Σε ηλικία 20 ετών, ήμουν ένας κλασικός έφηβος. Ζούσα σε ένα σπίτι με συγκατοίκους, είχα την πρώτη κανονική μου δουλειά και το ευχαριστιόμουν. Τα πράγματα κυλούσαν μια χαρά.
Είχε χρειαστεί να δουλέψω σκληρά για να φτάσω εκεί. Μεγαλώνοντας, η ανασφάλεια στη στέγαση ήταν ο κανόνας. Δεν τα πήγαινα καλά με το σύντροφο της μητέρας μου κι έτσι μετακόμισα στης γιαγιάς μου. Ύστερα, από την ηλικία των 13, μπαινόβγαινα σε χόστελ με τον πατέρα μου. Οι συνεχείς μετακομίσεις ήταν αρκετά δύσκολες, ήταν όμως ανακούφιση να ξέρεις ότι πάντα είχαμε κάπου να πάμε. Στα 17 μου τα πράγματα χειροτέρεψαν. Αποκάλυψα ότι ήμουν ομοφυλόφιλος και η οικογένειά μου δε μπορούσε να δεχθεί τη σεξουαλικότητα μου -ήταν αντίθετη με τα «πιστεύω» τους. Αυτό σήμαινε πως δε μπορούσα πια να μένω μαζί τους. Από εκείνη τη στιγμή, μπαινόβγαινα σε χόστελ και φιλανθρωπικές οργανώσεις. Το ότι μπορούσα να σταθώ στα δύο μου πόδια στην ηλικία των 20 με έκανε να νιώθω αρκετά καλά.
Όμως μέσα σε μερικούς μήνες, όλο μου το σύμπαν κατέρρευσε. Έμπλεξα με τις λάθος παρέες, άρχισα να κάνω κατάχρηση σε ναρκωτικά και αλκοόλ, έφτασα να χάσω τη δουλειά μου και το διαμέρισμά μου. Ήταν απαίσια. Ένιωθα τόση απογοήτευση. Είχα πετύχει τόσα πολλά σε τόσο δύσκολες συνθήκες και ήμουν τόσο εκτός πραγματικότητας που τα θεωρούσα όλα δεδομένα. Όταν δεν έχεις ένα δίκτυο υποστήριξης, δε μπορείς να θεωρείς τίποτα δεδομένο - αν τα πράγματα πάνε άσχημα στη δουλειά ή στο κομμάτι της στέγασης, δεν υπάρχει «δίχτυ ασφαλείας».
Βρέθηκα να κοιμάμαι σε καναπέδες ξένων αντιμετωπίζοντας τις συνήθεις δυσκολίες που έχει μια τέτοια κατάσταση: περιφερόμουν με όλα μου τα υπάρχοντα, έψαχνα συνεχώς το επόμενο μέρος που θα μείνω, τη μία κοιμόμουν στο πάτωμα, την άλλη σε κάποιο καναπέ, πότε σε κάποιο κρεβάτι που περίσσευε και πότε σε κάποιο φουσκωτό στρώμα. Το χειρότερο συναίσθημα είναι όταν ξέρεις ότι κάποιοι άνθρωποι δε σε θέλουν στο σπίτι τους - το να μην είσαι αρεστός.
Αυτό όμως δεν ήταν το χειρότερο. Ακριβώς επειδή δεν είχα οικογένεια ή φίλους να με φιλοξενήσουν αναγκάστηκα να χρησιμοποιώ εφαρμογές γνωριμιών όπως το Grindr για να βρίσκω ένα σπίτι να μένω. Συναντιόμουν με παντελώς αγνώστους κάθε βράδυ. Μπορείς πολύ εύκολα να μπλέξεις σε τρομακτικές καταστάσεις στις οποίες προσπαθούν να σε εκμεταλλευτούν. Προσπαθούσα να προστατευτώ κανονίζοντας συναντήσεις σε δημόσια μέρη, για να σιγουρευτώ πως δεν επρόκειτο για κάποια απάτη. Και δεν έμενα στο ίδιο μέρος για πάνω από 2-3 βράδια. Εκείνη την περίοδο ήμουν τόσο απελπισμένος στο θέμα της διαμονής, που είχα ξεχάσει τελείως τους κινδύνους - έψαχνα απλώς κάτι πιο ασφαλές από το να κοιμάμαι στους δρόμους. Δε θέλω να σκέφτομαι καν τι θα μπορούσε να είχε συμβεί εκείνο το διάστημα.
Εν τέλει ο δήμος μου πρότεινε το κέντρο Centrepoint. Όταν έμαθα ότι θα είχα ένα μέρος να μείνω, ήμουν τόσο χαρούμενος. Η υποστήριξη που μου προσέφεραν ήταν ένα «φιλί της ζωής». Στην αρχή νόμιζα ότι θα ήταν όπως και στα άλλα χόστελ -ότι θα ήταν μόνο ένα δωμάτιο. Όμως ήταν πολλά παραπάνω. Με βοήθησαν με την κατάχρηση ουσιών που αντιμετώπιζα, με βοήθησαν να αναπτύξω δεξιότητες που απαιτούνταν για να βρω δουλειά. Μέχρι και να μαγειρεύω υγιεινά μου έμαθαν. Πιο πριν ήμουν απαίσιος- έτρωγα μόνο απ' έξω. Τα σούπερ μάρκετ με τρόμαζαν λόγω της τεράστιας γκάμας επιλογών. Τώρα όμως μπορώ να μαγειρεύω.
Τώρα πλέον έχω μια καλύτερη σχέση με την οικογένειά μου. Πολλοί νέοι αναγκάζονται να κάνουν τραγικές επιλογές, κάποιοι κάνουν παραβιάζουν το νόμο για να μπορέσουν να κοιμηθούν σε ένα κελί, πληγώνουν τον εαυτό τους για ένα κρεβάτι στα επείγοντα ή κοιμούνται με ξένους. Για αυτό η δουλειά που γίνεται στο κέντρο Centrepoint είναι τόσο σημαντική. Προσφέρουν κάτι παραπάνω από ζεστασιά και ένα ασφαλές περιβάλλον - βοηθούν τους ανθρώπους να αλλάξουν τη ζωή τους.
*Το άρθρο δημοσιεύθηκε αρχικά στη HuffPost UK και μεταφράστηκε στα ελληνικά.