“Η γυναίκα ήταν πάντοτε η καλύτερη φίλη της θρησκείας,
αλλά η θρησκεία δεν υπήρξε ποτέ φίλη της γυναίκας’’
M.Winternitz
Η Θεοδώρα ήταν παπαδοκόρη και μοναχοκόρη που μεγάλωσε σε μια πολύτεκνη οικογένεια με χριστιανικές αρχές τη δεκαετία του `60. Πραγματικά ως δώρο Θεού είδαν οι γονείς τον ερχομό της ανάμεσα σε τόσα αγόρια, σημαινόμενο του ονόματος που της δόθηκε και όχι όνομα οικογενειακής κληρονομιάς. Ευσεβέστατη από κάθε άποψη η οικογένεια της Θεοδώρας συμμετείχε ανελλιπώς στη λατρευτική και μυστηριακή ζωή της Εκκλησίας. Στο σπίτι η Θεοδώρα απολάμβανε όλα τα καλά του κόσμου λες και ήταν η αυτοκράτειρα του Βυζαντίου αντίθετα στο Ναό κάθε Κυριακή ένιωθε ότι είχε δεύτερο ρόλο. Όσες φορές είχε παρακαλέσει τους γονείς της να γίνει και αυτή ‘’παπαδάκι’’ με λαμπάδα και θυμιατό όπως τ` αδέλφια της σκόνταφτε σε ψηλό τοίχο, αυτόν της Παράδοσης, όπως της έλεγαν που δεν μπορούσε να υπερβεί γιατί ήταν το δεύτερο φύλο.
Ωστόσο, εκείνη ευφυέστατη και χαρισματική δεν δέχθηκε τον περιορισμό και την απαγόρευση με τη βεβαιότητα ότι ο Θεός δεν διακρίνει τους ανθρώπους ανάλογα με το φύλο τους. Μεγαλώνοντας, έφηβη πλέον γνώρισε τη συντηρητική πλευρά της Διοικούσας Εκκλησίας, κάτι που κόστισε στη Θεοδώρα και ταυτόχρονα αδίκησε την Εκκλησία ως Σώμα Χριστού.
Πρόσφατα, με αφορμή την περίπτωση του πατέρα Αλέξανδρου Καριώτογλου που τόλμησε να εμφανίσει δυο χριστιανές έφηβες ως ‘’παπαδάκια’’ την ημέρα της Πεντηκοστής (4 Ιουνίου 2023) στο Ναό του Αγίου Νικολάου Ραγκαβά της Πλάκας και για τον οποίο οι κακές γλώσσες σχολίαζαν ότι υπερέβη τα εσκαμμένα, η Θεοδώρα έκανε αναδρομή στο παρελθόν που συνεχίζεται ως παρόν.
Παρελθόν και παρόν ταυτόχρονα, με πρόφαση την Παράδοση ή επί το λαϊκότερον ‘’έτσι τα βρήκαμε έτσι θα τα αφήσουμε’’ τέθηκε το ζήτημα Παράδοση και Νεωτερικότητα στη λειτουργική ζωή της Εκκλησίας ανήμερα της Πεντηκοστής όπου συνέβη το παραπάνω γεγονός. Μα την ημέρα της Πεντηκοστής όπου βαπτίστηκαν οι πρώτοι χριστιανοί και ιδρύθηκε η Εκκλησία, ( Πράξεις Αποστόλων 2,1- 47) θα σκεφθεί ένας φωτισμένος νους άδραξαν την ευκαιρία να εναντιωθούν και να αποκαλυφθούν οι πολέμιοι του παπα-Αλέξανδρου;
Την ημέρα που το Άγιο Πνεύμα φωτίζει αδιακρίτως την οικουμένη και “όπου θέλει πνει’’ ( Ιωάννης 3,8) οι κατήγοροι του πατρός Αλεξάνδρου φαίνεται να έπεσαν σε πλάνη, διαφορετικά ενισχύονται οι υποψίες ότι σαν από καιρό να ενοχλούσαν ορισμένους συντηρητικούς κύκλους οι “νεωτερισμοί’’που λέγεται ότι συμβαίνουν στον συγκεκριμένο ναό.
Από την Εκκλησία του Δήμου στην Εκκλησία του Χριστού, κάτω από την Ακρόπολη και στον Άγιο Νικόλαο Ραγκαβά, όπως για πρώτη φορά ήχησε η καμπάνα της ελευθερίας (31/3/1833) και της απελευθέρωσης της Αθήνας (12/10/1944) ξανασήμανε η καμπάνα της αγάπης με την κλήση και όχι τον αποκλεισμό όλων των ανθρώπων ανεξαρτήτως φύλου στη λατρευτική και μυστηριακή ζωή της Εκκλησίας.
Ο πατέρας Αλέξανδρος μια ζωή ολόκληρη, δάσκαλος και διάκονος της Εκκλησίας, που ζύμωνε το Σώμα του Χριστού και το πρόσφερε ως πρόσφορο και ευλογία στις μαθήτριες και τους μαθητές του, με την τελευταία του “καινοφανή’’ ενέργεια τέθηκε σε προσωρινή αργία, μάλλον για αντικανονικότητα και παραπέμφθηκε στη Διαρκή Ιερά Σύνοδο.
Η “αργία’’ του φωτισμένου θεολόγου και ιερέα έλαβε διαστάσεις στα ΜΜΕ με πλήθος δημοσιεύματα υπεράσπισης και συμπαράστασης.
Στον απόηχο του γεγονότος και ενώ το Άγιο Πνεύμα της Πεντηκοστής φώτιζε πιστούς σκανδαλισμένους και μη, αλλά και ιεράρχες παραδοσιακούς και μη, τέθηκε το ζήτημα της γυναικείας παρουσίας στον Ορθόδοξη Ανατολική Εκκλησία και ο περιορισμός - αποκλεισμός των γυναικών από το Ιερό. Ομολογουμένως, το ζήτημα μύριζε μπαρούτι αν και δεν ήταν η πρώτη φορά καθώς στο παρελθόν ακούστηκαν και γράφτηκαν πολλά σχετικά άρθρα. (βλέπε Μαριάνθη Πελεβάνη, Θ.Ν.Παπαθανασίου, Στην Εκκλησία… ‘’μυρίζει μπαρούτι ξανά’’, ιστοσελίδα TVXS. Aνεξάρτητη ενημέρωση,12-6-2023).
Ωστόσο, πριν κατακάτσει ο κουρνιαχτός των διαμαρτυριών καμιά αντάρα δεν σηκώθηκε διότι το ζήτημα εξαφανίστηκε όπως εμφανίστηκε προφανώς γιατί το Άγιο Πνεύμα φώτισε ή δεν φώτισε την Ιεραρχία της Εκκλησίας που απέφυγε να μιλήσει για την ουσία του ζητήματος, Επί του προκειμένου αντί της αναμενόμενης εκδίκασης, της απολογίας και της απόφασης το μόνο που μάθαμε ξαφνικά ως έκτακτη είδηση ήταν ότι η αργία του πατρός Αλεξάνδρου έληξε και στην Εκκλησία On line ακούσαμε ότι το θέμα διευθετήθηκε και θεωρήθηκε λήξαν με προφορική εντολή της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Αθηνών.
Από την εμφάνιση, εξέλιξη και κατάληξη του συμβάντος φαίνεται ότι η θεσμική Εκκλησία της Ελλάδος στο επίμαχο ζήτημα της Ιεροσύνης των γυναικών αδυνατεί να πάρει θέση, υποχωρεί ή σιωπά ενδεχομένως λόγω συμβιβασμών ή συσχετισμών. Σε κάθε περίπτωση δια προφορικών εντολών παραπέμφθηκε για άλλη μια φορά το ζήτημα στις καλένδες. Αλλά ο μη σκανδαλιζόμενος πιστός που τον απασχολεί το θέμα ‘’Γυναίκα και Φύλο’’ (βλέπε Ιερά Μητρόπολις Δημητριάδος, Ακαδημία Θεολογικών Σπουδών, Φύλο και Θρησκεία – Η θέση της γυναίκας στην Εκκλησία (Συλλογικό), Επιμέλεια Καλαϊτζίδης Παντελής, Αθήνα 2004) αλλά και στην προοπτική του θεομητορικού φεμινισμού της ορθόδοξης εκκλησιαστικής παράδοσης (βλέπε Μ. Μπέγζος, Φαινομενολογία της θρησκείας, Γυναίκα και Φύλο, Μητριαρχία ή Φεμινισμός; σελ. 267-286, Αθήνα 1995) και θέλει τη γυναίκα στο Ιερό, Διακόνισσα κατά την αρχαία παράδοση της Εκκλησίας, απορεί και εξίσταται με την εξέλιξη των γεγονότων.
Στο σύντομο αυτό άρθρο δεν θα επαναληφθούν οι γνωστές θεολογικές απόψεις για την ιεροσύνη των γυναικών, ωστόσο κρίνεται αναγκαίο να επισημανθούν ορισμένες θέσεις και απορίες για το σχετικό ζήτημα:
1. Οι περιορισμοί και αποκλεισμοί των γυναικών από τη λατρευτική και λειτουργική ζωή της Εκκλησίας δεν θεμελιώνονται αγιογραφικά ούτε ερείδονται στις αποφάσεις των οικουμενικών συνόδων αντίθετα ″ ...αυτός ο αποκλεισμός έγινε ανεπαισθήτως και σιωπηρώς, χωρίς δογματική θέσπιση. “Επισημαίνεται ότι στη πατερική θεολογία (Μάξιμος ο Ομολογητής, Περί διαφόρων αποριών. PG 91,1309 Ο ) ευρίσκεται πλήθος επιχειρημάτων για την ενότητα του ανθρώπου και την κατάργηση της διαφοράς άνδρα και γυναίκας με την ενανθρώπιση (ενσάρκωση) του Λόγου στο πρόσωπο του Θεανθρώπου Ιησού Χριστού. ( βλέπε σχετικά Νικολάου Ματσούκα, Η Ιερoσύνη των γυναικών ως θεολογικό και οικουμενικό πρόβλημα, στο βιβλίο Ορθόδοξη Θεολογία και Οικουμενικός Διάλογος, Αποστολική Διακονία, Αθήνα 2005 ).
Εξάλλου, η επιχειρηματολογία των υπερασπιστών της “ανδρικής’’ ιεροσύνης καθώς ο Ιησούς Χριστός ως Θεάνθρωπος και Μέγας Αρχιερέας ήταν άνδρας θέτει ορισμένα σχετικά ερωτήματα:
(α) με τη “φύση’’ και τη ‘’λειτουργία’’ της ιεροσύνης
(β) αν το φύλο αποτελεί συστατικό στοιχείο της τελειότητας της ανθρώπινης φύσης σύμφωνα με τους Όρους και τους Κανόνες της Δ΄ Οικουμενικής Συνόδου
(γ) πως κατανοείται η χρήση των ονομάτων της Αγίας Τριάδος Πατήρ και Υιός που είναι αρσενικού γένους ενώ το Άγιο Πνεύμα είναι ουδέτερο. Στην Αγία Τριάδα (Μια Ουσία-Τρία Πρόσωπα) το πρόσωπο ταυτίζεται με το φύλο; (βλέπε σχετικά Κωνσταντίνου Γιοκαρίνη, Η Ιερoσύνη των γυναικών στο πλαίσιο της Οικουμενικής Κίνησης, Εκδόσεις Επέκταση 1995, του ιδίου, Το ζήτημα της χειροτονίας των γυναικών, Ακαδημία Θεολογικών Σπουδών Βόλου, acadimia.org, 12-4-2003, του ιδίου, Το έμφυλο ή Άφυλο του Σαρκωθέντος Χριστού, Αρμός, Αθήνα 2014).
Αντίθετα, οι υποστηρικτές της Παράδοσης στο ζήτημα της χειροτονίας των γυναικών μεταξύ των οποίων ο επιφανής θεολόγος π. Αλέξανδρος Σμέμαν επιχειρηματολογεί για τη “δυσκολία’’ και την ‘’κατάπληξη’’ που προκαλεί το σχετικό ζήτημα στην ορθόδοξη ανατολική παράδοση τονίζοντας: “Η δημόσια συζήτηση για τη χειροτονία των γυναικών μοιάζει να `ναι επαρχιώτικη, βαθύτατα σημαδεμένη και ακόμη περιορισμένη από Δυτικό εγωκεντρισμό και αυτάρκεια, από μια αφελή, σχεδόν παιδιάστικη πεποίθηση, ότι κάθε τάση στον Δυτικό πολιτισμό δικαιώνει μια ριζική επανεξέταση ολόκληρης της Χριστιανικής Παράδοσης’’ και αναφέρει τα εξής:
(α) Το αίτημα της χειροτονίας των γυναικών είναι σύγχρονο αίτημα και σχετίζεται με τον “δυτικό πολιτισμό’’ ως εκ τούτου δεν αποτελεί ασφαλές κριτήριο για την επαρκή αιτιολόγηση και τη ριζική αλλαγή της ίδιας της δομής της Εκκλησίας
(β) Το αίτημα της χειροτονίας τίθεται εντός της προοπτικής των “δικαιωμάτων’’, “της δικαιοσύνης’’, της “ισότητας’’, έννοιες και κατηγορίες που αμφισβητούνται ότι εκφράζουν επαρκώς τη χριστιανική πίστη
(γ) Η μη χειροτονία των γυναικών στην ιεροσύνη δεν έχει απολύτως τίποτε να κάνει με οποιαδήποτε “κατωτερότητα’’ που μπορούμε να επινοήσουμε ή να φανταστούμε
(δ) Η “θεσμική” Ιεροσύνη στην Εκκλησία δεν έχει καμία οντολογική αξία. Ωστόσο, στο τέλος του άρθρου θεολογικά και εσχατολογικά ταυτίζεται η γυναίκα με την Εκκλησία καθώς “η ίδια η Εκκλησία, ο ίδιος ο άνθρωπος και ο κόσμος, όταν ατενίζονται στην έσχατη αλήθεια και τον προορισμό τους αποκαλύπτονται σε μας ως μια Νύμφη (Αποκάλυψη 12,1), ως γυναίκα ντυμένη στον ήλιο γιατί στο έσχατο βάθος της αγάπης και της γνώσης η Εκκλησία ταυτίζει τον εαυτό της με μια Γυναίκα την οποία εξυμνεί όπως την Θεοτόκο’’. (βλέπε π. Αλέξανδρος Σμέμαν, Για τη χειροτονία των γυναικών, Μετάφραση, επιμέλεια και υποσημειώσεις Αρχιμ. Αμβρόσιος Κουτσουρίδης, ιστολόγιο ‘’Ενωμένη Ρωμιοσύνη’’, enromiosini.gr, 12-6-2023).
Το ερώτημα όμως που παραμένει αναπάντητο έως την έλευση των εσχάτων είναι πώς θεολογείται το πλήθος των απαγορεύσεων που αφορούν το δεύτερο φύλο όπως για παράδειγμα ο αποκλεισμός των γυναικών από το Περιβόλι της Παναγίας.
2. Επειδή κυρίως η επιχειρηματολογία για τον περιορισμό των γυναικών από την ιεροσύνη εδράζεται στην έννοια της Παράδοσης το ερώτημα που τίθεται και καλείται να απαντήσει η Εκκλησία ως Σώμα Χριστού και Θεανθρώπινος οργανισμός είναι ο προσδιορισμός της Παράδοσης σε σχέση με τη Νεωτερικότητα (Γ.Δ. Μεταλληνού, Παράδοση και Αλλοτρίωση, Αθήνα 1986) και την Παραδοσιαρχία. Προς υπέρβαση της σύγχυσης των εννοιών και επειδή συνήθως οι περισσότεροι υποστηρικτές των περιορισμών και απαγορεύσεων της συμμετοχής του δεύτερου φύλου στη λειτουργική ζωή της Εκκλησίας επικαλούνται την Παράδοση διευκρινίζεται ότι:
“Η Παράδοση είναι η δυναμική μέσα στην ιστορία ανέλιξη και ανάπτυξη του αρχικού χριστιανικού Ευαγγελίου’’ ενώ αντίθετα “Παραδοσιαρχία (Fundamentalismus) είναι η εξωτερική και τυπική προσκόλληση και επανάληψη κάποιου ιστορικού σταθμού της ορθόδοξης πορείας ωσάν να πρόκειται περί απολύτου ρυθμιστή της ορθόδοξης πίστης και προς τα εμπρός και προς τα πίσω’’.
Στο πλαίσιο αυτό οι υποστηρικτές της Παράδοσης επικαλούνται προφανώς την Πατερική και Βυζαντινή παράδοση, τη Ρωμιοσύνη ή την επιλεκτική ερμηνεία ορισμένων Πατέρων της Εκκλησίας. Ωστόσο, “η ερμηνεία των Πατέρων ούτε ενιαία είναι, και έτσι ο αναγνώστης τελικά ως υποκείμενο επιλέγει από την παράδοση την ερμηνεία που τον υπηρετεί καλύτερα, ούτε ο μιμητισμός και το καρμπόν βοηθούν στην περίπτωση αυτή για να κατανοηθεί το κείμενο των Γραφών σε σχέση είτε με την εποχή που γεννήθηκαν είτε με την πραγματικότητα του σημερινού αναγνώστη… Πάντως για τον κοινό ορθόδοξο πιστό σήμερα η ασφαλιστική δικλείδα είναι η Παραδοσιαρχία… Η Εκκλησία μας περνάει μια περίοδο αιφνιδιασμού εξ αιτίας της ταχείας εξέλιξης της κοινωνίας μας. Η ψυχολογία του φόβου που κατέχει την Εκκλησία σήμερα οδηγεί συνήθως σε παραδοσιαρχιακές εκτροπές σαν λιμένες ελπίδας.’’ (Stanley B. Marrow, Τα λόγια του Ιησού στα Ευαγγέλια, Μετάφραση και Πρόλογος Σ. Αγουρίδη, σελ.7-8, Αθήνα 1986).
Αντίθετα στην παραδοσιαρχική και επιλεκτική ερμηνεία των Πατέρων ενδιαφέρον για το θέμα παρουσιάζουν οι απόψεις του Αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου “Άνδρες ήσαν οι νομοθετούντες, δια τούτο κατά γυναικών η νομοθεσία’’ (PG 36,289ΑΒ ), του Γρηγορίου Νύσσης και Μάξιμου ομολογητή (βλέπε Γιώργος Στείρης, Χριστιανισμός και φύλο, Huffington post, 25-5-2023 και Γεώργιος Ι. Μαντζαρίδης, Χειροτονία των γυναικών και χριστιανική παράδοση, ιστοσελίδα Πεμπτουσία, 1-4-2015)
3. Ακόμη ένα ερώτημα που προκύπτει από τη στάση της Εκκλησίας στο σχετικό θέμα είναι η ανακολουθία της γνώσης και της ζωής των εφήβων, όπου στο σχολείο διαβάζουν και μαθαίνουν:
“Σε συνέχεια και εφαρμογή των αποφάσεων της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου της Ορθοδόξου Εκκλησίας, που πραγματοποιήθηκε από 19 έως 25 Ιουνίου 2016 στην Ορθόδοξη Ακαδημία Κρήτης, στο Κολυμπάρι Χανίων, το Πατριαρχείο Αλεξανδρείας και πάσης Αφρικής προχώρησε πρόσφατα στην επανασύσταση του αρχαίου θεσμού των διακονισσών. Διακόνισσες είχαν χειροτονήσει εξάλλου κατά τον εικοστό αιώνα ο Άγιος Νεκτάριος Πενταπόλεως ο θαυματουργός, ο αείμνηστος αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος και ο μητροπολίτης Πισιδίας (τ.μητρ.Κορέας) Σωτήριος Τράμπας.’’ ( Ορθόδοξη πίστη και λατρεία, Α΄ Λυκείου, Ι ΤΥΕ ΔΙΟΦΑΝΤΟΣ σελ.124-129, 2020).
Το εύλογο ερώτημα των μαθητριών και μαθητών της σχολικής κοινότητας που περιμένει απάντηση από την Εκκλησία είναι γιατί τα Πατριαρχεία Αλεξανδρείας και Αντιοχείας επιτρέπουν τη συμμετοχή των γυναικών στη λατρεία και εμφανίζονται φωτογραφίες εφήβων κοριτσιών ως ιερόπαιδες στο διαδίκτυο και στον Τύπο, χωρίς να σκανδαλίζονται οι πιστοί, ενώ αντίθετα στην Εκκλησία της Ελλάδος έγινε τεράστιο ζήτημα προς συζήτηση χωρίς πρόοδο και ουσιαστική κατάληξη. Από την εξέλιξη των γεγονότων κρίνεται θετικό ότι το ζήτημα επανήλθε στην επικαιρότητα θεολογικά και δημοσιογραφικά με την επαναδιατύπωση της αναγκαιότητας της επιστροφής στην πρωτοχριστιανική παράδοση της αρχέγονης Εκκλησίας (βλέπε Κώστας Ασημακόπουλος, Ο πατέρας Αλέξανδρος επέστρεψε στον Άγιο Νικόλαο Ραγκαβά. Τι λέει στο ethnos.gr ο κορυφαίος θεολόγος Πέτρος Βασιλειάδης για το ζήτημα που προέκυψε, 19-6-2023).
Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι ακόμα και μετά τον θόρυβο, η ΔΙΣ η οποία συνήλθε από 12 έως 14 Ιουνίου 2023 δεν απεφάνθη ρητώς αν είναι “νόμιμο’’ ή όχι τα κορίτσια να φορούν παπαδικά. (Ιωάννα Κλεφτογιάννη, ιστοσελίδα το Βήμα 18-6-2023). Εξάλλου για την ανακοίνωση της απόφασης, ο εκπρόσωπος της ΔΙΣ Μητροπολίτης Φθιώτιδας κ.Συμεών δήλωσε ότι η λήξη της αργίας έγινε για παιδαγωγικούς λόγους και με αφορμή τη γιορτή του Αρχιεπισκόπου υπενθυμίζοντας με νόημα: “Να καταλάβουμε όλοι μας ότι στην Εκκλησία δεν κάνει ο καθένας ό,τι θέλει ή ό,τι νομίζει’’ (Αναστάσιος Βόπης, Orthodoxia INFO, 14-6-2023).
Στην Εκκλησία της Ελλάδος, ενώ τα αγόρια ντύνονται παπαδάκια μέσα στο ιερό, τα κορίτσια ακόμα και όταν αυτό γίνεται ανεκτό, ντύνονται ιερόπαιδες εκτός ιερού! Άραγε προς αποφυγή μολύνσεως του Ιερού;
Ή μήπως τα κορίτσια είναι παιδιά ενός κατώτερου Θεού ή κατώτερου Πνεύματος;
Συμπερασματικά, η Εκκλησία της Ελλάδος σε βάθος χρόνου και αφού υπάρχει “εις τον αιώνα των αιώνων’’ και ΄΄πύλαι άδου ου κατισχύσουσιν αυτής’’ (Ματθαίος 16,18), αργά ή γρήγορα καλείται να λάβει θέση και να δώσει απαντήσεις για σύγχρονα ζητήματα, ιεροσύνης γυναικών, φύλου και γλώσσας. Μετά την αποκατάσταση του πατέρα Αλέξανδρου Καριώτογλου στην εκκλησιαστική τάξη αναμένεται και η αποκατάσταση της γυναίκας στη λατρευτική ζωή της Εκκλησίας.
Ανδριανή Στράνη
Θεολόγος
2ο Γυμνάσιο Ταύρου ‘’Αθηνά Χατζηεσμέρ’’