H τέχνη των γκράφιτι και της street art τα τελευταία χρόνια έχουν αναρριχηθεί στις πρώτες θέσεις της δημοτικότητας, αλλά αναδεικνύονται επίσης και ως ένας από τους πιο επικερδείς καλλιτεχνικούς χώρους στον κόσμο. Αποκορύφωμα, η πώληση έναντι 1,3 εκατ. δολαρίων του διάσημου έργου «Κορίτσι με μπαλόνι» του ανατρεπτικού street καλλιτέχνη Banksy, που αργότερα αυτοκαταστράφηκε.
Μολονότι η αποδοχή του γκράφιτι μεταξύ των ανθρώπων αυξάνεται κι έχει περάσει η τεχνική αυτή μέσα στις γκαλερί, τα μουσεία και τις ιδιωτικές συλλογές και τις δημοπρασίες, σε πολλές πόλεις εξακολουθεί να θεωρείται απαγορευμένη και συχνά ποινικοποιημένη δραστηριότητα.
Μόλις τον περασμένο μήνα, ο ‘γκραφιτάς’ Σίφι Μακφλάι συνελήφθη στο Ντιτρόιτ για βανδαλισμό, ενώ φιλοτεχνούσε ένα έργο που μάλιστα του είχε παραγγείλει η δημαρχία. Τη στιγμή της σύλληψής του έτυχε να μη διαθέτει μαζί του τη δημοτική άδεια. Σύμφωνα με την Λουΐζ Καρόν, εκτελεστική διευθύντρια του Κέντρου για την Καλλιτεχνική Νομοθεσία, πηγή της παρεξήγησης είναι η σύγχυση που γίνεται μεταξύ απλού γκράφιτι και street art.
Υπάρχει «μία λεπτή γραμμή που χωρίζει το γκράφιτι, τη μέθοδο για την αυτοέκφραση πάνω σε μία περιουσία που δεν σου ανήκει και την street art, που έχει καταστεί πλέον ένα αναγνωρισμένο καλλιτεχνικό ρεύμα», εξηγεί η ίδια. Οι τεχνικές της επίτοιχης έκφρασης διαφέρουν, ανάλογα με την τεχνική (σπρέι, στίνκερ, στένσιλ,κλπ) και ο κάθε καλλιτέχνης αυτοπροσδιορίζεται ανάλογα με το υλικό που χρησιμοποιεί.
Όμως για τις δημοτικές Αρχές, ο ορισμός του γκράφιτι είναι ενικός: το γκράφιτι είναι βανδαλισμός. Η κάθε πόλη μάλιστα έχει αντιμετωπίσει το φαινόμενο αυτό με διαφορετικά μέσα. Ο θάνατος το 1983 του καλλιτέχνη Μάικλ Στιούαρτ στα χέρια των αστυνομικών της Νέας Υόρκης, μετά τη σύλληψή του για υποτιθέμενο «βανδαλισμό» σε σταθμό του υπογείου, είναι άλλο ένα ενδεικτικό παράδειγμα του κινδύνου που διατρέχουν οι καλλιτέχνες της street art, κατά τη διάρκεια της πραγμάτωσης των έργων τους. Αυτό ακριβώς είναι και το θέμα μίας έκθεσης που φιλοξενείται κατά το τρέχον διάστημα στο Μουσείο Guggenheim.
Πολλές πόλεις τιμωρούν τα γκράφιτι με πρόστιμα, εθελοντική εργασία και πολλές φορές φυλάκιση. Μάλιστα, τη βαρύτητα του αδικήματος πολλές πόλεις, όπως η Νέα Υόρκη και το Ντιτρόιτ, τη συσχετίζουν με το χρηματικό ύψος της ‘ζημίας’ που έχει προκληθεί από το γκράφιτι―εάν ξεπερνά τα 250 δολάρια είναι πταίσμα, ενώ πάνω από τα 1500 είναι αδίκημα.
Δεν λείπουν βέβαια και οι υπερβολές: όπως τονίζει η Portland Street Art Alliance οργάνωση υπέρ της street art, η δημαρχία του Πόρτλαντ ξοδεύει από 2 έως 5 εκατ. δολάρια τον χρόνο για την αφαίρεση γκράφιτι από τους δρόμους, ενώ στο Σικάγο ο υπερβάλλων ζήλος των Αρχών οδήγησε στην αφαίρεση ακόμη και επίτοιχων που είχε παραγγείλει ο δήμος ―μεταξύ αυτών κι ενός του JC Rivera, που έσβησαν μόλις δύο μήνες μετά την ολοκλήρωσή του. Πλέον η πόλη διατηρεί αρχεία των παραγγελιών της, προκειμένου να αποφευχθούν παρόμοιες γκάφες και στο μέλλον.
Άλλες πόλεις, όπως το Λος Άντζελες και κυρίως το Σικάγο, έχουν απαγορεύσει ολωσδιόλου τη χρήση σπρέι στους τοίχους σε όλο το μήκος και πλάτος τους, ενώ η Νέα Υόρκη, το Πόρτλαντ και το Λος Άντζελες έχουν επιβάλλει περιορισμούς στην πώληση σπρέι―μάλιστα επιτάσσουν στους καταστηματάρχες να κρατούν σχετικό πελατολόγιο.
Το Ντιτρόιτ και το Πόρτλαντ μάλιστα επιβάλλουν και πρόστιμα σε όσους κατοίκους επιτρέπουν να καλύπτονται οι τοίχοι τους με γκράφιτι―οι ιδιοκτήτες έχουν την υποχρέωση εντός 7 ημερών να τα αφαιρέσουν, ειδεμή πληρώνουν πρόστιμο. Αμφότερες οι πόλεις αξιώνουν την έκδοση άδειας πριν την εκτέλεση ενός γκράφιτι, αλλά και πάλι αυτή δεν αποδεικνύεται αρκετή.
Την ίδια στιγμή όμως οι γκαλερί όλο και περισσότερο εντάσσουν τα γκράφιτι στους καταλόγους εκθέσεών τους και τα έργα των street art καλλιτεχνών, όπως ο Banksy και άλλοι, αναδεικνύονται ως τα πιο πλουσιοπάροχα πωληθέντα. Παράλληλα, σε άλλες πόλεις λειτουργούν περιοχές ελεύθερες και διαθέσιμες για γκράφιτι, όπως το προάστιο Γουάινγουντ στο Μαϊάμι, ενώ στις ίδιες τις πόλεις που απαγορεύεται αυστηρά, η street art θεωρείται ως ιδανικός τρόπος για την επαναξιοποίηση της γειτονιάς, αναγέννησης και ανανέωσής της και ως ισχυρό μέσο για το gentrification της.
Όπως τονίζει ο ο καλλιτέχνης και θεωρητικός του γκράφιτι Τζόρνταν Νίκελ (ή POSE επί το καλλιτεχνικότερον) «το γκράφιτι έχει ταυτόχρονα «δαιμονοποιηθεί» ,αλλά και έχει γίνει αποδεκτό ως μέσο για να δωθεί ώθηση στην ανάπτυξη της γειτονιάς».
Το 2016, το Πανεπιστήμιο του Γουόργουϊκ διεξήγαγε έρευνα, όπου συσχετίσθηκαν τα έργα street art και οι τιμές ακινήτων στο Λονδίνο, αποκαλύπτοντας πως «οι μεγαλύτερες τιμές σχετίζονταν με το πλήθος των επίτοιχων εικόνων» γκράφιτι.
Πηγή: ΑΠΕ - ΜΠΕ