Καλή χρονιά!
Ήδη γράφονται πολλά για το 2025 που μόλις ξεπρόβαλε. Η υφήλιος αναμένει την ορκωμοσία του Ντόναλντ Τραμπ στις 20 Ιανουαρίου σαν το πλήκτρο εκκίνησης της νέας πίστας. Ή μήπως πρόκειται για νέο κόσμο;
Ο Γιώργος Ρακκάς έγραψε μία ουσιαστική όσο και εύληπτη ανάλυση για τη μεγάλη εικόνα του κόσμου μας και για την ελληνική περίπτωση μέσα σε αυτόν. Δεν μπορεί να μη σημειωθεί το μεγάλο γεγονός: Ο κόσμος ήδη έχει αλλάξει και όλοι παίρνουν θέση στο νέο μέλλον που ξημερώνει.
Τα πυκνά γεγονότα του πρώτου μισού της δεκαετίας του 2020 λειτούργησαν καταλυτικά για τη μετάβαση του πλανήτη σε μία νέα, άγνωστη εποχή. Η λήξη της κρίσης χρέους του 2008 που προηγήθηκε, η πανδημία του 2020 και οι πόλεμοι του 2022 και 2023 σε Ουκρανία και Γάζα αντίστοιχα προσδιόρισαν το πλαίσιο. Παράλληλα, πολλές περιφερειακές συγκρούσες έλαβαν χώρα, προκαλώντας μεταναστευτικές ροές και επηρεάζοντας ευθέως και εμμέσως τον δυτικό τρόπο ζωής. Μεγάλη μήτρα πολλών γεγονότων υπήρξε η Συρία του Μπασάρ αλ Άσαντ, που έγινε πλέον Συρία του Αμπού Μοχάμεντ αλ Τζολάνι ή Αχμέντ αλ Σάρα, όπως επιθυμεί να τον αποκαλούν πλέον ο νέος ισχυρός άνδρας της χώρας.
Στη μεγάλη εικόνα, όπως πολλοί αναλυτές σημειώνουν, διαφαίνονται ήδη οι δύο υπερδυνάμεις του νέου «ψυχρού πολέμου» που βρίσκεται επί θύραις. Η Αμερική του Ντόναλντ Τραμπ και η Κίνα του Σι Τζινπίνγκ. Ο εμπορικός πόλεμος που έχει προαναγγείλει ότι θα διεξαγάγει ο επόμενος ένοικος του Λευκού Οίκου εναντίον των Κινέζων δεν θα αφήσει ανεπηρέαστη καμία δύναμη, με πρώτη την Ευρώπη.
Η γηραιά ήπειρος μοιάζει να παρακολουθεί απαθής τη διελκυστίνδα μεταξύ των δύο ατμομηχανών της παγκόσμιας ανάπτυξης, που ήδη και προ πολλού κατέχουν τα σκήπτρα της τεχνολογικής πρωτοπορίας και της παραγωγικής δύναμης. Η Ευρώπη περιορίζεται να νομοθετεί επί όσων οι άλλοι καινοτομούν και αυτό δεν είναι δυστυχώς ένα θεωρητικό ευφυολόγημα αλλά μια απτή πραγματικότητα. Η τελευταία σχετική έκθεση του Μάριο Ντράγκι είπε μεν τα πράγματα με το όνομά τους με μεγάλο ζητούμενο δε το αν η Ευρώπη διαθέτει το πολιτικό προσωπικό για να τη διαβάσει σωστά και να στρίψει το συλλογικό καράβι προς αναπτυξιακές θάλασσες πριν να είναι πολύ αργά.
Στην ίδια ανάγνωση, δυνάμεις όπως η Ινδία και η Τουρκία παίζουν ρόλο περιφερειακού παίκτη, ο καθένας με τα όπλα και τις δυνατότητές του. Ευτύτερα, είναι κοινή η αντίληψη ότι όλοι προσπαθούν να πλασαριστούν πολιτικά και γεωστρατητικά πριν τους προλάβουν τα γεγονότα.
Πολιτικά μιλώντας, δύο μεγάλα σχήματα αρχίζουν να διαφαίνονται. Αφενός το σταθερό, γνωστό και πανίσχυρο μοντέλο της Κίνας. Το σύστημα του οικονομικού επεκτατισμού που με τεχνολογίες αιχμής προς το εξωτερικό και με σιδηρά πυγμή ελέω σοσιαλιστικού συστήματος στο εσωτερικό κατακτά τις δυτικές αγορές.
Αφετέρου το αναδυόμενο σύστημα της νέας Αμερικής του Ίλον Μασκ στη σκιά του Ντόναλντ Τραμπ. Ο άνθρωπος που διαχειρίζεται ορισμένες από τις πιο προηγμένες εταιρείες τεχνολογίας του πλανήτη, ο πλουσιότερος άνθρωπος στη γη, ο μεγιστάνας του Χ, είναι πλέον και πολιτικός. Άνθρωπος που θέλει να εισαγάγει την «εκτός του κουτιού» προσέγγιση των πραγμάτων και στην πολιτική, παρεμβαίνοντας ωμά στα εσωτερικά μεγάλων κρατών όπως η Γερμανία και το Ηνωμένο Βασίλειο. Άλλοτε συμβουλεύοντας τους ψηφοφόρους ως προς το τι να ψηφίσουν και άλλοτε παροτρύνοντας τον βασιλιά να διαλύσει το κοινοβούλιο και να προκηρύξει εκλογές!
Είναι όμως ο ίδιος άνθρωπος που έδωσε ίντερνετ στη χειμαζόμενη Ουκρανία όταν κανένας άλλος δεν τη διευκόλυνε κατά τις πρώτες μέρες της ρωσικής εισβολής, αλλά και ο άνθρωπος που υπόσχεται ταχεία ανάταξη του αμερικανικού δημοσίου με σκληρές περικοπές και κλείσιμο «περιττών» υπηρεσιών, όπως το Υπουργείο Παιδείας!
Αυτή λοιπόν είναι η ευρύτερη εικόνα, πέραν του «γαλατικού χωριού» που λέγεται Ελλάδα. Το ερώτημα που ανακύπτει αβίαστα είναι πού βαδίζει η χώρα μας και το πολιτικό της σύστημα στη νέα αυτή εποχή.
Ο κατακερματισμός του πολιτικού συστήματος είναι η κατάσταση που βιώνουμε και υπάρχουν αιτίες γι’ αυτό. Βασικότερη όλων είναι η αποστροφή μεγάλων τμημάτων του πληθυσμού προς την πολιτική και τους πολιτικούς συνολικά. Έχει γραφτεί ότι λείπει ίσως ο ηγέτης, τον οποίο πολλοί αναζητούν στα δεξιότερα του κυβερνώντος κόμματος και σημειώνουν ότι εάν εμφανιζόταν ίσως θα ένωνε πολλά από τα κομμάτια εκείνης της μεριάς του πολιτικού φάσματος.
Πρέπει να σημειωθεί όμως το τι οδήγησε στη συλλογική αυτή ήττα διότι περί ήττας πρόκειται πρωτίστως. Οδήγησε η αδιαφορία των πολιτικών ελίτ για πολλά πραγματικά προβλήματα του τόπου. Μιλώντας για προβλήματα, δεν πρέπει η ανάλυση να εντοπιστεί μόνο στην ακρίβεια και την ανασφάλεια. Σαφέστατα αυτά, μαζί με την αθρόα μετανάστευση, την καθημερινή ανομία στους δρόμους και τη σταδιακή κοινωνική μετάλλαξη μέσω των νέων μορφών στέγασης και ενοικίασης παίζουν σημαντικό ρόλο.
Εκείνο που λείπει όμως είναι το εθνικό όραμα. Και εθνικό όραμα με τη βόμβα που καλείται δημογραφικό ζήτημα δεν μπορεί να υπάρξει. Ας μην κρυβόμαστε πίσω από το δάχτυλό μας. Δημογραφική πολιτική δεν υπήρξε και δεν υπάρχει ακόμα διότι δεν συνέφερε τις πολιτικές δυνάμεις να υπάρξει.
Όπως και στην παιδεία έτσι και στο δημογραφικό τα αποτελέσματα της όποιας ενδεχόμενης πολιτικής χρειάζονται τουλάχιστον μία δεκαετία για να φανούν. Δηλαδή χρόνο πολύ πέραν δύο πιθανών πλήρων κυβερνητικών θητειών. Επομένως, χρόνο που ξεπερνά τα πρόσκαιρα πολιτικά οφέλη και την αντίστοιχη πολιτική μυωπία.
Λείπει λοιπόν το εθνικό αφήγημα σήμερα. Δεν λείπουν όμως οι ευκαιρίες για την Ελλάδα, αρκεί η χώρα να θέλει να τις δει. Και με το σημερινό εν ενεργεία πολιτικό προσωπικό κάτι τέτοιο μοιάζει πολύ δύσκολο.
Η χώρα μέχρι σήμερα περιορίζεται σε μάχες οπισθοφυλακής στο εξωτερικό όταν η κατάσταση φτάνει στο μη περαιτέρω (Έβρος 2020, Αιγαίο 2020) και σε διαχείριση μικροκρίσεων στο εσωτερικό, που όμως διαμορφώνουν συνθήκες κοινωνικής διάβρωσης (ακρίβεια, ανομία, ενεργειακή κρίση, στέγαση, διαλυμένη παιδεία, αναξιοκρατία).
Απέναντι στον διεθνή παράγοντα η προσέγγιση είναι σταθερά και πιστά εκείνη του «καλού μαθητή». Το ερώτημα είναι: Έναντι ποιου δασκάλου κάνουμε τους καλούς μαθητές; Έναντι ενός δασκάλου (Ευρώπη) που αλλάζει και ο ίδιος και ακόμα ψάχνει τους βηματισμούς του;
Δυστυχώς, στο καλό σενάριο της υπόθεσης, οι σημερινοί λήπτες των αποφάσεων στην Ελλάδα διαβάζουν με παραμορφωτικά γυαλιά τους διεθνείς συσχετισμούς, επενδύοντας υπερβολικά πολλά στις σωστά υφιστάμενες ξένες συμμαχίες και μη προετοιμάζοντας ένα εσωτερικό εθνικό μέτωπο υπευθυνότητας και προετοιμασίας έναντι κρίσεων και απειλών.
Μία συμμαχία επανεκκίνησης της εθνικής οικονομίας και όχι καθημαγμού των μικρομεσαίων επιχειρήσεων προς όφελος λίγων ισχυρών οικονομικά παικτών.
Μία εσωτερική συναίνεση για μεγάλα ζητήματα δικαιοσύνης και παιδείας, αλλά και κατανόησης της ανάγκης για εθνικές αμυντικές παραγωγές, παράλληλα και όχι αντί για τις σταθερές συμμαχίες.
Μία αναθέρμανση των ιστορικών δεσμών με την Κύπρο και μία άμεση επανενεργοποίηση του τριμερούς σχήματος με Κύπρο και Ισραήλ, προς ενεργό αποτροπή κάθε επιβουλέα.
Τέλος, μία συνολική ομόθυμη απόφαση για ενεργό συμμετοχή των Ελλήνων της ομογένειας στα πολιτικά, κοινωνικά και οικονομικά πράγματα της πατρίδας. Μιας πατρίδας που δεν έχει την πολυτέλεια να χάσει άλλα τρένα σε έναν κόσμο που τρέχει ιλιγγιωδώς.
Όλα τα παραπάνω απαιτούν μία υπεύθυνη ηγεσία που έχει ξεκάθαρη συνείδηση των επάλληλων κύκλων της δραστηριότητάς της. Πρώτα ο εθνικός, μετά ο ευρωπαϊκός και τρίτος ο διεθνής. Οποιαδήποτε ανατροπή της σειράς αυτής συνιστά τραγικό πολιτικό σφάλμα με ολέθριες εθνικά συνέπειες.
Το κακό σενάριο των αιτιών της εθνικής αβελτηρίας δεν χρειάζεται ανάλυση διότι είναι καν σενάριο αλλά κάτι που λίγη σχέση έχει με την ουσία του λειτουργήματος αιρετών εκπροσώπων κράτους του δυτικού ημισφαιρίου.
Επειδή όμως το μέλλον όταν δεν το σχεδιάζεις το υφίστασαι, το εγγύς μέλλον θα καταδείξει, ελπίζω όχι με υψηλό κόστος, την ανάγκη ριζικής αλλαγής πλεύσης της χώρας.
Η οποία, ας μην ξεχνάμε, «προώρισται να ζήση και θα ζήση».