Παράλογη χαρακτήρισε o πρωθυπουργός της πΓΔΜ σε συνέντευξή του στους Financial Times την απαίτηση της Ελλάδας να τροποποιηθεί το Σύνταγμα της χώρας του ώστε να καταστεί σαφές ότι δεν υπάρχουν αξιώσεις στην ελληνική επικράτεια. Δήλωσε παράλληλα ότι το εν λόγω αίτημα της Αθήνας απειλεί να θέσει σε κίνδυνο τη συμφωνία στο ζήτημα της ονομασίας την οποία όπως λένε και οι δύο πλευρές επιθυμούν.
«Είμαι αισιόδοξος. Είναι πολύ δύσκολο το γνωρίζουμε. Αλλά θα ήταν έξυπνο και για τις δύο πλευρές να βρουν λύση το συντομότερο δυνατόν. Τώρα η νέα απαίτηση της Ελλάδας είναι ότι πρέπει να αλλάξουμε το Σύνταγμά μας. Αλλά το Σύνταγμα είναι ένα κείμενο εσωτερικών κανόνων. Δεν έχει επιπτώσεις στο εξωτερικό. Σε κάθε περίπτωση μια αλλαγή του Συντάγματος δεν θα συνιστούσε τελική εγγύηση, γιατί μια νέα κυβέρνηση μπορεί στο μέλλον να το αλλάξει εκ νέου», δήλωσε ο πρωθυπουργός των Σκοπίων.
Συνεχίζοντας το δημοσίευμα αναφέρει ότι ο Έλληνας πρωθυπουργός και ο Σκοπιανός ομόλογός του μαζί με τον ειδικό διαμεσολαβητή του ΟΗΕ Μάθιου Νίμιτ εξετάζουν πέντε ονόματα για την ονομασία τα οποία είναι: Δημοκρατία της Μακεδονίας (Σκόπια), Βόρεια Μακεδονία, Άνω Μακεδονία, Μακεδονία του Βαρδάρη και Νέα Μακεδονία. Όπως σημειώνει όμως ο Ζάεφ το Νέα Μακεδονία δεν είναι αποδεκτό καθώς δεν περιέχει γεωγραφικό προσδιορισμό, τονίζει ωστόσο ότι η πΓΔΜ είναι ανοιχτή στις διαπραγματεύσεις για τα τέσσερα υπόλοιπα ονόματα.
Ο Σκοπιανός πρωθυπουργός αναφέρθηκε επίσης και στις ρωσικές ενστάσεις για την επέκταση του ΝΑΤΟ στα δυτικά Βαλκάνια. «Η Ρωσία δεν αντιτίθεται στην ένταξή μας στην ΕΕ, αλλά δεν είναι τόσο θετική για την ένταξή μας στο ΝΑΤΟ», εξήγησε τονίζοντας ότι τα Σκόπια έχουν καλές σχέσεις με τη Μόσχα. «Πρέπει να γνωρίζουν ότι δεν υπάρχει εναλλακτική λύση για τη χώρα μας στην από την ένταξη στην ΕΕ και το ΝΑΤΟ», είπε επίσης.
Καταλήγοντας είπε ότι στην περίπτωση που καταλήξουν σε συμφωνία ο ίδιος και ο Αλέξης Τσίπρας θα χρειαστούν υποστήριξη από ορισμένους πολιτικούς της αντιπολίτευσης ώστε να αυτή να περάσει από τα κοινοβούλια των δύο χωρών και σχολίασε ότι «υπάρχει πολύς εθνικισμός, πολλή κριτική, άτομα και ομάδες που αντιτίθεται σε μια συμφωνία και στις δύο χώρες».
Πηγή: Financial Times