Δεκάδες χιλιάδες εργαζόμενοι συμμετείχαν την Τρίτη στην πρώτη ημέρα της μεγαλύτερης απεργίας των σιδηροδρομικών στη Βρετανία τα τελευταία 30 χρόνια, με τους επιβάτες να αντιμετωπίζουν περαιτέρω χάος, καθώς τόσο τα συνδικάτα όσο και η κυβέρνηση δεν υποχωρούν στη διαμάχη τους για τους μισθούς.
Μερικοί εκ των 40.000 σιδηροδρομικών υπαλλήλων που πρόκειται να απεργήσουν την Τρίτη, την Πέμπτη και το Σάββατο συγκεντρώθηκαν στα μπλόκα από τα ξημερώματα, προκαλώντας μεγάλη αναστάτωση σε όλο το δίκτυο και αφήνοντας τους μεγάλους σταθμούς της χώρας έρημους. Το μετρό του Λονδίνου έκλεισε επίσης ως επί το πλείστον λόγω ξεχωριστής απεργίας, επιδεινώνοντας την ταλαιπωρία για τους μετακινούμενους.
Ο πρωθυπουργός Μπόρις Τζόνσον, υπό την πίεση να κάνει περισσότερα για να βοηθήσει τους Βρετανούς που αντιμετωπίζουν την πιο σκληρή οικονομική κρίση των τελευταίων δεκαετιών, είπε ότι η απεργία θα βλάψει τις επιχειρήσεις που εξακολουθούν να ανακάμπτουν από την πανδημία.
Τα συνδικάτα είπαν ότι οι απεργίες των σιδηροδρομικών μεταφορών θα μπορούσαν να σηματοδοτήσουν την έναρξη ενός «καλοκαιριού δυσαρέσκειας» με δασκάλους, ιατρούς, εργάτες αποκομιδής απορριμμάτων και ακόμη και δικηγόρους να κατευθύνονται σε απεργιακές κινήσεις καθώς ο πληθωρισμός πλησιάζει στο 10%.
«Ο Βρετανός εργαζόμενος χρειάζεται αύξηση μισθού», δήλωσε στο Sky News ο Μικ Λιντς, γενικός γραμματέας των Εργαζομένων Σιδηροδρόμων, Ναυτιλίας και Μεταφορών. «Χρειάζονται εργασιακή ασφάλεια και αξιοπρεπείς συνθήκες».
Ο Τζόνσον είπε στο υπουργικό του συμβούλιο ότι οι απεργίες ήταν ”λανθασμένες και περιττές” καθώς οι βελτιώσεις στον τρόπο λειτουργίας των σιδηροδρόμων ήταν προς το συμφέρον του κοινού.
Μια έρευνα από τους δημοσκόπους YouGov νωρίτερα αυτό το μήνα βρήκε την κοινή γνώμη διχασμένη, με περίπου τους μισούς από τους ερωτηθέντες να αντιτίθενται στην απεργία και λίγο περισσότερο από το ένα τρίτο να δηλώνουν ότι την υποστήριζαν.
Η κυβέρνησή Tζόνσον έχει βρεθεί αντιμέτωπη με κριτική από βουλευτές της αντιπολίτευσης διότι αρνήθηκε να εμπλακεί στις διαβουλεύσεις για τερματισμό της διαμάχης. Υπουργοί υποστηρίζουν ότι είναι ένα ζήτημα που θα πρέπει να επιλύσουν τα συνδικάτα απευθείας με τους εργαζομένους.
Η βρετανική οικονομία αρχικά σημείωσε ισχυρή ανάκαμψη από την πανδημία της COVID-19 αλλά ο συνδυασμός ελλείψεων εργατικού δυναμικού, διατάραξης των εφοδιαστικών αλυσίδων, πληθωρισμού και προβλημάτων στο εμπόριο μετά το Brexit έχει οδηγήσει σε προειδοποιήσεις για ύφεση.
Η κυβέρνηση δηλώνει ότι προσφέρει επιπλέον στήριξη σε εκατομμύρια φτωχά νοικοκυριά αλλά ότι μισθολογικές αυξήσεις που υπερβαίνουν τον πληθωρισμό θα πλήξουν τα θεμελιώδη στοιχεία της οικονομίας.
«Τα διαρκώς υψηλότερα επίπεδα πληθωρισμού θα έχουν μακράν μεγαλύτερο αντίκτυπο στις αποδοχές των πολιτών μακροπρόθεσμα, καταστρέφοντας αποταμιεύσεις και παρατείνοντας τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν», δήλωσε ο Τζόνσον.
Οι κινητοποιήσεις αυτές οδήγησαν σε συγκρίσεις με τη δεκαετία του 1970, όταν η Βρετανία βρέθηκε αντιμέτωπη με ευρείες απεργίες κατά τη διάρκεια του «χειμώνα δυσαρέσκειας» το 1978-79.
Ο υπουργός Μεταφορών Γκραντ Σαπς δήλωσε ότι η κυβέρνηση θα αλλάξει τον νόμο για να αναγκάσει τους μηχανοδηγούς να προσφέρουν κατ’ ελάχιστον τις υπηρεσίες τους σε ημέρες απεργιών και να επιτρέψει σε άλλους εργαζόμενους να αντικαθιστούν προσωρινά όσους απεργούν.
Η απεργία γίνεται ενώ οι ταξιδιώτες στα βρετανικά αεροδρόμια βρίσκονται αντιμέτωποι με χαώδεις καθυστερήσεις και ακυρώσεις της τελευταίας στιγμής λόγω ελλείψεων εργατικού δυναμικού, ενώ πολλοί Βρετανοί αναγκάζονται να περιμένουν για μήνες το νέο τους διαβατήριο λόγω καθυστερήσεων στη διεκπεραίωσή τους.
Η απεργία σημαίνει ότι μόνο το μισό περίπου από το σιδηροδρομικό δίκτυο της Βρετανίας θα είναι ανοικτό τις ημέρες των κινητοποιήσεων, με πολύ περιορισμένα δρομολόγια σε αυτές τις γραμμές και συνεχείς διακοπές τις ημέρες μεταξύ των κινητοποιήσεων.