Οι καλύτερεςς συζητήσεις μας έχουν γίνει κοντά στο παράθυρο του παρισινού σπιτιού που βλέπει το άγαλμα της Ελευθερίας και τον πύργο του Άιφελ-μια αναπνοή από τις όχθες του Σηκουάνα, στη γειτονιά του 16ου διαμερίσματος, που κτίστηκε σε μια εποχή εκπληκτικής αρχιτεκτονικής δημιουργικότητας, και συγκεντρώνει τα περισσότερα από τα έργα του αρχιτέκτονα Έκτορ- Ζερμαίν Γκιμάρ (1867-1942) από τους σπουδαιότερους εκπροσώπου του γαλλικού Αρτ Νουβώ.
Στο σύγχρονο Παρίσι, όπου οι οπτικές αναφορές ντύνουν την καθημερινότητα ενώ οι ιστορίες των ανθρώπων του απλώνονται αισθαντικά- από τις ονειροπόλες σοφίτες έως τα μνημειακά κτήρια, ο χρόνος αποτυπώνεται με την υψηλή αισθητική της μνήμης και το ποτάμι διασχίζει την πόλη ζωτικά.
Εδώ, ο Έλληνας Μόνιμος Αντιπρόσωπος στον ΟΟΣΑ της χώρας μας, Γιώργος Πρεβελάκης, ομότιμος καθηγητής Γεωπολιτικής και Πολιτισμικής Γεωγραφίας του πανεπιστημίου της Σορβόννης, προερχόμενος από μια οικογένεια με παράδοση στα γράμματα, όρισε την διαδρομή του: από την αρχιτεκτονική στη γεωπολιτική των Βαλκανίων και τη γοητευτική γεωγραφία- αυτό το μακρύ συναρπαστικό ταξίδι που αγγίζει όλες τις πτυχές της ανθρώπινης ζωής.
““Τα πλέον άκαμπτα σύνορα βρίσκονται στα ανθρώπινα πνεύματα”. Αυτά τα σύνορα διέρρηξαν οι επαναστάτες του 1821 πριν πάρουν τα όπλα. Πρέπει και εμείς, με την σειρά μας, να διαρρήξουμε τα δικά μας πνευματικά σύνορα.”
«Η Ελλάδα ήταν και παραμένει ένα σταυροδρόμι στα ενδιαφέροντα και τα συμφέροντα μεγάλων δυνάμεων» υποστηρίζει ο ίδιος, μέσα από τις σελίδες των βιβλίων του κι έχοντας συχνά μιλήσει για την έννοια των συνόρων.
200 χρόνια από την Ελληνική Επανάσταση του 1821, που σηματοδοτεί την ίδρυση του σύγχρονου Ελληνικού κράτους. Ποιό το νόημα για το σήμερα και το μήνυμα για το αύριο;
Η Επανάσταση του 1821 εμπίπτει σε μια μεγάλη καμπή της ευρωπαϊκής Ιστορίας, την μετάβαση στην Νεωτερικότητα.
Η σχετική φιλοσοφική και πολιτική προετοιμασία είχε συντελεστεί με τον Διαφωτισμό και τις δύο επαναστάσεις, την αμερικανική και την γαλλική.
Οι Ναπολεόντιοι πόλεμοι είχαν κλονίσει τις δομές του ευρωπαϊκού κατεστημένου.
Με την βιομηχανική επανάσταση συμπληρώθηκαν οι προϋποθέσεις για την κυριαρχία της Ευρώπης σε ολόκληρη την Οικουμένη.
Η Ελληνική Επανάσταση και η ίδρυση του ελληνικού κράτους συνέβαλαν στην μορφοποίηση της χαοτικής αυτής δυναμικής.
Πριν από την Επανάσταση, ο Κλασικισμός είχε ήδη επιβληθεί στην Ευρώπη ως κινητήρια ουτοπία της Νεωτερικότητας.
Ο Νεοκλασικισμός κατέστησε την ουτοπία των φιλοσόφων προσβάσιμη διά των αισθήσεων, συμβάλλοντας στην μαζική της διάδοση- δηλαδή, όλοι, ειδικοί και μη, μπορούσαν να την προσεγγίσουν διά της εικόνας: ζωγραφική, γλυπτική, αρχιτεκτονική, πολεοδομία.
Με την ίδρυση κράτους με πρωτεύουσα την Αθήνα, η γεωπολιτική εργαλειοποίηση του Νεοκλασικισμού μπορούσε να αλλάξει διάσταση- και εντυπωσιακά.
Η Ελλάδα λειτούργησε φαντασιακά, ως μία ακόμη εικόνα του νεωτερικού μέλλοντος, μαζί με τα νεοκλασικά μνημεία και τις πολεοδομικές δημιουργίες.
Η νεωτερική ουτοπία ενσαρκώθηκε στο μέγεθος μιας ολόκληρης χώρας η οποία, επιπλέον, περιελάμβανε τους περισσότερους γνωστούς ιστορικούς τόπους.
Οι πρόγονοί μας αντιλήφθηκαν το ιστορικό ρεύμα και κατανόησαν τις δυνατότητες για την εθνική παλιγγενεσία.
Πρωτοπόροι στην ευρωπαϊκή πρωτοπορία, δεν δίστασαν να αποσείσουν πνευματικές τροχοπέδες, να αμφισβητήσουν θεσμούς, να ανέλθουν εν κινήσει στον ιστορικό συρμό.
“Η ελευθερία έχει ως απαραίτητη πρώτη προϋπόθεση την ανατροπή της πνευματικής δουλείας- του ραγιαδισμού, επί Οθωμανών. Σήμερα, η πνευματική ανελευθερία έχει λάβει νέες μορφές, προσαρμοσμένες στις νέες δομές της εξουσίας.”
Δύο αιώνες μετά από την Ελληνική Επανάσταση;
Και τέσσερεις αιώνες μετά από τις συνθήκες της Βεστφαλίας, οι οποίες έθεσαν τα θεμέλια για την εθνοκρατική εδαφικότητα, διαισθανόμαστε και πάλι επερχόμενες αλλαγές.
Το νόημα από την Ελληνική Επανάσταση, για σήμερα και για αύριο, είναι σαφές: πρέπει να προχωρήσουμε σε βαθιές αναθεωρήσεις των όσων μας κληροδότησαν οι δύο τελευταίοι αιώνες. Χρειάζεται, όπως και τότε, φαντασία και τόλμη.
Ο δάσκαλός μου, ο Jean Gottmann, έγραφε ότι “τα πλέον άκαμπτα σύνορα βρίσκονται στα ανθρώπινα πνεύματα”. Αυτά τα σύνορα διέρρηξαν οι επαναστάτες του 1821 πριν πάρουν τα όπλα. Πρέπει και εμείς, με την σειρά μας, να διαρρήξουμε τα δικά μας πνευματικά σύνορα.
“Επί δύο αιώνες αφαιρούμε συστηματικά και συνεχώς στοιχεία από το είναι μας, με την ελπίδα να εξομοιωθούμε με το πρότυπό μας, τον Ευρωπαίο.”
Η Ελληνική Επανάσταση έθεσε το αίτημα της ελευθερίας. Η σημασία να το θέσουμε ξανά-κυρίως προς τους εαυτούς μας;
Η ελευθερία έχει ως απαραίτητη πρώτη προϋπόθεση την ανατροπή της πνευματικής δουλείας- του ραγιαδισμού, επί Οθωμανών.
Σήμερα, η πνευματική ανελευθερία έχει λάβει νέες μορφές, προσαρμοσμένες στις νέες δομές της εξουσίας.
Μπορούμε, επί παραδείγματι, να απελευθερωθούμε από τον άκριτο και άκρατο καταναλωτισμό; να απεξαρτηθούμε από την σύγχρονη πολιτισμική χειραγώγηση; Όπλο και οδηγός είναι τα κληροδοτήματα του ελληνικού πολιτισμού.
Πρόκειται για πηγές ελευθερίας, οι οποίες μας περιβάλλουν, συχνά αόρατες. Είναι ενσωματωμένες και διαπλέκονται στην γλώσσα, στην θρησκευτική παράδοση, στις κοινωνικές σχέσεις, στην οικογένεια, στην εντοπιότητα.
Ως Έλληνες διαθέτουμε ένα ακόμη μεγάλο πλεονέκτημα, την θάλασσα η οποία, ως μήτρα ελευθερίας, αναμφίβολα ενέπνευσε καθοριστικά και τους προγόνους μας το 1821.
Αναστοχαζόμενοι τι καταδείχτηκε στη χώρα από μια πορεία 200 χρόνων– τι αφήνουμε, τι κρατάμε;
Επί δύο αιώνες αφαιρούμε συστηματικά και συνεχώς στοιχεία από το είναι μας, με την ελπίδα να εξομοιωθούμε με το πρότυπό μας, τον Ευρωπαίο.
Δεν καταφέραμε πάντοτε να εξισορροπήσουμε την αφαίρεση αυτή με μια αντίστοιχη προσθήκη στοιχείων από την Δύση.
Αισθανόμαστε, επομένως, συχνά ενδεέστεροι, ασθενέστεροι.
Όμως, ευτυχώς, πολλά από τα στοιχεία που απαρνηθήκαμε επεβίωσαν σε λανθάνουσα μορφή.
Ανακαλύπτουμε λίγο-λίγο ότι, στον επερχόμενο κόσμο, τα περιφρονημένα αυτά στοιχεία συνιστούν βασικούς μοχλούς για την ανθεκτικότητα (resilience), την επιβίωση, την επιτυχία.
Πρέπει, επομένως, να είμαστε πολύ προσεκτικοί ως προς το τι προσπαθούμε να καταργήσουμε.
Το ζήτημα δεν είναι τι αφήνουμε και τι κρατάμε, αλλά πώς ιεραρχούμε τα διαθέσιμα στοιχεία, ανάλογα με τις προκλήσεις κάθε εποχής.
Ο κρατικός συγκεντρωτισμός τον οποίο εισαγάγαμε από την Δύση ήταν προϋπόθεση για την επιβίωσή μας στην εποχή της σύγκρουσης των εθνικισμών· σήμερα, όμως, είναι τροχοπέδη.
“Ο βασικός καθηλωτικός δεσμός είναι η εκ γενετής ασθένεια του ελληνικού κράτους, η προσοδοθηρία. Μας διέπει, δηλαδή, η αντίληψη ότι όποιος ζει στην Ελλάδα δικαιούται ατομικό και οικογενειακό μερίδιο από μια συλλογική πρόσοδο την οποία δικαιούμαστε χάρη στα τεράστια πλεονεκτήματα της ιστορίας και της γεωγραφίας μας.”
Η Ελλάδα να αποτινάξει τις χρόνιες παθογένειες της: Πώς;
Καθότι χρόνιες, οι παθογένειες της Ελλάδος, δηλαδή του ελληνικού κράτους, δεν αποτινάσσονται.
Ανάλογα με τις συνθήκες, επιδεινώνονται ή αμβλύνονται. Δεν τις περιορίζουμε οικειοθελώς, αλλά μόνον μετά από κρίσεις και καταστροφές.
Η πρόσφατη οικονομική κρίση συνέβαλε στο να περιοριστούν πολλά παθογόνα φαινόμενα, κυρίαρχα κατά τις προηγούμενες δεκαετίες.
Είναι καλό να έχουμε συναίσθηση αυτής της αναζωογόνησης του ελληνικού κράτους, ώστε να μην ηττοπαθούμε στις περιόδους της παρακμής.
Όπως είναι γνωστό, οι απογοητευμένοι επαναστάτες μετατρέπονται σε στυλοβάτες του κατεστημένου και της αδράνειας.
Ποια είναι τα δεσμά που μας καθηλώνουν; Ενώ το στοίχημα που πρέπει να κερδίσουμε για να βγούμε στο αύριο, νικητές;
Ο βασικός καθηλωτικός δεσμός είναι η εκ γενετής ασθένεια του ελληνικού κράτους, η προσοδοθηρία.
Μας διέπει, δηλαδή, η αντίληψη ότι όποιος ζει στην Ελλάδα δικαιούται ατομικό και οικογενειακό μερίδιο από μια συλλογική πρόσοδο την οποία δικαιούμαστε χάρη στα τεράστια πλεονεκτήματα της ιστορίας και της γεωγραφίας μας.
Η νοοτροπία αυτή έχει επιβεβαιωθεί μέσα από επάλληλες εμπειρίες, όπως η αμερικανική βοήθεια και η ροή ευρωπαϊκού και δανείου χρήματος από το 1981 και μετά.
Η προσοδοθηρία, όμως, υπονομεύει την δημιουργικότητα και στρέφει όλες τις ενέργειες στην άγονη διαμάχη για την διανομή της προσόδου. Όταν η πρόσοδος σταματά, η οικονομία υφίσταται βαθειά κρίση.
Επίσης, η προσοδοθηρία δημιουργεί χάσμα ανάμεσα στους Έλληνες της Ελλάδας, με αίσθημα ιδιοκτησίας για την πρόσοδο· και τους Έλληνες της Διασποράς, οι οποίοι πρέπει να κρατηθούν μακριά από κάθε διεκδίκηση, πραγματική ή υποθετική.
Η εμπλοκή μας στο ζήτημα των υδρογονανθράκων, η οποία εξυπηρετεί τελικά τις στρατηγικές επιδιώξεις της Τουρκίας, είναι και αυτή απόρροια του προσοδοθηρικού προσανατολισμού.
“Στην καμπή της τρίτης εκατονταετίας από την ίδρυση του ελληνικού κράτους, χρειάζεται ένα όραμα το οποίο να εμπνέει περισσότερο από την απλή επιδίωξη της ασφάλειας και της ευμάρειας...Πρέπει να κατανοήσουμε το πνεύμα της εποχής μας και να εξετάσουμε πώς εμπλέκονται τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματά μας με το ευρύτερο περιβάλλον.”
Το όραμα του Έθνους εμπρός στη νέα εποχή- και τις νέες ιδέες;
Μετά την Επανάσταση το όραμα του Έθνους ήταν ιδιαιτέρως φιλόδοξο. Το ελληνικό στοιχείο διέθετε ή θεωρούσε ότι διέθετε την ευκαιρία να κυριαρχήσει στα Βαλκάνια και στην Ανατολική Μεσόγειο και να καταστεί ένα ισχυρό στοιχείο του ευρωπαϊκού συστήματος.
Το όραμα αυτό ήταν προσαρμοσμένο στις ιδέες και στα ιδανικά της εποχής, δηλαδή στον Εθνικισμό.
Η Μεγάλη Ιδέα, έναν αιώνα μετά την Επανάσταση, κατέρρευσε στην Μικρά Ασία και εγκαταλείφθηκε.
Έκτοτε, το όραμα του Έθνους παραμένει εσωστρεφές, αμυντικό και περιορισμένο.
Στην καμπή της τρίτης εκατονταετίας από την ίδρυση του ελληνικού κράτους, χρειάζεται ένα όραμα το οποίο να εμπνέει περισσότερο από την απλή επιδίωξη της ασφάλειας και της ευμάρειας.
Οι απαντήσεις δεν βρίσκονται με ομφαλοσκοπήσεις. Πρέπει να κατανοήσουμε το πνεύμα της εποχής μας και να εξετάσουμε πώς εμπλέκονται τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματά μας με το ευρύτερο περιβάλλον.
“Θα περιέγραφα ως νέο όραμα την «Ελληνοσφαίρα», δηλαδή το ενσωματωμένο δίκτυο όλων των εκφάνσεων του Ελληνισμού: Κράτος, Διασπορά, Ναυτιλία, Εκκλησία, σε μια λογική ισοτιμίας και αλληλοσεβασμού.”
To παρουσιάζετε στο τελευταίο σας βιβλίο, “Τα ξύλινα τείχη. Γεωπολιτική των ελληνικών δικτύων”.
Οι δύο προηγούμενοι αιώνες χαρακτηρίζονται από την προσπάθεια να προσαρμοστούμε σε ένα γεωπολιτικό σχήμα, ξένο προς τις παραδόσεις μας: Έθνος, Κράτος και Έδαφος, σε απόλυτη σύμπτωση.
Προϊόν της ιστορικής πορείας της Δυτικής Ευρώπης, το σχήμα αυτό το βιώσαμε σαν ένα εισαγόμενο ένδυμα, αταίριαστο για ένα λαό με αναφορές στην θάλασσα, στον πολιτισμικό διάλογο, στην ασύμμετρη τόλμη, στον κίνδυνο, στα δίκτυα των τοπικών κοινοτήτων.
Αυτή η ασυμβατότητα εξηγεί την περιορισμένη επιτυχία- παρά την ισχυρή αφετηρία της Ιστορίας, τις μεγάλες θυσίες των ανθρώπων και την εξαιρετική ευφυϊα ηγετών, όπως ο Ελευθέριος Βενιζέλος.
Σήμερα, τα εδάφη αμφισβητούνται.
Τα εδάφη αμφισβητούνται, τα δίκτυα αναβιώνουν, οι παλαιοί πολιτισμοί επανέρχονται στο προσκήνιο της Ιστορίας, οι θρησκείες επανακτούν γεωπολιτικό ρόλο.
Μπορούμε να αποκτήσουμε εθνική δυναμική, σε ένα σχήμα, προσαρμοσμένο ταυτοχρόνως στην νέα εποχή και στα ειδικά μας χαρακτηριστικά.
Θα περιέγραφα ως νέο όραμα την «Ελληνοσφαίρα», δηλαδή το ενσωματωμένο δίκτυο όλων των εκφάνσεων του Ελληνισμού: Κράτος, Διασπορά, Ναυτιλία, Εκκλησία, σε μια λογική ισοτιμίας και αλληλοσεβασμού.
Αυτός ο πολυκεντρικός οργανισμός, με ασαφή όρια και ανοικτό χαρακτήρα, θα μπορούσε να λειτουργήσει πρωτοποριακά σε έναν μετα-βεστφαλιανό κόσμο.
Δεν είναι απλό, ούτε αμέσως πραγματοποιήσιμο.
Πρέπει να ξεπεραστούν πολλές πνευματικές ακαμψίες.
Όμως, θα οδηγηθούμε προς την κατεύθυνση αυτή από τις επερχόμενες εντάσεις, κρίσεις- και ευκαιρίες.
“Η ελληνική επιρροή, το ελληνικό soft-power, θα επωφεληθεί από τις επιμέρους συμβολές, όταν αυτές ενταχθούν στο πολυκεντρικό, χαοτικό αλλά ταυτοχρόνως ενιαίο δίκτυο της Ελληνοσφαίρας.”
Με ποια ταυτότητα οι Έλληνες περιέρχονται τον σύγχρονο κόσμο; Το προσεγγίζετε και στο «Ποιοι είμαστε. Γεωπολιτική της ελληνικής ταυτότητας».
Στο βιβλίο επανέλαβα τη γεω-ιστορική ανάλυση του ελληνισμού, στην οποία και στήριξα την ερμηνεία τής οικονομικής κρίσης.
Το ζήτημα της ταυτότητας δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί σύντομα, χωρίς να δημιουργηθούν παρανοήσεις και παρεξηγήσεις.
Εδώ, ας αναφέρω μόνον ότι η επιβίωση και η πρόοδος κάθε πολιτικής κοινότητας εξαρτάται, περισσότερο από οποιονδήποτε άλλο παράγοντα, από τον τρόπο με τον οποίο διαχειρίζεται το διακύβευμα αυτό, την ταυτότητα.
Τόσο η ακινησία όσο και η υπερβολική μετατροπή οδηγούν σε καταστροφές.
Σε κανέναν, ίσως, τομέα δεν έχει τόση σημασία η αρχή του μέτρου. Όμως, η χρυσή τομή δεν επιτυγχάνεται στατικά, αλλά ως προϊόν ταλάντευσης.
Δεν πρέπει, επομένως, να μας ανησυχεί η σημερινή αντιπαράθεση μεταξύ των δύο άκρων.
Επί δύο αιώνες, η ελληνική κοινωνία έχει επιδείξει μεγάλη δημιουργικότητα στον τομέα της ταυτότητας, ώστε το ελληνικό έθνος να παραμένει ταυτοχρόνως συνεκτικό και ανοικτό.
Σε αυτήν την προβληματική, ο Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος άφησε ένα δημιουργικό συνθετικό έργο.
Κατόπιν, η γενεά του Μεσοπολέμου, ιστορικοί και λογοτέχνες, όπως ο Δραγούμης, ο Σεφέρης, ο Θεοτοκάς, προβληματίστηκαν έντονα, εμβολιάζοντας το παπαρρηγοπούλειο σχήμα με νέες εμπειρίες.
Τέλος, ο μεταπολιτευτικός Κωνσταντίνος Καραμανλής εδήλωσε ότι “ανήκομεν εις την Δύσιν”, παρεμβαίνοντας πολιτικά στην συνεχή επεξεργασία και επανεπεξεργασία της ταυτότητας.
Που επικεντρώνεται αυτό τον καιρό η επιστημονική δημιουργία σας;
Επειδή πιστεύω ότι βιώνουμε μια κοσμοϊστορική καμπή, συγκεντρώνω την σκέψη μου στην αναζήτηση του περιγράμματός της.
Εννοείτε της εποχής μας;
Ναι. Μπορούμε να προβλέψουμε το μέλλον; Ασφαλώς όχι. Όμως, η προσπάθεια οξύνει την φαντασία και μας ωθεί να αναζητούμε μέσα για να το επηρεάσουμε.
Ελπίζω ότι με τον τρόπο αυτό συμβάλλω στην συζήτηση για το μέλλον της Ελλάδας και του Ελληνισμού.
Η θεματική αυτή αποτελεί το βασικό πρίσμα μέσα από το οποίο προσλαμβάνω τις παγκόσμιες εξελίξεις.
Και αυτή η διαισθητική προσέγγιση τι σας δείχνει;
Καθώς περνούν τα χρόνια, πείθομαι όλο και περισσότερο για την ορθότητα της άποψης του Άϊνσταϊν, ότι “όσο προχωρούμε σε ακρίβεια, τόσο χάνουμε σε βάθος”.
Σε όλα τα θέματα που με απασχολούν προσπαθώ να ξεπεράσω το λογοκριτικό τείχος το οποίο έχει ορθώσει ο θετικιστικός συρμός των τελευταίων δεκαετιών.
Η τάση αυτή μας επιβάλλει να αγνοούμε ό,τι δεν εντάσσεται στην προκρούστειο κλίνη της ακρίβειας, ιδανικά μάλιστα της μέτρησης- με αποτέλεσμα να μας στερεί από μεγάλο τμήμα του οπτικού μας πεδίου.
Αισθάνομαι εγγύτερα στα έργα των επιστημόνων του Μεσοπολέμου και της πρώτης μεταπολεμικής περιόδου.
Οι πολύτιμες διαισθητικές προσεγγίσεις των προγενεστέρων διευρύνουν την φαντασία μας.
Η ρευστή και απρόβλεπτη εποχή μας απαιτεί τις ικανότητες του ναυτικού ο οποίος, σε ένα αβέβαιο κινούμενο περιβάλλον, συνεχώς αυτοσχεδιάζει· πολύ περισσότερο από τις δεξιότητες του τοπογράφου ο οποίος οροθετεί με ακρίβεια τα ακίνητα εδάφη.
Αγαθή τη τύχη, οι παραδόσεις μας εντάσσονται στην πρώτη κατηγορία.
Τι χαρακτηρίζει έναν Έλληνα με επιρροή στη διεθνή κοινότητα;
Είναι πολλοί οι Έλληνες οι οποίοι, καθώς διαπρέπουν στον τομέα τους, διαθέτουν προσωπική επιρροή. Όμως, το άθροισμά τους δεν διαμορφώνει ελληνική επιρροή.
Η ελληνική καταγωγή εμφανίζεται συνήθως ως βιογραφικό στοιχείο και όχι ως καθοριστικός παράγων της επιτυχίας τους.
Η ελληνική επιρροή, το ελληνικό soft-power, θα επωφεληθεί από τις επιμέρους συμβολές, όταν αυτές ενταχθούν στο πολυκεντρικό, χαοτικό αλλά ταυτοχρόνως ενιαίο δίκτυο της Ελληνοσφαίρας.
Όταν, δηλαδή, θα διαρραγούν τα στεγανά τα οποία δημιούργησε η εδαφικότητα, ο συγκεντρωτισμός και η προσοδοθηρία.
Όσο παραμένει ο διαχωρισμός, η εικόνα της προσωπικής επιτυχίας στην αλλοδαπή θα αντιφάσκει, καλώς ή κακώς, με την αντίληψη για τις εντόπιες επιδόσεις.
Άρα, η επιτυχία του Έλληνα θα αποδίδεται στο εκτός Ελλάδος περιβάλλον, όπου αναδείχθηκε και λειτουργεί.
Πώς ορίζετε την επιστημονική εντιμότητα;
Υπάρχει η εξωτερική εντιμότητα, δηλαδή η υπακοή σε έξωθεν οριζομένους κανόνες, επί παραδείγματι στην απαγόρευση της λογοκλοπής.
Υπάρχει και η εσωτερική εντιμότητα η οποία, περισσότερο απαιτητική, επιβάλλει μια διαρκή αυτο-αμφισβήτηση.
Τι ανησυχεί έναν επιστήμονα; Η σκέψη ότι κάποια υπόθεσητης εργασίας του είναι ατελής ή λανθασμένη, ανεξάρτητα από το αν έχει γίνει αποδεκτή.
Η αντιπαράθεση με τον εαυτό μας είναι πιο δύσκολη από την αντιπαράθεση με το ακαδημαϊκό περιβάλλον.
Σε ποιά Ελλάδα θα γυρίζατε- πώς θα την θέλατε;
Δεν τίθεται για εμένα θέμα επιστροφής, καθώς δεν αντιλαμβάνομαι ούτε πνευματικό, ούτε συναισθηματικό σύνορο, ανάμεσα στον εντός και τον εκτός Ελλάδος ελληνικό κόσμο.
Λειτουργώ υβριδικά και ελπίζω ότι αυτή η γεωγραφική ιδιότητα θα αποτελέσει κάποτε τον γενικό κανόνα.
Το ελλαδικό έδαφος δημιουργεί διαχωρισμό ανάμεσα στους εντός και τους εκτός.
Ενδεικτικά, το ελληνικό κράτος αποκαλεί τους εκτός «Απόδημοι Έλληνες», σαν να μην ανήκουν στον “Δήμο”- είναι δηλαδή, τρόπον τινά έκπτωτοι, εκκρεμείς, εξόριστοι, εξαρτώμενοι από το “εθνικό κέντρο”.
Η δικτυωτή πραγματικότητα, η πραγματικότητα του μέλλοντος, δεν έχει τέτοιου είδους πολωτικά σύνορα.
Στην Ελληνοσφαίρα ανήκουμε·ούτε επιστρέφουμε ούτε παλιννοστούμε.
Κάτι της πατρίδας, που δεν αποχωρίζεστε ποτέ;
Μερικά βότσαλα από την θάλασσα. Συνοψίζουν τα ενδιαφέροντά μου, δηλαδή αναπαριστούν και εκφράζουν τον χώρο της Γεωγραφίας: την συνάντηση του στερεού και του υγρού, της γης και της θάλασσας· την υπέρβαση του ιστορικού χρόνου, ως προϊόν της τριβής, σε διάρκειες που υπερβαίνουν την φαντασία μας· την αισθητική, με την απόλυτη λιτότητα της μορφής τους.
Μια σημείωση από το ημερολόγιο ελληνικού καλοκαιριού.
Καθώς ασχολούμαι με την φωτογραφία από τα εφηβικά μου χρόνια, το ελληνικό καλοκαίρι σημειώνεται μέσα από τον φωτογραφικό μου φακό: ισχυρή λαμπερή θάλασσα, υποφωτισμένες σκιές, λευκές κυματιστές ανταύγειες, φωτεινές αντανακλάσεις- το δωρικό αφαιρετικό πνεύμα, όπως αποτυπώνεται στο ασπρόμαυρο φιλμ κάτω από την επίδραση του ισοπεδωτικού θερινού φωτός.
***
Ποιος είναι ο Γεώργιος- Στυλιανός Πρεβελάκης:
Μόνιμος Αντιπρόσωπος στον Οργανισμό Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ) της Ελλάδας, στο Παρίσι.
Ομότιμος Καθηγητής Γεωπολιτικής και Πολιτισμικής Γεωγραφίας στο πανεπιστήμιο της Σορβόννης (Paris I).
Από τους εγκυρότερους αναλυτές της ελληνικής και ευρύτερης ευρωπαϊκής πραγματικότητας.
Σπούδασε Αρχιτεκτονική στην Αθήνα και ειδικεύτηκε στην Χωροταξία και στη Γεωγραφία στη Σορβόννη. Ασχολήθηκε ως Πολεοδόμος και ως Πανεπιστημιακός στην Ελλάδα, από όπου αποχώρησε το 1984.
Έχει εργαστεί ως καθηγητής και ερευνητής στο ΕΜΠ, στο Πάντειο, στην Σχολή Πολιτικών Επιστημών στο Παρίσι (Sciences Po), στο Johns Hopkins University, στο Boston University και στο London School of Economics.
Διετέλεσε Καθηγητής και Διευθυντής της Έδρας ελληνικών και νοτιο-ευρωπαϊκών σπουδών Κωνσταντίνος Καραμανλής (Fletcher/Tufts/2003-5).
Τα ερευνητικά του ενδιαφέροντα και η διδασκαλία του καλύπτουν τους τομείς: θεωρία της Γεωπολιτικής και Πολιτισμικής Γεωγραφίας, Γεωπολιτική της Ευρώπης των Βαλκανίων και της Τουρκίας, Γεωπολιτική των Διασπορών, Πολεοδομία, Γεωπολιτική των πόλεων.
Έργα του: Τα Δίκτυα των Διασπορών (Les réseaux des diasporas, L’Harmattan, KYKEM, 1996), η Γεωπολιτική της Ελλάδας (ελληνική έκδοση: Libro 1998), Τα Βαλκάνια, Πολιτισμοί και Γεωπολιτική (ελληνική έκδοση:Libro 2001), η Επιστροφή στην Αθήνα (ελληνική έκδοση: Εστία, 2001), Για μια νέα Βαλκανική Συνεννόηση (Pour une nouvelle Entente balkanique, CNRS Editions 2010) και πολλά άρθρα σε επιστημονικά περιοδικά, συλλογικούς τόμους και τον ελληνικό και γαλλικό τύπο.
Από τα πλέον ενδιαφέροντα βιβλία του, «Qui sont les Grecs. Une identité en crise», CNRS Editions, Παρίσι, 2017 και στα Ελληνικά: ”Ποιοι είμαστε. Γεωπολιτική της ελληνικής ταυτότητας”, Economia, Αθήνα, 2016 και ″Τα ξύλινα τείχη. Γεωπολιτική των ελληνικών δικτύων”, Economia, Αθήνα, 2020