Οι νίκες των κομμάτων της Χριστιανικής Ένωσης (CDU/CSU), η ενίσχυση της Εναλλακτικής για την Γερμανία (AfD), η οποία κέρδισε τη δεύτερη θέση, και ο αποκλεισμός των Φιλελευθέρων (FDP) από το κοινοβούλιο της Βαυαρίας –και ενδεχομένως και της Έσσης– είναι τα βασικά χαρακτηριστικά του εκλογικού αποτελέσματος των κρατιδιακών εκλογών στην Βαυαρία και στην Έσση.
Στη Βαυαρία η Χριστιανοκοινωνική Ένωση (CSU) του πρωθυπουργού Μάρκους Ζέντερ κέρδισε, όπως αναμενόταν, με ποσοστό 36,6% (-0,6 από τις εκλογές του 2018), καταγράφοντας ωστόσο το ιστορικά χαμηλότερο ποσοστό της.
Η AfD, ενισχυόμενη κατά 5,7 μονάδες, φθάνει στο 15,9% και στη δεύτερη θέση, αφήνοντας στην τρίτη θέση τον «μικρό» κυβερνητικό εταίρο της CSU, τους Ελεύθερους Ψηφοφόρους (FW), με 15,1% (-5,5). Οι Πράσινοι ακολουθούν με 14,9% (-2,7) και το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα (SPD) συρρικνώνεται περαιτέρω, με 7,9% (-1,8). Οι Φιλελεύθεροι (FDP) μένουν εκτός κρατιδιακού κοινοβουλίου, με 2,9% (-2,2).
Στην Έσση ο πρωθυπουργός Μπόρις Ράιν (CDU), ο οποίος αντικατέστησε τον Φόλκερ Μπουφιέ, που παραιτήθηκε προτού ολοκληρώσει τη θητεία του, κέρδισε την εμπιστοσύνη των πολιτών και συγκέντρωσε ποσοστό 34,5%, κατά 7,5 μονάδες περισσότερο από το ποσοστό των προηγούμενων εκλογών.
Στη δεύτερη θέση βρίσκεται και εδώ η AfD με 18,4%, 5,3 μονάδες περισσότερες από το 2018. Ακολουθεί το SPD της Νάνσι Φέζερ, με 15,1% (-4,7), το οποίο υπέστη συντριπτική ήττα.
Η κυρία Φέζερ επέλεξε να υποβάλει υποψηφιότητα στην Έσση χωρίς να παραιτηθεί από το ομοσπονδιακό υπουργείο Εσωτερικών και αντιμετωπίζει έντονη κριτική και παραινέσεις να το κάνει, ακόμη και τώρα. Οι συγκυβερνώντες Πράσινοι έχασαν 5 μονάδες και περιορίστηκαν στο 14,8%, ενώ το FDP βρίσκεται στο 5% (-2,5) και οριακά εντός τοπικού κοινοβουλίου.
Το μεταναστευτικό καθοριστικό κριτήριο
Αποφασιστικής σημασίας για την ψήφο στα δύο κρατίδια όπου ζει το ένα τέταρτο του πληθυσμού της Γερμανίας ήταν, όπως φάνηκε, η διαχείριση του μεταναστευτικού, με τα κόμματα του κυβερνητικού συνασπισμού να υφίστανται σημαντική συρρίκνωση των ποσοστών τους.
«Για την πλειοψηφία των ψηφοφόρων, η ομοσπονδιακή πολιτική ήταν καθοριστική στις εκλογές. Ο ομοσπονδιακός συνασπισμός τιμωρήθηκε και στα δύο κρατίδια», δήλωσε ο επικεφαλής του Ινστιτούτου INSA Χέρμαν Μπίνκερτ στην Bild. Εκτίμησε ότι το 80% των ψηφοφόρων στα δύο κρατίδια θέλει εντελώς διαφορετική μεταναστευτική πολιτική και ψήφισε εν πολλοίς με αυτό το κριτήριο - στοιχείο από το οποίο ωφελήθηκε κυρίως η AfD.
Είναι χαρακτηριστικό, κατά τον κ. Μπίνκερτ, ότι η Νάνσι Φέζερ, η οποία ως υπουργός Εσωτερικών διαχειρίζεται τη μετανάστευση, χρεώθηκε για λογαριασμό της ομοσπονδιακής κυβέρνησης την ευθύνη για την κατάσταση που έχει διαμορφωθεί εδώ και μερικούς μήνες.
«Η μεταναστευτική πολιτική επισκίασε τα πάντα», παραδέχθηκε ο επικεφαλής της κοινοβουλευτικής ομάδας του SPD στην Έσση, Γκίντερ Ρούντολφ.
Ανάλογη άποψη εξέφρασε ο πολιτικός επιστήμονας του πανεπιστημίου του Μάιντς Γιούργκεν Φάλτερ, ο οποίος είπε στην Bild ότι «η δυσαρέσκεια για τη μεταναστευτική και την ενεργειακή πολιτική της ομοσπονδιακής κυβέρνησης ήταν πιθανόν ο καθοριστικός παράγων σε αυτές τις εκλογές».
Σε σχόλιο στο περιοδικό Der Spiegel επισημαίνεται ότι ο κυβερνητικός συνασπισμός χρειάζεται επανεκκίνηση, καθώς και ότι η AfD εδραιώνεται ως ισχυρή δύναμη –και– στα δυτικά κρατίδια. Η AfD «έχασε τη φήμη του κόμματος διαμαρτυρίας δυσαρεστημένων Ανατολικογερμανών, κάτι που πολλοί στη Δύση εξακολουθούν να θεωρούν ότι είναι. Η AfD είναι πρόκληση συνολικά για τη γερμανική δημοκρατία», τόνισε το περιοδικό.
Και ενώ το CDU ωφελείται από τη γενικότερη δυσαρέσκεια και την απόρριψη της ομοσπονδιακής κυβέρνησης, το FDP αντιμετωπίζει πλέον υπαρξιακό κίνδυνο: είναι εκτός βουλής σχεδόν στα μισά ομόσπονδα κρατίδια. Αυτό σημαίνει ότι ο αρχηγός του και υπουργός Οικονομικών Κρίστιαν Λίντνερ βρίσκεται πλέον υπό αυξημένη πίεση.
Μελλοντικά το FDP θα δει αναπόφευκτα τον εαυτό του ακόμη περισσότερο ως «διορθωτή» της κυβερνητικής πολιτικής, κάτι που θα προκαλέσει νέα προβλήματα για την κυβέρνηση του Όλαφ Σολτς.
Οι Πράσινοι από την άλλη πλευρά μοιάζουν να χρεώθηκαμ τη γενικότερη σύγχυση σχετικά με την ενεργειακή μετάβαση και την πολιτική για το κλίμα και τις συνεχείς παλινωδίες του υπουργού Οικονομίας Ρόμπερτ Χάμπεκ.
(Πηγή: ΑΠΕ- ΜΠΕ)