Καθ' όλη τη διάρκεια της ιστορίας έχει αποδειχθεί ότι η επένδυση στο ανθρώπινο κεφάλαιο μιας χώρας συντελεί στην οικονομική ανάπτυξή της, συχνά μετριάζοντας τις συνέπειες της οικονομικής ύφεσης. Αυτό συνέβη μετά τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο στη Βρετανία, την Παγκόσμια Οικονομική Κρίση του 1929, τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο στην Αμερική, ενώ πιο πρόσφατα σε παγκόσμια κλίμακα, μετά την Οικονομική Ύφεση του 2007.
Σήμερα, στην Ελλάδα αναρωτιόμαστε: Θα μπορούσε άραγε να συμβεί και εδώ;
Καθώς η Ελλάδα εισέρχεται στον έβδομο χρόνο μιας βαθιάς ύφεσης που μαστίζει την ελληνική κοινωνία, τα δεινά που έχουν προκληθεί τους συμπολίτες μας αποτυπώνονται στην έκρηξη της ανεργίας (σχεδόν 28%), στα λουκέτα των καταστημάτων και στη μείωση των κοινωνικών παροχών. Τα δύο πακέτα διάσωσης που υπογράφηκαν -το πρώτο το 2010 και το δεύτερο το 2012- είχαν ένα μεγάλο κόστος, καθώς περιλάμβαναν σκληρά μέτρα λιτότητας που οδήγησαν σε μεγάλες μειώσεις μισθών και υψηλότερους φόρους για όλους. Γνωρίζουμε πλέον ότι η ανάκαμψη μπορεί να επέλθει μόνο όταν οι δαπάνες μειωθούν. Αλλά πώς μπορεί μια χώρα να αντιστρέψει την πορεία επτά ασφυκτικών χρόνων;
Αρχικά, η Ελλάδα πρέπει να επικεντρωθεί στο πιο πολύτιμο κεφάλαιό της: τους κατοίκους της. Ο υψηλός δείκτης ανεργίας της Ελλάδας -ο υψηλότερος στην Ε.Ε- αποτελεί μία άμεση συνέπεια της μείωσης της ζήτησης. Η ανεργία δεν είναι υψηλή εξαιτίας δομικών αλλαγών ή επειδή οι εργαζόμενοι δεν προσπαθούν να βρουν εργασία. Είναι υψηλή επειδή η παραγωγή μας δεν αγγίζει σε καμία περίπτωση τα φυσιολογικά επίπεδα.
Προκειμένου να διαφύγουμε από τη κρίση, είναι σημαντικό οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικών να πάρουν μέτρα που θα μπορέσουν να αυξήσουν την ιδιωτική ζήτηση και ανάπτυξη, προσφέροντας ελκυστικά πακέτα κίνητρων, όπως για παράδειγμα έγινε στις Η.Π.Α.. Δεν είναι αρκετή μια μερική αύξηση της παραγωγής και της απασχόλησης χρειάζεται να προωθήσουμε μια σταθερή ανάπτυξη ώστε να επιταχυνθεί η επιστροφή της παραγωγής και της απασχόλησης στα φυσιολογικά επίπεδα.
Μετά από την πρόσφατη ανακοίνωση ότι 200.000 μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις στην Ελλάδα απειλούνται με κλείσιμο, χρειάζεται να θεσπισθεί νομοθετικό πλαίσιο, το οποίο θα στηρίζει και θα προωθεί την ανάπτυξη και τη καινοτομία, συμπεριλαμβάνοντας πρωτοβουλίες που έχουν στόχο να βοηθήσουν τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις να λάβουν τις αναγκαίες πιστώσεις που έχουν ανάγκη προκειμένου να αναπτυχθούν. Χρειάζεται να μειωθεί ο φόρος μισθωτών υπηρεσιών και να θεσμοθετηθούν επιπλέον κίνητρα προς τις επιχειρήσεις στον τομέα των επενδύσεων και προσλήψεων. Εν συντομία, πρέπει να επενδύσουμε στις δυνατότητες των επιχειρηματιών μας, οι οποίοι οραματίζονται μια καλύτερη, οικονομικά ισχυρότερη Ελλάδα.
Ακόμη, χρειάζεται να ενισχύσουμε τους φορείς της κρατικής διοίκησης και τοπικής αυτοδιοίκησης. Η δεινή κατάσταση των κρατικών ταμείων και των ταμείων της τοπικής αυτοδιοίκησης είναι μία από τις πιο δύσκολες προκλήσεις που αντιμετωπίζει η Ελλάδα στην πορεία της προς την ανάκαμψη. Η εξεύρεση πόρων ώστε να παραμείνουν οι δάσκαλοι στις τάξεις και να διατηρηθεί η παροχή βασικών υπηρεσιών είναι από τα πιο αποτελεσματικά μέτρα που θα πρέπει να λάβουμε που θα λειτουργήσουν προς όφελος των οικογενειών, των κοινοτήτων, και των τοπικών επιχειρήσεων. Πρέπει να επενδύσουμε σε προγράμματα κοινωνικής πρόνοιας, τα οποία θα βοηθήσουν τα περίπου τρία εκατομμύρια συμπολίτες μας που βρίσκονται κάτω από το όριο της φτώχειας. Οι ευπαθείς ομάδες αντιμετωπίζουν πάντοτε τα μεγαλύτερα προβλήματα επιβίωσης.
Πρέπει να χρηματοδοτήσουμε προγράμματα όπως τα Κέντρα Αλληλεγγύης, μια πρωτοβουλία του Open Society Foundations και του SolidarityNow, τα οποία καλύπτουν την έλλειψη πρόσβασης των πιο ευάλωτων ομάδων του πληθυσμού μας σε ένα ολοκληρωμένο πακέτο υπηρεσιών.
Τα Κέντρα Αλληλεγγύης στην Αθήνα και στη Θεσσαλονίκη προσφέρουν χώρο για νέες και υφιστάμενες οργανώσεις της Κοινωνίας των Πολιτών, διευκολύνοντας τις λύσεις για επείγοντα κοινωνικά και οικονομικά προβλήματα σε επίπεδο κοινοτήτων. Τα Κέντρα Αλληλεγγύης εστιάζουν στις ιδιαίτερες ανάγκες των τοπικών κοινοτήτων, μέσα στις οποίες δραστηριοποιούνται, ενώ οι υπηρεσίες τους παρέχονται δωρεάν ανεξάρτητα από την εθνότητα των ωφελουμένων, τη θρησκεία τους, κ.λ.π.. Στις βασικές υπηρεσίες που παρέχουν τα Κέντρα Αλληλεγγύης περιλαμβάνεται ιατρική και νομική συνδρομή, δράσεις ενίσχυσης της απασχολησιμότητας και υποστήριξη σε ευπαθείς ομάδες πολιτών, που περιλαμβάνουν παιδιά και εφήβους, ηλικιωμένους, αρρώστους, μετανάστες και αιτούντες άσυλο. Για να ανακάμψει από την κρίση, η Ευρώπη πρέπει να διεκδικήσει εκ νέου το όραμα μιας κοινωνίας βασισμένης στην αλληλεγγύη.
Και αυτό μπορεί να πραγματοποιηθεί μόνο αν αρχίσει πρώτα να επενδύει στους ανθρώπους της.