Γεγονότα που οδήγησαν στην τουρκική εισβολή του 1974

Και η έμπνευση της διχοτομικής Διζωνικής Δικοινοτικής Ομοσπονδίας.
Κύπρος 1975 Ένα χρόνο μετά την τουρκική εισβολή μια μάνα με τη φωτογραφία του αγνοούμενου γιού της.
Κύπρος 1975 Ένα χρόνο μετά την τουρκική εισβολή μια μάνα με τη φωτογραφία του αγνοούμενου γιού της.
via Associated Press

Παρόλο που είναι κοινώς αποδεκτό ότι το πραξικόπημα της 15ης Ιουλίου 1974 έστρωσε κόκκινο χαλί για την τουρκική εισβολή στην Κύπρο, οφείλουμε να αρχίσουμε με το εξής: Η Τουρκία, αν δεν έβρισκε αφορμή για να εισβάλει και να κατακτήσει κομμάτι του νησιού, θα την δημιουργούσε, με ή χωρίς την προδοτική Χούντα των Συνταγματαρχών. Η Τουρκία, πολύ πριν το 1974, είχε θέσει ως στόχο την κατάληψη της Κύπρου ή, μάλλον, την επανάκτηση της Κύπρου, σύμφωνα με το σχέδιο του δρος Νιχάτ Ερίμ, του συνταγματολόγου και πολιτικού που χάραξε την τουρκική πολιτική επί του κυπριακού ζητήματος.

Ο δρ Ερίμ, με δύο υπομνήματά του προς την τότε κυβέρνηση Μεντερές, το έτος 1956 και ενώ στην Κύπρο συνεχιζόταν ο εθνικοαπελευθερωτικός αγώνας της ΕΟΚΑ, υποστήριξε ότι η απαίτηση της Τουρκίας για επιστροφή ολόκληρης της Κύπρου –η οποία, το 1878, είχε παραχωρηθεί στη Βρετανική Αυτοκρατορία– δεν είχε πιθανότητες επιτυχίας, αφού δεν θα έβρισκε τα απαραίτητα διεθνή ερείσματα. Έτσι, κατέθεσε το περίφημο σχέδιο επανάκτησης της Κύπρου, σύμφωνα με το οποίο, στο αίτημα των Ελληνοκυπρίων για Ένωση με την Ελλάδα, η Τουρκία θα αντιπαρέτασσε αίτημα για χωριστή αυτοδιάθεση Ελλήνων και Τούρκων της Κύπρου, πράγμα που θα οδηγούσε στη διχοτόμηση. Το σχέδιο του Νιχάτ Ερίμ, ο οποίος ήταν μέλος της τουρκικής αντιπροσωπείας στις συμφωνίες Ζυρίχης-Λονδίνου αλλά και εκπρόσωπος της τουρκικής κυβέρνησης για σύνταξη και επεξεργασία του συντάγματος της Κυπριακής Δημοκρατίας, αποτελεί την πρώτη αναφορά σε διχοτόμηση του νησιού.

Επί τούτου, σημειώνεται η αναφορά του δρος Ερίμ:

«...Η αρχή της αυτοδιάθεσης θα πρέπει να εφαρμοσθεί αφού πρώτα μετακινηθεί ο ελληνικός πληθυσμός, ώστε να υπάγεται στη διοίκηση της αρεσκείας του. Θα πρέπει να επιδιωχθεί η ελεύθερη μετάβαση Τούρκων προς την Κύπρο. Αφού η Τουρκία λάβει τα μέτρα της, το σύνολο του τουρκικού πληθυσμού μπορεί να αυξηθεί στον αριθμό που ανερχόταν επί Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Τότε μόνο δεν θα ανησυχεί για την έκβαση του δημοψηφίσματος που θα γίνει είτε για τον καθορισμό του συνόλου της νήσου είτε της διχοτόμησης».

Η ιστορία του εποικισμού στην Κύπρο είχε ξεκινήσει από το 1955 και την Τριμερή Διάσκεψη στο Λονδίνο (όπου Ελλάδα και Βρετανία αποδέχτηκαν ως συνομιλητή για το Κυπριακό την Τουρκία), όταν ο Τούρκος υπουργός Εξωτερικών Φατίν Ζορλού είπε στον Βρετανό ομόλογό του, Χάρολντ ΜακΜίλαν, ότι στην Τουρκία υπήρχαν 300.000 Τούρκοι –με κυπριακή δήθεν καταγωγή– που είχαν το δικαίωμα επιστροφής. Το 1956, ο Βρετανός υπουργός Αποικιών Άλαν Λένοξ Μπόιντ, δήλωσε στη Βουλή των Κοινοτήτων ότι «σε τελική λύση του Κυπριακού δεν θα αποκλείεται η διχοτόμηση και η ξεχωριστή αυτοδιάθεση στους Τούρκους της Κύπρου και στους Έλληνες της Κύπρου»[1].

Από τη Volkan στην ΤΜΤ

Αξίζει δε να σημειωθεί ότι η εμπλοκή της Τουρκίας στα του κυπριακού ζητήματος είχε «αναγνωριστεί» το 1955 στο Λονδίνο και άρχισε να εδραιώνεται κατά τη διάρκεια του αγώνα της ΕΟΚΑ. Οι βρετανικές αποικιακές δυνάμεις, στη βάση του αγγλόπνευστου «διαίρει και βασίλευε» και της παραπάνω αναφοράς του υπουργού Αποικιών, άρχισαν να σπέρνουν διχοτομικές έριδες μεταξύ των Κυπρίων και η Τουρκία το εκμεταλλεύτηκε πλήρως. Η συμμετοχή Τούρκων της Κύπρου ως επικουρικών αστυνομικών στις διαταγές της αποικιακής κυβέρνησης έδωσε την ευκαιρία να δημιουργηθούν και οι πρώτες τρομοκρατικές ομάδες στο νησί.

Αρχικά συστάθηκε η οργάνωση «Volkan» (=ηφαίστειο), η οποία εμφανίστηκε το 1955 ως αντίδραση στον αγώνα της ΕΟΚΑ και με σκοπό την παρεμπόδιση της Ένωσης και την προβολή της διχοτόμησης (=ταξίμ). Η Volkan οργάνωσε συγκεντρώσεις και μαζικές διαδηλώσεις κατά της Ένωσης της Κύπρου με την Ελλάδα και υπέρ της διχοτόμησης αλλά ποτέ δεν έγιναν γνωστοί οι επικεφαλής της, ίσως και λόγω κάλυψης από την ίδια τη βρετανική αποικιοκρατία. Σύμφωνα με τον αρχηγό της ΕΟΚΑ, Γεώργιο Γρίβα, «η οργάνωση των Τούρκων της Κύπρου δρούσε με την ανοχή και υποστήριξη των Άγγλων[2] καθώς πολλά μέλη της Volkan ήταν «ειδικοί αστυνομικοί» (επικουρικοί) τους οποίους είχαν επιστρατεύσει οι Άγγλοι.

Η οργάνωση αυτή μετονομάστηκε σε Τ.Μ.Τ. (Türk Mukavemet Teşkilatı = Οργάνωση Τούρκων Αγωνιστών), στις 28 Νοεμβρίου 1957, με ξεκάθαρη πια εμπλοκή της άτυπης ηγεσίας των Τουρκοκυπρίων και της τουρκικής κυβέρνησης. Ο δρ Φαζίλ Κουτσιούκ, μετέπειτα αντιπρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας, και ο Ραούφ Ντενκτάς, μετέπειτα κατοχικός ηγέτης και ιδρυτής του ψευδοκράτους, συναντήθηκαν στην Άγκυρα με τον πρόεδρο Τζελάλ Μπαγιάρ, τον πρωθυπουργό Αντνάν Μεντερές και τον υπουργό Εξωτερικών Φατίν Ζορλού, ζητώντας βοήθεια για να αντιμετωπιστεί η ΕΟΚΑ. Ο τελευταίος πρότεινε να οργανωθούν οι Τουρκοκύπριοι στο πλαίσιο της ΤΜΤ, να εκπαιδευτεί προσωπικό στην Τουρκία και να μεταφερθούν κρυφά όπλα στο νησί.

Με επίσημο σύμβολο τον γκρίζο λύκο και πρώτη παραλαβή οπλισμού τον Αύγουστο του 1958, η ΤΜΤ διέπραξε πολλές επιθέσεις εναντίον της ΕΟΚΑ και άμαχου ελληνικού πληθυσμού, ενώ συνέχισε τη δράση της και μετά την ανεξαρτησία. Στόχος της δεν ήταν μόνο οι Έλληνες της Κύπρου αλλά και Τουρκοκύπριοι που εργάζονταν για την ειρήνη στο νησί, όπως οι Αϊχάν Χικμέτ, Αχμέτ Γκιουργκάν και Ντερβίς Αλή Καβάζογλου – ο τελευταίος δολοφονήθηκε μαζί με τον Κώστα Μισιαούλη στη Λευκωσία. Η ΤΜΤ έπαιξε πρωταγωνιστικό ρόλο στην τουρκανταρσία του 1963, όταν οι Τουρκοκύπριοι αποχώρησαν από τη νεοσύστατη Κυπριακή Δημοκρατία, και συνέχισε τη δράση της μέχρι και το 1976.

Τα παραπάνω είναι σημαντικά για να γίνει αντιληπτό ότι η Τουρκία δεν περίμενε τη Χούντα, την ΕΟΚΑ Β΄ και το πραξικόπημα για να εισβάλει στο νησί. Τον Αύγουστο του 1964, καταγράφεται ο βομβαρδισμός της Τηλλυρίας με βόμβες ναπάλμ από τουρκικά αεροσκάφη, ενώ επί του εδάφους η διχοτόμηση είχε επιτελεστεί. Στο νησί είχαν φτάσει οι πρώτες δυνάμεις του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών, με κεντρικό ρόλο να παίζουν οι βρετανικές δυνάμεις οι οποίες εμπνεύστηκαν και τη χάραξη της Πράσινης Γραμμής, ήδη από το 1964. Ήταν τότε που κατέστη υποχρεωτική η αποστολή ελληνικού στρατού στην Κύπρο, πέραν των 950 στρατιωτών της Ελληνικής Δύναμης Κύπρου που υπήρχαν εκεί από την ανεξαρτησία. Η μυστική αποστολή 8.500 χιλιάδων ανδρών, με 3 συντάγματα πεζικού, 2 μοίρες καταδρομών και 2 ίλες αρμάτων ολοκληρώθηκε στις 20 Οκτωβρίου 1964.

Άρον άρον προδοσία από τη Χούντα

Ωστόσο, η «ελληνόψυχη» Χούντα των Συνταγματαρχών, που δεν έχανε ευκαιρία να ρητορεύει για την ελληνική Κύπρο, απέσυρε τη Μεραρχία άρον άρον, τον Δεκέμβριο του 1967. Είχαν βεβαίως προηγηθεί οι ελληνοτουρκικές συνομιλίες στον Έβρο, με τους δικτάτορες να επιδιώκουν διμερή συμφωνία με την Τουρκία, ακόμα και ομοσπονδία, προκειμένου να «γλυτώσουν» από τον Πρόεδρο Μακάριο. Εξάλλου, οι ΗΠΑ, αν και ευνοούσαν ελληνοτουρκική συμφωνία για την ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα (και οφέλη στην Τουρκία) δεν ήταν διατεθειμένες να παίξουν ενεργό ρόλο στην αναζήτηση λύσης μετά την εμπειρία του σχεδίου Άτσεσον, το 1964. Είχαν βρεθεί τότε στο επίκεντρο διαμάχης μεταξύ των συμμάχων τους σε Αθήνα και Άγκυρα και δεν θα έδιναν την ευκαιρία στη Σοβιετική Ένωση να αναλάβει κάποιο ρόλο. Η δε Μόσχα προειδοποιούσε τις δυτικές δυνάμεις ότι δεν θα επέτρεπε την επιβολή λύσης που θα εξυπηρετούσε τα δυτικά στρατηγικά συμφέροντα.

Η αδυναμία της Χούντας να αποκτήσει ρεαλιστική αντίληψη των δεδομένων του Κυπριακού και η ουσιαστικά ψευδεπίγραφη πολιτική της ένωσης, οδήγησαν στα γεγονότα της 15ης Ιουλίου και στο πραξικόπημα εναντίον του Προέδρου Μακαρίου. Στις 20 Ιουλίου 1974, η Τουρκία εισέβαλε στρατιωτικά στην Κύπρο, παραβιάζοντας κάθε κανόνα της διεθνούς νομιμότητας και αντιμετωπίζοντας έναν διχασμένο λαό και έναν προδομένο στρατό, την ώρα που η Ελλάδα πανηγύριζε την έναρξη της μεταπολίτευσης. Την πρώτη φάση της εισβολής ακολούθησε και δεύτερη, κατά την οποία καταλήφθηκε η πόλη της Αμμοχώστου. Είχε προηγηθεί η κατάληψη της Κερύνειας, στις 22 Ιουλίου, και πολλών άλλων περιοχών, ακόμα και υπό καθεστώς εκεχειρίας. Η Τουρκία έθεσε υπό παράνομη στρατιωτική κατοχή πέραν του 36% του εδάφους της Κυπριακής Δημοκρατίας, το οποίο κατέχει μέχρι σήμερα.

Ως αποτέλεσμα της τουρκικής εισβολής και κατοχής, 162.000 Ελληνοκύπριοι εκτοπίστηκαν και παραμένουν πρόσφυγες μέχρι σήμερα, αυτοί, τα παιδιά και τα εγγόνια τους. Μέχρι το τέλος του 1975 δε, η συντριπτική πλειονότητα των Τουρκοκυπρίων υποχρεώθηκε να μετακινηθεί στο υπό τουρκική κατοχή έδαφος.

Από το 1974, η Τουρκία εφαρμόζει συστηματική πολιτική εκτοπισμού του κατεχόμενου τμήματος της Κύπρου και, σε συνδυασμό με την καταστροφή της πολιτιστικής κληρονομιάς και την παράνομη αλλαγή των γεωγραφικών τοπωνυμίων, στοχεύει στην εξάλειψη κάθε ελληνικού και χριστιανικού στοιχείου και εν τέλει στην τουρκοποίηση της περιοχής. Σε πλήρη συνάρτηση με τον στόχο της διχοτόμησης, στις 15 Νοεμβρίου 1983, το κατοχικό καθεστώς προχώρησε σε μονομερή αποσχιστική ανακήρυξη του ψευδοκράτους.

Το όραμα του δρος Ερίμ και το δικό μας

Τρία χρόνια μετά την τουρκική εισβολή, το τουρκικό σχέδιο επανάκτησης της Κύπρου, που περιγράψαμε παραπάνω, κατεγράφη ως στόχος για την επίλυση του κυπριακού ζητήματος. Με τις συμφωνίες υψηλού επιπέδου μεταξύ Μακαρίου-Ντενκτάς και Κυπριανού-Ντενκτάς, το 1977 και το 1979 αντίστοιχα, παρόλο που δεν δεσμεύουν νομικά τις δύο πλευρές, προβλέπεται μια «ανεξάρτητη, αδέσμευτη, δικοινοτική ομοσπονδιακή δημοκρατία». Στη βάση αυτών των συμφωνιών και με την αποδοχή διζωνικότητας λόγω της φράσης «το έδαφος κάτω από τη διοίκηση κάθε κοινότητας θα πρέπει να συζητηθεί στο φως της οικονομικής βιωσιμότητας και παραγωγικότητας και ιδιοκτησίας γης», βαδίζουν μέχρι σήμερα οι ηγεσίες μας, σε Ελλάδα και Κύπρο, στη βάση αυτών των συμφωνιών δημιουργήθηκε και κατατέθηκε το σχέδιο Ανάν, το οποίο απορρίφθηκε από τον κυπριακό ελληνισμό στις 24 Απριλίου 2004, με συντριπτική πλειοψηφία.

Στο διά ταύτα, αν και η τουρκική πλευρά, διά στόματος του προέδρου Ερντογάν, αλλά και του παρόντος κατοχικού ηγέτη Ερσίν Τατάρ, αρνείται πλέον κάθε συζήτηση για ομοσπονδία προκρίνοντας λύση δύο κρατών, η ηγεσία της Κυπριακής Δημοκρατίας εμμένει σε επανέναρξη των διαπραγματεύσεων στη βάση της διχοτομικής ΔΔΟ και η Αθήνα συμπαρίσταται. Πενήντα χρόνια μετά την τουρκική εισβολή, οι αντιστάσεις παραμένουν ισχνές και ένα πανεθνικό όραμα απελευθέρωσης και αυτοδιάθεσης άφαντο μπροστά σε μια Τουρκία αδηφάγα, αναθεωρητική και ασταμάτητα επεκτατική.

[1] Έτσι κατέστρεψαν την Κύπρο, Αδούλωτη Κύπρος, Λευκωσία 1992.

[2] Απομνημονεύματα αγώνος ΕΟΚΑ, Γεώργιος Γρίβας Διγενής, σσ. 46-48.

Δημοφιλή