ΑΘΗΝΑ

Οι αιχμάλωτοι μεταφέρονται στις φυλακές Αβέρωφ. Ο Κώστας Περρίκος αμέσως παραδέχεται την ενοχή του. Το ίδιο και η Ιουλία Μπίμπα που στο σπίτι της βρέθηκαν τα εκρηκτικά. Ο Περρίκος ως το τέλος προσπαθεί να πείσει τους Γερμανούς πως μόνος του έκανε την ανατίναξη. Η Ιουλία μεταφέρεται στο Εμπειρίκειο Άσυλο στην πλατεία Μαβίλη, που έχει μετατραπεί σε γυναικεία φυλακή. Ανακρίσεις, βασανιστήρια, απομόνωση. Η Ιουλία δεν θα μιλήσει. Δεν θα αποκαλύψει ονόματα. Έχει τεράστια δύναμη ψυχής. Κανείς από τους συλληφθέντες δεν μίλησε.
Σε πολλά σημεία της πόλης νεοκλασικά κτήρια που δεν έπεσαν θύματα στο βωμό της αντιπαροχής και της ανοικοδόμησης, μας δίνουν μία μικρή γεύση για το τι και πώς ήταν κάποτε η Αθήνα και γιατί ο ποιητής την είχε υμνήσει με πάθος ως «διαμαντόπετρα της γης το δακτυλίδι...». Ένα από αυτά τα σημεία είναι η πλατεία Συντάγματος και τα κτήρια που βρίσκονται στην αριστερή πλευρά ανόδου (από το Σύνταγμα προς τον Ευαγγελισμό) της τότε λεωφόρου Κηφισίας και μετέπειτα Βασιλίσσης Σοφίας. Στα τέλη του 19ου αιώνα και μέχρι τις αρχές του 20ού ο δρόμος αυτός, αποτελούσε το πιο όμορφο και αριστοκρατικό βουλεβάρτο της πρωτεύουσας με θαυμάσια αρχοντικά, κτισμένα το ένα δίπλα στο άλλο.
Η αυλαία για την τελευταία πράξη του δράματος έχει πια σηκωθεί. Ο δρόμος είναι έτοιμος για τον τελικό αφανισμό. Η Ελένη δεν υποδύεται τώρα κανέναν ρόλο. Πρωταγωνιστεί στο τραγικό τέλος της ίδιας της ζωής της. Θλιβερές λεπτομέρειες σκηνοθετούν το προσωπικό της δράμα. Τη νύχτα της 21ης προς 22α Δεκεμβρίου του 1944, η άτυχη τραγωδός θα συλληφθεί από τον ΕΛΑΣ και θα μεταφερθεί στο διυλιστήριο της Ούλεν στο Γαλάτσι, που έχει μετατραπεί σε κολαστήριο. Ο διαβόητος «καπετάν Ορέστης» θα την καταδικάσει σε θάνατο με τσεκούρι.