Η κρίση στο Καζακστάν ήρθε να επιβεβαιώσει την αμείλικτη πραγματικότητα της πολιτικής των Μεγάλων Δυνάμεων, όπως αυτή σκιαγραφείται μέσω της κατανομής ισχύος και του άναρχου διεθνούς συστήματος.
Επί της συγκεκριμένης βάσης, επαληθεύει το «αξίωμα», σύμφωνα με το οποίο οι σφαίρες επιρροής, όπως αυτές διαμορφώνονται κατόπιν μιας μείζονος ανακατανομής ισχύος, είναι καθ’ όλα σεβαστές από τις Μεγάλες Δυνάμεις μόνο όσο οι ίδιες αποδεικνύουν ότι μπορούν και έχουν τη βούληση να τις υποστηρίξουν.
Στο πλαίσιο της κρίσης στο Καζακστάν, η Ρωσία συνδράμει το καθεστώς διά του Οργανισμού της Συνθήκης Συλλογικής Ασφαλείας, ενός «θεσμικού απογόνου» του Συμφώνου της Τασκένδης του 1992, ο οποίος είχε «εξ αρχής εξισορροπητικό ρόλο ως προς την επιρροή του ΝΑΤΟ και των ΗΠΑ ιδιαιτέρως κατόπιν των επιχειρήσεων στο Αφγανιστάν κατά την επαύριον του τρομοκρατικού χτυπήματος της 11ης Σεπτεμβρίου 2001» (Τρούλης, Μ. (2021) Τουρκική Στρατηγική στον Καύκασο και στην Κεντρική Ασία, Εκδόσεις Ποιότητα).
Γι’ αυτό το λόγο, ο άλλοτε Γενικός Γραμματέας του οργανισμού Nikolai Bordyuzha δήλωσε το 2003 ότι «δεν αντιλαμβάνομαι πλήρως την αμερικανική λογική δημιουργίας και αναβάθμισης βάσεων εντός της άμεσης περιμέτρου των συνόρων του Οργανισμού Συλλογικής Ασφαλείας ή της Ρωσίας».
Εν ολίγοις, μεταψυχροπολεμικά, η Ρωσία βρέθηκε ενώπιον μιας διαρκούς στρατηγικής περιστολής, η οποία συμπεριέλαβε συν τω χρόνω γεωγραφικές ζώνες όπως η Βαλτική, αλλά ανεστάλη όσον αφορά τις εναπομείνασες πρώην σοβιετικές δημοκρατίες μέσω ενός σκληρού αποτρεπτικού δόγματος, ήτοι αυτό του «εγγύς εξωτερικού» συνοδευόμενο από τη στρατηγική της «πυρηνικής ομπρέλας».
Η εν λόγω προσήλωση της Μόσχας στην υπεράσπιση των παραδοσιακών ζωτικών συμφερόντων της «κλείδωσε» μέσω θεσμικών σχημάτων, τα οποία ιδρύθηκαν και ενισχύθηκαν προς εξισορρόπηση οιουδήποτε άλλου ανταγωνιστικού δρώντα και κατ’ επέκταση προς εδραίωση της ρωσικής στρατηγικής επιρροής εντός του πρώην σοβιετικού χώρου και της άμεσης γειτνιάζουσας περιμέτρου του.
Ο Οργανισμός της Συνθήκης Συλλογικής Ασφαλείας συνιστά το κατ’ εξοχήν τέτοιο θεσμικό όργανο, στο οποίο αποτυπώνεται η ρωσική βούληση να διαφυλάξει την προνομιακή θέση της Μόσχας και στην Κεντρική Ασία, όπου δεσπόζει το Καζακστάν.
Πέραν της δεδομένης σημασίας της εν λόγω χώρας εξ απόψεως κοιτασμάτων φυσικού αερίου, πετρελαίου και ουρανίου, καθώς και «φιλοξενίας» της βάσης του κοσμοδρομίου του Μπαϊκονούρ, το Καζακστάν είναι ιδιαίτερα πολύτιμο και για δύο ακόμη λόγους, οι οποίοι συνδέονται με τα αποθέματα φυσικού αερίου.
Πρώτον, η παραγωγή υδρογονανθράκων κατευθύνεται – για πολλούς ιστορικούς και πολιτικούς λόγους – προς τη ρωσική ενδοχώρα. Από εκεί, η Μόσχα εξάγει το φυσικό αέριο προς την Ευρώπη σε εξαιρετικά υψηλότερες τιμές εν σχέσει με τα χρήματα, που καταβάλει προς τις χώρες της Κεντρικής Ασίας. Συνεπώς, η αποσταθεροποίηση εκ των έσω στο Καζακστάν δε θα έπρεπε να αναγιγνώσκεται αποκομμένα εν σχέσει με την ευρύτερη κρίση στις τιμές του φυσικού αερίου, η οποία υποκρύπτει την εργαλειοποίηση της ενέργειας εκ μέρους της Ρωσίας.
Δεύτερον, η Κίνα έχει καταστεί ο βασικότερος εισαγωγέας φυσικού αερίου από την Κεντρική Ασία κατά τα τελευταία έτη. Ενδεικτικά το 2018, το Πεκίνο εισήγε 46,8 δισ. κ.εκ., η Μόσχα 16,1 και ακόμη 5,7 δισ. κ.εκ. διακινήθηκαν μεταξύ των κρατών της Κεντρικής Ασίας. Μάλιστα, ο αγωγός προς την Κίνα χρησιμοποιείται πλέον στη μέγιστη δυνατότητά του (55 δισ. κ.εκ. ανά έτος), με τη συζήτηση να αφορά την επέκτασή του στα 85 δισ. κ.εκ., μέσω της κατασκευής νέας γραμμής από το Τουρκμενιστάν προς την Κίνα διαμέσου Ουζμπεκιστάν, Τατζικιστάν και Κιργιστάν (The Oxford Institute for Energy Studies).
Οι εν λόγω εξελίξεις φανερώνουν το ύψιστο διακύβευμα, το οποίο σχετίζεται με το ρόλο της Κίνας στην περιοχή και φοβίζει προς ώρας τις Η.Π.Α. αλλά είναι σαφές ότι επιδεινώνει εν πρώτοις τη στρατηγική θέση της Ρωσίας.
Ανεξαρτήτως τελικής έκβασης, το δεδομένο είναι ότι η Ρωσία βρίσκεται σε άμυνα, με ό,τι αυτό σημαίνει για τα αίτια αυτής της φάσης της αποσταθεροποίησης. Δύο σημαντικότατες κρίσεις, όπως αυτές του Καζακστάν και της Ουκρανίας, αμφότερες εκτυλίσσονται στην «έδρα» της Μόσχας και θέτουν υπό αμφισβήτηση δικά της κεκτημένα.
Καμία άλλη Μεγάλη Δύναμη δεν έχει να χάσει, αυτή τη στιγμή, από μια αλλαγή του γεωστρατηγικού προσανατολισμού της Ουκρανίας ή αντίστοιχα μια στρατηγική εξουθένωση του Καζακστάν.