Για μια φιλόδοξη στρατηγική διεθνοποίησης του ΑΠΘ

Το μέλλον διεθνοποίησης του ΑΠΘ βρίσκεται στην έμφαση στην ποιότητα
Aerial view of the Aristotle University of Thessaloniki, Greece
Aerial view of the Aristotle University of Thessaloniki, Greece
ptsar via Getty Images

Στις 20 Νοεμβρίου η Σύγκλητος του ΑΠΘ ενέκρινε κατά πλειοψηφία την ίδρυση αγγλόφωνου Προπτυχιακού Προγράμματος Σπουδών του Τμήματος Ιατρικής σύμφωνα με το ν.46192/2020. Το πρόγραμμα σχεδιάστηκε για να δεχθεί 360 φοιτητές και τα τέλη φοίτησης ανέρχονται στα 72.000 Ευρώ για τα έξη έτη φοίτησης.

Στην Πρόταση Ακαδημαϊκής Πιστοποίησης που κατατέθηκε από το Τμήμα Ιατρικής αναφέρεται, μεταξύ άλλων, ότι το πρόγραμμα θα συμβάλει στην «καταπολέμηση της εσωστρέφειας» και στην «αναμόρφωση του Τμήματος μέσα από μια διαδικασία εισροής επιπλέον πόρων, ανεξάρτητης από τον κρατικό προϋπολογισμό». Η απόφαση της Συγκλήτου προκάλεσε αντιπαραθέσεις εντός του ΑΠΘ και αρκετά δημοσιεύματα.

Τα βασικότερα σημεία της αντιπαράθεσης αφορούν το ρόλο του δημόσιου πανεπιστημίου, τον τρόπο υπολογισμού των 72.000 Ευρώ, το ύψος των πρόσθετων αμοιβών που θα αποκομίσουν τα μέλη ΔΕΠ και τους νόμιμους τρόπους βάσει των οποίων εύποροι αλλοδαποί θα εξασφαλίσουν μια θέση στην Ιατρική Σχολή μέσω των 72.000 Ευρώ αντί μέσω των 19.000 μορίων στις Πανελλαδικές Εξετάσεις, τον κίνδυνο υπονόμευσης της ποιότητας σπουδών για τους φοιτητές που πέρασαν με τα 19.000 μόρια. Πολλά από αυτά τα ζητήματα θα τα δούμε στις πραγματικές τους διαστάσεις όταν λειτουργήσει το πρόγραμμα και διαπιστώσουμε ποιοι θα είναι οι εισακτέοι, ποιες θα είναι οι απολαβές των διδασκόντων, ποια θα είναι τα οφέλη αλλά και η επιβάρυνση των υποδομών κλπ. Επιπλέον όλων αυτών, υποστηρίζω ότι η ίδρυση ξενόγλωσσων προπτυχιακών προγραμμάτων σπουδών με απεύθυνση στην παγκόσμια ακαδημαϊκή αγορά θα έχει ελάχιστη συμβολή στη διεθνοποίηση του ΑΠΘ και στην οικονομική ενίσχυση του πανεπιστημίου.

Όλες οι σχετικές μελέτες προβλέπουν ότι δεν θα υπάρξει στο άμεσο μέλλον επιστροφή στους ρυθμούς αύξησης των διεθνών φοιτητών της περιόδου 1995 – 2005. Δεν είναι μόνο η πανδημία, είναι και οι συνέπειες της διεθνούς οικονομικής κρίσης που προϋπήρξε της πανδημίας. Παράλληλα, η τηλεκπαίδευση βελτιώνεται με ταχύτητες που περιορίζουν δραματικά τη μετακίνηση των προπτυχιακών φοιτητών. Διαμορφώνεται μια κατάσταση όπου ένας προπτυχιακός φοιτητές θα παίρνει πτυχίο ακόμα και ενός μεγάλου διεθνούς πανεπιστημίου χωρίς να ξενιτεύεται.

Με αυτά τα δεδομένα, η επιδίωξη εξασφάλισης πόρων από δίδακτρα αφενός είναι φρούδα και αφετέρου υπονομεύει το αίτημα περαιτέρω ενίσχυσης του ΑΠΘ μέσω του κρατικού προϋπολογισμού. Επιπλέον, σίγουρα δεν μπορεί να υποστηριχθεί στα σοβαρά ότι 360 επιπλέον φοιτητές θα συμβάλλουν στην οικονομία της Θεσσαλονίκης. Το μέγεθος είναι απειροελάχιστο συγκριτικά με τους 110.000 φοιτητές που συγκεντρώνουν τα τρία πανεπιστήμια της πόλης. Προσπάθειες προσέλκυσης διεθνών σπουδαστών και φοιτητών έχουν επιχειρηθεί από Κολλέγια που παρέχουν αγγλόφωνα προγράμματα σπουδών, στην Αθήνα και στη Θεσσαλονίκη αλλά και από το Ελληνικό Διεθνές Πανεπιστήμιο. Παρά την αξιοσύνη των ανθρώπων του Διεθνούς Πανεπιστημίου και παρά τα απίθανα μεγάλα ποσά που δαπανήθηκαν στις διεθνείς διαφημιστικές καμπάνιες των Κολλεγίων, δεν υπήρξε σημαντική προσέλκυση διεθνών φοιτητών και σπουδαστών. Οι λόγοι είναι δομικοί.

Από το 17ο αιώνα τα πανεπιστήμια των αυτοκρατορικών δυνάμεων προσέλκυαν φοιτητές από όλον τον κόσμο. Οι μεταπολεμικές εξελίξεις δημιούργησαν επιπλέον διεθνείς ακαδημαϊκές εστίες (ΗΠΑ, τ. ΕΣΣΔ, Κίνα, Καναδάς). Οι διεθνείς φοιτητές που έχουν οικονομικές δυνατότητες ή λαμβάνουν υποτροφίες λόγω επιδόσεων δεν θα επιλέξουν ούτε την τηλεκπαίδευση, ούτε το καλύτερο πανεπιστήμιο στην Ελλάδα. Θα πάνε στις πανεπιστημιουπόλεις των από αιώνες εδραιωμένων στο διεθνές ακαδημαϊκό στερέωμα πανεπιστημίων. Δεν είναι μόνο το θέμα της ποιότητας των σπουδών, είναι οι εμπειρίες ζωής και το κοινωνικό κεφάλαιο που εγκολπώνει η φοίτηση στο Παρίσι, την Χαϊδελβέργη, τη Βιέννη, την Οξφόρδη, το Χούμπολντ, το Καίμπριτζ, την Ουτρέχτη, την Εξ-αν-Προβάνς, το Χάρβαρντ, το Γέϊλ, το Μόντρεαλ… Οι υπόλοιποι διεθνείς φοιτητές που δεν θα επιλέξουν την τηλεκπαίδευση έχουν τη δυνατότητα φοίτησης στα αγγλόφωνα ιδιωτικά πανεπιστήμια που ιδρύθηκαν τις τελευταίες δύο δεκαετίες σε χώρες της περιφέρειας. Όπως αποδεικνύεται από όλες τις διεθνείς αξιολογήσεις, τα νέα αυτά ιδιωτικά πανεπιστήμια της περιφέρειας έχουν ελάχιστο αποτύπωμα ερευνητικής παραγωγής και συνιστούν μια νέο-αποικιακή εκδοχή τριτοβάθμιας εκπαίδευσης χαμηλής ποιότητας. Απευθύνονται προνομιακά σε ένα κοινό πέραν των ευρωπαίων φοιτητών για τους οποίους οι προπτυχιακές σπουδές είναι, εντός της ΕΕ, δωρεάν ή απαιτούν ένα μηδαμινό συμβολικό τέλος εγγραφής. Είναι κοινό μυστικό ότι όσοι επιδιώκουν ένα «εύκολο» πρώτο πτυχίο φοιτούν σε αυτά τα αγγλόφωνα ιδιωτικά πανεπιστήμια. Δεδομένου ότι οι σπουδές στο ΑΠΘ παρασάγγας απέχουν από τις «ακαδημαϊκές διευκολύνσεις» που παρέχουν τα νεότευκτα ιδιωτικά πανεπιστήμια της περιφέρειας, είναι αδύνατο να τα «ανταγωνιστεί» στην προσέλκυση φοιτητών.

Το ΑΠΘ μπορεί και οφείλει να στραφεί σε στρατηγικές διεθνοποίησης περισσότερο φιλόδοξες από τα αγγλόφωνα προγράμματα προπτυχιακών σπουδών της διεθνούς ακαδημαϊκής αγοράς. Το ΑΠΘ είναι ένα μεγάλο πανεπιστήμιο με εντυπωσιακές διεθνείς επιδόσεις σε πολλούς επιστημονικούς τομείς. Σε αυτό το πλαίσιο απορεί κανείς για την επίκληση της ύπαρξης «εσωστρέφειας» που αναφέρεται στην Πρόταση Ακαδημαϊκής Πιστοποίησης του αγγλόφωνου προπτυχιακού προγράμματος σπουδών. Η δυναμική πορεία διεθνοποίησης του ΑΠΘ μπορεί σίγουρα να ενισχυθεί περαιτέρω κεφαλαιοποιώντας τα συγκριτικά του πλεονεκτήματα στον τομέα της έρευνας, θέτοντας ως προτεραιότητα το όφελος των επιστημών και των τεχνών, την ανάπτυξη και την κοινωνική δικαιοσύνη, ενισχύοντας το Σχολείο Ελληνικής Γλώσσας και αξιοποιώντας στο έπακρο τις δυνατότητες της ευρωπαϊκής σύμπραξης πανεπιστημίων EPICUR.

Το ΕPICUR είναι ένα από τα πρώτα 17 δίκτυα όπου οκτώ κορυφαία πανεπιστήμια από έξι χώρες της ΕΕ συμπράττουν αποσκοπώντας σε κοινά πανευρωπαϊκά προγράμματα σπουδών και πτυχία. Το ΑΠΘ μπορεί να γίνει το πρώτο ελληνικό πανεπιστήμιο που θα παρέχει ουσιαστικά διεθνοποιημένες προπτυχιακές σπουδές εγγυημένες από ένα πανευρωπαϊκό πανεπιστημιακό δίκτυο.

Το δυνατό «χαρτί» του ΑΠΘ είναι τα ερευνητικά επιτεύγματα της ακαδημαϊκής του κοινότητας που εγγυώνται το ισχυρό διεθνές κύρος των προγραμμάτων σπουδών του. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι οι μεταπτυχιακές και διδακτορικές σπουδές συνιστούν προνομιακό πεδίο δραστηριοποίησης ξενόγλωσσων -και όχι μόνο αγγλόφωνων- προγραμμάτων για το ΑΠΘ. Λόγω της στενής σύνδεσης τους με την έρευνα δύναται να προσελκύσουν αξιόλογους Ευρωπαίους και διεθνείς φοιτητές που δεν θέλγονται μόνο από το κοινωνικό κεφάλαιο ενός τίτλου σπουδών αλλά αποσκοπούν σε πρωτοπόρες «hands on» σπουδές πέρα από την τηλεκπαίδευση. Το μέλλον διεθνοποίησης του ΑΠΘ βρίσκεται στην έμφαση στην ποιότητα και όχι στην ποσότητα των αλλοδαπών φοιτητών, στην έρευνα και όχι απλά στην παροχή εκπαιδευτικών υπηρεσιών, στις στενότερες επαφές με την ακαδημαϊκή και ερευνητική κοινότητα της ελληνικής διασποράς, στο ευρωπαϊκό ακαδημαϊκό συγκείμενο κοινών προγραμμάτων σπουδών του δικτύου ΕPICUR και όχι στο δήθεν Ελντοράντο της παγκόσμιας αγοράς προπτυχιακών προγραμμάτων σπουδών.

Δημοφιλή