Η πρώτη ανάγνωση του δημοψηφίσματος μάς αποκαλύπτει τα εξής:
Το «ΟΧΙ» έχει μια ξεκάθαρη νίκη και μεταφράζεται σε μια ξεκάθαρη εντολή στον πρωθυπουργό που σήκωσε μεγάλο βάρος της εκπροσώπησης να αναλάβει την πρωτοβουλία των κινήσεων. Αποδείχθηκε ότι οι δημοσκοπήσεις στην πρώτη τους απόπειρα να μετρήσουν την κοινή γνώμη σε δημοψήφισμα, απέτυχαν. Μπορεί να έχουν πολλές δικαιολογίες (μικρός χρόνος κλπ), αλλά τελικώς ο αγώνας σώμα με σώμα της Παρασκευής και η μικρή επικράτηση του «ΟΧΙ», του Σαββάτου, διαψεύστηκαν. Προσέφεραν όμως άλλα χρήσιμα συμπεράσματα, όπως τις μεταπτώσεις από την εφαρμογή των capital controls στα διαγγέλματα του πρωθυπουργού.
Φάνηκε ότι το «ΟΧΙ» πέρα από τα κόμματα που το υποστήριξαν διεμβόλισε και τα υπόλοιπα, πείθοντας περισσότερο τους ψηφοφόρους τους από ότι το «ΝΑΙ» τα κόμματα που υποστήριξαν το «ΟΧΙ» και αναδεικνύοντας μια ανάγκη δήλωσης αντίδρασης στο συσσωρευμένο εδώ και χρόνια αρνητικό περιβάλλον.
Ήταν σαφές ότι υπήρξαν πολλαπλές ερμηνείες και διαφορετικές αφετηρίες για την επιλογή του «ΟΧΙ», ενώ στους εκλογείς του «ΝΑΙ» το διακύβευμα ήταν ξεκάθαρα η θέση της Ελλάδας στην Ευρώπη. Αυτό μας δείχνει ότι δεν πέρασε - όσο θα ήθελαν - η πρόταση της αντιπολίτευσης για την ερμηνεία του δημοψηφίσματος και οι λόγοι είναι αρκετοί.
Από την πλευρά της επικοινωνίας διακινδυνεύω την εκτίμηση ότι τα ιδιωτικά κανάλια υπερέβαλαν την υποστήριξη του «ΝΑΙ» ενισχύοντας στην πραγματικότητα το «ΟΧΙ», ενώ η αντίστοιχη επικοινωνία από την άλλη πλευρά ήταν πιο επικεντρωμένη στο διαδίκτυο και στα social media, καθώς και σε πιο άμεσες επαφές και φυσικά με κύριο εκφραστή, επικεφαλής τον πρωθυπουργό, ήταν τελικά πιο επιτυχημένη.
Το 75% που έδειξαν οι δημοσκοπήσεις ότι είναι υπέρ του €, ακόμα κι αν δεχθούμε ότι δεν ήταν πολύ εύστοχες, είναι ένα ποσοστό που δεν μπορεί να αγνοηθεί αν και παραμένει ένα δημοσκοπικό εύρημα και όχι λαϊκή «ετυμηγορία».
Επί του πολιτικού, ο ίδιος ο πρωθυπουργός πιστώνεται το μεγαλύτερο μερίδιο της νίκης με τις κρίσιμες εμφανίσεις του, αποκτά το momentum και με το αποτέλεσμα στις αποσκευές του θα ταξιδέψει για να φέρει μια νέα συμφωνία: Αν φέρει μια ορατά καλύτερη συμφωνία τότε θα αναγνωριστεί καθολικά, θα ξεπεράσει οποιαδήποτε αντίδραση από την εσωτερική αντιπολίτευση και θα ψηφιστεί με άνεση κερδίζοντας αρκετό χρόνο. Αν υπάρξει μια παραπλήσια συμφωνία με μικρές διάφορες από την τελευταία πρόταση των δανειστών, το δημοψήφισμα εντάσσεται στη σφαίρα του επικίνδυνου πολιτικού παιχνιδιού, με μόνο ζητούμενο την υπερκέραση της αντίδρασης του εσωτερικού μετώπου στο ΣΥΡΙΖΑ. Αυτό μπορεί να αξιολογηθεί και θετικά, (γιατί αλλιώς θα υπήρχαν περιπέτειες) από την άλλη αποτελεί και ομολογία αδυναμίας επιβολής στα εσωτερικά. Αν δεν υπάρξει νέα συμφωνία (γιατί αυτή που θα προταθεί θα είναι χειρότερη) θα αποδειχθεί ότι το δημοψήφισμα δεν δημιούργησε πολιτικά το κεφάλαιο διαπραγμάτευσης που ισχυριζόταν η κυβέρνηση, και πιθανόν να επιβεβαιωθούν οι καταστροφολόγοι.
Σε κάθε περίπτωση, ο μεγάλος χαμένος του δημοψηφίσματος είναι το παλαιό πολιτικό σύστημα που έδωσε πρόσωπο στο «ΝΑΙ» με στόχο να το υποστηρίξει με αντίθετο όμως αποτέλεσμα. Τα πρόσωπα που επιστρατεύτηκαν έδειξαν ότι καταγράφηκαν οριστικά με αρνητικό πρόσημο, αφού λειτούργησε κυρίως η λογική: «αφού αυτοί ΝΑΙ, εγώ όχι». Εκτιμώ ότι το αποτέλεσμα αυτό θα δρομολογήσει περισσότερες εξελίξεις απ' ότι το αποτέλεσμα των εκλογών του Ιανουαρίου, τουλάχιστον στη Νέα Δημοκρατία.
Οι επόμενες ημέρες / εβδομάδες θα είναι δύσκολες και θα ήταν έτσι είτε με το «ΝΑΙ», είτε με το «ΟΧΙ». Είθε το δημοψήφισμα με όλα τα τεχνικά θέματα που είχε να δημιουργήσει μια κουλτούρα στον ελληνικό λαό και να ληφθεί υπόψιν από όλους για μια σειρά θέματα που έχουν σχέση με την παιδεία, τις ανθρώπινες σχέσεις, τη σχέση κράτους / θρησκείας κλπ.