Ο ομοσπονδιακός πρόεδρος της Γερμανίας Φρανκ-Βάλτερ Σταϊνμάιερ ανακοίνωσε μερικά 24ωρα πριν από την Πρωτοχρονιά του 2025, ότι διαλύει την Μπούντεσταγκ και ορίζει ως ημερομηνία διεξαγωγής εκλογών τις 23 Φεβρουαρίου 2025.
Πρακτικά, εξηγεί η έγκυρη γερμανική εφημερίδα Frankfurter Allgemeine Zeitung, κάνει δεκτό το αίτημα του ομοσπονδιακού καγκελάριου Όλαφ Σολτς που ηγείται και των σοσιαλδημοκρατών (SPD). Ο Σολτς είχε ζητήσει από την Μπούντεσταγκ (γερμανικό κοινοβούλιο) ψήφο εμπιστοσύνης στις 16 Δεκεμβρίου, αφού ο συνασπισμός του SPD, των Πρασίνων και του FDP είχε καταρρεύσει τον Νοέμβριο μετά από μόλις τρία περίπου χρόνια.
Σταϊνμάγερ: Για το καλό της Γερμανίας...
Ο Σολτς δεν κατάφερε να συγκεντρώσει πλειοψηφία για την πρότασή του. Ζήτησε τότε από τον Σταϊνμάγερ να διαλύσει την Μπούντεσταγκ σύμφωνα με το άρθρο 68 του Συντάγματος.
Ο Σταϊνμάγερ δήλωσε ότι έλαβε την απόφαση αυτή επειδή ήταν σαφές, μετά από διαβουλεύσεις με τους αρχηγούς των κομμάτων, ότι δεν υπήρχε συμφωνία μεταξύ των πολιτικών κομμάτων της Γερμανίας για μία πλειοψηφία που θα επέτρεπε σχηματισμός νέας κυβέρνησης στο τρέχον κοινοβούλιο.
«Ακριβώς σε δύσκολους καιρούς όπως αυτοί, η σταθερότητα απαιτεί μια κυβέρνηση ικανή να αναλάβει δράση και μια αξιόπιστη πλειοψηφία στο κοινοβούλιο», δήλωσε κατά την ανακοίνωση που έκανε στο Βερολίνο.
«Ως εκ τούτου, είμαι πεπεισμένος ότι, για το καλό της χώρας μας, οι νέες εκλογές είναι ο σωστός δρόμος».
Με προβάδισμα οι Χριστιανοδημοκράτες στην προεκλογική κούρσα
Ο ομοσπονδιακός πρόεδρος Φρανκ-Βάλτερ Σταϊνμάιερ ανακοίνωσε τελικά στις 27 Δεκεμβρίου 2024, στο Βερολίνο, ότι διαλύει την Μπούντεσταγκ.
Στη συνέχεια ο Σταϊνμάιερ είχε συνομιλίες με τους προέδρους των κοινοβουλευτικών ομάδων και παρατάξεων της Μπούντεσταγκ. Ήθελε να διαπιστώσει αν υπάρχει ακόμη τρόπος να επιτευχθεί μια σταθερή πολιτική πλειοψηφία στην Μπούντεσταγκ.
Ωστόσο, κάτι τέτοιο δεν φαίνεται στον ορίζοντα, ενώ πρόσφατες δημοσκοπήσεις καταγράφουν προβάδισμα για τους Χριστιανοδημοκράτες, σημειώνει την ίδια ώρα το πρακτορείο Bloomberg, καθώς το κόμμα της κεντροδεξιάς (CSU) που βρίσκεται στην αξιωματική αντιπολίτευση δείχνει να ανακάμπτει.
Σύμφωνα με το άρθρο 68 του Συντάγματος της Γερμανίας, ο ομοσπονδιακός πρόεδρος μπορεί να διαλύσει τη Bundestag εντός 21 ημερών, με πρόταση του ομοσπονδιακού καγκελάριου, εάν ο τελευταίος χάσει την ψήφο εμπιστοσύνης.
Το άρθρο 39 ορίζει ότι τότε πρέπει να διεξαχθούν νέες εκλογές εντός 60 ημερών.
Η απώλεια της ψήφου εμπιστοσύνης στον Σολτς ήταν μόλις η έκτη στην ιστορία της Γερμανίας.
Ποιος θα είναι ο επόμενος καγκελάριος;
Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι το κόμμα του Σολτς υπολείπεται κατά πολύ του συντηρητικού μπλοκ της Χριστιανοδημοκρατικής Ένωσης υπό τον Φρίντριχ Μερτς.
Ο σημερινός αντικαγκελάριος Ρόμπερτ Χάμπεκ, από το κόμμα των Πρασίνων, ο μοναδικός εταίρος που απέμεινε στην κυβέρνηση Σολτς, διεκδικεί επίσης το αξίωμα του καγκελάριου - αν και το κόμμα του βρίσκεται πιο πίσω.
Εάν οι πρόσφατες δημοσκοπήσεις επιβεβαιωθούν, η πιθανή επόμενη κυβέρνηση θα έχει ως καγκελάριο τον Μερτς σε συνασπισμό με τουλάχιστον ένα ακόμη κόμμα.
Τα βασικά ζητήματα περιλαμβάνουν τη μετανάστευση, τον τρόπο ανάκαμψης της υποτονικής οικονομίας και τον καλύτερο τρόπο ενίσχυσης της Ουκρανίας στον αγώνα της κατά της Ρωσίας.
Το λαϊκιστικό, αντιμεταναστευτικό κόμμα της ακροδεξιάς, Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD), το οποίο σημειώνει υψηλές επιδόσεις στις δημοσκοπήσεις, έχει προτείνει την Άλις Βάιντελ ως υποψήφια καγκελάριο, αλλά δεν έχει καμία πιθανότητα να αναλάβει τη θέση, επειδή τα άλλα κόμματα αρνούνται να συνεργαστούν με την ακροδεξιά.
Το εκλογικό σύστημα της Γερμανίας παράγει παραδοσιακά συνασπισμούς και οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι κανένα κόμμα δεν πλησιάζει την απόλυτη πλειοψηφία μόνο του. Τις εκλογές αναμένεται να ακολουθήσουν εβδομάδες διαπραγματεύσεων για τον σχηματισμό νέας κυβέρνησης.
πηγές: FAZ, Bloomberg, Associated Press