ΤΗΛΕΟΡΑΣΗ

Δύο γεγονότα που τα φέρνουν κοντά στην πραγματικότητα είναι ότι αφενός δεν υπάρχει σενάριο (ή τουλάχιστον έτσι παρουσιάζεται στους τηλεθεατές), και αφετέρου δεν είναι γυρισμένα σε κάποιο στούντιο, αλλά σε φυσικούς χώρους. Οι συμμετέχοντες έχουν να φέρουν εις πέρας στερεοτυπικούς ρόλους - ο αθώος, ο εγωκεντρικός, ο μεγάλος σε ηλικία, ο κακός κτλ. Αυτό βοηθάει στην ισχυροποίηση της αφηγηματικής φόρμουλας, καθώς, αν και πρωτίστως στον πυρήνα αυτών των shows βρίσκονται δοκιμασίες, συνήθως το κοινό συναρπάζεται από τις διαδράσεις των προσωπικοτήτων και τις ίντριγκες, με το ανθρώπινο στοιχείο και τις σχέσεις να έρχονται στο προσκήνιο.
Ο Ross ήταν ο μόνος που είχε PhD, αλλά και τρεις από τους υπόλοιπους πέντε είχαν πάει σε κολέγιο, δεν ήταν αγράμματοι (στα χαρτιά, γιατί λειτουργικά ήταν!). Και όμως: τον είχαν ξεσκίσει στην πλάκα. Πρόβαλλαν το κενό τους ως τάση. Κολάκευαν τους ηλίθιους που τους παρακολουθούν - όλους εμάς, δηλαδή. Αυτό το στοιχείο της σειράς με διαόλιζε. Τσακωνόμουν τότε με φίλους και γνωστούς, βάζοντας αυτό το μεμονωμένο παράδειγμα σε ένα γενικότερο πλαίσιο βλακοποίησης της κοινωνίας, όπου εκεί περιλάμβανα, μεταξύ πολλών άλλων (κάποτε θα πρέπει να ανοίξει αυτή η συζήτηση: ίσως αν καταλάβουμε τι μας συνέβη τότε, να μην την ξαναπάθουμε στο μέλλον - αν αλλάξει κάτι κάποτε και αρχίσουμε να μαθαίνουμε από την εμπειρία) εκπομπές τύπου «Ερωτοδικείο» ή «Τα Παιδιά της Νύχτας» ή τους μονόλογους της μακαρίτισσας Μαλβίνας Κάραλη.