Εσχάτως -ιδίως μετά το δημοψήφισμα στην Ελλάδα (2015) και την Βρετανία (2016) και την εκλογή Trump (2016)- ο προβληματισμός περί του υπαρκτού κινδύνου του λαϊκισμού εξελίχθηκε στο μακρύ χέρι του ελιτισμού. Ο Μάνος Χατζιδάκις θεωρούσε ότι ο λαϊκισμός και ο ελιτισμός είναι εξίσου εχθροί της πολιτικής και του πολιτισμού. Ο ελιτισμός διακρίνεται σε όλους τους πολιτικούς χώρους, από τη δεξιά μέχρι και την αριστερά. Τα φαινόμενα «Μαρίας Αντουανέτας» δεν είναι προνόμιο ενός κόμματος ή παράταξης.
Συγκεκριμένα, μια ευάριθμη μερίδα της σοβαρής ελληνικής διανόησης -καθηγητές, δημοσιογράφοι, παντογνώστες δημοσιολόγοι και νάρκισσοι πολιτικοί- αποφαίνονται επιτακτικά: τα εκλογικά αποτελέσματα που δεν τους αρέσουν οφείλονται στο λαϊκισμό και την έλλειψη ορθολογισμού, αφού όσοι ψηφοφόροι επέλεξαν κάτι διαφορετικό από αυτό που τους υποδείχθηκε είναι τουλάχιστον αμόρφωτοι, απαίδευτοι και ανεύθυνοι, θύματα δημαγωγών. Ως γνωστόν σε παλαιότερες εποχές, τη δεκαετία του 1950 για παράδειγμα, οι άνθρωποι ήταν μορφωμένοι και ορθολογιστές.
Ας σοβαρευθούμε. Το ερμηνευτικό σχήμα είναι ανεπαρκές, όπως αποδείχθηκε εμπειρικά. Αναπαράγεται πεισματικά μόνο και μόνο επειδή δεν έχουν να προτείνουν άλλο. Ίσως και επειδή είναι παρηγορητικό. Το υπόρρητο φυσικά μήνυμα των λόγων τους είναι ότι αυτοί, η εμπροσθοφυλακή του ορθολογισμού και της σύνεσης, είναι μορφωμένοι, υπεύθυνοι, ψύχραιμοι, αλάνθαστοι: κάτι σαν πραγμάτωση των πλατωνικών φιλοσόφων - βασιλέων. Το να είναι κάποιος διακεκριμένος επιστήμονας, δημοσιογράφος ή επαγγελματίας είναι σπουδαίο και η αριστεία είναι αξία. Ελίτ υπάρχουν στην κοινωνία μας και, όταν συγκροτούνται αξιοκρατικά, η ύπαρξή τους είναι προωθητική. Αυτό που δεν δικαιολογείται είναι ο ελιτισμός, καθώς τα μέλη των ελίτ δεν καθίστανται αυτοδίκαια πολιτικά σπουδαιότερα και κυρίως τιμητές των υπολοίπων πολιτών.
Ας επιστρέψουμε λοιπόν στα βασικά. Η δημοκρατία (για την οποία είχα γράψει κάποιες σκέψεις παλαιότερα) είναι το καλύτερο πολίτευμα από όσα έχουν προταθεί ή δοκιμαστεί. Έχει αδυναμίες και προβλήματα, αλλά όποια λύση εκτός της δημοκρατικής είναι επικίνδυνη, τόσο ως θεωρία όσο και ως πράξη. Μια σύντομη επισκόπηση της ιστορίας αρκεί και για τον πλέον δύσπιστο. Η δημοκρατία έχει όμως κανόνες, από τους οποίους ορισμένοι είναι ουσιαστικοί. Δεν υπάρχει δημοκρατικό πολίτευμα όταν αμφισβητείται το δικαίωμα του λαού να κρίνει και να αποφασίζει με ελεύθερες εκλογές το ποιοι θα τον εκπροσωπούν και θα αναλάβουν την κυβέρνηση. Στη δημοκρατία η ψήφος όλων έχει την ίδια βαρύτητα, δίχως αστερίσκους και υποσημειώσεις. Αφού όλοι θα υποστούν τις συνέπειες των επιλογών τους, η ευθύνη είναι κοινή και ίση. Καθένας έχει δικαίωμα να κρίνει το καλύτερο για τον ίδιο, τους συνανθρώπους του, το κράτος, ακόμα και την οικουμένη. Αυτοί είναι κανόνες της δημοκρατίας και όποιος είναι πολίτης οφείλει να τους σέβεται, έργω και λόγω. Δεν είναι δυνατόν, επειδή χάνουμε στο ποδόσφαιρο, να απαιτούμε αλλαγή των κανόνων, ώστε να πάρουμε το αποτέλεσμα που θέλουμε. Αν στο ποδόσφαιρο επιτραπεί το σκοράρισμα με τα χέρια, παύει να υφίσταται το άθλημα. Γίνεται κάτι άλλο.
Οι ελιτιστές τα ξεχνούν όλα αυτά, παρότι δεν τα αγνοούν. Οι θέσεις τους - ως αποκλειστικά επικριτικές και όχι εποικοδομητικές- αποτελούν επιτομή αντιδημοκρατικού λόγου: ο αγράμματος και αψίκορος λαός παρασύρεται και δρα ενάντια στο ίδιο του το όφελος, το οποίο φυσικά είναι ανίκανος να διακρίνει. Του το υποδεικνύουν βέβαια καθημερινά, αλλά ο άτιμος ο λαός είναι ανεπίδεκτος μαθήσεως. Στη φαρέτρα των ελιτιστών σωρεύονται πάμπολλες απλουστεύσεις, ισοπεδωτικές γενικεύσεις και λογικοφανείς νοητικές αυθαιρεσίες. Για παράδειγμα, η Εκκλησία διαθέτει τεράστια περιουσία που αρκεί για να σώσει τη χώρα, αλλά τη λυμαίνονται οι κακοί παπάδες. Η επίκληση της πατρίδας, της παράδοσης και των αξίων συνιστά αδιαμφισβήτητη οπισθοδρόμηση και εθνικισμό. Αυτά και πολλά άλλα, πάντοτε υπό το μανδύα της λεγόμενης «κοινής λογικής», αφού εκλαμβάνουν εαυτούς ως τους μόνους που μπορούν και τολμούν να σκεφθούν λογικά. Οι δικές τους θέσεις είναι οι μόνες λογικές. Αυτοί ξέρουν. Ο λαός πρέπει να συνταχθεί. Αφού δεν καταλαβαίνει όμως, ας καταστραφεί. Η διάχυση αυτής της αντίληψης είναι βαθύτατα αντιδημοκρατική και επικίνδυνη, τουλάχιστον όσο και ο λαϊκισμός.
Στη δημοκρατία η ψήφος όλων έχει την ίδια βαρύτητα, δίχως αστερίσκους και υποσημειώσεις. Αφού όλοι θα υποστούν τις συνέπειες των επιλογών τους, η ευθύνη είναι κοινή και ίση.
Ο ελιτισμός αποκαλύπτει την επιθυμία κάποιων να κυβερνήσουν χωρίς το λαό. Οι υπέρμαχοί του δεν κατανοούν ότι πεμπτουσία της δημοκρατίας είναι ο διάλογος, όχι ο συγκεντρωτισμός και η στοίχιση σε μια άποψη, κατά το πρότυπο του Στάλιν, τον οποίο ασύνειδα μιμούνται παρότι τον μέμφονται. Τα πολιτικά θέματα είναι περίπλοκα και δεν μπορούν να αντιμετωπιστούν με αόριστες επικλήσεις στην κοινή λογική, αλλά με ανοικτό διάλογο, από τον οποίο θα προκύψουν λύσεις με ευρεία στήριξη. Αυτή είναι η δημοκρατία. Και εδώ, στο δημόσιο στίβο, θα δοκιμασθεί εμπειρικά η πολιτική αξία όλων. Η πολιτική πειθώ είναι το εργαλείο, με επιχειρήματα. Α, ξέχασα. Ο λαός παρασύρεται από δημαγωγούς και δεν δέχεται την αλήθεια. Αχ, αυτή η παθολογία της δημοκρατίας! Ο Περικλής όμως, όπως εξηγεί ο Θουκυδίδης, κατάφερνε να υπερκεράζει τους δημαγωγούς και να πείθει το λαό για το δίκαιο των θέσεών του. Το ίδιο έπραττε και ο Ελ. Βενιζέλος. Αυτή είναι η μόνη δημοκρατική πολιτική λύση. Καμιά άλλη.
Ο ευτελισμός της δημοκρατίας από το λαϊκισμό είναι μέγιστος κίνδυνος. Ομοίως η υπονόμευσή της από τον ελιτισμό. Όσο πριονίζεται η βάση της δημοκρατίας, η λαϊκή κυριαρχία, η πτώση της δεν θα αργήσει και τότε θα είναι αργά για δάκρυα. Και ας μην παραβλέπουμε πως αυτό που περιγράφεται ως λαϊκισμός είναι κυρίως αποτέλεσμα ανικανοποίητων κοινωνικών και πολιτικών αιτημάτων, αγνόησης δηλαδή της λαϊκής βούλησης και αδυναμίας αποτελεσματικής επικοινωνίας πολιτικών-πολιτών. Στη βάση κάθε λαϊκιστικής επιτυχίας υπάρχει μια αποτυχία του πολιτικού συστήματος. Η αποτυχία αυτή τροφοδοτεί τα αισθήματα ματαίωσης και οργής στα στρώματα που πλήττονται, οδηγώντας τα στην αναζήτηση άλλης πολιτικής εκπροσώπησης, συχνά ακραίας και επικίνδυνης. Ο λαϊκισμός, συνεπώς, αφορά πρωτίστως τον ανεπαρκή τρόπο που οι πολιτικοί χειρίζονται τα λαϊκά αιτήματα και δεν αντιμετωπίζεται με τον ελιτισμό.