Γερνάει ποτέ το Πολυτεχνείο; Γερνάνε ποτέ οι σκιές;

«Μας μαχαιρώνουν ήσυχα αυτά που πέρασαν για πάντα».
20 Νοεμβρίου 1973 Πολυτεχνείο
20 Νοεμβρίου 1973 Πολυτεχνείο
Keystone via Getty Images

Γερνάνε ποτέ οι σκιές;

Ο πιο πιστός σύντροφος κάθε ανθρώπου είναι αναμφισβήτητα…η σκιά του, που δεν την αποχωρίζεται ποτέ. Παράλληλα, σε αντίθεση με τον καθρέφτη που δεν λέει ποτέ ψέματα, κάτω από φυσιολογικές συνθήκες, η σκιά μέχρι τα βαθιά γεράματα σε ξεγελάει και σου δίνει μια σταθερή εικόνα του εαυτού σου, η οποία διαφέρει ελάχιστα από αυτήν που έχει κάποιος έφηβος. Πέρασαν σχεδόν 50 χρόνια από τότε.

Και η σκιά συνεχίζει το κυνηγητό της. Από όποια πλευρά κι αν μ’ ακολουθεί.

Κάθε χρόνο η μόνιμη επωδός, η μόνιμη στερεότυπη δήλωση «Το μήνυμα της εξέγερσης του Νοέμβρη πιο επίκαιρο από ποτέ». Η ίδια δήλωση με διάφορες ανεπαίσθητες παραλλαγές από τον εορτασμό της πρώτης επετείου το 1974 μέχρι σήμερα. Αυτά από την μία πλευρά. Τόσο πια ίδιες, κάτι σαν «μία από τα ίδια».

Από την άλλη πλευρά, κάθε χρόνο η μόνιμη αμηχανία ως τον ύστατο εκφυλισμό της «Δεν αντέχω τα παραμύθια. Δεν υπήρξε ούτε ένας νεκρός στο Πολυτεχνείο. Ούτε ένας». Μια αμηχανία και διαστρέβλωση συνάμα, καθώς η προ πολλού ιστορική τεκμηρίωση (2004), ακυρώνει τον παραπάνω ισχυρισμό και τον κατατάσσει στα ιστορικά παραμύθια.

Όμως τα παραμύθια συνοδεύονται από κάποια αποστάγματα ψυχής που μας συνοδεύουν αδιάκοπα έστω και με φθίνουσες ή θολές εικόνες από τα παιδικά ή εφηβικά μας χρόνια, σαν σκιές που μας κυνηγάνε για να μας μαχαιρώνουν ήσυχα γι’ αυτά που πέρασαν για πάντα.

Αποστάγματα ψυχής λοιπόν.

Και να μια ακόμη επετειακή αφορμή για να συζητήσει κανείς με τους φοιτητές του. Αλλά με ποιους άραγε ;

Με τους της συμβατικής εκπαίδευσης που επιμένουν όλο και περισσότερο - καθώς τα χρόνια κυλούν - να χαίρονται την παρατεταμένη εκπαιδευτική τους “αργία” (σχολικά πάρτι για παράδειγμα) αγνοώντας ό,τι πέρα από την μαζική και επιδερμική (συχνά) πληροφόρηση τους έχει παρασχεθεί;

Με τους της ανοικτής εκπαίδευσης που ναι μεν φοιτητές, όντας όμως ενήλικες, είναι εύλογο, το περιεχόμενο της επετειακής αυτής αναφοράς να μοιάζει (από την εκπαιδευτική σκοπιά ιδωμένο) grosso modo αδιάφορο, παράταιρο ως θέμα διαλογικής συζήτησης ή ως πεδίο ανταλλαγής σκέψεων και απόψεων;

Την έζησα εκείνη την εποχή.

Και πέρα από κάποιες προσωπικές διηγήσεις, μαρτυρίες κλπ που έτσι κι αλλιώς δεν είναι της παρούσης, υπάρχουν -εκτιμώ- τρία μικρά αποστάγματα ψυχής που θα άξιζε τον κόπο να συντροφέψουν (αναγνωστικά) κάποιες διαθέσιμες στιγμές σας:

« Ανθρωποφύλακες» του Περικλή Κοροβέση, «Μετώκησεν εις άγνωστον διεύθυνσιν: 114 παράγραφοι» του Βασίλη Βασιλικού, «Μια ιστορία της νύχτας» του Τάσου Δαρβέρη.

Για το τρίτο προτεινόμενο βιβλίο, παραθέτω ένα ασυνήθιστα ενδιαφέρον «βιβλιοκριτικό» κείμενο, που ίσως από μόνο του είναι πιθανό να σας «παρασύρει» ν’ ανατρέξετε στο ιδιαίτερο αφήγημα του Τάσου Δαρβέρη.

Γνωρίζοντας την πιθανή επιφυλακτικότητα των εκάστοτε συνομιλητών μου για την υπάρχουσα διηγηματογραφία γύρω από εκείνη την εποχή, είμαι σε θέση να υπερασπισθώ την άποψη ότι τα τρία αυτά αποστάγματα ψυχής δεν έχουν καμία σχέση μ’ οποιαδήποτε τυχόν επιδερμική η τετριμμένη γραφή τους έχει πιθανόν στο παρελθόν καλλιεργήσει αρνητικές παραστάσεις:

Αν κάποιος/α με ρωτούσε «καλά όλα αυτά, αλλά από ποιο θα μου προτείνατε να ξεκινήσω;», η απάντηση μου θα ήταν «προμηθευτείτε και τα τρία, άλλωστε τα δύο πρώτα είναι ιδιαίτερα μικρής έκτασης, και διαβάστε τα, το καθένα από αυτά, ως φυσική κι αλληλένδετη συνέχεια του ενός με το άλλο: η ροή των κειμένων είναι εξασφαλισμένη».

Αν θέλετε πάλι να περιοριστείτε στην επταετία 1967-74, τότε το «Μια ιστορία της νύχτας» του Τάσου Δαρβέρη αποτελεί μια εξαιρετική επιλογή.

Σαν επιδόρπιο δε, θα πρότεινα το (για μένα «βιβλίο - εικόνισμα») «ΥΓ.» του Μανόλη Αναγνωστάκη, εκδόσεις Νεφέλη.

Κάπως έτσι ίσως να γερνάει το Πολυτεχνείο, σαν τις σκιές: μας μαχαιρώνουν ήσυχα αυτά που πέρασαν για πάντα.

***

Μιχάλης Κονιόρδος, Καθηγητής Τμήματος Διοίκησης Τουρισμού στο Πανεπιστήμιο Δυτικής Αττικής

Δημοφιλή