Οι τίτλοι ειδήσεων στον τύπο της περασμένης Κυριακής γράφουν ότι «καταρρέει η εικόνα του Τσίπρα», «κάτω από τη βάση η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ», «τελειώνει η πολιτική κυριαρχία Τσίπρα». Παιδί των καταλήψεων και του κομματικού σωλήνα, χωρίς καμία επαγγελματική εμπειρία και ελάχιστη επαφή με το εξωτερικό, ο κ. Τσίπρας αποδείχθηκε εντελώς ακατάλληλος για πρωθυπουργός. Έχει επιδείξει ασυγχώρητη άγνοια των τεκταινόμενων στην Ευρωπαϊκή και παγκόσμια σκηνή, καθώς και πλήρη αδυναμία επιλογής ικανών συνεργατών. Τα απανωτά λάθη που διέπραξε ήταν απολύτως προβλέψιμα. Τι να πρωτοθυμηθούμε; Το πολυσυζητημένο προεκλογικό ευφυολόγημα ότι «η κυβέρνηση θα παίζει τον ζουρνά και θα χορεύουν οι αγορές», ή το «ούτε μία στο εκατομμύριο να πει όχι η Μέρκελ»; Aν πράγματι τα πίστευε αυτά, ήταν βαθειά νυχτωμένος όσον αφορά την λειτουργία των αγορών και τις διαθέσεις των Ευρωπαίων πολιτικών. Την ίδια άγνοια επέδειξε αναζητώντας δανεικά χωρίς Μνημόνιο (!) από τη Ρωσία και την Κίνα.
Αυτή η άγνοια τον καθιστά ακατάλληλο για οποιοδήποτε κυβερνητικό αξίωμα και επικίνδυνο για τη χώρα, την οποία έφερε στο χείλος του γκρεμού πριν κάνει πίσω, υπογράφοντας το τρίτο Μνημόνιο που ο ίδιος κατέστησε απαραίτητο με την καταστροφική του διακυβέρνηση. Τον περασμένο Δεκέμβριο το χρηματοδοτικό κενό υπολογιζόταν σε 11 δισ. ευρώ, τα οποία επρόκειτο να καλυφθούν με προληπτική γραμμή πίστωσης από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας (ESM) σε περίπτωση που το ποσό αυτό δεν μπορούσε να αντληθεί από τις αγορές. Μέχρι τη λήξη του υπάρχοντος προγράμματος στα τέλη Ιουνίου, η χρηματοδότηση ήταν εξασφαλισμένη από το απόθεμα ύψους 11 δισ. που απέμενε στο Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας μετά την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών το 2013. Όμως λίγες μέρες πριν τη λήξη του προγράμματος, και ενώ οι διαπραγματεύσεις συνεχίζονταν, ο κ. Τσίπρας ανακοίνωσε το δημοψήφισμα της 5ης Ιουλίου. Αυτή ήταν η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι, καθώς η λήξη του προγράμματος οδήγησε στο κλείσιμο των τραπεζών και στα capital controls - εξέλιξη για την οποία είχε προειδοποιηθεί εγκαίρως ο πρωθυπουργός από τον ίδιο τον κ. Ντράγκι. Με περισσή ειλικρίνεια, ο κ. Τσακαλώτος ομολόγησε δημόσια ότι το δημοψήφισμα προκηρύχθηκε διότι η κυβέρνηση θα έχανε την πλειοψηφία της στη βουλή αν έφερνε την συμφωνία προς ψήφιση (πράγμα που δεν αποφεύχθηκε τελικά).
Με την οικονομία να ξαναβυθίζεται στην ύφεση, το πρωτογενές πλεόνασμα να μετατρέπεται σε έλλειμμα, τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια στις τράπεζες να αυξάνονται και τα capital controls να παραμένουν σε ισχύ για μήνες, το χρηματοδοτικό κενό αυξήθηκε στα 86 δισ. ευρώ, οδηγώντας σε νέο τριετές Μνημόνιο. Το ποσό αυτό περιλαμβάνει 25 δισ. για νέα ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών, μετά την απαξίωση των μετοχών που απέκτησε το Ελληνικό δημόσιο με την ανακεφαλαιοποίηση του 2013. Αυτό ήταν το καταστροφικό αποτέλεσμα της «σκληρής διαπραγμάτευσης», βασισμένης σε λάθος εκτίμηση της κατάστασης και σε αδυναμία έγκαιρης ανάσχεσης του δημοσιονομικού εκτροχιασμού και της ύφεσης. «Είμαι περήφανος που δεν οδήγησα τον ελληνικό λαό σε μία ανείπωτη οικονομική καταστροφή» είπε ο κ. Τσίπρας στη συνέντευξη του στον ALPHA (26/8/15). Προφανώς αυτή θεωρεί την μεγαλύτερη επιτυχία της διακυβέρνησης του.
Στις επερχόμενες εκλογές ο κ. Τσίπρας ποντάρει στα υψηλά ποσοστά αποδοχής που ακόμα απολαμβάνει για να εξασφαλίσει αυτοδυναμία για τον ΣΥΡΙΖΑ, παρά την καταστροφική διαπραγμάτευση και τη διάσπαση του κόμματός του. Οι πρώτες σφυγμομετρήσεις αποκλείουν αυτό το ενδεχόμενο, δεδομένου ότι τα ποσοστά του ΣΥΡΙΖΑ κυμαίνονται γύρω στις 10 μονάδες κάτω του 37% που θα του εξασφαλίσει την αυτοδυναμία. Ταυτόχρονα δηλώνει ότι δεν πρόκειται να σχηματίσει κυβέρνηση συνεργασίας «με κόμματα του παλιού πολιτικού συστήματος». Αν δηλαδή εξασφαλίσει την πρωτιά, ο κ. Τσίπρας δηλώνει στην ουσία ότι θα αποδράσει, προτείνοντας κάποιον άλλο για πρωθυπουργό, την ταυτότητα του οποίου δεν μας αποκαλύπτει. Εναλλακτικά, θα προκηρύξει εκλογές για τρίτη φορά σε ένα χρόνο (χωρίς να υπολογίζουμε το δημοψήφισμα). Όμως όσες εκλογές και αν προκηρυχθούν δεν πρόκειται η χώρα να πάει μπροστά χωρίς πολιτικό αρχηγό με όραμα και πρόγραμμα. Αντίθετα με τον ΣΥΡΙΖΑ, η ΝΔ προσβλέπει σε συνεργασία με τα κόμματα του Ευρωπαϊκού τόξου, ακόμα και με τον ΣΥΡΙΖΑ, που όμως αρνείται τη συνεργασία με τα κόμματα που στήριξαν με τη ψήφο τους το Μνημόνιο του κ. Τσίπρα.
Ύστερα από 15 συνεδριάσεις του Eurogroup, 4 Συνόδους Κορυφής, και πολλές διμερείς συναντήσεις με Ευρωπαίους ηγέτες και αξιωματούχους, θα έλεγε κανείς ότι ο κ. Τσίπρας έχει πλέον πλήρη επίγνωση των ορίων που θέτουν οι δανειστές. Όπως όμως προκύπτει από τις δηλώσεις του, εξακολουθεί να μην έχει επίγνωση των τεκταινόμενων στην Ευρωπαϊκή σκηνή παρόλο που κάποιες χώρες ξαναμιλούν για Grexit σε περίπτωση καθυστέρησης των μεταρρυθμίσεων. Ζητά την ψήφο των πολιτών για να επαναδιαπραγματευτεί το Μνημόνιο, που ο ίδιος διαπραγματευόταν επί έξι μήνες, προς όφελος των πιο αδύναμων λαϊκών στρωμάτων. Πιστεύει πραγματικά ο κ. Τσίπρας ότι οι Ευρωπαίοι ηγέτες θα έχουν την υπομονή να επαναδιαπραγματευτούν το Μνημόνιο που μόλις ψήφισαν τα κοινοβούλιά τους; Τρέχουν πολύ πιο επείγοντα θέματα στην Ευρώπη, με πρώτο το μεταναστευτικό, για να ξανανοίξουν συζήτηση πάνω σε ένα θέμα που εξάντλησε την υπομονή τους και θεωρείται λήξαν.
Αν ο κ. Τσίπρας θέλει να πείσει τους εταίρους ότι θα εφαρμόσει τις μεταρρυθμίσεις, θα πρέπει πρώτα να πείσει τους Έλληνες πολίτες ότι η ευημερία έρχεται μόνο μέσα από σκληρή δουλειά και θυσίες, όχι μέσα από παροχές με τα λεφτά των άλλων. Ο λαϊκισμός της κυβέρνησης Τσίπρα, που ανακάλεσε την άδεια του ορυχείου στις Σκουριές για καθαρά ψηφοθηρικούς λόγους, επαναπροσέλαβε όσους απολύθηκαν από το δημόσιο, διόρισε ημετέρους, και έκανε το παν για να ικανοποιήσει συνδικαλιστικά αιτήματα στην παιδεία και αλλού, δεν πείθει ότι έχει σαν στόχο την επανεκκίνηση της οικονομίας. Αντίθετα με τις καταγγελίες Τσίπρα για τα κόμματα της αντιπολίτευσης, ο ΣΥΡΙΖΑ είναι ένα βαθύτατα συντηρητικό κόμμα που επιδίδεται στις ίδιες πελατειακές πρακτικές του παλιού πολιτικού συστήματος που καταγγέλλει.
Ο μόνος τρόπος να απαλλαγούμε από το Μνημόνιο είναι να το εφαρμόσουμε. Μετά την ψήφιση των προαπαιτούμενων, η χώρα χρειάζεται μία κυβέρνηση που έχει την ιδιοκτησία του προγράμματος και το ανθρώπινο δυναμικό που μπορεί να το εφαρμόσει. Τέτοιο δυναμικό ο ΣΥΡΙΖΑ δεν φαίνεται να διαθέτει. Οι ίδιοι που υπερψήφισαν την συμφωνία την καταγγέλλουν εκ προοιμίου, με πρώτο τον ίδιο τον κ. Τσίπρα, ο οποίος δηλώνει ότι ήταν προϊόν εκβιασμού. Με αυτά τα δεδομένα, μία κυβέρνηση με κορμό τον ΣΥΡΙΖΑ είναι πολύ πιθανό να οδηγήσει σε νέο αδιέξοδο. Και τότε δυστυχώς θα είναι δύσκολο να αποφύγουμε το Grexit.