Μετά από τρία χρόνια εντατικής προετοιμασίας για την ιστορική μετεγκατάσταση, ξεκίνησε στις 8 Ιανουαρίου 2018 η μεταφορά των συλλογών της Εθνικής Βιβλιοθήκης της Ελλάδος από τα δύο κτίρια των Αθηνών (Βαλλιάνειο, Βοτανικός) στο νέο της κτίριο, στο Κέντρο Πολιτισμού Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος (ΚΠΙΣΝ). Η μεταφορά συνεχίζεται και υπολογίζεται να ολοκληρωθεί σε τρεις μήνες. Το έργο χρηματοδοτείται από το Ελληνικό Κράτος, με προϋπολογισμό ύψους 500.000 ευρώ.
Η μεταφορά των συλλογών είναι ένα έργο εξαιρετικά δύσκολο και περίπλοκο, δεδομένου ότι πρέπει να διασφαλιστεί η λιγότερη δυνατή καταπόνηση των συλλογών και η μέγιστη ασφάλειά τους. Για τη συσκευασία και μεταφορά τους τηρούνται οι διεθνείς καλές πρακτικές. Στην υλοποίηση του έργου συμμετέχουν όλα τα τμήματα της Εθνικής Βιβλιοθήκης και το συντονισμό του έχει αναλάβει η Διατμηματική Ομάδα Μεταφοράς, που αποτελείται από πολιτικό μηχανικό, συντηρητές βιβλιακού και αρχειακού υλικού και διοικητικό προσωπικό.
Η μεταφορά γίνεται κυρίως με τροχήλατες βιβλιοθήκες διαμορφωμένες για την απορρόφηση κραδασμών και την αποφυγή μετατοπίσεων του υλικού. Χρησιμοποιούνται, επίσης, πλαστικά και ξύλινα κιβώτια, καθώς και χαρτοκιβώτια. Όπου υπάρχουν σκαλοπάτια και κλιμακοστάσια, αξιοποιούνται ειδικές ράμπες με κατάλληλη κλίση για την ασφαλή μετακίνηση των τροχήλατων βιβλιοθηκών.
Η διαδικασία μεταφοράς των συλλογών από τα βιβλιοστάσια είναι η ακόλουθη: κάθε ράφι ταυτοποιείται ηλεκτρονικά και αμέσως μετά τοποθετείται στην τροχήλατη βιβλιοθήκη. Κάθε τροχήλατη βιβλιοθήκη μόλις γεμίζει, κλείνει, σφραγίζεται υπό την επίβλεψη υπαλλήλου της Εθνικής Βιβλιοθήκης, τοποθετείται σε φορτηγό με ελεγχόμενες κλιματικές συνθήκες και, τέλος μεταφέρεται στο ΚΠΙΣΝ συνοδεία υπαλλήλου της Εθνικής Βιβλιοθήκης. Στη συνέχεια, επανατοποθετείται και ελέγχεται εκ νέου. Να σημειωθεί ότι οι συντηρητές της Βιβλιοθήκης επιβλέπουν και παρέχουν επιπλέον οδηγίες στις ομάδες εργασίας κατά τη διάρκεια εκτέλεσης του έργου.
Όσον αφορά το σύνολο των ειδικών συλλογών, σπανίων και πολυτίμων, χειρογράφων και αρχείων, αυτό θα φυλάσσεται εντός τεσσάρων θησαυροφυλακίων σε κατάλληλες συνθήκες θερμοκρασίας, υγρασίας, φωτισμού και ασφάλειας.