Με το βλέμμα στραμμένο στην αποψινή κρίσιμη ψηφοφορία στη Βουλή είναι η Γαλλία, η Ευρώπη αλλά και οι αγορές καθώς η κατάρρευση της κυβέρνησης Μπαρνιέ και η βύθιση της δεύτερης οικονομίας της Ευρωζώνης, σε πολιτικό αδιέξοδο προκαλούν ανησυχία.
Οι συζητήσεις για τις δύο αποκαλούμενες «προτάσεις μομφής» που κατατέθηκαν από το αριστερό και από το ακροδεξιό κόμμα της αντιπολίτευσης ξεκινούν, με πιο πιθανό το σενάριο της καταψήφισης του κυβερνητικού συνασπισμού, μόλις τρεις μήνες μετά τον σχηματισμό του.
Εάν η κυβέρνηση καταρρεύσει, ο Μπαρνιέ - ο οποίος δεν κατάφερε να βρει συμβιβασμό στην πολύ διχασμένη Εθνοσυνέλευση για να περάσει ένα νομοσχέδιο για τον προϋπολογισμό του 2025 που αποσκοπούσε στη μείωση του τεράστιου γαλλικού ελλείμματος - θα αναγκαστεί να υποβάλει την παραίτησή του στον Πρόεδρο Εμμανουέλ Μακρόν.
Αυτό θα σημάνει και το πολιτικό χάος στη χώρα.
Υπηρεσιακή κυβέρνηση ή παραίτηση Μακρόν
Ο Μακρόν θα αναγκαστεί να ορίσει νέο πρωθυπουργό, μια καθόλου εύκολη επιλογή εάν αναλογιστεί κανείς ότι ο Μπαρνιέ ήταν ήδη επιλογή ανάγκης.
«Μόλις παραιτηθεί ο Μπαρνιέ, ο Μακρόν πιθανότατα θα του ζητήσει να συνεχίσει ως υπηρεσιακός πρωθυπουργός. Η εναλλακτική επιλογή της επίσημης ανακήρυξης του Barnier φαίνεται απίθανη δεδομένης της έκδηλης έλλειψης πλειοψηφίας», δήλωσε ο Carsten Nickel, αναπληρωτής διευθυντής έρευνας στην Teneo.
Αυτό το υπηρεσιακό καθεστώς θα μπορούσε να διαρκέσει για μήνες, καθώς νέες εκλογές δεν μπορούν να διεξαχθούν μέχρι το επόμενο έτος.
Το μεγάλο σοκ ωστόσο θα επέλθει εάν ο Μακρόν αποφασίσει να παραιτηθεί ο ίδιος και να οδηγήσει τη χώρα σε νέες προεδρικές εκλογές εντός 35 ημερών, είπε ο Nickel.
Στην περίπτωση της υπηρεσιακής κυβέρνησης το πιο πιθανό είναι να παραταθεί ο προϋπολογισμός της προηγούμενης χρονιάς μέχρι το σχηματισμό νέας κυβέρνησης.
Πολιτικό και οικονομικό αδιέξοδο
Όμως το πολιτικό χάος στη Γαλλία επιδεινώνει την ήδη δύσκολη οικονομική της κατάσταση.
Εν μέσω του πολιτικού αδιεξόδου, το κόστος δανεισμού της Γαλλίας συνεχίζει να αυξάνεται, ενώ το ευρώ έχει παγιδευτεί σε αρνητικό κλίμα.
Το χειρότερο όμως είναι, ότι η Γαλλία βρίσκεται σε πολιτικό αδιέξοδο σε μια περίοδο που και στη Γερμανία επικρατεί αντίστοιχη πολιτική αστάθεια.
«Η Γαλλία αντιμετωπίζει μια προοπτική αυξανόμενου δημοσιονομικού ελλείμματος που θα γίνει πιο ακριβό στη χρηματοδότηση καθώς οι αποδόσεις [των κρατικών ομολόγων] αυξάνονται εν μέσω αυτής της αβεβαιότητας», ανέφεραν σήμερα αναλυτές της Maybank.
Στους διεθνείς επενδυτές, η κατάσταση στη Γαλλία φαίνεται «πολύ κακή», δήλωσε στο CNBC ο Javier Díaz-Giménez, καθηγητής Οικονομικών στο IESE Business School της Ισπανίας.
«Χωρίς προϋπολογισμό, η Γαλλία θα χρεοκοπούσε πραγματικά, όχι επειδή δεν μπορεί να πληρώσει τόκους για το χρέος της, αλλά επειδή κανείς δεν σκοπεύει να πληρώσει χωρίς προϋπολογισμό. Οι οίκοι αξιολόγησης κρούουν ήδη κώδωνα κινδύνου καθώς τα 10ετή γαλλικά ομόλογα έχουν υψηλότερο premium από αυτό της Ελλάδας, κάτι που είναι τρελό όσον αφορά τα θεμελιώδη μεγέθη», υπογραμμίζει.
«Αλλά αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι τα συνταξιοδοτικά ταμεία δεν ενδιαφέρονται, απλώς θέλουν μια εξασφαλισμένη ροή εσόδων χωρίς ανησυχίες για νομικές γελοιότητες. Έτσι θα απορρίψουν [τα γαλλικά ομόλογα] και θα πάνε αλλού», είπε ο Díaz-Giménez.
«Πέρα από την οικονομική ανάπτυξη και τη σταθερότητα, αυτό θα στείλει το χρέος σε μια μη βιώσιμη κατεύθυνση στη Γαλλία» κατέληξε.
Χαμηλώνει ο πήχης της ανάπτυξης
Οι οικονομολόγοι είχαν ήδη περιορίσει τις προβλέψεις τους για την ανάπτυξη για τη Γαλλία μετά τη δημοσίευση της πρότασης προϋπολογισμού τον Οκτώβριο, δεδομένων των σαρωτικών αυξήσεων φόρων και των περικοπών των δημοσίων δαπανών.
Αναλυτές της ολλανδικής τράπεζας ING, οι οποίοι προηγουμένως προέβλεπαν επιβράδυνση της γαλλικής ανάπτυξης από 1,1% το 2024 σε 0,6% το 2025, υποστήριξαν χθες Τρίτη ότι «η πτώση της κυβέρνησης του Μπαρνιέ θα ήταν άσχημα νέα για τη γαλλική οικονομία».
Προέβλεψαν επίσης την έγκριση ενός προσωρινού προϋπολογισμού που αντικατοπτρίζει το πλαίσιο του 2024.
«Ένας τέτοιος προϋπολογισμός δεν θα διορθώσει την τροχιά των δημόσιων δαπανών», είπαν, απορρίπτοντας τον στόχο του Barnier για μείωση του δημόσιου ελλείμματος από 6% του ΑΕΠ σε 5% το 2025 – κάτι που θα σήμαινε ότι η Γαλλία δεν θα μπορούσε να πιάσει το στόχο της ΕΕ για το έλλειμμα.
«Σε μια εποχή που η οικονομική ανάπτυξη στη Γαλλία επιβραδύνεται αισθητά, αυτά είναι άσχημα νέα. Το δημόσιο έλλειμμα θα παραμείνει υψηλό, το χρέος θα συνεχίσει να αυξάνεται και η επόμενη κυβέρνηση –όποτε αυτή σχηματιστεί– θα έχει ένα ακόμη πιο δύσκολο έργο να διορθώσει τα δημόσια οικονομικά», ανέφεραν οι αναλυτές της ING.
Ο Gilles Moëc, επικεφαλής οικονομολόγος του ομίλου στην AXA, ανέφερε ότι «η Γαλλία μπορεί να βασιστεί στα μεγάλα αποθεματικά εγχώριων αποταμιεύσεων για να αντικαταστήσει τους διεθνείς επενδυτές και η ροή δεδομένων της ευρωζώνης, βοηθά στην αποσύνδεση των ευρωπαϊκών από τις αμερικανικές αποδόσεις, αλλά μεσοπρόθεσμα κατευθύνει υπερβολική εγχώρια αποταμίευση για τη χρηματοδότηση της κυβέρνησης μπορεί να γίνει δαπανηρή όσον αφορά τη δυναμική της ανάπτυξης».
«Η εμπιστοσύνη των καταναλωτών έχει ήδη μειωθεί και το ποσοστό αποταμίευσης θα μπορούσε να αυξηθεί περαιτέρω, εμποδίζοντας την ανάκαμψη της κατανάλωσης στην οποία υπολογίζει η κυβέρνηση για να στηρίξει τα φορολογικά έσοδα το 2025», δήλωσε ο Moëc.
Η σύγκριση με τη Γερμανία
Το γεγονός ότι οι δύο μεγαλύτερες οικονομίες της ΕΕ (Γαλλλία και Γερμανία) βρίσκονται σε βαθιά πολιτική αναταραχή, προκαλέι πανικό στις αγορές.
Η διαφορά ωστόσο μεταξύ του κόστους δανεισμού της Γαλλίας σε σχέση με αυτά της Γερμανίας έφτασε σε νέο υψηλό 12 ετών αυτόν τον μήνα.
Ωστόσο, ο Díaz-Giménez του IESE Business School είπε ότι κατά κάποιο τρόπο, οι γαλλικές προοπτικές ήταν πιο θετικές από αυτές της μεγαλύτερης οικονομίας της ζώνης του ευρώ.
«Στη Γαλλία, οι οικονομικές προοπτικές είναι αρκετά ζοφερές, αλλά δεν πρόκειται να είναι καταστροφικές εάν μπορούν να αποφευχθούν οι δευτερεύοντες κίνδυνοι. Το υψηλό δημοσιονομικό έλλειμμα είναι δύσκολο να διορθωθεί και απαιτεί πολιτική αρμονία, αλλά θα μπορούσαν να βρουν έναν τρόπο να το ξεπεράσουν, απλώς πιέζει τους πολιτικούς να κάνουν τη δουλειά τους και να λύσουν τα πραγματικά προβλήματα, σε αυτή την περίπτωση τη δημοσιονομική βιωσιμότητα», είπε στο CNBC.
«Αλλά στη Γερμανία το πρόβλημα είναι η ανάπτυξη. Η γερμανική οικονομία χρειάζεται μεγάλη προσαρμογή σε ένα νέο περιβάλλον χωρίς ρωσικό αέριο και στο οποίο η κατασκευή αυτοκινήτων στην Ευρώπη μοιάζει με ένα πραγματικά κακό επιχειρηματικό σχέδιο. Από οικονομική άποψη, αυτό είναι πιο δύσκολο να λυθεί από το γαλλικό πρόβλημα».
Πηγή: CNBC