Οι κεντρικές τράπεζες θα αποτύχουν στην προσπάθεια ελέγχου του πληθωρισμού και μπορεί ακόμη και να τον ωθήσουν σε υψηλότερο επίπεδο, εκτός εάν οι κυβερνήσεις αρχίσουν τελικά να εφαρμόζουν πιο συνετές δημοσιονομικές πολιτικές, επισημαίνει μελέτη που παρουσιάστηκε στο συνέδριο Jackson Hole στις ΗΠΑ.
Οι κυβερνήσεις ανά τον κόσμο άνοιξαν τα ταμεία τους κατά τη διάρκεια της πανδημίας COVID-19 για να τονώσουν τις οικονομίες, αλλά οι προσπάθειες τους οδήγησαν στην αύξηση του πληθωρισμού στα υψηλότερα επίπεδα εδώ και σχεδόν μισό αιώνα, αυξάνοντας παράλληλα τον κίνδυνο εδραίωσης της τάσης αύξησης των τιμών.
Οι κεντρικές τράπεζες αυξάνουν τώρα τα επιτόκια, αλλά νέα μελέτη που παρουσιάστηκε το Σάββατο στο Jackson Hole Economic Symposium, υποστηρίζει ότι η αποτελεσματικότητα αυτής της κίνησης δεν είναι καθοριστική στην παρούσα συγκυρία.
«Εάν η σφιχτή νομισματική πολιτική δεν συνοδεύεται από την προσδοκία για την εφαρμογή κατάλληλων δημοσιονομικών προσαρμογών, η επιδείνωση των δημοσιονομικών ανισορροπιών οδηγεί σε ακόμη εντονότερες πληθωριστικές πιέσεις», εξηγεί ο ο Φραντζέσκο Μπιάντσι του Πανεπιστημίου Johns Hopkins και ο Λεονάρντο Μελόσι της Fed.
«Ως αποτέλεσμα, θα είχαμε έναν φαύλο κύκλο αύξησης των ονομαστικών επιτοκίων, αύξησης του πληθωρισμού, στασιμοπληθωρισμό και θα προέκυπτε αύξηση του χρέους» αναφέρει η μελέτη. «Σε αυτήν την παθολογική κατάσταση, η σφιχτή νομισματική πολιτική πρακτικά θα οδηγούσε σε υψηλότερο πληθωρισμό και θα πυροδοτούσε έναν καταστροφικό δημοσιονομικό στασιμοπληθωρισμό».
Το δημοσιονομικό έλλειμμα των ΗΠΑ φέτος αναμένεται να είναι πολύ μικρότερο από ό,τι είχε αρχικά προβλεφθεί, αλλά ακόμη και το 3,9% του ΑΕΠ αποτελεί ιστορικά υψηλό και φαίνεται να μειώνεται οριακά μόνο το επόμενο έτος.
Η Ευρωζώνη, η οποία επίσης παλεύει με τον υψηλό πληθωρισμό, είναι πιθανό να ακολουθήσει ανάλογη πορεία, με το έλλειμμά της να αγγίζει το 3,8% φέτος και να παραμένει σε υψηλά επίπεδα για χρόνια -κυρίως επειδή είναι πιθανό να μπει σε φάση ύφεσης από το τέταρτο τρίμηνο.
Η μελέτη υποστηρίζει ακόμη ότι περίπου το μισό της πρόσφατης αύξησης του πληθωρισμού στις ΗΠΑ οφειλόταν στη δημοσιονομική πολιτική και στην υποχώρηση της εκτίμησης ότι η κυβέρνηση θα ακολουθήσει μια συνετή δημοσιονομική πολιτική.
Ενώ ορισμένες κεντρικές τράπεζες επικρίθηκαν επειδή αναγνώρισαν το πρόβλημα του πληθωρισμού πολύ αργά, η μελέτη υποστηρίζει ότι ακόμα κι αν οι αυξήσεις των επιτοκίων είχαν γίνει νωρίτερα θα ήταν μάταιες.
«Μια πιο επιθετική πολιτική από τη Fed θα είχε μειώσει τον πληθωρισμό μόνο κατά 1%, με κόστος να μειώσει την παραγωγή κατά 3,4%», αναφέρουν οι συγγραφείς της μελέτης, προσθέτοντας ότι θα επρόκειτο για δυσανάλογο αποτέλεσμα σε σχέση με τις θυσίες που θα επιβάλλονταν.
Για τον έλεγχο του πληθωρισμού, η δημοσιονομική πολιτική πρέπει να εφαρμόζεται παράλληλα με τη νομισματική πολιτική καθησυχάζοντας πως η κυβέρνηση αντί να διογκώνει το χρέος, θα αυξήσει τους φόρους ή θα μειώσει τις δαπάνες.