Χωρίς την πρωταγωνίστρια Έμμα Στόουν, η οποία παρά τον αρχικό προγραμματισμό δεν έδωσε το «παρών» στην Αθήνα, ακυρώνοντας τo ταξίδι της για λόγους υγείας (καθώς τις τελευταίες ημέρες ταλαιπωρείται από πυρετό), ο Γιώργος Λάνθιμος παραχώρησε συνέντευξη Τύπου το παγωμένο πρωινό της Κυριακής 17 Δεκεμβρίου, στο ξενοδοχείο Μεγάλη Βρετάνια, με αφορμή την πρεμιέρα της ήδη βραβευμένης ταινίας του «Poor Things» στους ελληνικούς κινηματογράφους την 1η Ιανουαρίου 2024 από τη Feelgood Entertainment.
Απαντώντας στις ερωτήσεις των δημοσιογράφων -στο πλαίσιο ενός αυστηρού 30λεπτου, όπως ορίζει το πρωτόκολλο των μεγάλων στούντιο, που τελικά ολοκληρώθηκε στα 35 λεπτά- ο διεθνής Έλληνας σκηνοθέτης μίλησε για την επιλογή να μην αναλύει τις ταινίες του, ενώ αναφέρθηκε στη διαφορά του φιλμ με το βιβλίο του Σκοτσέζου Άλισντερ Γκρέι στο οποίο βασίζεται το σενάριο του Τόνι ΜακΝαμάρα.
Μεταξύ άλλων, έδωσε τον τίτλο της επόμενης ταινίας του -«Kinds of Kindness»-, η οποία είναι αυτή τη στιγμή στο μοντάζ, εξήγησε γιατί το «Poor Things» δεν θα μπορούσε να γυριστεί στην Ελλάδα και μίλησε για την απόφαση του να φύγει στο εξωτερικό, δηλώνοντας: «Στην αρχή ήταν πάρα πολύ σημαντικό, αυτή τη στιγμή νομίζω δεν παίζει τόσο ρόλο πού βρίσκομαι».
«Γιατί δεν μπαίνω συχνά στη διαδικασία να αναλύσω τι λέει η ταινία»
«Προσπαθώ να κάνω τις ταινίες με έναν όσο το δυνατόν πιο ανοιχτό τρόπο, ώστε οι άνθρωποι που έρχονται από διαφορετικές προσωπικές και κοινωνικές εμπειρίες να μπορούν να βλέπουν διαφορετικά πράγματα στις ταινίες και να έχουν τη δική τους προσωπική εμπειρία. Δεν είναι μία μονοδιάσταστη εμπειρία η ταινία για όλους.
[…] Ούτως ή άλλως δεν μπαίνω πολύ συχνά στη διαδικασία να προσπαθώ να αναλύσω τι είναι αυτό που λέει η ταινία, τι θέλω να πω ή τί μ’ ενδιαφέρει εμένα και μάλιστα προσπαθώ κιόλας -και πολλές φορές αυτό παρεξηγείται-, να μην δίνω αυτές τις σκέψεις και ερμηνείες, επειδή νιώθω ότι περιορίζω πάρα πολύ τον τρόπο με τον οποίο μπορεί κάποιος άλλος να δει την ταινία. Δηλαδή, αυτό που θα πω εγώ, είναι μία όψη του πράγματος. Οι άλλοι άνθρωποι μπορούν να δουν πολλά περισσότερα κι αυτό έχει το ενδιαφέρον του να φτιάχνεις κάτι και να το δίνεις στον κόσμο.
Υπάρχουν κάποια θέματα που είναι πιο προφανή, άλλα για λιγότερους ανθρώπους να τα καταλάβουν ή να τα προβάλουν. Επίσης έχουν υπάρξει περιπτώσεις που είναι πολύ απίθανο αυτό που σκέφτεται κάποιος να είναι στην ταινία, αλλά υπάρχει κι αυτή η προβολή, το οποίο επίσης έχει ενδιαφέρον, γιατί λέει περισσότερα για τους ανθρώπους που βλέπουν την ταινία παρά για το τί λέει η ίδια η ταινία».
«Poor Things»: Από ανεξάρτητη ταινία στο στούντιο της Disney
Η ταινία ξεκίνησε ως ανεξάρτητη παραγωγή της Element, προσχώρησε στη Searchlight και κατέληξε στο στούντιο της Disney. «Για μένα και για όλη τη δημιουργική ομάδα της ταινίας δεν άλλαξε ποτέ κάτι», είπε ο Γιώργος Λάνθιμος, απαντώντας σε σχετική ερώτηση. Και πρόσθεσε: «Κατ’ αρχήν με τη Searchlight είχαμε κάνει και την ‘Ευνοούμενη’ , όπως και την επόμενη ταινία, που έχουμε ήδη γυρίσει και αυτή τη στιγμή βρίσκεται στο στάδιο του μοντάζ, η οποία λέγεται ‘Kinds of Kindness’. Υπήρχε μία καθιερωμένη συνεργασία με τη Searchlight και δεν άλλαξε ποτέ τίποτα. Στην ουσία [σ.σ. η Disney] έκανε τη χρηματοδότηση της ταινίας, και από εκεί και πέρα η διαδικασία ήταν όπως τις άλλες φορές. Έχω final cut στις ταινίες που κάνω. Φυσικά, υπάρχουν δημιουργικές συζητήσεις με ανθρώπους που συνεργάζεσαι, ακούς τις απόψεις τους και τα λοιπά, αλλά το δημιουργικό κομμάτι είμαι απόλυτα ελεύθερος να το διαχειριστώ όπως νομίζω κι αυτό συνεχίζεται σε αυτή τη συνεργασία που έχουμε μαζί τους».
Η διαφορά της ταινίας με το βιβλίο: Στο κέντρο η Μπέλα Μπάξτερ
«Υπάρχει μία διαφορά με το βιβλίο του Άλισντερ Γκρέι, η οποία έγκειται ότι η ιστορία της Μπέλα Μπάξτερ, του βασικού χαρακτήρα, δεν περιγράφεται με τα δικά της λόγια, αλλά τη βλέπουμε μέσα από την οπτική διάφορων άλλων χαρακτήρων. Αυτό που ήθελα να κάνω στην ταινία ήταν να βάλω την Μπέλα Μπάξτερ στο κέντρο και να δημιουργήσουμε τη δική της ιστορία. Ενώ το βιβλίο είναι μία ρεαλιστική απεικόνιση της βικτωριανής εποχής, με έκανε να σκεφτώ άμεσα ότι θα ήταν πιο ενδιαφέρον να φτιαχτεί ένας κόσμος ο οποίος υποστηρίζει αυτή την επιλογή, ένας κόσμος που με έναν τρόπο αντικατοπτρίζει το πώς η Μπέλα Μπάξτερ έρχεται σε επαφή με αυτό τον καινούργιο κόσμο στον οποίο ταξιδεύει. Κι αυτό με έκανε να σκεφτώ ότι θα είχε ενδιαφέρον να φτιαχτούν αυτές οι πόλεις -το σπίτι της, το πλοίο, όπου υπάρχει και ταξιδεύει- σε στούντιο, να χρησιμοποιήσουμε παραδοσιακές, παλιές κινηματογραφικές τεχνικές, όλα να χτιστούν, να μη γίνουν με ψηφιακά εφέ. Χρησιμοποιήσαμε τη νέα τεχνολογία για να συμπληρώσουμε αυτό που είχαμε φτιάξει. Ειδικά σε αυτή την ταινία χρησιμοποιήσαμε πολύ ευρυγώνιους φακούς, οπότε χρειάστηκε κάποιες φορές να προσθέσουμε ψηφιακά επεκτάσεις των σκηνικών. Τίποτα δεν έγινε από το μηδέν ως ψηφιακό εφέ».
«Η Αθήνα δεν ήταν ποτέ τεράστιο κομμάτι της ταινίας»
Σε ερώτηση για την Αθήνα που παραλείφθηκε από την ταινία (σε σχέση με άλλες πόλεις που αφορούν το ταξίδι της ηρωίδας), ο Γιώργος Λάνθιμος είπε ότι «η Αθήνα δεν ήταν ποτέ τεράστιο κομμάτι της ταινίας, εμφανιζόταν άλλη μία στιγμή σε μία κάρτα που έστελνε η Μπέλα στον Γκόντγουιν και τον Μαξ, η οποία έλεγε «God, the Parthenon is still broken». Ένα μικρό κομμάτι το οποίο κόπηκε».
«Το Poor Things δεν θα μπορούσε να γίνει στην Ελλάδα»
«Δεν θα μπορούσε να γίνει η ταινία στην Ελλάδα, όχι. Είναι δύο διαφορετικά κομμάτια, η χρηματοδότηση της ταινίας και το πού θα μπορούσε να γυριστεί είναι ένα άλλο. Όταν ψάχναμε μέρος για να γυρίσουμε την ταινία και καταλήξαμε στην Ουγγαρία, στη Βουδαπέστη, όλες οι επιλογές ήταν ανοιχτές -ακόμη και να γυριστεί στην Ελλάδα. Βέβαια, η Ελλάδα αποκλείστηκε άμεσα γιατί δεν υπάρχουν στούντιο (σ.σ. παύση) -τελεία. Ούτε η τεχνική γνώση και εμπειρία της κατασκευής τέτοιου επιπέδου σκηνικών υπάρχει. Ήταν θέμα πού θα βρεθούν τα μεγαλύτερα στούντιο -γιατί όντως χρειαστήκαμε πολύ μεγάλα στούντιο- και η Ουγγαρία έχει κάποια από τα μεγαλύτερα στούντιο στην Ευρώπη και μία παράδοση στην κατασκευή σκηνικών».
«Το γεγονός ότι έφυγα από την Ελλάδα ήταν πολύ σημαντικό με την έννοια ότι έγιναν τα πρώτα βήματα»
«Ο λόγος για τον οποίο αυτή η ταινία ήταν δύσκολο να γίνει πριν, νομίζω έχει να κάνει με τις εποχές. Θέλω να πω, πριν από δέκα χρόνια δεν είχε τόσο ενδιαφέρον -για τον κόσμο του σινεμά ίσως, για τους θεατές δεν θα το μάθουμε ποτέ-, μία τέτοια ιστορία. Φαινόταν παράξενη και ίσως όχι τόσο ενδιαφέρουσα. Νομίζω ότι άλλαξαν οι εποχές και τα καταφέραμε σιγά σιγά -και από τη στιγμή που έκανα κάποιες ταινίες μεγαλύτερου μεγέθους στα αγγλικά.
Όταν πρωτοδιάβασα το μυθιστόρημα του Γκρέι ήταν νομίζω γύρω στο 2011-2012, μόλις είχα τελειώσεις τις «Άλπεις», η ταινία δεν είχε ακόμη βγει ή μόλις κυκλοφορούσε, οπότε δεν είχα κάνει καν μία ταινία στα αγγλικά. Και πηγαίνοντας με την πρόταση ότι θέλω να κάνω ταινία αυτό το βιβλίο, η απάντηση ήταν «όχι αυτό, μήπως κάτι άλλο;». Αλλά αυτή ήταν η αντίδραση ούτως ή άλλως για όλα τα οποία έκανα για κάποια χρόνια. Και για τον «Αστακό». Ήταν πολλά τα χρόνια μέχρι να καταφέρω να χρηματοδοτηθεί. Και νομίζω ότι το γεγονός ότι έφυγα από την Ελλάδα ήταν πολύ σημαντικό με την έννοια ότι έγιναν τα πρώτα βήματα ώστε να μπορούν να γίνουν οι πρώτες ταινίες- με δυσκολία παρόλα αυτά. Νομίζω ήμασταν αρκετά αφελείς. Διότι τουλάχιστον εκείνη την εποχή, παρόλο που σου έλεγαν «α, η δουλειά σου, ο Κυνόδοντας, καταπληκτικός», μετά πήγαινες με μία ιδέα όπως ο «Αστακός» και σου έλεγαν «α, όχι αυτό, εμείς λέγαμε να κάνεις κάτι λίγο πιο mainstream, αλλά επειδή είσαι Ευρωπαίος θα είναι λίγο πιο ενδιαφέρον και τα λοιπά». Οπότε ήταν δύσκολο, αλλά τα καταφέραμε με έναν τρόπο. Από κει και πέρα, από τη στιγμή που ξεκίνησε αυτό το πράγμα, νομίζω δεν είναι τόσο σημαντικό πού βρίσκεσαι. Ούτως ή άλλως αναγκάζεσαι να πας κάπου για να γυρίσεις κάθε πρότζεκτ, να κάνεις το post production ή ο,τιδήποτε. Στην αρχή ήταν πάρα πολύ σημαντικό, αυτή τη στιγμή νομίζω δεν παίζει τόσο ρόλο πού βρίσκομαι».
«Το final cut και η δημιουργική ελευθερία για μένα είναι απαραίτητο και κλειδί σε όλα»
«… Το άγχος πάντα υπάρχει. Νομίζω στην αρχή υπήρχε μεγαλύτερη αφέλεια. Πάντα έκανα τις ταινίες που ήθελα να κάνω, απλά στην αρχή δεν είχαμε χρηματική υποστήριξη και κάναμε αυτό που θέλαμε, απλά δεν είχαμε τα μέσα να το κάνουμε ακριβώς όπως θέλουμε. Το περίεργο είναι ότι παρόλο που τα budget μεγαλώνουν, σχεδιάζεις την ταινία, γίνεται μία κοστολόγηση και πάντα όταν φτάνεις να κάνεις την ταινία, ποτέ δεν είναι αρκετά τα χρήματα και πάντα υπάρχει ένας αγώνας για να την κάνεις. Το final cut και η δημιουργική ελευθερία για μένα είναι απαραίτητο και κλειδί σε όλα αυτά. Δεν νομίζω ότι θα έκανα ταινίες αν μου έλεγε κάποιος «ναι, μπορείς να την κάνεις, αλλά δεν μπορείς να έχεις το final cut, θα το συζητήσουμε μετά». Προτιμώ να περιμένω, προτιμώ να κάνω κάτι άλλο, ή κάποιο άλλο επάγγελμα».