7 κλειδιά για την ανάγνωση των ελληνικών εκλογών

Αυτές οι ελληνικές εκλογές είναι, ασφαλώς, ένα global event. Η σημασία τους ξεπερνά τα σύνορα. Πολύ περισσότερο που είναι η πρώτη από μια σειρά κρίσιμων εκλογών στην Ευρώπη, από τις βρετανικές εκλογές τον Μάιο ως τις ισπανικές τον ερχόμενο Νοέμβριο.
Eurokinissi

Στις 7 το βράδυ (17.00 GMT) της ερχόμενης Κυριακής, όταν οι κάλπες στην Ελλάδα κλείσουν, και τα πρώτα αποτελέσματα των exit-polls ανακοινωθούν, στο Βερολίνο και τις Βρυξέλλες, στην Μαδρίτη και το Λονδίνο, την Φρανκφούρτη και την Νέα Υόρκη, οι άνθρωποι που λαμβάνουν πολιτικές και οικονομικές αποφάσεις κι εκείνοι που τους βοηθούν να τις λάβουν, θα έχουν το βλέμμα καρφωμένο στην οθόνη κάποιου υπολογιστή, για να διαβάσουν τους αριθμούς.

Αυτές οι ελληνικές εκλογές είναι, ασφαλώς, ένα global event. Η σημασία τους ξεπερνά τα σύνορα. Πολύ περισσότερο που είναι η πρώτη από μια σειρά κρίσιμων εκλογών στην Ευρώπη, από τις βρετανικές εκλογές τον Μάιο ως τις ισπανικές τον ερχόμενο Νοέμβριο.

Η Ελλάδα ήταν η πρώτη χώρα στην οποία εκδηλώθηκε η κρίση στην ζώνη του ευρώ. Ήταν και η πρώτη χώρα στην οποία δοκιμάστηκε η βασική συνταγή με την οποία η ευρωζώνη επιχείρησε να γιατρέψει αυτήν την κρίση: Η συνταγή της λιτότητας. Η Ελλάδα γίνεται, τώρα, και η πρώτη χώρα στην οποία θα καταγραφεί εκλογικά η πολιτική αντίδραση στην συνταγή αυτή, τα αποτελέσματα της οποίας απειλούν να βυθίσουν την ευρωζώνη ολόκληρη σε αποπληθωρισμό διαρκείας και διαρκή κοινωνική δυσθυμία. Και το ερώτημα στο μυαλό όσων παρατηρούν τις εκλογές αυτές απ έξω, από μακρυά είναι: Αυτή η ελληνική αντίδραση στην λιτότητα και τις συνέπειές της, όπως κι αν καταγραφεί εκλογικά, θα ανοίξει έναν νέο γύρο της ευρω- κρίσης ή θα βοηθήσει την Ευρώπη να κάνει βήματα διορθωτικά, προς την έξοδο από την κρίση της;

Πριν επιχειρήσει κανείς να μαντέψει την απάντηση στο ερώτημα αυτό, θα πρέπει να έχει τα κλειδιά ώστε να καταλάβει σωστά το εκλογικό αποτέλεσμα αυτό καθ εαυτό.

Κλειδί πρώτο: Η πρωτιά. Σύμφωνα με τον εκλογικό νόμο, όποιο κόμμα έρθει πρώτο, έστω και με μία ψήφο διαφορά, παίρνει ένα «μπόνους» 50 εδρών, σε μια Βουλή 300 εδρών. Έτσι, ακόμη κι αν το πρώτο κόμμα δεν έχει πλειοψηφία, είναι αδύνατος ο σχηματισμός κυβέρνησης χωρίς αυτό. Σε όλες τις δημοσκοπήσεις των τελευταίων μηνών, προηγείται ο ΣΥΡΙΖΑ.

Δεύτερο: Το ποσοστό που θα λάβει ο ΣΥΡΙΖΑ. Ένα κόμμα που γεννήθηκε το 1991, μετά την αποχώρηση του Κομμουνιστικού Κόμματος από τον ενιαίο συνασπισμό της Αριστεράς, ως ευρωπαϊκής πεποίθησης, δημοκρατική αριστερά, έχει υποστεί δύο, ως τώρα, μεγάλες μεταμορφώσεις. Η μία ήταν το 2004, όταν ενσωμάτωσε άλλα, μικρότερα αριστερά σχήματα και το μαχητικό πνεύμα των κινημάτων κατά της παγκοσμιοποίησης, υιοθετώντας έναν πολύ πιο ριζοσπαστικό λόγο. Και μια δεύτερη, σημαντικότερη, το 2011, όταν κατάφερε να γίνει ο βασικός εκφραστής των «αγανακτισμένων» που κατέλαβαν τις ελληνικές πλατείες και της αντίδρασης στις πολιτικές της λιτότητας. Κι έτσι, ένα κόμμα, που μέχρι και το 2009 αντιπροσώπευε το 3 έως 5% του εκλογικού σώματος, εκτινάχθηκε απότομα στο 27% το 2012. Και διεκδικεί στις ερχόμενες εκλογές ένα ποσοστό πάνω από 30%. Αλλά ποιά είναι η οροφή της εκλογικής του δύναμης; Μπορεί να ξεπεράσει το 35%, ώστε να διεκδικεί την απόλυτη πλειοψηφία στη νέα βουλή;

Τρίτο: Το άθροισμα των δύο μεγαλύτερων κομμάτων. Η Ελλάδα ήταν, από τις αρχές του 20ου αιώνα μια χώρα με ισχυρό δικομματισμό, που τα τελευταία 40 χρόνια εκφραζόταν από την συντηρητική Νέα Δημοκρατία και το κεντροαριστερό ΠΑΣΟΚ. Η κατάρρευση του ΠΑΣΟΚ και η απομείωση της ΝΔ οδήγησαν σε μια εκλογική διάχυση. Αν τώρα, τα δύο πρώτα κόμματα, ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ, καταφέρουν να συγκεντρώσουν ποσοστά πάνω από 65%, θα είναι μια ένδειξη ότι ένας νέος δικομματισμός συγκροτείται, με τον ΣΥΡΙΖΑ να εμφανίζεται ως δύναμη μακράς διάρκειας, αντί για προσωρινό σχήμα διαμαρτυρίας, όπως κάποιοι αναλυτές εκτιμούσαν.

Τέταρτο: Η συμμετοχή των ψηφοφόρων. Το 2004 είχαν λάβει μέρος στις εκλογές 7.500.000 εκατομμύρια ψηφοφόροι. Τον Ιούνιο του 2012 ελάχιστα περισσότεροι από 6.000.000. Και οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι περίπου ένας στους δύο πολίτες δεν αισθάνεται κοντά σε κανένα κόμμα. Πόσοι θα συμμετάσχουν αυτή τη φορά; Αυτό μπορεί να κρίνει το αποτέλεσμα. Αλλά θα δείξει, επίσης, αν ο νέος πολιτικός συσχετισμός θα έχει αντοχή στον χρόνο.

Πέμπτο: Η αντοχή των μικρότερων, κεντρώων σχηματισμών. Αν τα μικρότερα κόμματα που κινούνται μεταξύ Ν.Δ. και ΣΥΡΙΖΑ (το Ποτάμι, το ΠΑΣΟΚ και το νεογέννητο Κίνημα του Γιώργου Παπανδρέου) αντέξουν την πόλωση και συμμετέχουν στην νέα Βουλή, η πιθανότητα του πρώτου κόμματος να έχει πλειοψηφία εκμηδενίζεται. Από την άλλη, το πρώτο κόμμα θα έχει περιθώρια επιλογής κυβερνητικών εταίρων για μια συμμαχική κυβέρνηση.

Έκτο: Η δύναμη της νεο-ναζιστικής ακροδεξιάς. Η Χρυσή Αυγή ήταν, επίσης, ένας μεγάλος κερδισμένος των ετών της λιτότητας στην Ελλάδα. Ένα σχήμα που λάμβανε δεκαδικά ποσοστά ψήφων (0,29% το 2009) εκτοξεύθηκε στο 9,4% στις περυσινές ευρωεκλογές. Αυτές οι εκλογές είναι ένα τεστ της αντοχής του σκληρού πυρήνα των ψηφοφόρων τους στις υποβαθμισμένες γειτονιές της Αθήνας και του Πειραιά, όπου η ανεργία ξεπερνά το 30%. Και συνεπώς ένα μέτρο της απειλής που αντιπροσωπεύουν για τους δημοκρατικούς θεσμούς.

Έβδομο κλειδί: Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας. Η νέα Βουλή, πριν εκλέξει νέα κυβέρνηση είναι υποχρεωμένη να εκλέξει πρώτα τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας που η προηγούμενη Βουλή απέτυχε να εκλέξει. Αν η εκλογή αυτή γίνει συναινετικά, με μεγάλη πλειοψηφία, θα είναι ένα σημάδι ότι, όποιο κόμμα κι αν έχει νικήσει, όποια κυβέρνηση κι αν σχηματιστεί, θα κινηθεί σε ένα λιγότερο συγκρουσιακό και πολωμένο πολιτικό περιβάλλον από αυτό στο οποίο έζησε η Ελλάδα τα προηγούμενα πέντε χρόνια. Αλλιώς...

Και τώρα, ας επιστρέψουμε στο αρχικό ερώτημα: Μπορούν αυτές οι ελληνικές εκλογές να γίνουν αφορμή ώστε να αναζωπυρωθεί η ευρω-κρίση και να απειληθεί η Ελλάδα με έξοδο ή ευρωζώνη η ίδια με διάλυση; Μπορούν να γίνουν αφορμή για μια συμφωνημένη διόρθωση πορείας, με λιγότερη λιτότητα και περισσότερη ανάπτυξη στο μίγμα;

Οι περισσότεροι και ψυχραιμότεροι Ευρωπαίοι αναλυτές οδηγούνται στην εξής απάντηση: Στην Ευρώπη ωριμάζει, αργά αλλά αναπόφευκτα, μια κάποια στροφή στην κυρίαρχη οικονομική πολιτική, μια χαλάρωσή της, με πρωταγωνιστή σε πρώτη φάση τον κ Μάριο Ντράγκι της ΕΚΤ. Αν, λοιπόν, μια νέα ελληνική κυβέρνηση έχει την ικανότητα και την σοφία να συγχρονίσει τις διεκδικήσεις της και τις διαπραγματεύσεις της με τον χρόνο αυτών των αλλαγών, έχει περιθώρια πολιτικής επιτυχίας. Οι κίνδυνοι- και είναι πραγματικοί-προκύπτουν από μια ενδεχόμενη αδυναμία συγχρονισμού. Αλλά αυτό, νομίζω, το γνωρίζουν πια όλοι.-

Δημοφιλή