Το μέγεθος της οικογένειας επηρεάζει αναμφισβήτητα σχεδόν κάθε πτυχή της ζωής μας ως γονείς. Ίσως πιστεύουμε ότι ένα δεύτερο παιδί θα μας κάνει ευτυχισμένους, αλλά αυτό είναι δύσκολο, αν όχι αδύνατο να το προβλέψουμε.
Η Λόρι Σαντός, καθηγήτρια ψυχολογίας στο Πανεπιστήμιο του Γέιλ, ερμηνεύει τη δυσκολία να συνειδητοποιήσουμε τι είναι αυτό που μας κάνει πραγματικά ευτυχείς:
«Μας είναι δύσκολο να προβλέψουμε τι θα μας κάνει πραγματικά ευτυχισμένους με την πάροδο του χρόνου, ειδικά εφόσον λειτουργούμε υπό την πίεση του κοινωνικού περίγυρου. Οι περισσότεροι από εμάς κάνουμε κοινωνικές συγκρίσεις, οι οποίες στην πλειοψηφία τους μας κάνουν να αισθανόμαστε απαίσια».
Για παράδειγμα, μπορούμε να εστιάσουμε στην καλύτερή μας φίλη ή γειτόνισσα, μητέρα δύο ή τριών παιδιών, η οποία φαίνεται να έχει τον έλεγχο της ζωής της, να ισορροπεί μεταξύ δουλειάς και οικογένειάς με απόλυτη αρμονία ή έτσι τουλάχιστον να φαίνεται στον έξω κόσμο.
«Ακόμη και όταν παίρνουμε αυτό που θέλουμε ή πιστεύαμε ότι θέλουμε, δεν είμαστε απαραίτητα τόσο χαρούμενοι όσο φιλοδοξούσαμε ότι θα είμαστε. Το μυαλό μας μας ξεγελάει. Οφείλουμε να δίνουμε προτεραιότητα στην ατομική μας χαρά και ικανοποίηση», αναφέρει η Σάντος
Τα παιδιά επηρεάζουν την ευτυχία μας
Ένα δεύτερο παιδί δεν αποτελεί απαραίτητα το εισιτήριo για την ευτυχία. Προτού το τολμήσουμε, κρίνεται σκόπιμο να σταθμίσουμε ουσιαστικούς παράγοντες, όπως τη δουλειά ή την καριέρα μας, τη συγκατοίκησή μας στο σπίτι και φυσικά τον τρόπο ζωής που μας εκφράζει.
Όσον αφορά την ευτυχία σε σχέση με τη μητρότητα, η επιστήμη έχει αποδείξει ότι οι μητέρες με ένα παιδί ζουν πιο ευτυχισμένες. Ίσως αναρωτιόμαστε αν είναι εγωιστικό να έχουμε ένα παιδί που μεγαλώνει μόνο του. Ωστόσο υπάρχει μια λεπτή γραμμή μεταξύ του να είμαστε εγωιστές ή απλώς ρεαλιστές, να έχουμε δηλαδή μια ζωή που μας επιτρέπει να είμαστε ικανοποιημένοι ως άνθρωποι και ταυτόχρονα καλοί ως γονείς.
Ο Χανς Πίτερ Κόλερ, καθηγητής κοινωνιολογίας και δημογραφίας στο Πανεπιστήμιο της Πενσυλβανίας, εξέτασε τον αντίκτυπο της απόκτησης νέων παιδιών, που διαδέχονται τη γέννηση του πρωτότοκου. Το ερευνητικό του ερώτημα επικκεντρωνόταν στο αν και κατά πόσο ο γάμος και τα παιδιά μας κάνουν πιο ευτυχισμένους.
Ο Κόλερ συμπέρανε ότι προκειμένου να είμαστε ευτυχισμένοι, είναι προτιμότερο να σταματήσουμε μετά την απόκτηση ενός παιδιού. Το δεύτερο ή το τρίτο παιδί δεν πρόκειται να συμβάλει στην ευημερία μας.
Για τις μητέρες ο Κόλερ διαπίστωσε ότι τα περισσότερα παιδιά συνδέονται με μειωμένη ευτυχία, αν και παραμένουν πιο ευτυχισμένες από τις άτεκνες γυναίκες. Για τους μπαμπάδες, τα επιπλέον παιδιά δεν είχαν καμία επίδραση στην ευημερία τους σύμφωνα με τη μελέτη του.
Ο Κόλερ εικάζει ότι «τα ζευγάρια θα επιδιώξουν να κάνουν ένα δεύτερο παιδί για λόγους που δε σχετίζονται με τη δική τους ευημερία, όπως η δημιουργία μιας συντροφιάς για το πρωτότοκο τους. Οι άνθρωποι βιώνουν συνήθως μια μεγαλύτερη ευτυχία αφού αποκτήσουν το δεύτερο παιδί, αλλά η ευτυχία μειώνεται με την πάροδο του χρόνου».
Πειστικές αποδείξεις ότι η απόκτηση ενός δεύτερου παιδιού ίσως δεν είναι η νιρβάνα που αναζητούσαμε προέρχονται και από τη Λέα Ρούπανερ, κοινωνιολόγο στο Πανεπιστήμιο της Μελβούρνης. Αυτή και οι συνάδελφοί της εξέτασαν δεδομένα που συλλέχθηκαν από περίπου 20.000 αυστραλιανές οικογένειες σε μια περίοδο 16 ετών, με συμμετέχοντες γονείς παιδιών ηλικίας ενός έτους.
Εκτός από τη διαπίστωση ότι η απόκτηση δεύτερου παιδιού επηρεάζει την ψυχική υγεία των γονιών, η Ρούπανερ διαπίστωσε πως πριν από τον τοκετό, οι μαμάδες και οι μπαμπάδες αναφέρουν παρόμοια επίπεδα πίεσης χρόνου. Μόλις γεννηθεί το πρώτο παιδί, η πίεση χρόνου αυξάνεται και για τους δύο γονείς. Ωστόσο, η πίεση είναι μεγαλύτερη κυρίως για τις μαμάδες και όχι τόσο για τους μπαμπάδες.
Τα δεύτερα παιδιά διπλασιάζουν την πίεση χρόνου των γονιών, διευρύνοντας ακόμη περισσότερο το χάσμα μεταξύ τους. Η Ρούπανερ και οι συνεργάτες της κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι «Η αυξημένη πίεση χρόνου που σχετίζεται με τη γέννηση του δεύτερου παιδιού εξηγεί την κατάρρευση της ψυχικής υγείας των μαμάδων».
Όταν τα παιδιά φεύγουν από το σπίτι
Ακόμη και πριν την ύπαρξη αδιάσειστων στοιχείων, γνωρίζαμε διαισθητικά ότι τα παιδιά επιφέρουν πίεση στους περισσότερους γάμους. Ο Ντάνιελ Γκίλμπερτ, καθηγητής ψυχολογίας στο Χάρβαρντ και συγγραφέας του βιβλίου «Stumbling on Happiness», διεξήγαγε μελέτες σχετικά με τη συζυγική ικανοποίηση και ανέφερε ότι η ευημερία αυξάνεται μόλις το τελευταίο παιδί φύγει από το σπίτι.
Πιο πρόσφατη σχετική ανάλυση από τους Κρίστοφερ Μπέκερ, Ισιδώρα Κίρχμαγιερ και Στέφαν Τρότμαν, επιβεβαιώνει την άποψη του Γκίλμπερτ. Εξέταζοντας γονείς άνω των 50 ετών, διαπίστωσαν ότι ως επί το πλείστον, τα παιδιά γενικά «συσχετίζονται θετικά με την ευημερία και την έλλειψη συμπτωμάτων κατάθλιψης», αλλά αυτή η θετική πτυχή έρχεται μετά την απομάκρυνση των παιδιών.