Ο Φιντέλ στην ιστορία

Για την Κούβα, το πιο βασικό στοιχείο αποδείχθηκε ότι ήταν η αφύπνιση, ενσωμάτωση και αξιοποίηση των πιο περιθωριακών στρωμάτων της πρώην αποικιακής κοινωνίας: των μαύρων, των μιγάδων και πάνω από όλα του γυναικείου πληθυσμού. Όλοι αυτοί που εβίωναν στην αφάνεια αιώνων ήλθαν στο φως και επιφορτίστηκαν με ευθύνες, ενώ παράλληλα οι παραδοσιακοί τοπικοί προύχοντες απώλεσαν κάθε προνόμιο που τους διέκρινε από το παρελθόν. Τα 57 χρόνια οικονομικού και πολιτικού αποκλεισμού από τη γειτονική υπερδύναμη ώθησαν τη μικροσκοπική Κούβα στη συγκρότηση της δωρεάν εκπαιδευτικής και υγειονομικής ανεξαρτησίας της με ευρεία λαϊκή συμμετοχή, πράγμα που της επέτρεπε να εμφανίζεται ως υπόδειγμα για τις άλλες χώρες της περιοχής.
GUILLERMO LEGARIA via Getty Images

Με το θάνατο του Φιντέλ Κάστρο (1926-2016) δεν κλείνει η γοητεία που άσκησε το παράδειγμα του στους νέους από τη δεκαετία του 1960, τόσο στο δυτικό ημισφαίριο, όσο και στην Ευρώπη και στον υπόλοιπο κόσμο, αλλά ούτε και η μετάλλαξη της κουβανικής κοινωνίας τα τελευταία 57 χρόνια. Αρκετοί έχουν σπεύσει να θεωρήσουν ότι η «κουβανέζικη εμπειρία» δεν ήταν παρά μια απλή παραλλαγή της σοβιετικής και αυτών που εμφανίσθηκαν μεταπολεμικά στην ανατολική Ευρώπη και στην άπω Ανατολή. Ωστόσο, εάν ο «καστρισμός» συνεπήρε το νου, ακόμη και μέχρι σήμερα, αυτό δεν οφείλεται καθόλου στο ότι ήταν απλά μια σοβιετικού τύπου παραλλαγή, αλλά ακριβώς στο οτι δεν ήταν κάτι τέτοιο, στο ότι ήταν και παρέμεινε μέχρι σήμερα κάτι το τελείως διαφορετικό.

Κανένας ηγέτης των χωρών του πρώην ανατολικού μπλοκ δεν αποθεώθηκε στον κόσμο όσο το δίδυμο των Φιντέλ και Τσε Γκεβάρα, όπως και κανένας από τους πρώην ηγέτες της ανατολικής Ευρώπης και Ασίας δε διανοήθηκε ποτέ να ηγηθεί του κόσμου των «αδέσμευτων» στις διεθνείς πολιτικές αντιπαραθέσεις. Εάν η διαφωνία της κομμουνιστικής Κίνας με τη Σοβιετική Ένωση εξελίχθηκε σε σκοτεινή διαμάχη μεταξύ γραφειοκρατών, ο «καστρισμός» διατήρησε τη γοητεία του ζωντανού κινήματος από τους νέους και από τη βάση της κοινωνίας, χωρίς, αλλά και κόντρα, σε οποιαδήποτε προκατασκευασμένη κομματική ιδεολογία και στελέχωση. Εξ ου και η πρωτοφανής απήχηση του στις τοπικές κοινωνίες της Λατινικής Αμερικής, όπως βέβαια και του υπόλοιπου κόσμου.

Όσον αφορά στη σχέση του με τα σοβιετικά συστήματα, ποιος δε γνωρίζει ότι εάν πράγματι υπήρξε, αυτό δεν ήταν ιδεολογική επιλογή, αλλά απλά αμυντική έναντι των ποικίλων και απίστευτων πιέσεων που ασκήθηκαν από τη γειτονική υπερδύναμη. Ακόμη και απευθείας πολεμική επιχείρηση με απόβαση οπλισμένων αντικαστρικών στον Κόλπο των Χοίρων το1961. Φάνηκε ξεκάθαρα ότι η δυτική υπερδύναμη προτιμούσε πάντα να έχει κάτω από τη μύτη της ένα σοβιετικού τύπου καθεστώς, παρά ένα υπόδειγμα ανεξάρτητο και αδέσμευτο, που θα κινδύνευε να πυροδοτήσει παρόμοιου τύπου εμπειρίες στο δυτικό ημισφαίριο. Το πρώτο αποδείχθηκε ελέγξιμο με τη συνδρομή του διεθνώς απαξιωμένου σοβιετικού υποδείγματος, ενώ το δεύτερο θα παρέμενε εκτός έλεγχου, με υψηλό κίνδυνο μεταδοτικότητας τουλάχιστον στην περιοχή, και αυτό ήταν και παρέμεινε η πιο επικίνδυνη επιλογή για τη δυτική υπερδύναμη.

Στην Αβάνα, ο σύγχρονος πολίτης του κόσμου δεν αισθάνεται ξένος, αλλά ανακαλύπτει έναν ιδιαίτερα κοσμοπολίτικο και ταυτόχρονα οικείο κόσμο, αυτόν που είχε συναρπάσει τον Ερνέστο Χέμινγουεϊ, και ο οποίος έχει παραμείνει μέχρι σημεία ως αντίσταση των ανθρώπων στους πολιτιστικούς οδοστρωτήρες της τελευταίας 50ετίας.

Όμως, και στο εσωτερικό μέτωπο, το καστρικό υπόδειγμα ανέπτυξε διαφορετική σχέση με την αντίστοιχη κοινωνία, από ό,τι τα σοβιετικά πρότυπα στην ανατολική Ευρώπη και στην άπω Ανατολή. Οπωσδήποτε, το καστρικό καθεστώς ελέγχεται για τις απαράδεκτες μαζικές διώξεις σε βάρος των αντιφρονούντων. Ωστόσο, η Κούβα ποτέ δεν έφθασε στο σημείο να κλείσει τα σύνορά της, ενώ η υπερδύναμη τα έκλεισε για αυτήν. Ούτε να ενοχοποιήσει και να κόψει τις επικοινωνίες και συγκοινωνίες με τον υπόλοιπο κόσμο, όπως αυτό συνέβη στις χώρες της άπω Ανατολής.

Για την Κούβα, το πιο βασικό στοιχείο αποδείχθηκε ότι ήταν η αφύπνιση, ενσωμάτωση και αξιοποίηση των πιο περιθωριακών στρωμάτων της πρώην αποικιακής κοινωνίας: των μαύρων, των μιγάδων και πάνω από όλα του γυναικείου πληθυσμού. Όλοι αυτοί που εβίωναν στην αφάνεια αιώνων ήλθαν στο φως και επιφορτίστηκαν με ευθύνες, ενώ παράλληλα οι παραδοσιακοί τοπικοί προύχοντες απώλεσαν κάθε προνόμιο που τους διέκρινε από το παρελθόν. Τα 57 χρόνια οικονομικού και πολιτικού αποκλεισμού από τη γειτονική υπερδύναμη ώθησαν τη μικροσκοπική Κούβα στη συγκρότηση της δωρεάν εκπαιδευτικής και υγειονομικής ανεξαρτησίας της με ευρεία λαϊκή συμμετοχή, πράγμα που της επέτρεπε να εμφανίζεται ως υπόδειγμα για τις άλλες χώρες της περιοχής. Υπόδειγμα τόσο για την ποιότητα των εκπαιδευτικών και ιατρικών υπηρεσιών όσο και για το εύρος της λαϊκής συμμετοχής σε αυτές. Το δε βιοτικό επίπεδο και το προσδόκιμο ζωής του πληθυσμού, από το κατώτατο σημείο της αποικιακής περιόδου, έφθασε τα τελευταία χρόνια να συγκρίνεται με αυτό της πιο μεγάλης χώρας στην κεντρική Αμερική, του Μεξικού. Εάν σήμερα ακόμη στην Αβάνα αφθονούν οι αναφορές στην ελληνική ιστορία και παιδεία, ίσως περισσότερο από ό,τι σε οποιαδήποτε άλλη πρωτεύουσα της περιοχής, αυτό οφείλεται στην επιμελή μόρφωση που είχαν λάβει οι ηγέτες της χώρας από τα αξιόπιστα σχολεία των Ιησουϊτών στα οποία είχαν φοιτήσει κατά την εφηβική τους ηλικία.

Παρά τις πιέσεις και τους πειρασμούς, η Κούβα του Φιντέλ δεν έγινε ποτέ Βόρεια Κορέα ούτε βέβαια και Βιετνάμ, δεν υιοθέτησε ποτέ το αποκρουστικό γραφειοκρατικό προσωπείο των σοβιετικών συστημάτων, αλλά διατήρησε την ελεύθερη και ενεργό λαϊκή συμμετοχή σε όλα τα πεδία μέχρι σήμερα. Και προφανώς αυτό θα έχει κάποια σχέση με την προέλευση των ηγετών της, με τις διαφορετικές μεθόδους που επιλέγηκαν και με το διαφορετικό όραμά τους. Στην Αβάνα, ο σύγχρονος πολίτης του κόσμου δεν αισθάνεται ξένος, αλλά ανακαλύπτει έναν ιδιαίτερα κοσμοπολίτικο και ταυτόχρονα οικείο κόσμο, αυτόν που είχε συναρπάσει τον Ερνέστο Χέμινγουεϊ, και ο οποίος έχει παραμείνει μέχρι σημεία ως αντίσταση των ανθρώπων στους πολιτιστικούς οδοστρωτήρες της τελευταίας 50ετίας. Όσα και αν προσάπτονται στον εκλιπόντα ηγέτη από την πλευρά του δημοκρατικού ελλείμματος, αυτά δεν επισκιάζουν τη ρομαντική μορφή του που εσφράγισε την τελευταία 50ετία, ανάμεσα σε δυο κόσμους, χωρίς να γίνει παρανάλωμα σε κανένα εξ αυτών. Ο,τι και να ακολουθήσει στο μέλλον για τη χώρα του, το βέβαιο είναι ότι πολλές άλλες της περιοχής προσβλέπουν στα υγειονομικά και εκπαιδευτικά κεκτημένα της και αυτά πολύ δύσκολα ανακαλούνται.

Δημοφιλή