Το μαγνητόφωνο έγραψε μια ώρα και δέκα λεπτά. Μέσα σε αυτό το σύντομο χρονικό διάστημα ο Γιάννης Τσεκλένης αφηγήθηκε εν συντομία αλλά με πάθος και χωρίς παύσεις, τη δημιουργική, πολυετή του πορεία στο χώρο της μόδας.
Πρόκειται για την πιο εμβληματική προσωπικότητα της ελληνικής μόδας, έναν πολυπράγμονα άνθρωπο που έχει ασχοληθεί από τον σχεδιασμό υφασμάτων, αεροπλάνων και άλλων μέσων μεταφοράς, μέχρι τη φωτογραφία, την αρχιτεκτονική εσωτερικών χώρων, τη διοίκηση επιχειρήσεων. Ένας οραματιστής που έφερε νέες προτάσεις στη μόδα και γνώρισε γρήγορα παγκόσμια επιτυχία με αφετηρία την Ελλάδα, σχεδίασε ενδύματα και ανέδειξε το glamour κυρίως στη δεκαετία του ’60. Συνεργάστηκε με δημοφιλείς οίκους μόδας, η ταυτότητά του με την οποία έγινε γνωστός, ήταν οι σύγχρονες θεματικές συλλογές και το όνομά του συνδέεται με την άνοδο της ελληνικής κλωστοϋφαντουργίας και πτώση της εγχώριας βιομηχανικής μόδας.
Η πλούσια διαδρομή του Τσεκλένη στη μόδα, από την αρχή της καριέρας του το 1965 έως το 1991 που αποχώρησε από το χώρο, παρουσιάζεται σε μια μεγάλη αναδρομική έκθεση αφιερωμένη σε αυτόν, την οποία διοργανώνει το Πελοππονησιακό Λαογραφικό Ίδρυμα σε συνεργασία με την γκαλερί ΦΟΥΓΑΡΟ στο Ναύπλιο. Οι επισκέπτες θα έχουν την ευκαιρία να παρακολουθήσουν 685 ενδύματα, 978 σχέδια και μακέτες και σπάνιο οπτικοακουστικό υλικό από το προσωπικό αρχείο του σχεδιαστή.
Λίγο πριν την έκθεση, ο κ.Τσεκλένης μιλάει στη HuffPost Greece για τα πρώτα του σχέδια, τις επιτυχίες και αποτυχίες και την επερχόμενη αναδρομική έκθεση για το έργο του.
«Μην αφήσεις τη μόδα»
Δούλευα στο οικογενειακό κατάστημα υφασμάτων από πάρα πολύ μικρός, κάπου 14 χρονών και με ένσημα. Εκεί είχα αποκτήσει μια μεγάλη πείρα από τα τεκταινόμενα στη διεθνή μόδα, από πλευράς υφασμάτων. Bλέπαμε όλες τις πολύ καλές συλλογές της Ευρώπης και από εκεί παραγγέλναμε-με δυσκολίες βέβαια- μικρές ποσότητες για τους ελληνικούς οίκους. Αυτό συνέβαινε ένα χρόνο πριν εμφανιστούν και χρησιμοποιηθούν τα υφάσματα από τους γαλλικούς οίκους.
Ο πατέρας μου, μου ζήτησε να φύγω μετά το σχολείο για να σπουδάσω υφαντουργός στην Αγγλία-το θεώρησα άτοπο. Δηλαδή δεν είχα πρόγνωση ότι θα εξαφανιστεί η υφαντουργία στην Ελλάδα αλλά δεν είχα ούτε και τη διάθεση, προτιμώντας να παραμείνω στο εμπόριο και την τέχνη. Εκείνη την εποχή είχα σπουδάσει κατ’οίκον με μια μεγάλη βιβλιογραφία, «Μάρκετινγκ και Διαφήμιση», γιατί δεν υπήρχε έδρα στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο. Στα 21 μου χρόνια, ξεκίνησα μια δραστηριότητα με μια πολύ μικρή αλλά σημαντική διαφημιστική εταιρεία, τη SPECTRA.
Αυτό προκάλεσε έναν καημό στον πατέρα μου, αισθανόταν ότι με απορροφά τόσο πολύ η διαφήμιση, γιατί είχα μεγάλους πελάτες, από τα μπουκάλια του Μεταξά, μέχρι τα τσιμέντα «Τιτάνα». Στα τελευταία του και έχοντας ακόμα συνείδηση, μου είπε «μην αφήσεις τη μόδα» και όταν έφυγε από τη ζωή, θέλοντας και λίγο εγωιστικά να έχω ένα πολύ σοβαρό ενδιαφέρον για να μπορώ να συνεχίσω το κατάστημα υφασμάτων, επιθυμούσα να κάνω κάτι δικό μου.
«Waves & Abstracts»
Πειραματίστηκα με τα πρώτα μου σχέδια υφασμάτων, τα οποία είδε ο Ντίμης Κρίτσας σαν πελάτης και μου ζήτησε να συνεργαστούμε για ένα φεστιβάλ μόδας του Οργανισμού Λαμπράκη, πάνω στα καράβια του Ποταμιάνου. Είχαμε μια πολύ ωραία υποδοχή και κατάλαβα ότι ήταν λόγω της πρωτοτυπίας των υφασμάτων. Η πείρα μου με οδήγησε να κάνω κάτι που δεν υπήρχε. Bold prints σε μια στιγμή που δημιουργούσε μόνο ο Εμίλιο Πούτσι. Τα δικά μου bold prints είχαν θέματα, τα οποία δεν είχαν ξαναδεί στην αγορά.
“Έκανα δηλαδή το μη υπάρχον που δεν είναι συνήθως σωστό να κάνεις στη μόδα, αλλά αυτό πέτυχε”
Μου ζήτησε ο Κρίτσας να κάνουμε μια μεγαλύτερη συλλογή και λίγο ξεπουληθήκαμε και οι δυο να την πάμε στη Νέα Υόρκη. Στην Αμερική ήταν «παρθένα» η κατάσταση τότε, δηλαδή μιλάμε για εποχές που ακόμα δεν είχε εμφανιστεί ο Calvin Klein για παράδειγμα. Πήγαμε κατ’ επιλογή χρονική μετά στα Market Weeks που πήγαινε όλη η Ευρώπη και δειγματίζει με κίνδυνο μεν να βρούμε «μπουκωμένα» τα καταστήματα με παραγγελίες. Αυτό από πλευράς δημοσιότητας ήταν «διάνα» και έτσι μέσα σε 48 ώρες γίναμε θέμα συζήτησης στον Τύπο. Ασπρόμαυρος μεν ο Τύπος, πολύχρωμες δε οι περιγραφές. Οι αγοραστές της Ελίζαμπεθ Άρντεν, μας κάλεσαν να πάμε για να δει τη συλλογή η ίδια η Άρντεν. Κάναμε μια παρουσίαση και αγόρασε όλη τη συλλογή, έκανε μια παραγγελία τερατώδη για την εποχή, 5.000 μέτρα. Αργότερα έλαβα ευχαριστήριο γράμμα από την ίδια, το φυλάω και το έχω δημοσιεύσει στο scrapbook. Έγραφε για τη χαρά που είχαν πάρει όλοι στο συγκρότημα με τις παραγγελίες τους και πόσο χαρούμενα χρώματα γέμισε ο τόπος. Και αυτό ήταν δεύτερη επισήμανση ότι «παίξαμε καλά» με τα «Waves & Abstracts» την πρώτη, ολοκληρωμένη συλλογή που σχεδίασα τότε και η οποία αποτέλεσε το διαβατήριο για παραπέρα.
Δεν είχα πια οικογένεια. Η μητέρα μου δεν ζούσε μαζί μας, χειροκροτούσε όμως, το απολάμβανε. Ο πατέρας μου αν ζούσε θα το απολάμβανε τριπλά γιατί θα δικαιωνόταν ότι συνέχισα αυτό που μου ζήτησε να κάνω.
Ήταν η πρώτη επιτυχία που έφερε ένα συμβόλαιο πολύ μεγάλο το 1966-1967 από συσπείρωση εταιρειών: την αμερικανική Puritan Fashions Corporation τότε. Ο Κρίτσας κι εγώ σχεδιάσαμε την «The Greek Fashion Odyssey». Ζήτησα από τον Μεταξά που ήταν και προσωπικός φίλος να συνδράμει με όποιον τρόπο μπορούσε, έγινε χορηγός. Ο δε Ωνάσης είχε τη μεγάλη έμπνευση να το αποδεχθεί αυτό και να χορηγήσει εισιτήρια για τα στελέχη της Puritan και τα δικά μας. Έγινε μια τεράστια δουλειά με φωτογραφίσεις στην Ελλάδα για τη Vogue, το Harper’s, Esquire. Δηλαδή έγινε γυναικεία/ανδρική μόδα από τα σχέδιά μας. Η καμπάνια ξεκίνησε τον Φεβρουάριο-Απρίλιο του 1967. Άμεση επιτυχία δεν βιώσαμε γιατί είχε ξεκινήσει η Χούντα τον Απρίλιο αλλά είναι αυτό που λέω ότι καμιά φορά οι χουντικές καταστροφές δημιουργούν και ένα ρεύμα θετικό, οπότε αρχίζουν και βλέπουν την Ελλάδα και στο χάρτη λιγάκι.
Ξεκίνησα την τρίτη συλλογή τα Ομαρ τα πρώτα και τότε αυτονομημένος, δημιούργησα πολύ απλά φορέματα σε A line τα οποία είναι σαν front backs και αυτά γνωρίζουν ακόμα μεγαλύτερη επιτυχία διότι τότε συμβάλλεται μαζί μου και παίρνει τα δικαιώματα (license) όλων των σχεδίων η BERKERTEX στην Αγγλία, η οποία με έβαλε αμέσως σε 120 μαγαζιά σε πολυκαταστήματα. Γίνεται ένα μεγάλο opening το 1967 τον Οκτώβριο στην Αγγλία. Ταυτόχρονα η American Celanese με τοποθέτησε σε 11 εργοστάσια στη Γερμανία τα οποία έφτιαξαν τμήματα της συλλογής και όλη μαζί ονομάστηκε «Η ελληνική συλλογή by Τσεκλένης». Ήταν όλη σε jersey υφάσματα. Με αδυναμία, στην Ελλάδα είχα πάρα πολύ μικρή παραγωγή, δηλαδή ίσα ίσα είχα ανοίξει τη μπουτικ της Αθήνας. Tο φθινόπωρο του 1967 άνοιξα μια δεύτερη μπουτίκ στη Θεσσαλονίκη. Σε ένα μικρό εργαστήριο, ετοιμάζαμε τις παραγγελίες για τα μαγαζιά τα δικά μας τόσο που είχα τρελαθεί από δυσκολία να παραδώσω σε δυο καταστήματα στην Αμερική που έκαναν παραγγελίες. Η εταιρεία με το δίκτυο πωλήσεων με έκανε γνωστό στην παγκόσμια αγορά.
Πάντοτε στο πίσω μέρος του μυαλού μου ήθελα να μπορώ να έχω τη δική μου μονάδα παραγωγής για να πουλάω πια απευθείας στην Ελλάδα. Ο καημός ήταν από την Ελλάδα για τον κόσμο και όχι να παραχωρώ άδεια στην Αγγλία και Γερμανία που σήμερα είσαι και αύριο δεν είσαι. Το 1969, απεφασίσθη να συνεργαστώ με τον οίκο Frank Usher, o οποίος με τοποθέτησε σε πολλά καταστήματα αμέσως και στα Harrod’s που διαφήμισε και για τη συλλογή του ’70. Κατάφερα να τροφοδοτώ τον Frank Usher με υφάσματα από την Ελλάδα. Η παραγωγή γινόταν με αγγλικά αλλά και ελληνικά υφάσματα.
Στη δε Αμερική, ο David Crystal μου ζήτησε να φτιάξουμε το ban-lon international dress by Tseklenis. Αυτοί με τοποθέτησαν σε όλη την Αμερική αλλά και στην Άπω Ανατολή. Είχαν διασυνδέσεις και πάντα λέω ότι μου έκαναν μεγάλο δώρο γιατί μετά από δυο χρόνια ταξιδεύοντας για να ανοίξω την αγορά της Αυστραλίας, στα αεροδρόμια του Χονγκ Κονγκ, της Μανίλας και σε άλλη διαδρομή Σιγκαπούρη και Σίδνεϋ, έβλεπα στα μεγάλα traffic lounges των αεροδρομίων, φορέματά μου να «περπατάνε». Δηλαδή, ήταν κάτι το καταπληκτικό. Με αυτές τις συνεργασίες, κατάφερα να δημιουργήσω φήμη και σχέσεις με πολλά καταστήματα στον παγκόσμιο χώρο. Έγινα ο ήδη δοκιμασμένος Έλληνας και με χίλια μύρια βάσανα, τελείωσα την περιπέτεια μου με την Ελληνική Τράπεζα Βιομηχανικής Ανάπτυξης, που προσέφυγα για να μου κάνει τον δανεισμό και με τη σχέση 70-30, κατάφερα να κάνω μια επένδυση τη «Βιομηχανική Μονάδα Τσεκλένης», στο Μαρκόπουλο.
Το πρώτο «όχι»
Στην David Crystal, έχω πει το πρώτο λανθασμένο «όχι» στη ζωή μου. Η David Crystal την εποχή που εγώ επένδυα για το εργοστάσιο, ανέλαβε καλοπροαίρετα να μου εκπαιδεύσει τη διεύθυνση του εργοστασίου στην Πενσιλβανία. Την ίδια εποχή μου έκαναν πρόταση εξαγοράς, όχι όμως να δώσω το όνομα και να φύγω, αλλά να εξαγοράσουν την εγκατάσταση που τελείωνα και μου έδιναν μεγάλο ποσό. Τότε ήμουν σαν «the drive behind the Greek fashion boom» που θα γινόταν. Ήταν πολύ εύκολο να πω «ναι» και θα έλεγα αν δεν είχαν οι ίδιοι αγοραστεί πριν από ένα εξάμηνο από μια πολύ μεγάλη εταιρεία, την General Mills η οποία ήταν αλευροεταιρεία. Και είπα από μέσα μου «τι συμβόλαιο διαχείρισης θα έχω εγώ και θα αναφέρομαι για τα προγράμματά μου και τις επιτυχίες και τις αποτυχίες της δουλειάς, σε ανθρώπους που έχουν σχέση με αλεύρια και είναι φουρναραίοι;». Ένιωσα άβολα, είπα λοιπόν «όχι».
«Δεν είχαμε γνώση τότε τι ήταν αυτός ο “διάολος”»
Το 1975 και ενώ βρίσκομαι στην κορυφή και έχω showrooms στην Οζακα, στο Λονδίνο, την Αθήνα, έχω αναπτυχθεί και σε Ανατολή, πουλάω στη νότια Αφρική, στο Μπουρούντι, στην Αυστραλία και την Ιαπωνία, τότε γίνεται διάγνωση για μελάνωμα στο αριστερό μου χέρι. Σίγουρα έπαιξε ρόλο ο ήλιος στη ζωή μου και ο δερματότυπός μου Α, ίσως ο πιο επικίνδυνος. Έκανα μια σπουδαία, μεγάλη επέμβαση από έναν Αμερικάνο γιατρό για να το εξαφανίσει, να μου σώσει το χέρι, γιατί το είχα αφήσει και προχώρησε. Δεν είχαμε γνώση τότε τι ήταν αυτός ο «διάολος». Έκανα την εγχείρηση, επέστρεψα, έπαιζε και λίγο στη δημοσιότητα, ότι δεν είμαι καλά και αυτό ήταν το πρώτο πράγμα που κλόνισε τη σχέση μου με τις τράπεζες. Είχα άγχος και αγωνία και μετά από 18 μήνες με έσωσε μια πειραματική θεραπεία, η ανοσοθεραπεία που σήμερα είναι η μεγάλη απάντηση για το μελάνωμα και πολλούς καρκίνους. Διαπιστώθηκε μια τοπική υποτροπή στη μασχάλη και έπρεπε να πάω ξανά γρήγορα στο νοσοκομείο στην Αμερική. Ο ίδιος, σπουδαίος γιατρός μου έκανε μια επεμβατική βιοψία και μου είπε ότι δυστυχώς πρέπει να πάρει τα πάντα αριστερά (χέρι, ώμο, πλάτη) για να σωθώ. Στην αρχή δεν θέλησα να το κάνω, ήμουν έτοιμος να φύγω, να πάω να πεθάνω κάπου.
“Χειρουργήθηκα και άφησα πίσω μου το αριστερό χέρι, γύρισα στην Ελλάδα αλλά πλέον για τις τράπεζες, με την τρομολαγνεία για τον καρκίνο, ήμουν ξεγραμμένος ως άτομο”
Οπότε μου έκοψαν και τα κεφάλαια κίνησης ενώ δεν είχα σταματήσει να δουλεύω ούτε μια μέρα. Σταμάτησα μόνο για 18 μέρες, ανάρρωσα στο νοσοκομείο, βγήκα, άρχισα να κάνω πράγματα σαν να μην τρέχει τίποτα και παρόλα αυτά μου έκοψαν…δηλαδή ήταν ένα ρίσκο, τους δικαιολογώ κιόλας, ένα ρίσκο που δεν ήθελαν να πάρουν. Κι εγώ χρειαζόμουν κεφάλαια κίνησης γιατί οι παραγγελίες ήταν πάντα καλές και η παραγωγή έπρεπε να τροφοδοτείται από πρώτες ύλες εγκαίρως. Οπότε εκεί, τον Αύγουστο του ’77, πέντε μήνες μετά την επέμβαση, είχα φτάσει σε αυτό το αδιέξοδο. Έκλεισα όλα τα καταστήματα, το εργοστάσιο και έφυγα από την Ελλάδα. Είχα συμβληθεί στην Αμερική με μια από τις κορυφαίες εταιρείες του κόσμου στο Management of Licency, το International Management Group το οποίο μέχρι πρότινος εκπροσωπούσε μέχρι και τον Πάπα σαν πελάτη του. Πήγα στην Αμερική, έκανα licensing με εταιρείες για νεανικά, παιδικά και γυναικεία ρούχα.
Το Μινιόν
Στο μεταξύ ήρθε το Μινιόν στην Αμερική που είχε δοκιμάσει την πρώτη συνεργασία μαζί μου στα σχολικά. Συμβλήθηκα με τον Έλληνα επιχειρηματία και ιδιοκτήτη του καταστήματος, Γιάννη Γεωργακά. Στην Ελλάδα γινόταν ήδη χαμός. Η αδερφή μου στην Αθήνα κυκλοφόρησε τη συλλογή El Greco, η οποία ήρθε και στην Ελλάδα μέσω του Μινιον. Εν τω μεταξύ ωρίμαζε ο χρόνος που εδώ είχα γίνει λίγο κοινωνικοπολιτικό θέμα, πολύ αγαπητοί-φίλοι δημοσιογράφοι που έγραφαν «γιατί τον έδιωξαν από την Ελλάδα;». Έκανα μια ανοιχτή επιστολή η οποία δημοσιεύτηκε στην Καθημερινή. Πρότεινα εξαγωγές και όλα αυτά προκάλεσαν μια αναζήτηση λύσεων. Ο Μιλτιάδης Έβερτ εγγυήθηκε προσωπικά να έρθω και να κάνω μια διαπραγμάτευση και μια συζήτηση με το Μινιόν για να αναβιώσουμε την φίρμα σωστά. Η Ελλάδα είχε φουντώσει ήδη σαν φασιονάδικο μεγάλο, που είναι και ο λόγος της αποτυχίας της ελληνικής βιομηχανίας μόδας. Αντί να χτίσει δικά της brands, να κάνει design, όταν θα ενωνόταν απόλυτα με την Ευρωπαϊκή Ένωση το 1992…
Έρχεται τρίτη αποτυχία τον Δεκέμβριο του 1980, όταν καίνε το Μινιον. Κάηκε το Μινιόν ενώ είχαμε δημιουργήσει επτά υποδειγματικές μπουτίκ. Αυτά ήταν υποδείγματα για να μπορέσουμε να κάνουμε franchise σε κάθε πόλη. Αλλά ταυτόχρονα, έτρεχα και το εξαγωγικό πρόγραμμα στην Αμερική όπου είχα συμβληθεί με ένα ωραίο show και παρουσίαζα τη συλλογή μου. Ταυτόχρονα πέτυχα μια συνεργασία στην Αμερική και οι Κυριακάτικοι New York Times έκαναν ένα θέμα με τη συλλογή, στη σελίδα 11.
Το 1982 έρχεται άλλη μια, ενώ έχουμε αναπτύξει και έχουμε παραγγελίες 130.000 κομματιών σε ποδιές με αγορασμένο ύφασμα 120.000 μέτρα και 20.000 ποδιές ήδη κομμένες. Τον Φεβρουάριο βγαίνει η απόφαση από τον Λ. Βερυβάκη τον τότε υπουργό παιδείας και βιομηχανίας και βέβαια ο άνθρωπος δεν ήξερε ως υπουργός βιομηχανίας ότι η παραγωγή μιας σεζόν, γίνεται μια σεζόν πριν. Κατήργησε την ποδιά και έκλεισε καμιά εκατοστή βιοτεχνίες. Εμείς επιβιώσαμε ως θυγατρική του Μινιόν μεν, με τεράστια ζημιά πολλών εκατομμυρίων. Αυτό ήταν ένα είδος χαριστικής βολής για την προσπάθεια εκείνη. Επιβίωσα, προχωρήσαμε και τότε ξεκίνησα τα «Tseklenis jeans» στην Ελλάδα. Είχαν μια ζωή σημαντική για 3-4 χρόνια. Να πάω να παλέψω ποιους; Τους κολοσσούς; Το 1987 με απαλιτηδη η κυβέρνηση του Ανδρέα Παπανδρέου, να αναλάβω την Πειραική-Πατραική για να αναπτυξω προγραμμα επωνυμων προιοντων. ξεκινησα το πρόγραμμα, αλλά ήταν μετακλητή η θέση και αυτές οι θέσεις όταν τελειώνει η θητεία της κυβέρνησης...φεύγεις.
Tseklenis foulars
Στο μετάξι οφείλω το ότι μπήκα στη μόδα, αποκτώντας την τεχνογνωσία της μεταποίησης και των τυπωμάτων σχεδίων, σε μετάξι, από τη Χρυσαλίδα. Το Σουφλί με την παραγωγή μεταξιού, ήταν φυσικό έδαφος για μένα. Φεύγοντας από τη μόδα, συνεργαστήκαμε κάνοντας εταιρικής ταυτότητας προϊόντα με την Μεταξουργία Τσιακίρη Α.Ε. Αργότερα ο Οίκος μεταξιού Τσιακίρη (Γιώργος Τσιακίρης) αναπτύσσεται στις εκτυπώσεις με ψηφιακά εκτυπωτικά μηχανήματα. Διαπιστώνω ότι ίσως ήρθε η ώρα να κάνω μια υπενθύμιση στον κόσμο επιστρέφοντας σχέδια που έγιναν πριν 30-40 χρόνια. Έτσι εκτυπώσαμε και κάναμε έναν ψηφιακό ανασχηματισμό των «Tseklenis foulars». Όπως τους ιμπρεσιονιστές, τα βυζαντινά, τα μωσαϊκά της Πέλλας, τον Ελ Γκρέκο και τα λανσάραμε το 2016.
Θέματα εμπνευσμένα από τον κινηματογράφο, εικαστικά, από τη φύση. Αυτό που θέλω να τονίσω είναι ότι αυτή η θεματολογία μου στα υφάσματα ήταν οπως λέμε «πενία τέχνας κατεργάζεται». Η οικονομική αδυναμία μου όταν ξεκίνησα σαν Έλληνας από την Ελλάδα για να κατακτήσω αγορές στον κόσμο, αποτέλεσε ένα εργαλείο ώστε να προκαλεί ενδιαφέρον. Το εργαλείο μου ήταν οι θεματικές συλλογές.
«Η ομορφιά είναι ομορφιά»
Μιλάμε για ωραία μάτια, ωραίο πρόσωπο, ωραίο, ευέλικτο, καλοδιατηρημένο σώμα, δεν θέλει περιγραφή, το βλέπεις και μιλάει από μόνο του. Η ομορφιά στα αντικείμενα και στην αρχιτεκτονική, διέπεται και από μια αρμονία. Το ίδιο και το σώμα. Αυτό που δεν είναι αρμονικό, δεν μπορεί να γίνει ποτέ κλασικό.
Ένα άτομο κομψό είναι ένα άτομο περιποιημένο. Το ρήμα που βγάζει τη λέξη κομψότητα είναι το κομέω, το οποίο σημαίνει περιποιούμαι. Το κομψό άτομο συνήθως πρέπει να είναι ένα άτομο που όταν περνάει δίπλα σου και το βλέπεις, να μην θυμάσαι γιατί το θεωρείς κομψό. Να μην θυμάσαι έντονα τα χρώματα που φοράει, το άρωμά του. Απλώς να σε έχει αρπάξει η αύρα του, η οποία είναι μια αύρα αρμονίας, συμπεριφοράς, τρόπων, κινήσεων. Παίζουν όλα αυτά ρόλο. Μπορεί να είναι μια «ξερακιανή», αδύνατη, λεπτή κυρία που να αποπνέει κάτι το οποίο δεν μπορείς να το μετρήσεις και οφείλεται πιο πολύ στον τρόπο που κυκλοφορεί τον εαυτό της. Το ίδιο ισχύει και για κάποιον άνδρα. Και δεν σημαίνει ότι πρέπει το άτομο να είναι μόνο 50 κιλά. Μπορεί να είναι και ένα εύσωμο άτομο. Να δουλεύουν όλες οι αρμονίες και κυρίως το ντύσιμο να μην είναι συνήθως ντύσιμο ενός fashion victim.
Tseklenis. Τα χρόνια της μόδας
Πριν φύγω το 1977 από την Ελλάδα, είχαν φυλαχτεί πολύ λίγα ρούχα από τις συλλογές και ήταν κυρίως τα φορέματα που διάλεγε η γυναίκα μου, η Έφη Μελά. Αυτά λοιπόν έγιναν μια μικρή γκαρνταρόμπα, 35-40 κομματιών διαλέγοντας αυτά που είναι τα πιο χαρακτηριστικά και εκφράζουν τη συλλογή και το θέμα της. Και έτσι από το 1980, άρχισα να φυλάω κομμάτια. Όταν έφυγα από τη μόδα πια και είχα προχωρήσει στον τομέα των ξενοδοχείων, είχα έναν καημό μην τυχόν και αυτά χαθούν και θέλησα να σωθούν. Επειδή εκτιμούσα πάρα πολύ τη δουλειά του Πελοποννησιακού Λαογραφικού Ιδρύματος που είναι ένα από τα καλύτερα μικρά μουσεία του κόσμου, έργο της Ιωάννας Παπαντωνίου, δώρισα λοιπόν τα σωζόμενα κομμάτια, αυτά που είχε φυλάξει η Έφη. Συνολικά κάναμε ένα νούμερο γύρω στα 685 κομμάτια και γύρω στα χίλια σχέδια. Ήθελε η Παπαντωνίου να βρει μια ευκαιρία να γίνει μια μεγάλη έκθεση δική μου, η οποία θα τόνωνε και τη συλλογή και την φυσική μου ύπαρξη. Δείχνω 74 τα οποία είναι πολύ χαρακτηριστικά από πολλές συλλογές.
Μακέτες υφασμάτων, εκθέτουμε ορίτζιναλ υφάσματα τα οποία είναι και προς πώληση. Αρχέτυπα, πρωτότυπα σχέδια, υπογεγραμμένα από το χέρι μου και το στούντιο. Ταυτόχρονα σε έναν μεγάλο τοίχο αυτής της υπερ-αίθουσας των εκθέσεων, αναπτύσσεται ένα χρονολόγιο δικό μου και μάλιστα ξεκινάει από τον πατέρα μου και μετά την δική μου γέννηση και φτάνει στις σημερινές μέρες όπου παρουσιάζεται όλο το έργο μου στη μόδα αλλά ταυτόχρονα εξελίσσεται και μετά τη μόδα που είναι άλλα 25 χρόνια και ασχολίες με λεωφορεία, τρόλεϊ, τρένα της Ελλάδας. Στο χρονολόγιο υπάρχει φωτογραφικό υλικό ενώ από κάτω τρέχουν σαν timeline τα γεγονότα των χρόνων. Σε κάποια οθόνη θα μπορούν οι επισκέπτες να δουν το scrapbook μου, ταινίες που έχουν γίνει από τον γιο μου και τις συλλογές. Είναι μια έκθεση της ζωής μου λοιπόν και ελπίζω να προλάβουμε να γίνει και μια δεύτερη.
Η έκθεση «TSEKLENIS. Τα Χρόνια της Μόδας» που θα πραγματοποιηθεί στο FOUGARO THE GALLERY Nafplion, εγκαινιάζεται την Κυριακή 7 Οκτωβρίου και θα διαρκέσει ως τις 25 Νοεμβρίου 2018.