ήθελα να φτιάξω ένα δεύτερο Wikipedia, αλλά να προσθέσω μία προσωπική πινελιά, γιατί έτσι γίνεται διασκεδαστικό για τον αναγνώστη. Προτείνουμε παραλίες, παρουσιάζουμε φωτογραφίες, δίνουμε συμβουλές», προσθέτει ο Αντρέα και παρατηρεί ότι η Ελλάδα έχει αλλάξει πολύ τα τελευταία χρόνια σημειώνοντας σημαντική βελτίωση στις υποδομές της. «Ο τουρισμός αποτελεί το 90% ή ακόμα και το 100% της ελληνικής οικονομίας πλέον. Υπάρχει περισσότερος επαγγελματισμός, είναι όλα πολύ καλύτερα οργανωμένα, από τα πλοία μέχρι τα ΜΜΜ. Βέβαια, υπάρχουν ακόμα κάποια προβλήματα, όπως για παράδειγμα τα ωράρια των πλοίων που δημοσιοποιούνται σχετικά αργά, παρότι ο ξένος θέλει να κλείσει εισιτήρια από πολύ νωρίς. Αλλά ο κλάδος του τουρισμού έχει βελτιωθεί πολύ και οι νέοι επιχειρηματίες είναι πραγματικοί επαγγελματίες. Σαφώς, όσο πιο μικρό είναι το νησί τόσο το παλιό παραμένει, αλλά αυτό αποτελεί τη γοητεία της Ελλάδας και υπάρχει κίνδυνος να γίνουν όλα αποστειρωμένα. Στη Μύκονο για παράδειγμα σε υποδέχονται με welcome drink», προσθέτει ο Αντρέα που λατρεύει το ελληνικό φαγητό, τον Παναθηναϊκό, τα καφενεία και νιώθει σπίτι του όταν φτάνει στην Ελλάδα.
«Δες τι έχω στο γραφείο μου», λέει με ενθουσιασμό ο Ραφαέλε μέσω Skype και σηκώνει στα χέρια του μία μικρή ελληνική σημαία και ένα αρχαιοελληνικό αγαλματίδιο. «Για να καταλάβεις το πάθος μου για την Ελλάδα», προσθέτει και ξεκινά την αφήγησή του για τη δημιουργία του «Passione Grecia» που ξεπερνά τους 128.000 followers και «γεννήθηκε» πριν περίπου τρία χρόνια έπειτα από ένα ταξίδι στην Μήλο.
«Πηγαίνω στην Ελλάδα εδώ και 20 χρόνια και ξεκίνησα με τη δημιουργία ενός γκρουπ στο Facebook μέσα από το οποίο οι χρήστες έδιναν συμβουλές ο ένας στον άλλο για τα ταξίδια στην Ελλάδα. Το γκρουπ μεγάλωσε και έτσι γεννήθηκε το “Passione Grecia”, ενώ τώρα σχεδιάζω την ιστοσελίδα που θα είναι έτοιμη σε λίγο καιρό. Θα προσπαθήσουμε με την ομάδα μου να φέρουμε σε επαφή τους τουρίστες με ξενοδοχεία, στούντιο, ενοικιαζόμενα δωμάτια», λέει ο Ραφαέλε, ο οποίος πρόσφατα επισκέφθηκε τη Χαλκιδική και τη Θάσο και μαγεύτηκε. «Στη Θάσο έχουν διατηρήσει τις παραδόσεις και εύχομαι να συνεχίσουν να το κάνουν, ενώ οι Κυκλάδες είναι περισσότερο τουριστικές. Συμμετείχαμε σε ένα δείπνο που είχε διοργανωθεί από ντόπιους, φάγαμε όλοι μαζί και μετά χορέψαμε. Ήταν πολύ όμορφα. Από την άλλη, η Χαλκιδική με γοήτευσε, είναι εκπληκτική», εξηγεί ο Ιταλός λάτρης της Ελλάδας, ο οποίος δέχεται συγχαρητήρια από Έλληνες αναγνώστες επειδή προωθεί τη χώρα. «Μου δίνουν και συμβουλές και λεπτομέρειες για τους επόμενους προορισμούς. Είναι πολύ πρόθυμοι να βοηθήσουν», προσθέτει.
Ο Ραφαέλε που έχει γεννηθεί στο Μιλάνο αλλά κατάγεται από τη Νότια Ιταλία αναγνωρίζει στην Ελλάδα τη ζεστασιά και την αυθεντικότητα του Νότου. «Στην Θάσο, για παράδειγμα, είναι γνήσια όλα. Είναι πραγματική Ελλάδα. Οι άνθρωποι είναι πραγματικοί, δεν έχουν αλλάξει από το εμπόριο και τον τουρισμό. Αυτό που με κερδίζει είναι τα αρώματα, καθώς είμαστε μεσογειακοί λαοί», λέει και συμπληρώνει ότι όταν επιστρέφει στο Μιλάνο του λείπει ο ελληνικός ουρανός, το άρωμα της χώρας και η ατμόσφαιρα. Συχνός επισκέπτης των ελληνικών νησιών αλλά και της ηπειρωτικής χώρας, ο Ραφαέλε παρατηρεί σημαντικές αλλαγές στον κλάδο του τουρισμού, επισημαίνοντας πως πλέον υπάρχει μεγάλη βελτίωση στις υπηρεσίες και η διάθεση των επαγγελματιών να επιλύσουν τυχόν προβλήματα των ταξιδιωτών. «Υπάρχει η ταβέρνα, ο ψαράς, η παράδοση και την ίδια στιγμή η άψογη υπηρεσία», τονίζει ο δημιουργός του «Passione Grecia», του οποίου όνειρο είναι να ζήσει στην Ελλάδα και δη στην Νάξο.
Πού αποδίδει, όμως, την επιτυχία του εγχειρήματός του; «Οι followers μας νιώθουν σαν στο σπίτι τους και ξαναζούν την εμπειρία των διακοπών τους στην Ελλάδα. Περιγράφουμε αυτό που αισθάνονται όταν είναι διακοπές, την ατμόσφαιρα, το φαγητό, τις γωνιές και αυτό είναι που εκτόξευσε το προϊόν μας», εξηγεί και προσθέτει ότι ένας Έλληνας πολιτικός ακολουθεί τη σελίδα στο Twitter και κάνει αναφορές στην προσπάθεια. Επόμενος στόχος είναι να συγκεντρώσει τις εμπειρίες όλων των Ιταλών που ζουν μόνιμα στα ελληνικά νησιά και να τις παρουσιάσει στη σελίδα του, ενώ στα άμεσα σχέδιά του είναι και η διοργάνωση μίας γιορτής στο Μιλάνο με ελληνικό άρωμα.