vivlia
Το γιατί πολλοί Έλληνες συνεχίζουν να αγοράζουν τα βιβλία του Δημήτρη Κουφοντίνα (αν και δεν είμαι απόλυτα σίγουρος ότι τα διαβάζουν κιόλας) επίσης το καταλαβαίνω. Δεν τον αγοράζουν πλέον από περιέργεια ή επειδή γράφει καλά ή γιατί απαραίτητα ταυτίζονται ιδεολογικά με τα γραφόμενα του. Τον αγοράζουν γιατί - παρά το αδιαμφισβήτητο γεγονός ότι είναι γραμμένα από έναν δολοφόνο, καταδικασμένο τρομοκράτη- κατά βάθος τον σέβονται. Όχι γιατί, όπως διάβασα κάπου, σαν αιχμάλωτος του ταξικού πολέμου δεν μεμψιμοιρεί, δεν υπογράφει δηλώσεις μετάνοιας και δεν γλείφει τους δεσμοφύλακες του για να βελτιώσει τις συνθήκες εγκλεισμού του.
Είναι χρήσιμο να μην παραλειφθεί ότι το βιβλίο δεν έγκειται μόνο ως αφύπνιση από τον πνευματικό λήθαργο ή φορέα ατελεύτητων γνώσεων και πληροφοριών. Μας κάνει καλύτερους ανθρώπους. Για παράδειγμα, οι άνθρωποι που παρασύρονται συναισθηματικά από ένα βιβλίο φαντασίας, έχουν περισσότερο καλλιεργημένη την ενσυναίσθησή τους. Αυτό σημαίνει ότι το βιβλίο ασκεί θετική επίδραση στη ψυχοσύνθεσή τους και εμπλουτίζουν την προσωπικότητά τους, με αποτέλεσμα να εξοστρακίζουν τα αρνητικά στοιχεία του εαυτού τους και να οπλίζονται με αρετή.
Δουλεύοντας μαζί της για την μετάφραση του βιβλίου ήταν μια ευχάριστη και ταυτόχρονα συναρπαστική εμπειρία. Κατ' αρχήν γιατί έμαθα πολλά πράγματα που δεν γνώριζα. Μέσα από την γλαφυρή αφήγηση της που περιέχει πολλές ανέκδοτες ιστορίες, ξετυλίγεται και η ιστορία της Ελλάδας, καθώς μιλά για τον πεθερό της Γεώργιο Παπανδρέου, τη χούντα, το ρόλο των Αμερικανών αλλά κυρίως τα χρόνια της πρωθυπουργίας του Ανδρέα. Περιγράφει συγχρόνως και το δικό της σημαντικό έργο για το γυναικείο και ειρηνευτικό κίνημα, τόσο πριν όσο και κατά το διάστημα που ήταν Πρώτη Κυρία.