Μια «ξαφνική αύξηση» της περιεκτικότητας σε αλάτι στον ποταμό Όντερ επέφερε την εμφάνιση μιας τοξικής άλγης και προκάλεσε φέτος το καλοκαίρι τον θάνατο εκατοντάδων τόνων ψαριών, αναφέρει η έκθεση Γερμανών εμπειρογνωμόνων, που δημοσιεύθηκε την Παρασκευή, 30 Σεπτεμβρίου.
«Η πιο πιθανή αιτία για το θάνατο των ψαριών στον Όντερ είναι μια ξαφνική αύξηση της αλατότητας που, σε συνδυασμό με άλλους παράγοντες, προκάλεσε τη μαζική εξάπλωση μιας άλγης των υφάλμυρων υδάτων που είναι τοξική για τα ψάρια», εξηγεί η έκθεση αυτή που παρουσιάσθηκε σήμερα από το γερμανικό υπουργείο Περιβάλλοντος.
Η άλγη αυτή, με την ονομασία Prymnesium parvum, «παράγει μια τοξική ουσία που είναι θανατηφόρα για τα ψάρια και άλλους υδρόβιους οργανισμούς», προστίθεται στην έκθεση.
Φέρεται ότι εμφανίσθηκε έπειτα από μια συγκέντρωση αλατιού, που παραμένει ανεξήγητη, και προκάλεσε φέτος το καλοκαίρι το θάνατο περίπου 300 τόνων ψαριών στον ποταμό αυτό στα σύνορα της Γερμανίας με την Πολωνία.
Όπως αναφέρεται στην έκθεση αυτή, «οι εμπειρογνώμονες αναγκάσθηκαν να αφήσουν ανοιχτό το ποια ήταν η αιτία αυτής της ασυνήθιστα υψηλής αλατότητας».
«Επίσης δεν γνωρίζουμε πώς η άλγη των υφάλμυρων υδάτων, την οποία βρίσκουμε κανονικά σε παράλια ύδατα, βρέθηκε στην ενδοχώρα», προσθέτουν οι εμπειρογνώμονες σε ανακοίνωση που δόθηκε στη δημοσιότητα από το υπουργείο Περιβάλλοντος.
Την, Πέμπτη, οι πολωνικές αρχές είχαν κι αυτές επισημάνει, σε μια προκαταρκτική έκθεση, το ρόλο της άλγης σ′ αυτή την εκατόμβη και είχαν αποκλείσει οποιοδήποτε βιομηχανικό αίτιο για την ξαφνική υποβάθμιση των υδάτων του ποταμού.
Όμως για τη Γερμανίδα υπουργό Περιβάλλοντος, την οικολόγο Στέφι Λέμκε, την οποία επικαλείται η ανακοίνωση, αυτή «η σοβαρή περιβαλλοντική καταστροφή» έχει αναμφίβολα «προκληθεί από ανθρώπινες δραστηριότητες».
Οι αιτίες αυτής της υψηλής αλατότητας, που αποτέλεσε το «πρωταρχικό έναυσμα» της περιβαλλοντικής καταστροφής, «δεν είναι σαφείς», γράφουν εντούτοις οι γερμανοί εμπειρογνώμονες, για τους οποίους «πολυαιτιακοί μηχανισμοί δράσης» προκάλεσαν το θάνατο των ψαριών.
Σύμφωνα με τους ίδιους, οι απαραίτητες συνθήκες για τη διάδοση φυκιών υπήρξαν το καλοκαίρι στον Όντερ, καθώς οι βροχοπτώσεις ήταν λίγες και η στάθμη των υδάτων χαμηλή.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ-AFP