Ένα ήσυχο φθινοπωρινό βράδυ στην Ερμιόνη. Το βαθύ λιμάνι της δείχνει μια θάλασσα σκούρα και ήρεμη σαν πηχτό μαύρο μελάνι.
Ένα φιλικό δείπνο δίπλα στη θάλασσα με τον αγαπημένο μου αδελφό που δεν τον βλέπω συχνά, και μια μικρή παρέα, ενδιαφέροντες αρχαιολόγοι οι περισσότεροι και μια κυρία ψηλή με τραβηγμένα σκούρα μαλλιά, χέρια μακριά και φίνα δάκτυλα.
Κομψή και άνετη εξέπεμπε ενέργεια και πάθος για την τέχνη της.
Η Μαρίτσα Τραυλού δημιουργεί έργα από πορσελάνη - πίνακες και αντικείμενα. Και τον Οκτώβριο του 2017 θα παρουσιάσει τη μεγάλη αναδρομική της έκθεση στο Μουσείο Μπενάκη, στη οδό Πειραιώς.
Η συνέντευξή μας έγινε στον ήρεμο χώρο του κτήματος, σε ένα βόρειο προάστιο της Αθήνας.
***
ΕΧ: Πότε εκδηλώθηκε αυτή η καλλιτεχνική σου τάση;
ΜΤ: Τον πηλό τον έπιασα πριν από 27 χρόνια, αλλά από παιδί έφτιαχνα οτιδήποτε ήθελα με τα χέρια μου. Μεγάλωσα σε ένα περιβάλλον με μικρασιατικές επιρροές. Ο πατέρας μου ήταν 15 χρονών όταν ήρθε από την Μικρά Ασία το '22, η μητέρα μου 8 χρονών.
Ο πατέρας μου ήταν ένας σπουδαίος άνθρωπος, ο οποίος στα έξι μου χρόνια ξαφνικά έφερε ένα πιάνο στο σπίτι, μανιώδης με την μουσική και με την καλλιγραφία, με την τέχνη. Τα χέρια του πιάνανε! Βέβαια, ήταν μηχανολόγος περιελικτής, και στην Αθήνα θεωρούταν ο μοναδικός που μπορούσε να λύσει οποιοδήποτε μηχανολογικό πρόβλημα. Ήταν, όμως, και τόσο αυστηρός στην κριτική του, που κάθε φορά που του έδειχνα κάτι που έφτιαχνα, μου έλεγε «ναι, εδώ πρέπει να γίνει καλύτερο».
ΕΧ: Πότε αποφάσισες να ασχοληθείς με τη τέχνη και πότε με την κεραμική;
Ασχολήθηκα με τη ζωγραφική στα 20 χρόνια μου, μπορώ να πω στα 18, παίρνοντας μαθήματα από την ABC, όπου παρακολουθείς δι' αλληλογραφίας καλλιτεχνικές δραστηριότητες. Μετά, στα 28 μου, παρακολούθησα τα τετράχρονα τμήματα της ΧΕΝ που ήταν για ζωγραφική και τα οποία είχαν πολύ καλούς δασκάλους. Και το '90 έπιασα για πρώτη φορά στα χέρια μου πηλό, όπου τον αντιλήφθηκα σαν χρωματική ύλη, συνέχεια της ζωγραφικής μου. Καθώς είχα πολύ καλές σχέσεις με το σχέδιο, με το χρώμα, προσπάθησα από την πρώτη φορά που έπιασα τον πηλό στα χέρια μου να τον χρωματίσω. Έτσι, λοιπόν, χρησιμοποίησα το λευκό πηλό. Παράλληλα, δημιούργησα το δικό μου ατελιέ, το καταφύγιο της δημιουργικής μου δράσης.
ΕΧ: Μίλησέ μου λίγο για το παρελθόν.
ΜΤ: Τελείωσα το δημόσιο σχολείο της περιοχής μου. Όμορφα χρόνια και να φανταστείς ότι με τους συμμαθητές μου ακόμα συναντιόμαστε. Μετά πήγαινα και μάθαινα γλώσσες. Παντρεύτηκα νωρίς, έναν άνθρωπο εξαιρετικό, πολύ δυναμικό. Ήμασταν δύο παιδιά, τα οποία ξεκινούσαν μαζί. Είχα και έναν υπέρμετρο εγωισμό, ο οποίος πιστεύω ότι με βοήθησε στη ζωή μου. Πορεύτηκα με τον άντρα μου σκαλοπάτι σκαλοπάτι.
ΕΧ: Και μετά, η δουλειά;
ΜΤ: Όταν ο άντρας μου ξεκίνησε τη δική του δουλειά, πήγα στο γραφείο για τρία χρόνια. Μετά αφοσιώθηκα στην εκπαίδευση της κόρης μου και στις οικογενειακές υποχρεώσεις. Αισθανόμουν σαν ένας λοχίας στην οικογένειά μου, που έβγαζε όμως στρατηγούς.
ΕΧ: Δουλεύεις με τον πηλό σε καθημερινή βάση;
ΜΤ: Δούλευα και δουλεύω ασταμάτητα. Η τέχνη παραμένει συνειδητή και πολύτιμη επιλογή μου.
ΕΧ: Εντυπωσιάστηκα πάρα πολύ όταν είδα το εργαστήρι. Θέλεις, όμως, να μας εξηγήσεις πιο αναλυτικά τί ακριβώς κάνεις με τον πηλό;
ΜΤ: Εδώ και πολλά χρόνια φτιάχνω έργα, που θα μπορούσα να τα είχα εκθέσει. Για παράδειγμα, πριν από 22 χρόνια, στο γάμο της Μελίνας, είχα φτιάξει 1000 μπομπονιέρες πορσελάνινες, όπου εκεί ήταν και η μεγάλη μου επαφή με την χρωματισμένη πορσελάνη. για την γκάμα που ήθελα να κάνω.
Τότε γνώρισα τους άξιους συνεργάτες μου, τον Φώτη Λύκο και τον Κώστα Παπαδημητρίου, με τους οποίους συνεχίζουμε να δουλεύουμε αρμονικά μέχρι σήμερα, δίνοντας όλη την προσοχή μας στο δύσκολο υλικό του πηλού και της πορσελάνης.
ΕΧ: Πες μου για τον πηλό.
ΜΤ: Ο πηλός κατατάσσεται σε 3 κατηγορίες. Δηλαδή, με χαμηλή θερμοκρασία, μέση και υψηλή. Εγώ ασχολήθηκα με την ύλη της πορσελάνης, που είναι μόνο σε υψηλή θερμοκρασία. Έτσι, χρησιμοποιώ δύο πορσελάνες - η μία είναι η πορσελάνη Αγγλίας και η άλλη είναι η Λιμόζ.
ΕΧ: Δηλαδή ο άσπρος πηλός που είδαμε κάτω είναι το πρώτο στάδιο δημιουργίας;
ΜΤ: Ναι. Τον αγοράζω με τον τόνο σε πλαστικά πακέτα.
ΕΧ: Μιλώντας για τα χρώματα, αυτά τι είναι; Είναι μπογιές;
ΜΤ: Είναι ορυκτά χρώματα τα οποία, τα περισσότερα σχεδόν, προέρχονται από την Κίνα.. Συνήθως τα χρησιμοποιούν οι κεραμίστες μόνο για να ζωγραφίσουν, άρα χρειάζονται λίγα γραμμάρια Φανταστείτε ότι εγώ χρειάζομαι 20 κιλά για να χρωματίσω την ύλη μου.
ΕΧ: Όλο αυτό δεν είναι μόνο καλλιτεχνικό, είναι σαν να είσαι και χημικός.
ΜΤ: Ναι, η κεραμική είναι και χημεία. Και δεν μπορώ να πω ότι εγώ το κατέχω, αλλά μπαίνεις στη διαδικασία να διαβάσεις πάρα πολύ. Υπάρχει μεγάλη βιβλιογραφία και τεχνικές. Στο Ίντερνετ μπορείς να βρεις απίθανα πράγματα. Είναι κεραμίστες, οι οποίοι ασχολούνται αποκλειστικά ο καθένας με έναν ειδικό τρόπο
ΕΧ: Ποιά ήταν η αρχική σου έμπνευση;
ΜΤ: Καταρχάς, μένοντας στο κτήμα, παρατηρούσα τους βατράχους. Μου έκανε εντύπωση η κίνηση που είχαν, αλλά και ο φόβος τους όταν τους πλησίαζε κάποιος. Η κίνησή τους, όταν κολυμπάνε, μοιάζει με ανθρώπινη. Οι βάτραχοι αποτελούν γνώριμο θέμα της δουλειάς μου.
Παίρνω τα χρώματα με τους κωδικούς από τα συρτάρια και βλέπω πιο χρώμα χρειάζομαι. Στη συνέχεια τα δίνω στο συνεργάτη μου, και εκείνος τα ετοιμάζει δηλαδή ζυγίζει προσεκτικά και πλάθει. Μετά εγώ αρχίζω να χτίζω τη φόρμα που θέλω.
ΕΧ: Δουλεύεις σε ηλεκτρικό φούρνο ή γκαζιού;
ΜΤ: Το ίδιο είναι, εξαρτάται από το μέγεθος της φόρμας και του τι ακριβώς θέλεις να κάνεις.
ΕΧ: Γιατί; Είδα και τα δύο.
ΜΤ: Η διαφορά στο γκάζι με τον ηλεκτρικό είναι ότι στον δεύτερο έχεις τελείως ελεγχόμενη θερμοκρασία, ενώ στο γκάζι θέλει πάρα πολλή προσοχή η θερμοκρασία γιατί έχει φλόγα..
ΕΧ: Από πλευράς χρόνου, πόσο παίρνει το κάθε έργο για να γίνει;
ΜΤ: Εξαρτάται από το μέγεθος του έργου, συνήθως το λιγότερο είναι μια εβδομάδα και το περισσότερο δύο μήνες
ΕΧ: Ψήνεται δύο φορές πάντα.
ΜΤ: Δύο. Μπορεί, όμως, να ψηθεί και τρίτη φορά στους 750 βαθμούς, όταν χρειαστεί να βάλεις λούστρα ή χρυσό ή πλατίνα.
ΕΧ: Τι σημαίνει για σένα η θάλασσα;
ΜΤ: Γεννήθηκα πάνω στη θάλασσα του Μοσχάτου, σε μια ατελείωτη παραλία με άμμο, όπου υπήρχε το Ακταίον, στο Νέο Φάληρο, υπήρχαν οι Τζιτζιφιές του Τσιτσάνη, του Παπαϊωάννου, της Μαρίκας Νίνου και της Μπέλλου. Και όλες αυτές είναι εικόνες, οι οποίες, όταν το χέρι μου πάει να κάνει κάτι, πηγαίνει πάντα εκεί. Οι τράτες που τότε ήταν πάνω στην άμμο. Δεν μπορείς να το φανταστείς τώρα εσύ πώς ήταν, γιατί ήταν ο ιππόδρομος πριν, το Χρυσάκι, ένα κέντρο αθλητικό, όπου πηγαίναμε και κάναμε δοκιμές για τις αθλητικές επιδείξεις. Σήμερα είναι τελείως διαφορετική όλη αυτή η περιοχή. Ένας κόσμος που, δυστυχώς, χάθηκε. Ένας κόσμος της γειτονιάς, των απλών ανθρώπων, χωρίς κακίες και χωρίς ανταγωνιστικότητα.
ΕΧ: Πως σε βοήθησε η τέχνη να αντιμετωπίσεις την απώλεια του άνδρα σου;
ΜΤ: Ατελείωτα! Μα αυτή είναι το στήριγμά μου. Χωρίς βέβαια την πολύτιμη στήριξη της μοναχοκόρης μου, Μελίνας, και της πολυαγαπημένης μου εγγονής, Μαριάννας, δεν θα είχα καταφέρει να αντιμετωπίσω την τραγική απώλεια του Νίκου.
ΕΧ: Ναι, όμως αυτό απαιτεί πολύ δυναμισμό και πειθαρχία. Εμπιστοσύνη στον εαυτό σου. Μια αυτοτελή πηγή δύναμης.
ΜΤ: Ναι, ελπίζω να τα έχω. Οι συνθήκες εργασίας και δημιουργίας στον πηλό είναι κουραστικές και ανελέητες. Η Ασία είναι πολύ ανταγωνιστική. Εμείς στην Ελλάδα δεν έχουμε την πρώτη ύλη, και επιπλέον η ενέργεια είναι το πιο ακριβό πράγμα.
ΕΧ: Τι ρόλο παίζει το ιντερνετ και το facebook στη δουλειά σου;
ΜΤ: Το βλέπω σαν εργαλείο, γιατί επικοινωνώ με άλλους καλλιτέχνες και παρακολουθώ να δω αν έχει κάνει κανείς κάτι παρόμοιο με αυτά που δημιουργώ.
ΕΧ: Είναι άλλοι καλλιτέχνες στην Ελλάδα που δουλεύουν με πηλό;
ΜΤ: Πάρα πολλοί καλλιτέχνες και σπουδαίοι. Άλλοι δουλεύουν με χαμηλή θερμοκρασία, άλλοι με υψηλή, ανάλογα με αυτό που θέλουν.
ΕΧ: Μίλησα σήμερα, πριν την συνέντευξη, με τον Τάκη Μαυρωτά, διευθυντή του εικαστικού προγράμματος του Ιδρύματος Θεοχαράκη που έχει την επιμέλεια της έκθεσής σου και μου είπε ότι οι σύγχρονοι Έλληνες, Ελλαδίτες και Κύπριοι καλλιτέχνες, είναι οι συνεχιστές μιας μεγάλης παράδοσης, της αγάπης προς το χώμα. Πες μου για την έκθεση σου.
ΜΤ: Θα πραγματοποιηθεί στο Μουσείο Μπενάκη τον Οκτώβριο για 2 μήνες στην Πειραιώς. Θα παρουσιαστεί το πιο αντιπροσωπευτικό τμήμα της δουλειάς μου, γιατί είναι μια επίπονη εργασία 30 χρόνων, και θα είναι παρουσίαση περισσότερο σε μορφή installations. Δηλαδή θα είναι όλες οι εγκαταστάσεις που θα δείχνουν, ναι μεν την αυτονομία έργου προς έργου, αλλά που όλα μαζί συνθέτουν μια εικόνα, μια αλήθεια, μια συγκίνηση.
ΕΧ: Θα συνοδεύεται από κάποιο βιβλίο;
ΜΤ: Ναι. Από έναν πολυσέλιδο κατάλογο με κείμενα του Νίκου Ναυρίδη και του Τάκη Μαυρωτά.
ΕΧ: Αυτή η έκθεση είναι η πρώτη σου και δουλεύεις σιωπηλά και όμως δυναμικά για 30 χρόνια. Θα είναι και για πούλημα τα κομμάτια;
ΜΤ: Δεν είναι ο στόχος αυτός.
ΕΧ: Ποιο είναι το μήνυμα της τέχνης σου;
ΜΤ: Είναι όλη μου η ζωή. Οι μνήμες και η αγάπη σου για τη ζωή και τον κόσμο.