Οι πρόωρες γαλλικές εκλογές, που προκάλεσε ο πρόεδρος Μακρόν, ήταν αχρείαστες και καταστροφικές για τη σταθερότητα του γαλλικού πολιτικού συστήματος. Ακόμα και ο Γάλλος πρωθυπουργός, Γκαμπριέλ Ατάλ, αλλά και ο προκάτοχός του, Εντουάρ Φιλίπ, δήλωσαν δυσαρεστημένοι και αμέτοχοι στην απόφαση της διάλυση της Εθνοσυνέλευσης που διέταξε ο Μακρόν και η οποία οδήγησε στις εκλογές.
Η μεγάλη εκλογική κινητοποίηση των ψηφοφόρων, που έχει να παρατηρηθεί από το 1981, την εποχή Μιτεράν, σε δεύτερο γύρο εκλογών, όπου η συμμετοχή έφτασε στο 67,7%, όσο ακριβώς και στον πρώτο –ενώ το σύνηθες σενάριο στον δεύτερο γύρο είναι η συμμετοχή να μειώνεται–, προκάλεσε τα αποτελέσματα που γνωρίζουμε. Και επειδή, σύμφωνα με τις εκλογικές αναλύσεις, ένα σημαντικό ποσοστό των εκλογέων της πρώτης Κυριακής απείχε, στον δεύτερο γύρο συμμετείχε ένα νέο κομμάτι ψηφοφόρων που σε μεγάλο βαθμό είχε σκοπό να αποτρέψει την κυριαρχία του Εθνικού Συναγερμού – γεγονός που έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην κατανομή των εδρών και στην ανατροπή που συνέβη.
Τελικώς, λοιπόν, ενώ οι δημοσκοπήσεις έδειχναν πρώτο κόμμα σε έδρες τον Εθνικό Συναγερμό, αυτός τελικά περιορίστηκε στην τρίτη θέση μετά το «Νέο Λαϊκό Μέτωπο» αλλά και τη συμμαχία των μακρονιστών. Έτσι, παρόλο που παραμένει πρώτο στη λαϊκή ψήφο, είχε απέναντί του μια συμμαχία όλων των υπολοίπων κομμάτων, έστω και με λυκοφιλία, που συνασπίστηκαν για να του φράξουν τον δρόμο προς την πλειοψηφία.
Στη συμμαχία του «Νέου Λαϊκού Μετώπου», που εξέλεξε τελικά 184 έδρες, το κόμμα του Ζαν-Λύκ Μελανσόν, η Ανυπότακτη Γαλλία, εξέλεξε 78 βουλευτές, μια μάλλον μέτρια επίδοση, καθώς είχε ήδη 75 έδρες. Πολύ κοντά, με 69 βουλευτές, βρίσκεται το Σοσιαλιστικό Κόμμα, μεταξύ αυτών και ο πρώην πρόεδρος Ολάντ, κάτι που συνιστά πολύ καλή επίδοση για το Σοσιαλιστικό Κόμμα, που είχε μόλις 31 βουλευτές στην προηγούμενη Βουλή, ενώ και οι Οικολόγοι εξέλεξαν 28 έναντι 21. Τέλος, το ΚΚ εξέλεξε 9 βουλευτές. Δηλαδή, στο εσωτερικό της Αριστεράς, ενισχύθηκαν μάλλον οι μετριοπαθέστερες δυνάμεις έναντι του «ισλαμοαριστερισμού» του Μελανσόν.
Το μακρονικό στρατόπεδο έσωσε την τελευταία στιγμή την παρτίδα καθώς εξέλεξε 166 βουλευτές έναντί 250 στην προηγούμενη Βουλή. Ο Εθνικός Συναγερμός συγκέντρωσε 143 έδρες έναντι 88. Τέλος, οι Ρεπουμπλικανοί και άλλοι ανεξάρτητοι της Δεξιάς συγκέντρωσαν 65 έδρες, όσες περίπου και στην προηγούμενη Εθνοσυνέλευση.
Από τους ψηφοφόρους της Αριστεράς του πρώτου γύρου, το 72,5% υποστήριξε τους υποψήφιους της μακρονικής συμμαχίας, αλλά οι ψηφοφόροι του Μακρόν ψήφισαν υποψήφιους του Νέου Λαϊκού Μετώπου μόλις σε ποσοστό 50%. Και ιδιαίτερα, όπου υπήρχαν υποψήφιοι του κόμματος του Μελανσόν, το ποσοστό ήταν ακόμα μικρότερο. Αναλυτικότερα, στην περίπτωση μονομαχιών μεταξύ υποψηφίων της Αριστεράς και του Εθνικού Συναγερμού, όταν ο υποψήφιος του ΝΛΜ ήταν σοσιαλδημοκράτης, οικολόγος ή κομμουνιστής, το 54% των ψηφοφόρων των μακρονικών ψηφοφόρων του πρώτου γύρου τον στήριξε, αλλά το ποσοστό έπεφτε στο 43% των ψηφοφόρων όταν επρόκειτο για υποψήφιο της Ανυπότακτης Γαλλίας Αξιοσημείωτο είναι πως το υπόλοιπο 19% των ψήφων κατευθύνθηκε στον Μπαρντελά ενώ 38% απείχαν.
Όσο για τους ψηφοφόρους του γκωλικού κόμματος, εδώ, όποιοι και αν ήταν οι υποψήφιοι της Αριστεράς, οι περισσότεροι ψηφοφόροι (34% ή 38% ) ψήφισαν Εθνικό Συναγερμό και οι λιγότεροι Αριστερά. Μάλιστα, ακόμα και απέναντι στους μακρονικούς υποψηφίους, οι παραδοσιακοί δεξιοί τους στήριξαν κατά 53% αλλά και ένα 26% στράφηκε στον Εθνικό Συναγερμό!
Δηλαδή, πλέον, για ένα σημαντικό τμήμα των ψηφοφόρων του Κέντρου και της Δεξιάς, ο Εθνικός Συναγερμός έχει πάψει να είναι ο απόλυτος μπαμπούλας.
Αντίστροφα, οι ψηφοφόροι του Λαϊκού Μετώπου ψήφισαν κατά 72% τους κυβερνητικούς υποψηφίους, ακόμα και τους γκωλικούς (70%) και μόλις 3% τους λεπενικούς.
Αυτές οι εκλογικές συμπεριφορές εξηγούν και το γεγονός πως ο κυβερνητικός συνασπισμός και οι γκωλικοί εξέλεξαν περισσότερους βουλευτές από τους αναμενόμενους, ενώ τόσο η Ανυπότακτη Γαλλία όσο και ο Εθνικός Συναγερμός λιγότερους.
Ακριβώς γιατί οι ψηφοφόροι της Αριστεράς ήθελαν με κάθε μέσο να αποφευχθεί η άνοδος του Εθνικού Συνασπισμού στην εξουσία, ενώ, αντίθετα, οι κεντρώοι –και οι παραδοσιακοί δεξιοί ακόμα περισσότερο– αντιπαθούν την Ανυπότακτη Γαλλία και τον Μελανσόν, το ίδιο και κάποτε περισσότερο από την Λεπέν και τον Μπαρντελά.
Όλα αυτά βέβαια δεν αναιρούν το γεγονός ότι το κόμμα της Λεπέν για πρώτη φορά έχει τόσο μεγάλη κοινοβουλευτική ομάδα. Πριν από 15 χρόνια, λάμβανε ποσοστά πάνω 20% στις βουλευτικές εκλογές και εξέλεγε ελάχιστους βουλευτές, ενώ δεν εκλεγόταν ούτε η ίδια η Λεπέν. Τα τελευταία χρόνια, από το 2017 και μετά, εισέρχεται στο κοινοβούλιο, και στις εκλογές του 2022 ο Εθνικός Συναγερμός κάνει αισθητή την παρουσία του με 88 έδρες και 144 τώρα. Γίνεται, δηλαδή, μια μεγάλη πολιτική δύναμη, πρώτη στη λαϊκή ψήφο, ενώ εκλέγει τους βουλευτές του μόνος εναντίον όλων των υπολοίπων.
Είναι προφανές ότι, σε ένα πλειοψηφικό σύστημα δύο γύρων που απαιτεί την απόλυτη πλειοψηφία σε κάθε περιφέρεια, τα πράγματα είναι εξαιρετικά δύσκολα – σε αντίθεση με το αγγλικό μονοεδρικό σε ένα γύρο, όπου όποιος πρωτεύσει στην περιφέρεια κερδίζει αυτομάτως και την έδρα.
Διότι στο γαλλικό σύστημα, στον δεύτερο γύρο, όλοι θα συνασπιστούν, όπως και έγινε, ενάντια σε ένα κόμμα της άκρας δεξιάς, ιδιαίτερα δαιμονοποιημένο και αποκλεισμένο από τον δημόσιο χώρο.
Άλλωστε, και εξακολουθούν να υπάρχουν νεοφασιστικοί θύλακοι μέσα στο κόμμα και δεν έχει πάρει καθαρή θέση για την εισβολή του Πούτιν στην Ουκρανία, ή για τη συμμετοχή στην Ευρωπαϊκή Ένωση, καθώς και για ένα σύνολο από άλλα ζητήματα. Για να κατακτήσει την πλειοψηφία των εδρών, χρειάζεται επομένως πολύ δρόμο ακόμα. Καθόλου τυχαία άλλωστε στην Ευρωβουλή εντάχθηκε σε κοινή ομάδα με τον Όρμπαν.
Στην Ιταλία, η Μελόνι, εκμεταλλευομένη και το αναλογικό σύστημα και το γεγονός ότι προερχόταν από ένα μικρό κόμμα το οποίο η ίδια προσωπικά ανέδειξε, μπόρεσε εύκολα να προσαρμοστεί στις ανάγκες της κυβερνησιμότητας. Στη Γαλλία, αντίθετα, το κόμμα της Λεπέν είναι ένα βαρύ, μεγάλο και ιστορικό κόμμα με δεκαετίες συγκρούσεων με την ακροαριστερά και στενά δεμένο με τη Ρωσία. Επομένως, έχει πολύ χρόνο μπροστά του, για την κανονικοποίησή του. Παρόλα αυτά, η ατζέντα του σχετικά με τη μετανάστευση και την περιθωριοοποίηση της περιφερειακής Γαλλίας είναι ήδη πλειοψηφική.
Στο Νέο Λαϊκό Μέτωπο, η δυναμική των εκλογών ενίσχυσε στο εσωτερικό της συμμαχίας δυνάμεις πέρα από το κόμμα Μελανσόν. Αυτό θα έχει συνέπειες για την εξέλιξη της συμμαχίας.
Ήδη, το νούμερο 2 του κόμματος Μελανσόν, ο Φρανσουά Ρουφέν, αποχώρησε στη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου διαφωνώντας με τον Μελανσόν για τις θέσεις του για το μεταναστευτικό και για τον ακραίο χαρακτήρα της πολιτικής του τοποθέτησης. Ο Ρουφέν εξελέγη με δυσκολία ως αυτόνομος της Αριστεράς και δήλωσε ότι, στην ευρύτερη περιοχή του, κυριάρχησαν υποψήφιοι του Εθνικού Συναγερμού ενώ το Νέο Λαϊκό Μέτωπο είχε απώλειες 8% στους εργάτες.
Πρόκειται για συνέπεια της πολιτικής που ακολουθεί ο Μελανσόν, ο οποίος αδιαφορεί για τη γαλλική εργατική τάξη και ασχολείται αποκλειστικά με τους μετανάστες, και την Woke ατζέντα – προτείνει μάλιστα πως αρκεί να δηλώνεις στο Δήμο την πρόθεσή σου να αλλάξεις φύλο για να γίνει πράξη και να περάσει στο δημοτολόγιο.
Η σταδιακή μεταστροφή του Μελανσόν –που ξεκίνησε από το Σοσιαλιστικό Κόμμα και ανήκε στην πατριωτική αριστερά του Ζαν Πιερ Σεβενεμάν, η οποία προέτασσε τα εθνικά θέματα της Γαλλίας– προς τη στήριξη του ισλαμισμού και του γουοκισμού είναι όντως εντυπωσιακή.
Τελικά, αν δούμε τα αποτελέσματα και τις μετακινήσεις ψήφων, δημιουργήθηκε μια υγειονομική ζώνη τόσο γύρω από την Εθνική Συσπείρωση, όσο και γύρω από το κόμμα του Μελανσόν.
Η επόμενη μέρα
Ο Μακρόν διέπραξε προφανώς ένα μεγάλο πολιτικό σφάλμα και ενώ εμφανιζόταν ως το ενοποιητικό κέντρο ενίσχυσε μία πολύ έντονη σύγκρουση αριστεράς - δεξιάς και, αν δεν υπήρχε ο δεύτερος γύρος, το Κέντρο θα εξαφανιζόταν.
Το γαλλικό πολιτικό σύστημα μπαίνει σε μία περίοδο προβληματικής διακυβέρνησης, με απώλεια μέρους του κύρους της Γαλλίας σε όλη την Ευρώπη, δηλαδή επρόκειτο για μία αυτοκτονική πολιτική την οποία ακολούθησε, κατά τον ίδιο τρόπο που ο Μπάιντεν επιμένει ένα είναι υποψήφιος στις ΗΠΑ.
Η δυναμική των κοινοβουλευτικών δυνάμεων είναι τέτοια στο γαλλικό κοινοβούλιο που δεν υπάρχει πιθανότητα να προκύψει σταθερή κυβέρνηση. Και αν προκύπτει για κάποια στιγμή, θα ανατρέπεται μετά από λίγο. Θα κυβερνιέται πιθανώς με προεδρικά διατάγματα, κάτι που ήδη κάνει, π.χ. με τον νόμο για τις συντάξεις.
Η γαλλική οικονομία δεν βρίσκεται σε πολύ καλή κατάσταση και, παρόλα αυτά, στο προεκλογικό του πρόγραμμα, το Νέο Λαϊκό Μέτωπο πρότεινε νέες δαπάνες 170 δισεκατομμυρίων ευρώ και η Εθνική Συσπείρωση περίπου 80 δισ. Αυτός είναι και ένας από τους λόγους που τελικά διεσώθη ο Μακρόν γιατί με τέτοιες υπέρογκες δαπάνες η γαλλική οικονομία θα εκτροχιαζόταν εντελώς.
Η Γαλλία, αν συνεχίσει στην ίδια ρότα στις επόμενες προεδρικές εκλογές, τότε το κόμμα της Λεπέν, αν εγκαταλείψει τον Πούτιν και τον αντιευρωπαϊσμό, θα εκλέξει πρόεδρο και στις επόμενες βουλευτικές θα κερδίσει την πλειοψηφία. Και εφόσον οι υπόλοιπες πολιτικές δυνάμεις δεν λαμβάνουν το μήνυμα, η πορεία του κόμματος Λεπέν προς την εξουσία είναι βέβαιη.
Αλλά, ακόμα, η γαλλική αριστερά δεν έχει την ωριμότητα των Δανών σοσιαλιστών για να αλλάξει ρότα. Άρα, το πιθανότερο είναι να βλέπουμε να ενισχύεται η Δεξιά και η ακροδεξιά. Το κόμμα Μελανσόν είναι πολύ δεμένο με τις μουσουλμανικές περιφέρειες και οι Σοσιαλιστές με τα κέντρα των μητροπόλεων. Άραγε, το κόμμα του Μακρόν έχει τη δυνατότητα να πραγματοποιήσει αυτό μια τέτοια στροφή; Ίδωμεν.
ΥΓ. Ο θρίαμβος των Εργατικών στη Βρετανία είναι φαινομενικός. Οι Εργατικοί κέρδισαν λαμβάνοντας 9,6 εκατομμύρια ψήφους, όταν στις εκλογές του 2017, που έχασαν από τους Συντηρητικούς, είχαν λάβει 12,8 εκατ. ψήφους! Πήραν τόσες πολλές έδρες διότι ένα πολύ μεγάλο τμήμα των Συντηρητικών, ιδιαίτερα στο ευρύτερο Λονδίνο, μετακινήθηκε προς το Φιλελεύθερο Κόμμα, το οποίο κέρδισε 71 έδρες (63 επιπλέον), και ένα πολύ μεγάλο κομμάτι προς τον Φάρατζ, ο οποίος κατόρθωσε για πρώτη φορά να εκλεγεί κερδίζοντας πάνω από 4 εκατ. ψήφους. Δηλαδή, και εκεί, παρατηρείται η ίδια αποσύνθεση του πολιτικού συστήματος, η οποία παρατηρήθηκε στη Γαλλία και στην Ελλάδα και σε πολλές ακόμα ευρωπαϊκές χώρες.