«Ο χορός είναι η κρυμμένη γλώσσα της ψυχής», είχε πει η Αμερικανίδα χορογράφος Μάρθα Γκράχαμ. Και όλοι όσοι χορεύουν, αυτό έχουν να πουν: το πόσο εκφράζονται μέσα από αυτό και το πώς έχει γίνει για αυτούς τρόπος ζωής.
Αυτοί που ασχολούνται με χορό, σε οποιαδήποτε του μορφή, εκπέμπουν μια πολύ θετική αύρα. Είναι άνθρωποι δυναμικοί, δραστήριοι, μα πάνω από όλα αισιόδοξοι. Πιστεύουν ακράδαντα πως υπάρχει κάτι θετικό σε ό,τι κάνουμε και αναζητούν πάντα το καλύτερο. Φαίνεται άλλωστε στη λάμψη που παίρνουν τα μάτια τους όταν περιγράφουν αυτό το πάθος που τους ενώνει.
Οχτώ άτομα που με κάποιον τρόπο ασχολούνται με τον χορό εξηγούν τη σημασία που έχει και γιατί θα πρέπει ο χορός να αποτελεί μέρος της ζωής μας.
«Η Ελλάδα έχει ρίζες χορευτικές και ανέκαθεν χόρευε», λέει η Βάσια Μοτσάκου, νεαρή χοροδιδάσκαλος στην Αθήνα. «Απόδειξη, οι άπειροι παραδοσιακοί χοροί που έχουμε από κάθε τόπο», συνεχίζει. «Είμαστε ένας λαός φιλόξενος, ευδιάθετος, που από πάντα ασχολούταν με τη διασκέδαση και το να περνάει καλά». Αυτό άλλωστε εξακολουθεί να είναι και ένα από τα θετικά που προβάλλει η Ελλάδα στο εξωτερικό, παρ' όλη την αρνητικότητα της οικονομικής και πολιτικής κατάστασης της χώρας.
Ίσως δεν είναι και τυχαίο που ο Πρόεδρος τουΔιεθνούς Συμβουλίου Χορού (Conseil International de la Danse - CID) της UNESCO (του Οργανισμού των Ηνωμένων Εθνών για την Εκπαίδευση, την Επιστήμη και τον Πολιτισμό), με έδρα το Παρίσι, είναι Έλληνας. Ο Άλκης Ράφτης κατέχει αυτή τη θέση εδώ και 15 χρόνια, έχοντας επανεκλεγεί ήδη τέσσερις φορές ως επικεφαλής της επίσημης αυτής ανώτατης οργάνωσης για όλες τις μορφές χορού σε όλες τις χώρες του κόσμου. Είναι ο πιο υψηλόβαθμος Έλληνας που υπάρχει διεθνώς σε παγκόσμιο οργανισμό, και αυτό θα έπρεπε να προβάλλεται ως κάτι τιμητικό για τη χώρα μας.
«Η Ελλάδα είναι μια υπερδύναμη στο χορό», λέει ο κ. Ράφτης. «Όλοι ξέρουν ότι οι Έλληνες χορεύουν πολύ, ότι είναι καλοί στο χορό. Κι αυτό κρατάει ψηλά την εικόνα της χώρας».
Γιατί όμως επιλέγουμε να χορεύουμε;
«Ο χορός υπάρχει μέσα στον άνθρωπο», λέει ο Φίλιππος Τράγκας, χοροδιδάσκαλος και ειδικός παιδαγωγός στον Πανελλήνιο Σύλλογο ΑΜΥΜΩΝΗ. «Ο ρυθμός υπάρχει μέσα μας, στο πως χτυπάει η καρδιά μας, το έχουμε θέλοντας και μη. Αποτελούμαστε από 70% νερό το οποίο είναι καλός αγωγός του ήχου. Έτσι ο άνθρωπος έχει φυσική ροπή στο να αξιοποιεί τον ήχο και το θόρυβο γενικότερα», εξηγεί.
Πέρα από αυτό όμως, ο χορός λειτουργεί ως ψυχοθεραπεία. Και σε αυτό συμφωνούν όλοι. Γιατί όπως και με κάθε άλλη έντονη σωματική δραστηριότητα, ο χορός αυξάνει τη σεροτονίνη και την ενδορφίνη στον εγκέφαλο, ανεβάζοντας τη διάθεση και την ενέργεια, μειώνοντας το άγχος και την κατάθλιψη.
«Ο χορός σημαίνει ζωή, ζωντάνια, δημιουργία, έμπνευση, όνειρα», απαριθμεί η Θεογνωσία Χαραλαμπίδου, χοροδιδάσκαλος και δασκάλα Αγγλικών. Σε βοηθάει να γνωρίσεις άλλους ανθρώπους, να διασκεδάζεις, να εκτονώνεσαι.
«Ο χορός είναι μια διασκεδαστική ψυχοθεραπεία», προσθέτει χαμογελώντας η Βάσια. Κάθε άνθρωπος επιλέγει να χορέψει για διαφορετικούς λόγους: για να κοινωνικοποιηθεί, για να εξασκήσει ένα χόμπι, για να γυμναστεί, για να βελτιώσει την υγεία του, για να τονώσει την αυτοπεποίθησή του, για να εξωτερικεύσει τα συναισθήματά του, και για άλλους πολλούς.
«Όλα τα προσφέρει ο χορός», λέει ο κ. Ράφτης, «ευεξία στο σώμα, καταπολεμά τη μοναξιά, είναι υγιεινό και ευχάριστο, θεωρώ ό,τι πιο ιδανικό υπάρχει. Δεν μπορώ να φανταστώ κάτι άλλο να σου δίνει τόσα πράγματα μαζί, και στο σώμα και στη ψυχή».
«Με το χορό ξεφεύγεις», δηλώνει ο Μιχάλης Γκούσης, διευθυντής της αλυσίδας σχολών χορού Latin4U. «Είναι κάτι που μπορείς να κάνεις παντού και πάντα», λέει και προσθέτει πως πολλοί πάνε για χορό αντί στον ψυχολόγο, για να μπορούν να βρουν τη δύναμη να ανταπεξέλθουν σε όλες τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν. «Πιστεύω απόλυτα ότι όλα μου τα προβλήματα μου τα έχει λύσει ο χορός», αναφέρει, και το βλέμμα του φωτίζει καθώς περιγράφει πώς όταν χορεύει ξεχνάει τα πάντα.
Αυτό ίσως να είναι χαρακτηριστικό αυτών που χορεύουν - ότι αφήνονται να παρασυρθούν στη μουσική, στα βήματα, να ξεχάσουν για λίγο όλα όσα τους απασχολούν, και να βάλουν λίγο χρώμα στη γκρίζα καθημερινότητα. Γι' αυτό άλλωστε οι άνθρωποι επιλέγουν να χορεύουν: γιατί τους αρέσει, γιατί χρειαζόμαστε το ρυθμό στη ζωή μας. Χορεύουμε προ πάντων για να βιώσουμε όλα όσα συχνά καταπιέζουμε μέσα μας και για να νιώσουμε πιο ζωντανοί.
«Όταν χορεύω, νιώθω να ξαναγίνομαι παιδί, χωρίς σκοτούρες και προβλήματα», λέει ο Αργύρης Π. μηχανολόγος-μηχανικός, ο οποίος χορεύει ερασιτεχνικά εδώ και μια δεκαετία. «Χορεύω, γιατί τότε δεν σκέφτομαι». Για τον Αργύρη, ο χορός φωτίζει το πρόσωπο και το κάνει πιο ερωτικό, για αυτό και περιγράφει το χορό ως «το μαγικό φίλτρο του έρωτα».
Η Αδαμαντία Κουτουλάκη, δασκάλα θετικών επιστημών η οποία ασχολείται ερασιτεχνικά με σύγχρονο χορό και μπαλέτο συμφωνεί: «όταν χορεύω, νιώθω ελευθερία, δυναμισμό, ότι εκφράζω τα συναισθήματά μου». «Μου αρέσει η μορφή που μπορείς να δώσεις στο σώμα σου όταν χορεύεις», το θεατρικό του να γίνεσαι κάτι άλλο, προσθέτει. «Μου αρέσει το συναίσθημα που έχω όταν φεύγω, αυτή την ανακούφιση και την ηρεμία».
Το ίδιο δηλώνει και η Εύη Στεφάνου, δικηγόρος: «όταν χορεύω νιώθω ξέγνοιαστη, και πως ό,τι κι αν πάει στραβά δε με νοιάζει, φτάνει που απαρνήθηκα τις αρνητικές σκέψεις».
«Στις δύσκολες εποχές που ζούμε ο κόσμος ψάχνει να βρει διέξοδο από όλα του τα προβλήματα. Και αυτό το βρίσκει στο χορό,» λέει η Θεογνωσία. Η Βάσια προσθέτει πως όποια κι αν είναι η προσωπική κατάσταση κάποιου, όλα αυτά τα συναισθήματα μπορούν να εκφραστούν μέσω του χορού και να επέλθει έτσι η χαρά, η γαλήνη, η εκτόνωση και η δύναμη. «Ό,τι κι αν σου συμβαίνει, μπορείς να χορέψεις», λέει.
Σύμφωνα με τον κ. Ράφτη, αυτός είναι και ένας από τους λόγους για τους οποίους ο χορός είναι από τα λίγα πράγματα που άντεξαν στην κρίση. «Η κρίση έφερε πιο πολλούς ανθρώπους ακόμα στο χορό», δηλώνει και λέει πως με την καταγραφή που γίνεται από το CID σχετικά με την εικόνα του χορού ανά την υφήλιο (Παγκόσμιο Κατάλογο Χορού - Global Dance Directory), οι στατιστικές αποδεικνύουν πως παρόλο που πολλές επιχειρήσεις και καταστήματα έκλεισαν λόγω κρίσης,καμία σχολή χορού στον κόσμο δεν έκλεισε. Αντιθέτως, άνοιξαν κι άλλες. Κι αυτό δεν ισχύει μόνο σε χώρες που περνάνε οικονομική κρίση, όπως η Ελλάδα, η Πορτογαλία και η Ισπανία, αλλά ακόμη και σε αυτές με πολιτική κρίση, όπως η Ουκρανία. «Ο μόνος τρόπος να αντέξεις τον πανικό και τον φόβο είναι να χορέψεις», λέει, εξιστορώντας πως σε πολλές ταραχώδεις περιόδους ο κόσμος χόρευε ακόμα και στα υπόγεια. «Ο χορός είναι αντίδοτο».
Σύμφωνα με τις στατιστικές του Οργανισμού, ο κλάδος του χορού αυξάνεται με ρυθμό 35% παγκοσμίως, «κάτι που είναι πραγματικά τρομερό».
Στην Ελλάδα υπάρχουν περίπου 1,000 σχολές χορού, με την ίδια αναλογία (1 σχολή ανά 10,000 κατοίκους) να ισχύει γενικά παγκοσμίως. Βάση των ίδιων στατιστικών, ένας στους 1,000 κάτοικους είναι επαγγελματίας χορευτής.
Για τους περισσότερους, το να κάνουν το χόμπι τους επάγγελμα ήταν κάτι που ήρθε σταδιακά, καθώς η αγάπη τους για το χορό εξελισσόταν και μεγάλωνε. Ο Μιχάλης διηγείται το πώς από παιδί δούλευε και το να ανοίξει τη δική του επιχείρηση ήταν κάτι που πάντα ήθελε. Η αλυσίδα σχολών χορού δημιουργήθηκε έτσι μέσα από το πάθος του ίδιου και των συνεργατών του για το χορό, τον δυναμισμό που διακρίνει τη δουλειά τους και το μεράκι που έχουν για αυτό που κάνουν. Η πρώτη σχολή άνοιξε στην Λεωφόρο Συγγρού, στην Αθήνα, τον Σεπτέμβρη του 2012, και από τότε μετράει άλλα έξι παραρτήματα σε Δάφνη, Πανόρμου, Ζωγράφου, Κολωνάκι, Ηλιούπολη και Γλυφάδα, καθώς και έναν Πολιτιστικό Σύλλογο («Χοροί του Κόσμου») στην Καλλιθέα.
Ομόφωνα όλοι δηλώνουν πως ποτέ δεν είναι αργά για να μάθει κάποιος χορό. Φτάνει να υπάρχει καλή διάθεση. Από τα λεγόμενα τους, είναι προφανές πως δε χορεύεις με τα πόδια, αλλά με το ρυθμό που πηγάζει μέσα από τη ψυχή σου. Άλλωστε το τι αποκομίζουν από αυτό αντανακλάται στις ανθρώπινες σχέσεις, και περιγράφουν πώς μέσω του χορού γίνονται πιο συνειδητοποιημένοι, ρεαλιστές, και λίγο πιο ανθρώπινοι.
Παρόλα' αυτά όμως, όλοι εκφράζουν το παράπονο πως δεν υπάρχει επαρκής καλλιτεχνική παιδεία για να προβάλει όλα αυτά που προσφέρει ο χορός και να τον «ξεντύσει από τις προκαταλήψεις και τις ταμπέλες», όπως λέει ο Φίλιππος. Ο κ. Ράφτης επισημαίνει πως «το κράτος γενικά δεν ασχολείται με τον πολιτισμό», παρά μόνο όταν θέλει να τον αξιοποιήσει εμπορικά. «Θα έπρεπε να αναπτυχθεί μια παιδεία που θα φέρει τα παιδιά πιο κοντά σε κάθε είδους τέχνη», προσθέτει η Αδαμαντία, με τον Μιχάλη να συμπληρώνει πως το κράτος θα μπορούσε να προσφέρει μια βασική διαπαιδαγώγηση ώστε οι νέοι να εμπλουτιστούν με αυτοπεποίθηση, πειθαρχία και δημιουργικότητα. Ο χορός είναι το κατάλληλο μέσο για αυτό, αφού ταιριάζει σε όλους, σε εξοπλίζει με δυναμισμό και σιγουριά και σε σπρώχνει να βρεις το επόμενο βήμα, ωθώντας έτσι μια συνεχή μάθηση που μπορεί να επεκταθεί σε όλους τους τομείς της ζωής.