«Νεκροφοβία» στην αρχαία Ελλάδα: Αρχαιολογική μελέτη ρίχνει φως στις πεποιθήσεις των αρχαίων Ελλήνων περί νεκροζώντανων

«Νεκροφοβία» στην αρχαία Ελλάδα: Αρχαιολογική μελέτη ρίχνει φως στις πεποιθήσεις των αρχαίων Ελλήνων περί νεκροζώντανων
Φωτογραφία αρχείου
Φωτογραφία αρχείου
PeterPhoto via Getty Images

Στοιχεία τα οποία υποδεικνύουν πως οι αρχαίοι Έλληνες πίστευαν στην ύπαρξη νεκροζώντανων (στη σημερινή εποχή θα τους αποκαλούσαμε ζόμπι, βρικόλακες κ.ο.κ)- ατόμων που σηκώνονται ξανά από τον τάφο, ευρισκόμενα σε μια ενδιάμεση κατάσταση και μπορούσαν να βλάψουν τους ζωντανούς- παρουσιάζει σε άρθρο που δημοσιεύθηκε στο Popular Archaeology η Κάρι Σουλόσκι Γουΐβερ, του Πανεπιστημίου του Πίτσμπεργκ, ειδική σε θέματα ιστορίας της τέχνης και αρχαιολογίας.

Σε μία περίπτωση, αναλύει ευρήματα από νεκροταφείο κοντά στην αρχαιοελληνική πόλη της Καμάρινας στη νοτιοανατολική Σικελία (Μεγάλη Ελλάδα). Γνωστό ως Πάσο Μαρινάρο, το νεκροταφείο αυτό λειτούργησε ως νεκρόπολη κατά την Κλασική Περίοδο, από τον 5ο μέχρι τον 3ο π.Χ αιώνα. Οι αρχαιολογικές ανασκαφές πάνω σε 2.905 τάφους έχουν αποδώσει ποικιλία ευρημάτων (κτερισμάτων), όπως βάζα από τερακότα, εδώλια και μεταλλικά νομίσματα.

Δύο από τους τάφους παρουσιάζουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον: Ο πρώτος, ο τάφος υπ'αριθμόν 653, είχε μέσα ένα λείψανο αγνώστου φύλου που φαίνεται ότι εν ζωή υποσιτιζόταν και έπασχε από ασθένειας. Ωστόσο, όπως τονίζει η Γουΐβερ, το κεφάλι και τα πόδια είναι καλυμμένα από μεγάλα κομμάτια αμφορέων, που κρατούν το λείψανο «καρφωμένο». Ο λόγος για αυτό είναι ότι αυτοί που έθαψαν το σώμα ήθελαν να διασφαλίσουν ότι δεν θα ξανασηκωνόταν, εκτιμά η Γουΐβερ, προσθέτοντας ότι ο δεύτερος τάφος, υπ'αριθμόν 693, περιείχε τα απομεινάρια ενός παιδιού 8-13 ετών, αγνώστου φύλου. Το άτομο αυτό είχε πέντε μεγάλες πέτρες βαλμένες πάνω του, που εκτιμάται επίσης ότι είχαν σκοπό να κρατήσουν τον νεκρό μέσα στον τάφο.

Η Γουΐβερ βασίζεται πάνω σε αρχαία κείμενα και άλλα στοιχεία από τον αρχαίο κόσμο της Μεσογείου, από τη νεολιθική περίοδο ακόμα, που δείχνουν να υποστηρίζουν τη θεωρία περί τάφων με πιθανούς «νεκροζώντανους».

«Αν και δεν υπάρχουν ξεκάθαρες ενδείξεις σχετικά με τον νόημα των συγκεκριμένων ταφών ή τα απομεινάρια που να εξηγούν γιατί οι “ένοικοι” των τάφων 653 και 693 της Καμάρινας ήταν “καθηλωμένοι”, η ειδική μεταχείρισή τους υποδεικνύει ότι νεκροφοβικές πεποιθήσεις και πρακτικές ήταν παρούσες στην ελληνική Σικελία...ωστόσο, τα συμπεράσματά μας σχετικά με αυτές τις παραδόσεις είναι σχετικά αδύναμα, και οι ερωτήσεις είναι περισσότερες από τις απαντήσεις».

Η νεκροφοβία (ο φόβος απέναντι στους νεκρούς), επισημαίνει η Γουΐβερ, ήταν παρούσα στον ελληνικό πολιτισμό από τη Νεολιθική Περίοδο ακόμα, ενώ είναι γνωστή και από τη μυθολογία ακόμα η παρουσία «νεκρομαντείας»- του εσκεμμένου καλέσματος των νεκρών (θυμηθείτε τον Οδυσσέα και τη συνάντησή του με τον Τειρεσία αλλά και άλλους νεκρούς στην «Οδύσσεια»).

«Τα γραπτά αρχαίων συγγραφέων μας επιτρέπουν μια ματιά στις αντιλήψεις των αρχαίων Ελλήνων, και είναι ξεκάθαρο ότι πολλά μέλη της κοινωνίας πίστευαν ότι οι νεκροί μπορούσαν να επιστρέψουν στη Γη. Οι Έλληνες φαντάζονταν σενάρια όπου οι νεκροί ζωντάνευαν ξανά και έβγαιναν από τους τάφους τους, γυρνούσαν στους δρόμους και ορμούσαν σε ανυποψίαστα θύματα, πολύ συχνά ζητώντας εκδίκηση για πράγματα που τους είχαν συμβεί εν ζωή. Ακόμα και αυτοί που δεν μπορούσαν να βγουν “φυσικά” από τους τάφους τους αποτελούσαν απειλή , επειδή οι μάντεις μπορούσαν να καλέσουν ανήσυχα πνεύματα και να τα ωθήσουν σε αποτρόπαιες πράξεις. Οι αντιλήψεις αυτές ήταν καθιερωμένες, και όχι βασισμένες στο φολκλόρ ή τη φαντασία, επειδή τα πολιτισμικά και θρησκευτικά θεμέλια του αρχαιοελληνικού πολιτισμού τους οδηγούσαν να πιστεύουν ότι ο θάνατος δεν ήταν απαραίτητα μία μόνιμη κατάσταση» αναφέρει η Γουΐβερ στη δημοσίευσή της στο Popular Archaeology.

Δημοφιλή