Τα δικαιώματα των γυναικών δεν μπορούν να θεωρηθούν ως κάτι δεδομένο και αυτονόητο. Δόθηκαν αγώνες σε βάθος χρόνου για τη χειραφέτηση και το σεβασμό των γυναικών, ενώ διαμορφώθηκε το κοινωνικό κίνημα του φεμινισμού με στόχο την εξάλειψη των ανισοτήτων και την προώθηση των δικαιωμάτων των γυναικών στην κοινωνία. Ακόμα και σήμερα, σε διάφορες χώρες, οι γυναίκες αντιμετωπίζονται ως κατώτερα όντα και σε πολλές περιπτώσεις δεν είναι καν σε θέση να διεκδικήσουν τα δικαιώματά τους. Πρόκειται για ακραίες περιπτώσεις, που δεν ταιριάζουν στον πολιτισμένο κόσμο, και φυσικά δεν αποτελούν κανόνα αλλά δυστυχώς εξακολουθούν να υπάρχουν.
Οι διεθνείς συνθήκες και δράσεις στοχεύουν στην προώθηση της συμμετοχής των γυναικών στα κοινά. Χαρακτηριστικό παράδειγμα σε επίπεδο πολιτικής, είναι η κατοχύρωση του δικαιώματος του εκλέγεσθαι για τις γυναίκες, αλλά και η πρόσφατη ποσόστωση στην κατάρτιση των ψηφοδελτίων. Ωστόσο, οι προσπάθειες δεν σημαίνουν την πλήρη εξάλειψη των διακρίσεων, τουλάχιστον όσον αφορά την ισότιμη αντιμετώπιση και συμμετοχή τους στη δημόσια σφαίρα. Τα στερεότυπα των φύλων παρά τις όποιες εξελίξεις, φαίνεται να είναι βαθιά ριζωμένα και στα δύο φύλα.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση προασπιζόμενη την θεμελιώδη αξία της ισότητας των φύλων, εργάστηκε και νομοθέτησε σημειώνοντας χαρακτηριστική πρόοδο σε βάθος χρόνου. Από το 1957 και την τότε ΕΟΚ, με την αρχή της ίσης αμοιβής, την οποία και συμπεριέλαβε στη Συνθήκη της Ρώμης, μέχρι πιο πρόσφατα τη θέσπιση νομοθεσίας για ίση μεταχείριση, την ενσωμάτωση της διάστασης του φύλου και τα ειδικά μέτρα για την πρόοδο των γυναικών, η ΕΕ υπερασπίζεται κι ενθαρρύνει την ισότητα.
Κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήσει το γεγονός ότι η συμμετοχή των γυναικών στη δημόσια ζωή αποτελεί κεκτημένο για το δυτικό κόσμο. Η ανέλιξή τους όμως σε ιεραρχικά υψηλές θέσεις, είναι ένα γεγονός που εξακολουθεί να προκαλεί «άγχος» στους άνδρες και πολλές φορές αμφισβήτηση και από τα δύο φύλα.
Τι συμβαίνει όμως όταν οι γυναίκες αποφασίζουν να μπουν στην πολιτική; Η διάσταση του φύλου στην έρευνα, αποτελεί έναν αστάθμητο παράγοντα. Εξετάζοντας τα αποτελέσματα των πιο πρόσφατων ευρωεκλογών, αυτών του 2014, τα αποτελέσματα ανά χώρα φαίνεται να διαφέρουν αρκετά.
Οι μεγαλύτερες διαφορές μεταξύ της εκλογής ανδρών και γυναικών (κάτω από το μισό), παρουσιάζονται σε χώρες όπως Βέλγιο, Βουλγαρία, Δανία, Ελλάδα, Κύπρος, Λιθουανία, Πολωνία, Ρουμανία, Σλοβακία, Τσεχική Δημοκρατία. Τα χαμηλότερα μάλιστα ποσοστά συγκεντρώνει η Λιθουανία αλλά και η γειτονική Κύπρος. Οι χώρες που συγκεντρώνουν ποσοστά εκπροσώπησης γυναικών άνω του 50%, είναι η Εσθονία, η Ιρλανδία, η Μάλτα, η Σουηδία και η Φινλανδία. Στον ακόλουθο χάρτη της Ευρώπης απεικονίζονται με σκούρο μπλε οι χώρες που συγκεντρώνουν τα υψηλότερα ποσοστά, ενώ με γαλάζιο οι χώρες με τα χαμηλότερα ποσοστά.
Συγκεντρώνοντας τα αντίστοιχα ποσοστά, συνολικά, των εκλεγμένων γυναικών στις ευρωεκλογές που διεξήχθησαν μετά το 2000 (δηλαδή 2004, 2009 και 2014), η γενική τάση της γυναικείας εκπροσώπησης στο ευρωκοινοβούλιο διαμορφώνεται ως εξής.
Όπως αποτυπώνεται στην καμπύλη, το ποσοστό των εκλεγμένων γυναικών αυξάνει οριακά ανά ευρωεκλογές. Παρατηρείται η διακύμανση από 35% σε 37% μεταξύ των ευρωεκλογών του 2004 και του 2009, ενώ κατά μία ποσοστιαία μονάδα αυξάνει μεταξύ των ευρωεκλογών του 2009 και αυτών του 2014.
Σταθερά ανοδική πορεία στην εκλογή γυναικών στο ευρωκοινοβούλιο (ανεξαρτήτως ποσοστού) ακολουθούν χώρες όπως η Αυστρία, η Γερμανία, η Ισπανία, η Λετονία, η Πολωνία, η Πορτογαλία και η Σουηδία. Σχετική ομοιογένεια παρουσιάζει το Βέλγιο, η Γαλλία, η Δανία, η Ελλάδα, η Εσθονία, οι Κάτω Χώρες, η Ρουμανία, η Σλοβακία και η Σουηδία.
Τι συμβαίνει όμως σε επίπεδο εθνικών εκλογών στις ευρωπαϊκές χώρες; Υπάρχει αντίστοιχη εκπροσώπηση γυναικών; Η αυξημένη ή μειωμένη εκπροσώπηση γυναικών στο κοινοβούλιο ή στο ευρωκοινοβούλιο ανά χώρα, αποτελεί τάση ή ένα τυχαίο γεγονός;
Σε τυχαίο δείγμα έντεκα ευρωπαϊκών χωρών, η εκπροσώπηση του γυναικείου φύλου στις πιο πρόσφατες εκλογές, αποτυπώνεται ως ακολούθως.
Όπως αποτυπώνεται στο παραπάνω γράφημα, οι αποκλίσεις μεταξύ συνολικών εδρών και εδρών που έλαβαν οι γυναίκες σε εθνικές εκλογές είναι αρκετά σημαντικές.
Στη συνέχεια απεικονίζεται συγκριτικά, στο ίδιο δείγμα χωρών, η γυναικεία εκπροσώπηση στις πρόσφατες εθνικές αλλά και στις πρόσφατες ευρωεκλογές. Όπως αποτυπώνεται, για χώρες όπως η Ισπανία, η Γερμανία, η Πολωνία και η Κύπρος, η εκπροσώπηση των γυναικών, τείνει να αποτελεί τάση, δεδομένης της ομοιογένειας των αποτελεσμάτων. Δε συμβαίνει όμως το ίδιο με χώρες όπως η Σουηδία, το Βέλγιο, η Ιταλία, η Γαλλία και η Ιρλανδία. Μικρές διαφοροποιήσεις παρατηρήθηκαν στην Ελλάδα και το Λουξεμβούργο.
Παρατηρώντας τα αποτελέσματα, μπορεί κανείς να διακρίνει την αυξημένη εκπροσώπηση των γυναικών στις ευρωεκλογές για τις περισσότερες χώρες, έναντι των εθνικών εκλογών.
Το αποτέλεσμα αυτό ενδεχομένως θα μπορούσε να εξηγηθεί λαμβάνοντας υπόψιν τον χαρακτήρα των ευρωεκλογών και του ευρωπαϊκού προσανατολισμού των πολιτών της εκάστοτε χώρας. Η αυξημένη βαρύτητα των εθνικών εκλογών στη συνείδηση των πολιτών, ως καθοριστικού παράγοντα για το μέλλον της εκάστοτε χώρας και την ποιότητα ζωής, μπορεί να θεωρηθεί μια επεξήγηση της ψήφου. Από την άλλη πλευρά, οι ευρωεκλογές συμβάλλουν στη διαμόρφωση του θεωρητικού υποβάθρου της Ευρωπαϊκής Ένωσης που ναι μεν επηρεάζει το κάθε κράτος-μέλος, αλλά δεν καθορίζει άμεσα το μέλλον του, τουλάχιστον στη συνείδηση των πολιτών.
Αυτό έχει ως αποτέλεσμα, έναν πιο «χαλαρό» πολίτη όταν προσέρχεται στην κάλπη για τις ευρωεκλογές, ο οποίος απομακρύνεται από τα στερεότυπα που τον κατακλύζουν και κρίνει με βάση την προσωπικότητα του υποψηφίου και όχι το φύλο. Ίσως λοιπόν η Ευρωπαϊκή Ένωσηθα μπορούσε να αποτελέσει έναν παράγοντα ισότητας.
Όσα προαναφέρθηκαν, σε συνδυασμό με την «αμφιβολία» που εξακολουθούν να έχουν οι πολίτες για τις γυναίκες σε θέσεις ευθύνης, μπορεί να αποτελέσει μια επεξήγηση της αυξημένης προτίμησής τους σε άνδρες βουλευτές σε επίπεδο εθνικών εκλογών. Οι εθνικές εκλογές δημιουργούν μία πίεση στον ψηφοφόρο που δεν του επιτρέπει πολλές φορές να απαλλαγεί από τις στερεοτυπικές αντιλήψεις.
Παρά τα όσα «βήματα» γίνονται απέναντι στην ισότιμη αντιμετώπιση των δύο φύλων, οι γυναίκες καλούνται συχνά να αποδείξουν περισσότερα για τις ικανότητες και την αξία τους, ώστε να κερδίσουν την απαιτούμενη εμπιστοσύνη εντός κοινωνικού συνόλου. Το γεγονός ότι οι περισσότερες γυναίκες κατορθώνουν να «συμφιλιώνουν» την οικογενειακή με την επαγγελματική ζωή δεν φαίνεται να αρκεί για να πείσει τους πολίτες. Δεν είναι μάλιστα λίγα τα παραδείγματα των γυναικών που αντιμετωπίζονται σεξιστικά όχι μόνο από τους άνδρες, αλλά κι από τις ίδιες τις γυναίκες.
Η ισότητα είναι μια έννοια δυναμική και διαρκώς εξελισσόμενη, ανάλογα με το χώρο, το χρόνο και τις συνθήκες στις οποίες διαμορφώνεται. Με βάση τα ποσοστά των εκλογών που συγκεντρώθηκαν και μελετήθηκαν, φαίνεται πως ενώ η θέση της γυναίκας στην πολιτική έχει γνωρίσει πρόοδο, η έννοια της ισότητας δεν έχει ακόμα «εμπεδωθεί» αρκετά στις συνειδήσεις των πολιτών, με αποτέλεσμα να παρατηρούνται συμπεριφορές που «αμαυρώνουν» την εικόνα της ισότητας των φύλων ακόμα και στον εξελιγμένο δυτικό κόσμο.