Αυτά τα ταξίδια δεν τα θυμάσαι για την άνεση, ούτε για τη χαλάρωση, την ηρεμία και την ακρίβεια τους. Πολλές φορές έλεγαν χαιδευτικά αυτό το βαποράκι σκυλοπνίχτη και όταν ετοιμαζόσουν να ταξιδέψεις δεν σκεφτόσουν τους αέρηδες, δεν μετρούσες τα μποφόρ, αφού έτσι κι αλλιώς ήξερες ότι αυτό το σκαρί θα κούναγε σα δαιμονισμένο. Κι όμως όταν μελετάς έναν από τους δυο Πανορμίτες τόσο περισσότερο τον ερωτεύεσαι!
Ήταν το όνομα που στοίχειωνε και τα δυο πλοία; Άραγε το θαλασσόβρεχτο και θαυματουργό μοναστήρι του Αρχάγγελου Μιχαήλ, στη Σύμη, αυτό έκανε τα βαποράκια να ξεχωρίζουν; Ή μήπως ήταν οι φιλότιμοι και έμπειροι ναυτικοί του; Εκείνοι που καθημερινά έχτιζαν δρόμους μέσα στα κακοτράχαλα πέλαγα του Νοτίου Αιγαίου.
Οι Δωδεκανήσιοι που πάλευαν να φτάσουν στα νησιά τους, την δεκαετία του '50 και '60, σίγουρα θυμούνται το μικρό καραβάκι, που δεν άφηνε λιμάνι παραπονεμένο. Αυτός ήταν ο πρώτος Πανορμίτης, που ήρθε στη γραμμή μετά το πολύνεκρο ναυάγιο του πλοίου «Δωδεκάνησος».
Τα δρομολόγια του «Πανορμίτη» ξεκινούσαν από τη Ρόδο και στην άλλη άκρη έπιαναν το Πυθαγόρειο της Σάμου, δε σταματούσαν εκεί, έφταναν μέχρι το Καστελόριζο και δεν άφηνε παραπονεμένη την Κάρπαθο, ούτε την Κάσο.
Το πλοίο ναυπηγήθηκε στην Νορβηγία το 1935, για πρώτο όνομα του δόθηκε το δύσκολο στην προφορά Fjellstrand, δανεισμένο από μια περιοχή της άγνωστης για μας χώρα.
Ήταν 218 τόννων, μονέλικο και για αυτό ήταν δύσκολο στις μανούβρες, είχε μήκος 33,6 μέτρα και πλάτος 6,7 μέτρα. Κατασκευάστηκε στα ναυπηγεία Nylands Verkste, στο Όσλο. Η ιδιοκτήτρια εταιρία, Nesodden Dampskibsselskab, είχε αρκετά βαποράκια, που έκαναν μικρές διαδρομές, μεταφορές 2−3 ωρών, μέσα στο φιόρντ του Όσλο (Oslofjord) και έφταναν μέχρι την πόλη Drobak.
Το 1958 το σκάφος αγοράστηκε από τον Κωνσταντινοπολίτη επιχειρηματία Νικόλαο Σαρρή, εκείνος αφού του έδωσε το όμορφο όνομα «Στέλλα», στη συνέχεια το έβαλε στη γραμμή Ραφήνα-Γάβριο-Μπατσί. Δυο χρόνια αργότερα ο Έλληνας ιδιοκτήτης πούλησε το 75% της «Στέλλας» σε 3 Συμιακούς φίλους, τον καπετάν Μανώλη Χαραλάμπη, τον Νικόλαο Φαρμακίδη και στον Μαντικό, που ήταν μετανάστης από την Αμερική.
Από το 1961 το πλοίο μπήκε στην άγονη γραμμή και ανεβοκατέβαινε τα Δωδεκάνησα. Την ίδια εποχή τη γραμμή Σύμη-Ρόδος κρατούσε ένα ξύλινο καραβάκι με το όνομα Καλλιόπη, του φιλότιμου, εργατικού και καλού ναυτικού Γιώργου Κατιδενιού, αργότερα ο ίδιος έδωσε στο δεύτερο καϊκι το όνομα του. Ο Πανορμίτης ήταν μια επανάσταση για τα νησιά! Με έδρα τη Ρόδο, κάθε Τετάρτη έπιανε Σύμη, Τήλο, Νίσυρο, Κω, Πάτμο, Λειψούς, Αγαθονήσι και κατέληγε στο Πυθαγόρειο της Σάμου και επέστρεφε πίσω από τον ίδιο δρόμο. Ενώ κάθε Πέμπτη και Κυριακή τραβούσε για το Καστελλόριζο και κάθε Παρασκευή έβαζε πλώρη για Χάλκη, Διαφάνι, Πηγάδια Καρπάθου και Κάσο, έπειτα επέστρεφε πάλι στη Ρόδο.
Το πλοίο σιγά-σιγά απέκτησε φήμη, δεν άφηνε ανεκτέλεστο δρομολόγιο, εκτός από επιβατηγό ήταν ταχυδρομικό, μετέφερε δέματα και όλα τα αναγκαία προϊόντα για να ζήσουν τα νησιά. Από την πρώτη εμφάνιση του στα Δωδεκάνησα κέρδισε το ρόλο του «ναυαγοσωστικού»! Ήταν η περίπτωση του τουρκικού πετρελαιοφόρου «Ιγί Ντερέ», που φορτωμένο με 1200 βαρέλια ορυκτέλαιο έπιασε φωτιά στις 6 Δεκέμβρη 1961, νοτιοδυτικά του Καστελλόριζου.
Ο Πανορμίτης δεν χασομέρησε, αμέσως έτρεξε να βοηθήσει.
Σύντομα οι Δωδεκανήσιοι ένιωσαν το μικρό πλοίο δίπλα τους, στη διάδοση της φήμη του σίγουρα βοήθησε και το όνομα του, που ήταν δανεισμένο από το θαυματουργό μοναστήρι της Σύμης.
Δωδεκανησιακή εφημερίδα «Πρόοδος» από τις μέρες της διάσωσης
Αποκορύφωμα της πιο ξεχωριστής και σπουδαίας δράσης του πλοίου, είναι ως νοσοκομειακό! Ο Πανορμίτης σε δεκάδες περιπτώσεις κλήθηκε να μεταφέρει έναν αποκλεισμένο ασθενή μέσα σε άγρια θάλασσα.
Μια τέτοια ιστορία, απίστευτης αυτοθυσίας του πληρώματος, συνέβη λίγο πριν τα Χριστούγεννα του 1963. Ήταν Κυριακή, 16 Δεκέμβρη, όταν μια νέα γυναίκα στο Καστελλόριζο παρουσίασε ακατάσχετη αιμορραγία, γιατρός στο νησί δεν υπήρχε και έπρεπε να μεταφερθεί εσπευσμένα στο νοσοκομείο της Ρόδου, όμως τα 8-9 μποφόρ της θάλασσας έδεναν κάθε πλεούμενο με δέκα κάβους στο λιμάνι.
Ο Καστελλορίζιος Βασίλης Χατζηγιανάκης, νέος ακτινολόγος γιατρός του Νοσοκομείου της Ρόδου, προθυμοποιήθηκε να ταξιδέψει, έπρεπε να βρεθεί λύση για την 23χρονη Χρυσάνθη, η ζωή της κρεμόταν από μια κλωστή.
Ο καπετάνιος του «Πανορμίτη», Νικόλαος Χαραλάμπης κλήθηκε από τον κεντρικό Λιμενάρχη Ρόδου, Ιωάννη Γελαδάκη, εκείνος του πρότεινε να αποτολμήσει το ταξίδι και να προσπαθήσει να σώσει τη νέα γυναίκα. Λίγο αργότερα ο 24χρονος καπετάνιος, με το μυαλό στην πιθανότητα να χαθεί μια ανθρώπινη ζωή από ολιγωρία, σήκωσε την ευθύνη. Με σύμμαχο τη συνείδηση πήρε το ρίσκο και αποφάσισε τον απόπλου του πλοίου μέσα σε θυελλώδεις ανέμους!
Το ταξίδι ξεκίνησε το πρωι της επόμενης ημέρας και κράτησε 10 βασανιστικές ώρες, η θάλασσα έμοιαζε αφιονισμένη, κατέβαζε μεγαλόσωμα φίδια και έπαιζε με τον Πανορμίτη σαν να ήταν παιδί, που κρατούσε ένα καρυδότσουφλο. Κι όμως ο Νικόλας Χαραλάμπης και το πλήρωμα του κατάφεραν να δέσουν στο Καστελλόριζο, όμως η περιπέτεια τους μόλις άρχιζε!
Ο γιατρός δεν είχε τα απαραίτητα μέσα για να σταματήσει την αιμορραγία, η νέα γυναίκα ήταν καταδικασμένη! Τότε ξεκίνησε μια καινούρια προσπάθεια, ο Πανορμίτης προσπαθούσε να επικοινωνήσει, μέσω ραδιοτηλεφώνου, με τον θάλαμο επιχειρήσεων του ΥΕΝ, ήθελαν να ενημερώσουν για την κατάσταση και την αποστολή άμεση αεροπορικής βοήθειας. Κι αν από την Ελλάδα τα πράγματα ήταν τουλάχιστον δισκίνητα, υπήρχαν κάποιοι που άκουσαν τη συνομιλία και προθυμοποιήθηκαν να βοηθήσουν. Το Αγγλικό νοσοκομείο στο Ακρωτήρι της Κύπρου (Acrotiri Hospital), δίχως να αφήσει λεπτό χαμένο, έστειλε ένα αεροσκάφος C130 στην περιοχή. Το στρατιωτικό αεροπλάνο αφού έψαξε για το καλύτερο σημείο, έπειτα έριξε, με αλεξίπτωτα, έναν μαιευτήρα, έναν αναισθησιολόγο, ένα νοσοκόμο και ένα αλεξίπτωτο γεμάτο ιατρικά εργαλεία με φάρμακα!
Απόσπασμα από την εφ. «Πρόοδος», 18.12.1962
Η ομάδα των Eγγλέζων γιατρών έτρεξε στην ασθενή, την χειρούργησε και σταμάτησε την αιμορραγία, τώρα έπρεπε να μεταφερθεί σε ένα νοσοκομείο και πάλι το βάρος έπεφτε στον καπετάν Νικόλα Χαραλάμπη, στο πλήρωμα και στο Πανορμίτη, που έπρεπε να αναλάβουν δράση.
Την επόμενη μέρα, αφού ζύγισαν τον καιρό, επιβίβασαν και έδεσαν την ασθενή στο σαλόνι, έκαναν το σταυρό τους και αναχώρησαν.
Πλησιάζοντας τις δυτικές ακτές της Ρόδου, σε απόσταση 25 ν.μ. ο καιρός επιδεινώθηκε, οι θυελλώδεις ΝΑ άνεμοι και ταυτόχρονα οι πολύ ψηλοί κυματισμοί έκαναν τον Πανορμίτη να μοιάζει ακυβέρνητος, το πλοίο πάλευε να ζήσει και όπως περιγράφει ο καπετάνιος του πλοίου: «δεν γνωρίζαμε αν θα συνέχισε ο τρελός χορός με τα κύματα ή θα βυθιζόμασταν! Τελικά, με τη βοήθεια του Αγίου Νικολάου, καταφέραμε να πλησιάσουμε τον υπάνεμο όρμο των Τριάντων και να αγκυροβολήσουμε, εκεί περιμέναμε μέσο για να πάρει την κοπέλα και τους επιβαίνοντες».
Η 23χρονη κοπέλα σώθηκε και το θάρρος του Πανορμίτη έγινε γνωστό σε όλη την Ελλάδα.
Δεκάδες τα ευχαριστήρια και τα συγχαρητήρια άρθρα στο Δωδεκανησιακό τύπο για τον Πανορμίτη
Την επόμενη χρονιά, στις 9.12.1964, η Ακαδημία Αθηνών εκτίμησε την πράξη του Πανορμίτη και σε μια πανηγυρική συνεδρίαση βράβευσε τον καπετάνιο, το πλήρωμα και τον γιατρό, για την αρετή και την αυτοθυσία τους!
Το πλοίο εκτός μεταφορές και διασώσεις, είχε κι άλλον ένα ρόλο, ίσως τον σπουδαιότερο για τη ζωή του καπετάνιου και γιου του συνιδιοκτήτη!
Ο καπετάν Νίκος Χαραλάμπης
Σε ένα από τα δρομολόγια του Πανορμίτη στη Σάμο ήταν καπετάνιος ο νεαρός Νικόλαος, εκεί γνώρισε και ερωτεύτηκε την Ευαγγελία, τη γυναίκα της ζωής του!
Όμως ο πρώτος Πανορμίτης ήταν άτυχος, έμελλε να καταλήξει στο βυθό της θάλασσας, ίσως επιθυμούσε να συναντήσει το προηγούμενο πλοίο που έκανε την ίδια γραμμή! Δέκα χρόνια νωρίτερα, στις 22 Μαρτίου 1958, το μικρό επιβατηγό πλοίο «Δωδεκάνησος» καθώς ανέβαινε από τη Ρόδο για την Κω αντιμετώπισε μια τρομερή θύελλα. Το πλοίο βυθίστηκε πολύ γρήγορα, οι 28 από τους 34 επιβαίνοντες έχασαν τη ζωή τους, μεταξύ των οποίων ήταν και δύο από τους ιδιοκτήτες.
εφημ. Πρόοδος, 27.1.1966
Ήταν χάραμα Τετάρτης, 26 Ιανουαρίου 1966, καπενάνιος και ιδιοκτήτης με ποσοστό 25% ο Μανώλης Χαραλάμπης, το πλοίο αναχώρησε από τη Λέρο με προορισμό την Κάλυμνο, επιβαίνοντες ήταν 28 επιβάτες και 15 μέλη του πληρώματος. Το πλοίο περνούσε από τα Γλαρονήσια της Τελένδου, το μικρό νησάκι που βρίσκεται δυτικά και μόλις 500 μέτρα από την Κάλυμνο, όταν ο Πανορμίτης έπεσε πάνω σε ύφαλους, έσπασε κι αμέσως άρχισε να βυθίζεται.
Άραγε τι να είχε συμβεί;
Οι εφημερίδες της εποχής γράφουν για την ομίχλη, που επικρατούσε στην περιοχή και πιθανολογούσαν για μια βλάβη στο σύστημα διεύθυνσης του πλοίου, ωστόσο ο γιoς του καπετάνιου και συνιδιοκτήτη, ο Νικόλαος Χαραλάμπης σήμερα δίνει την εκδοχή που άκουσε από τον πατέρα του: «Έφυγαν από τη Λέρο για την Κάλυμνο, δεν είχε θάλασσα, η διαδρομή είναι μια ώρα, 10-11 μίλια, ο πατέρας μου, ήταν πολύ έμπειρος καπετάνιος του Πανορμίτη, όμως εκείνη τη μέρα έπαθε μια δηλητηρίαση, έτσι ασθενής και ταλαιπωρημένος άφησε για λίγο τη γέφυρα γιατί είχε ακατάσχετη διάρροια και απανωτούς εμετούς και έτσι συνέβη το κακό. Το πλοίο βγήκε από την πορεία του, χτύπησε με την πλώρη πάνω σε έναν ύφαλο, μέσα σε λίγα λεπτά το μεγαλύτερο τμήμα του Πανορμίτη βυθίστηκε, ο καπετάν Μανώλης, μαζί με το πλήρωμα, ανέλαβαν να σώσουν τους ανθρώπους. Έτσι χρησιμοποίησαν την ορμιδοβόλο συσκευή και έριξαν το βιλάϊ στη στεριά, έκαναν ένα παλάγκο, έτσι τράβηξαν και έβγαλαν όλους τους επιβάτες με ένα καλάθι πάνω στα βράχια. Κανένας δεν κινδύνευσε, όλοι οι επιβαίνοντες σώθηκαν».
Έρευνες και ανακρίσεις για το ναυάγιο πραγματοποίησε ο λιμενάρχης Καλύμνου Σπύρος Κατινάκης, στο διακαστήριο ο καπετάνιος του Πανορμίτη αθωώθηκε και μάλιστα αναφέρθηκε η πετυχημένη προσπάθεια τόσο του ίδιου, όσο του πληρώματος, για να σώσουν τους επιβάτες.
Οι πρώτες σκέψεις για την ανέλκυση και τη σωτηρία του Πανορμίτη έσβησαν στα γρήγορα, το εγχείρημα θεωρήθηκε πάρα πολύ δύσκολο, ενώ το πλοίο είχε εκταταμένα ρήγματα και η γέφυρα του είχε ξεκολλήσει από το υπόλοιπο σώμα του σκάφους.
Ο καπετάν Μανώλης Χαραλάμπης και ο γιος του Νικόλας δεν έχασαν καιρό, πήραν απόφαση να ξανακερδίσουν την άγονη γραμμή. Ανέβηκαν στο Πέραμα, στα ναυπηγεία της Αργώ και κατασκεύασαν τον καινούριο πλοίο, δίνοντας του το ίδιο όνομα.
Ο νέος Πανορμίτης καθελκύστηκε στις 18 Αυγούστου 1967 και πρώτους ιδιοκτήτες είχε: Μανώλης και Νίκος Χαραλάμπης, τους Σαμιώτες Πλασταριά, Δ. Παπαθεοδώρου και τον Νίκο Φαρμακίδη.
Τον επόμενο χρόνο έγινε συνιδιοκτήτης ακόμη ένας επιχειρηματίας, ο Φρακαντώνης και το 1970 το μεγαλύτερο ποσοστό του πλοίου πέρασε στα δικά του χέρια και συνέχισε στην ίδια γραμμή για μια 20ετία!
Ο δεύτερος Πανορμίτης ήταν λίγο μεγαλύτερος από τον πρώτο, έφτανε τα 55 μέτρα, φορούσε δυο μηχανές Eskael και διέθετε ραντάρ.
Ήταν ένα ολόασπρο σιδερένιο βαπόρι με στρογγυλή πρύμνη, μυτερή πλώρη, είχε μπροστά το αμπάρι και ξύλινο κατάστρωμα. Στο εσωτερικό είχε δερμάτινους καναπέδες και στην είσοδο του σαλονιού ένα μικρό μπαρ, όταν είχε θαλασσοταραχή τα φλυτζάνια και τα ποτήρια πηγαινοέρχονταν μέσα στη βιτρίνα! Οι Δωδεκανήσιοι δεν γίνεται να ξεχάσουν αυτό το μικρό πλοίο, που όμως έμοιαζε με το Θεό Απόλλωνα!
Όσοι δεν άντεχαν τη θάλασσα και την αστάθεια μπορεί να υπέφεραν, όμως ήξεραν ότι θα φτάσουν με ασφάλεια στον προορισμό τους.
Μα ήταν τόσο χαρακτηριστικό το κούνημα του Πανορμίτη στα μπουγάζια και στα ρέματα του νότιου Αιγαίου, ο καπετάνιος Νίκος Χαραλάμπης διηγείται δυο χαρακτηριστικές ιστορίες. Στην πρώτη περίπτωση, το βαποράκι έπρεπε να έχει ασυρματιστή Α΄ τάξεως, βρήκαν λοιπόν έναν ναυτικό και τον προσέλαβαν, στο πρώτο δρομολόγιο έτυχε να περάσουν από τα άγρια νερά στα βόρεια της Καρπάθου, λίγο έξω από το μικρό νησάκι με το όνομα Σαρία, μα ήταν τέτοια η θαλασσοταραχή που ο έμπειρος ναυτικός όταν γύρισε στη Ρόδο ζήτησε από τον καπετάνιο να τον απολύσει! Άφησε τον Πανορμίτη και τα καλά του!
Ακόμη μια φορά, στα ίδια νερά, ο καπετάν Νικόλας άκουσε τη συμβουλή ενός επιβάτη, του δεινού Διαφανιώτη ψαρά Λιωρεΐση, που γνώρισε τα νερά και έτσι μπήκαν στον απάγκιο κόλπο του Τριστόμου, εκεί φούνταραν, για να γλυτώσουν από τη ξαφνική θαλασσοταραχή. Άλλα και οι μαντινάδες, που τραγούδησαν Καρπάθιοι και Κασιώτες με συνοδεία λύρας, πάνω σε ένα από τα εκατοντάδες ταξίδια του, άφησαν ανεξίτηλο χνάρι στη θάλασσα.
Ο δεύτερος Πανορμίτης ακολούθησε μια εντελώς διαφορετική και παράξενη καριέρα, τη δεκαετία του 1990 πουλήθηκε σε μια Ισραηλινή εταιρία, το βαποράκι μετασκευάστηκε και έγινε σούπερ-λουξ! Σταμάτησε τα ταξίδια κι από τότε παραμένει δεμένο στο λιμάνι του τουριστικού θερέτρου Ειλάτ, εκεί περιμένει τους φανατικούς παίκτες του μπλακ-τζακ, της ρουλέτας και των κουλοχέρηδων, έγινε το πρώτο πλωτό καζίνο της περιοχής με όνομα Casino Imperial (λεγόταν Lucky Dolphin αλλά και Silver Star).
Εκείνοι που θυμούνται έναν από τους Πανορμίτες, πρώτα λένε τη λέξη «σκυλοπνίχτης», ενώ ταυτόχρονα στάζει μέλι το στόμα τους!
Μικρά και ευέλικτα, πάνω από όλα ήταν τα πλοία που έδιναν το παρόν, πάντοτε ήταν δίπλα στους νησιώτες, δεν άφηναν κανέναν παραπονεμένο κι όσο για τους ιδιοκτήτες τους, αυτοί τα καμάρωναν σα να είναι τα πιο όμορφα παιδιά τους.