Νίκη των Σοσιαλδημοκρατών (SPD) με 1.6% έναντι της Ένωσης (CDU/CSU) και ο πρώτος λόγος για σχηματισμό κυβέρνησης στον Όλαφ Σολτς είναι το αποτέλεσμα των γερμανικών εκλογών. Το μετεκλογικό θρίλερ όμως τώρα αρχίζει.
Με το κλείσιμο της κάλπης και την εμφάνιση των πρώτων exit polls στις 18:00 Γερμανίας φάνηκαν να επιβεβαιώνονται οι απόψεις όσων έκαναν λόγο για κλείσιμο της ψαλίδας ανάμεσα στα δύο συγκυβερνώντα κόμματα με επαναπατρισμό ψηφοφόρων προς το CDU.
Η τάση των τελευταίων ημερών δεν ήταν όμως αρκετή για να ανατρέψει το αποτέλεσμα, με τον Όλαφ Σολτς να πανηγυρίζει μια καθαρή νίκη (25.7% και 206 έδρες έναντι 24.1% και 196 έδρες).
Στην τρίτη θέση οι Πράσινοι με ποσοστό 14.8% λίγο κάτω του αναμενόμενου και 118 έδρες συνεχίζοντας την δημοσκοπική τους πτώση, με το FDP να έρχεται τέταρτο με 11.5% (92 έδρες) και το ακροδεξιό AfD να ακολουθεί με 10.3% (83 έδρες).
Μεγάλο πλήγμα υπέστη το κόμμα της Aριστεράς «Die Linke» συγκεντρώνοντας ποσοστό 4.9% κάτω του απαιτούμενου 5% για είσοδο του στην Βουλή. Το γεγονός όμως ότι κατάφερε να εκλέξει 3 βουλευτές με απευθείας ψήφο του χάρισε την είσοδο του στην Bundestag από την πίσω πόρτα, με αναλογία βουλευτών επί του ποσοστού του.
Μεγάλο ενδιαφέρον παρουσιάζει και o χάρτης των εκλογικών αποτελεσμάτων.
Η Ένωση κατάφερε να κερδίσει τις περισσότερες απευθείας εκλογές βουλευτών (143), στηριζόμενη κυρίως στους Χριστιανοκοινωνιστές της Βαυαρίας (45 έδρες), διατηρώντας παράλληλα την δύναμη της στον Νότο και στις ανεπτυγμένες περιοχές της δυτικής Γερμανίας.
Οι Σοσιαλδημοκράτες (121 απευθείας έδρες) κυριάρχησαν στην Πρώην Ανατολική Γερμανία με την εξαίρεση της Σαξονίας, στον Βορρά, αλλά και σε κάποιες περιοχές στα δυτικά.
Οι Πράσινοι (16 απευθείας έδρες) έδειξαν να κυριαρχούν στις μεγάλες γερμανικές πόλεις ανεξάρτητα από την γεωγραφική τους θέση, ενώ οι Φιλελεύθεροι σημείωσαν τα μεγαλύτερα τους ποσοστά στην Δυτική Γερμανία, χωρίς όμως να καταφέρνουν κάποια απευθείας εκλογή.
Σε σταθερή πολιτική δύναμη της Ανατολικής Γερμανίας φαίνεται να εξελίσσεται το AfD. Κυριάρχησε στην Σαξονία, εξέλεξε 16 απευθείας βουλευτές, ενώ με ποσοστό 19.1% έρχεται δεύτερο πίσω μόνο από το SPD (26.4%) στα ανατολικά.
Η Αριστερά απώλεσε δυνάμεις σε όλη την χώρα, με τα ποσοστά της στα ανατολικά να παραμένουν μεγαλύτερα από αυτά στα δυτικά, μη μπορώντας όμως σε καμία περίπτωση να συγκριθούν όμως με αυτά του παρελθόντος.
[* Η διαδικασία της εκλογής των βουλευτών έχει ως εξής: – Ο ψηφοφόρος μπορεί με την λεγόμενη «πρώτη ψήφο» (Erststimme) να εκλέξει άμεσα έναν υποψήφιο της εκλογικής του περιφέρειας (Direktmandat), Την έδρα κερδίζει όποιος πάρει τους περισσότερους σταυρούς, και ετσι εκλέγονται οι μισοί από τους 598 βουλευτές της Bundestag ανεξάρτητα από το εάν το κόμμα τους συγκεντρώσει 5% σε ομοσπονδιακό επίπεδο. – Με την «δεύτερη ψήφο» του (Zweitstimme), ο ψηφοφόρος επιλέγει ένα κόμμα, και εκλέγονται οι υπόλοιποι 299 βουλευτές τ αναλόγως του ποσοστού το οποίο έλαβε κάθε κόμμα σε εθνικό επίπεδο ]
Τα σενάρια σχηματισμού κυβέρνησης: Τζαμάικα εναντίον «σηματοδότη»
Στα πιθανά μετεκλογικά σενάρια είχαμε αναφερθεί ήδη από πριν τις εκλογές. Μετά τα αποτελέσματα επιβεβαιώθηκε ότι ο νέος κυβερνητικός συνασπισμός θα αποτελείται εκτός συγκλονιστικού απροόπτου από τρία κόμματα. Αυτό συμβαίνει γιατί τα συγκυβερνώντα κόμματα, τα μόνα που μπορούν να σχηματίσουν δικομματική κυβέρνηση έχουν αποκλείσει το ενδεχόμενο ενός νέου μεγάλου συνασπισμού.
Το νέο δεδομένο από το εκλογικό αποτέλεσμα είναι ότι πλέον έχει αποκλειστεί μία συγκυβέρνηση της κεντροαριστεράς (SPD-Πράσινοι-Αριστερά), καθώς εξαιτίας του χαμηλού ποσοστού της Αριστεράς τα τρία αυτά κόμματα συγκεντρώνουν μαζί 363 έδρες, 5 λιγότερες από τις απαιτούμενες.
Το γεγονός αυτό αποτελεί πλήγμα και για τον Σολτς, ο οποίος εκτός από μία παραπάνω εναλλακτική για συγκυβέρνηση, χάνει ένα σκληρό διαπραγματευτικό χαρτί για τις συνομιλίες που έπονται.
Με τα σημερινά δεδομένα τα δύο επικρατέστερα σενάρια συμπεριλαμβάνουν τόσο τους Πράσινους όσο και τους Φιλελεύθερους στην μελλοντική κυβέρνηση υπό την ηγεσία ενός εκ των δύο μεγάλων κομμάτων. Οποιαδήποτε άλλη περίπτωση περιλαμβάνει συμφωνία SPD-CDU/CSU, η οποία όπως αναφέραμε έχει αποκλειστεί, ενώ όλα τα κόμματα έχουν διαμηνύσει ότι δεν θα συμμετάσχουν σε συζητήσεις με το AfD.
Με την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων ο Σολτς έτρεξε να ξεκαθαρίσει πως η λαϊκή εντολή ήταν ξεκάθαρη και θα κινηθεί το συντομότερο δυνατόν για την δημιουργία της νέας κυβέρνησης αποτελούμενη από τα προαναφερθέντα κόμματα. Σε ερώτηση δημοσιογράφου έθεσε μάλιστα ως στόχο την επίτευξη συμφωνίας μεταξύ των τριών κομμάτων έως τα Χριστούγεννα.
Στον τομέα των εξωτερικών απαντώντας σε ερώτηση Αμερικανού δημοσιογράφου έθεσε ως πρωταρχικό στόχο την ισχυροποίηση της Ευρώπης, ενώ διευκρίνισε ότι θα υπάρχει συνέχεια στην πολιτική των σχέσεων με τις Η.Π.Α..
Από την άλλη μεριά ο Άρμιν Λάσετ παρά την ήττα των Χριστιανοδημοκρατών αξιώνει την συμμετοχή του σε έναν συνασπισμό με του Πράσινους και το FDP. Τα πράγματα όμως δεν είναι τόσο μονοδιάστατα, καθώς ο Μάρκους Ζέντερ, πρόεδρος του αδελφού κόμματος CSU, δήλωσε πως η συμμετοχή στην επόμενη κυβέρνηση δεν είναι αυτοσκοπός, λέγοντας πως θα πρέπει να υπάρξουν παραχωρήσεις από το FDP σε περίπτωση ενδεχόμενης συγκυβέρνησης, διατηρώντας παράλληλα τον πυρήνα των ιδεών κόμματος του. Όπως και να έχει όμως το CDU θα περάσει σε μία περίοδο εσωστρέφειας και επαναχάραξης της πολιτικής του, το αποτέλεσμα ήταν άλλωστε το χειρότερο της ιστορίας του.
Η ανάγνωση του αποτελέσματος και τα ελληνικά κόμματα
Εν τω μεταξύ πληθώρα εγχώριων μέσων, δημοσιογράφων και βουλευτών που πρόσκεινται κυρίως στην αξιωματική αντιπολίτευση και το Κίνημα Αλλαγής έσπευσαν να χαρακτηρίσουν το αποτέλεσμα από νίκη της Σοσιαλδημοκρατίας έως και της Αριστεράς, κάνοντας λόγο για μία αριστερή στροφή στην Ευρώπη.
Η ανάγνωση αυτή του αποτελέσματος αν και έχει κάποια βάση είναι μονοδιάστατη. Σίγουρα η ύπαρξη στην προεκλογική ατζέντα θεμάτων όπως η αύξηση του κατώτατου μισθού και μια πιο κοινωνική πολιτική που είχαν ως σημαία τα τρία κόμματα SPD, Πράσινοι και Die Linke έπαιξε κι αυτή τον ρόλο της.
Αυτό όμως από μόνο του δεν αρκεί. Μην ξεχνάμε πως η Αριστερά κατακρημνίστηκε και οι Πράσινοι έλαβαν μικρότερο ποσοστό απ’ αυτό που περίμενε κανείς λίγους μήνες πριν, αν και αθροιστικά τα τρία κόμματα αυξήσαν τα ποσοστά τους (45.4% έναντι 38.6%). Το εκλογικό αποτέλεσμα φέρει ονοματεπώνυμο: Άρμιν Λάσετ.
Ήδη από τον Απρίλιο είχε φανεί ότι η επιλογή του θα στερούσε πολλές μονάδες στην Ένωση. Η όποια συσπείρωση και μετριασμός των ζημιών επιτεύχθηκε εξαιτίας της πολιτικής φόβου έναντι μίας «αριστερής» κυβέρνησης.
Το αποτέλεσμα των εκλογών θα ήταν σίγουρα διαφορετικό αν στο τιμόνι του CDU/CSU είχε βρεθεί ο Μάρκους Ζέντερ, μία πληθώρα δημοσκοπήσεων άλλωστε το αποδεικνύει. Όχι κυρίως γιατί αυτό θα σήμαινε μία πιο δεξιά στροφή της Ένωσης, άλλα επειδή ο ίδιος ως πρωθυπουργός της Βαυαρίας έδειξε να είναι ικανότερος ηγέτης. Ίσως και ο ικανότερος μεταξύ των Γερμανών πολιτικών σήμερα.
Το αποτέλεσμα βασίζεται λοιπόν, πρώτα σε πρόσωπα και δευτερευόντως στην πολιτική ατζέντα. Το μόνο σίγουρο πάντως είναι ότι αυτό ήταν ένα ηχηρό χτύπημα στην ηγεσία του CDU και στην προσπάθεια της Μέρκελ να επιβάλλει τον συνεχιστή της δικής της πολιτικής. Το χάσμα που χωρίζει την εν λόγω ελίτ με την βάση της συνοψίζεται πολύ καλά στην εμμονή του Σόιμπλε να μην πάρει ο Ζέντερ το χρίσμα για την Καγκελαρία. Ο ίδιος μάλιστα δήλωνε τον Απρίλιο πως τις ψήφους που θα χάσουν με την επιλογή Λάσετ θα καταφέρουν να τις κερδίσουν γρήγορα πίσω…