Ουδείς επισκέπτης φεύγει από τη Βολιβία αν δεν δει το Salar de Uyuni, τη μεγαλύτερη ξηρή λίμνη στον κόσμο και δεύτερο πιο δημοφιλές τουριστικό αξιοθέατο της χώρας. Πρόκειται για μια έκταση 10 χιλ. τετραγ. χιλιόμετρα, που διαμορφώθηκε ύστερα από μετασχηματισμούς προϊστορικών λιμνών και βρίσκεται στο υψίπεδο των Άνδεων, καλυπτόμενη από λίγα μέτρα κρούστας αλατιού. Το τοπίο και η βιοποικιλότητα του οικοσυστήματος το καθιστούν μοναδικό. Ωστόσο, υπάρχει και κάτι ακόμη που το κάνει ...αμφιλεγόμενο και αντικείμενο συζητήσεων κυρίως μεταξύ οικολογικών και περιβαλλοντικών οργανώσεων. Τα κοιτάσματα λιθίου που είναι κρυμμένα κάτω από την κρούστα. Ηδη στο νοτιοανατολικό τμήμα της λίμνης και σε έκταση 27 τετραγ. χιλ. έχουν εγκατασταθεί συγκροτήματα εξόρυξης του λιθίου!
Το ζήτημα του λιθίου της Βολιβίας δεν είναι φυσικά καινούργιο, μια και στη Βολιβία εντοπίζεται ένα μεγάλο ποσοστό (ενδεχομένως πάνω από 50%) των παγκοσμίων αποθεμάτων λιθίου στον κόσμο. Ωστόσο, η αλματώδης αύξηση της ζήτησης λιθίου, εξαιτίας της χρήσης του στα έξυπνα κινητά, τάμπλετ και στις μπαταρίες των ηλεκτρικών αυτοκινήτων, έχουν ήδη αλλάξει ριζικά την τύχη των περιοχών και των λαών που διαθέτουν τα κοιτάσματα. Θετικά για εκείνους που πιστεύουν στον ορυκτό πλούτο και αρνητικά για εκείνους που πιστεύουν στην κατάρα του ορυκτού πλούτου... Είναι το ίδιο το δίλημμα του προέδρου Μοράλες, το ίδιο το δίλημμα της ανάπτυξης..
Όταν πριν από 10 περίπου χρόνια, ο πρόεδρος της Βολιβίας Έβο Μοράλες ανέλαβε τα καθήκοντά του, υποσχέθηκε να εθνικοποιήσει μέρος των φυσικών πόρων της χώρας και να τους χρησιμοποιήσει για να αναδιατάξει την οικονομία, δημιουργώντας τη «Σαουδική Αραβία του λιθίου», η οποία θα ήταν αρκετή να τους παράσχει ένα καλύτερο βιοτικό επίπεδο για τον επόμενο αιώνα. Σήμερα, οι επικριτές του Μοράλες, του καταλογίζουν ότι συμβιβάστηκε με το μοντέλο του «εξορυκτικού καπιταλισμού», ξεπουλώντας τα μεταλλευτικά δικαιώματα σε μεγάλες πολυεθνικές εταιρείες που θα οδηγήσουν στην καταστροφή του περιβάλλοντος, στις εκμεταλλευτικές σχέσεις εργασίας και σε απαξίωση των ιθαγενών της Βολιβίας που κατοικούν σε αυτές τις περιοχές και που αντιτίθενται στις εξορύξεις. Ήδη υπογράφτηκαν συμβόλαια με διάφορες πολυεθνικές εξορυκτικές εταιρείες που αναμένεται σύντομα να «πλημμυρίσουν» τη λίμνη αλατιού του Σαλάρ Ντε Ουγιούνι...
Τους τελευταίους μήνες εν μέσω ραγδαίας πτώσης των τιμών των πρώτων υλών και του πετρελαίου, η τιμή του λιθίου εκτοξεύτηκε από τα 5 χιλ.δολ. στα 15 χιλ. δολ. ο τόνος, φέρνοντας και πάλι στο προσκήνιο τη Βολιβία. Τη Βολιβία, η οποία παραμένει μία από τις πιο φτωχές χώρες της Λατινικής Αμερικής, παρ' όλο που πέρσι ήταν η ταχύτερα αναπτυσσόμενη οικονομία στη Νότια Αμερική!
Οι περισσότεροι είναι έτοιμοι να ερμηνεύσoυν το «φαινόμενο» χωρίς δεύτερη σκέψη: Είναι το "resource curse", η κατάρα του ορυκτού πλούτου, ανόητε! Είναι το ίδιο πράγμα που απομυζά τους ανθρώπους και καταστρέφει το περιβάλλον σε κάθε αποικιοκρατική γωνιά του πλανήτη, στη Λατινική Αμερική, στην Αφρική, στην Ασία... Και που επιτείνεται από την «σπανιότητα» (scarcity) και τον «γεωλογικό εντοπισμό» εκεί όπου το χέρι του θεού έχει δυσανάλογα συγκεντρώσει τις χρήσιμες πρώτες ύλες. Κι ακόμη την υπερεκμετάλλευση των πόρων αυτών με παράλληλη συρρίκνωση των υπολοίπων δυνατοτήτων της οικονομίας. Πρόκειται για τη λεγόμενη «Ολλανδική ασθένεια» («Dutch Disease»), την μονοκαλλιέργεια ανάπτυξης που λέμε εδώ στον τόπο μας. Όπως στη Βολιβία με το λίθιο, στο Κογκό με το ταντάλιο (coltan), στη Βενεζουέλα και τη Νιγηρία με το πετρέλαιο, στη Γουινέα με το βωξίτη και στην ολλανδική περίπτωση με το φυσικό αέριο της Βόρειας Θάλασσας... Είναι λοιπόν και το "Dutch Disease", ανόητε!
Μήπως όμως δεν είναι ακριβώς έτσι;
Γιατί καταρχήν, το "resource curse" δεν ισχύει για κάθε γωνιά του πλανήτη, αλλά μόνο για εκείνους τους τόπους που πληρούν συγκεκριμένες αρνητικές προϋποθέσεις και κριτήρια: των αδύναμων θεσμών, της διαφθοράς πολιτικών και πολιτών και της εξάρτησης αυτών που κυβερνούν από το πελατειακό σύστημα (clientelism). Γιατί, για παράδειγμα, δεν ισχύει το ίδιο φαινόμενο και στην Σκανδιναβική χερσόνησο; Γιατί εκεί επιτυγχάνεται η αξιοποίηση του ορυκτού πλούτου αλλά και η κατανομή του στους πολίτες, με ορθολογικό και εν πολλοίς δίκαιο τρόπο, μέσω διεργασιών και θεσμών όπως το γνωστό σε όλους pention fund της Nορβηγίας; Γιατί προφανώς αν δεν απαλειφθούν οι αρνητικές προϋποθέσεις που προανέφερα, δεν είναι δυνατόν να εξαλειφθεί το φαινόμενο, όσο κι αν η Βολιβία ή η Ελλάδα (που σαφώς πάσχει κι αυτή σε μεγάλο βαθμό από το resource curse) κάνουν βήματα προς την σωστή κατεύθυνση.
Και κάτι ακόμη: ας μη στοχοποιούμε το λίθιο, τον χρυσό, το πετρέλαιο, τον άνθρακα, τον ορυκτό πλούτο γενικότερα. Δεν υπάρχει κατάρα του Ορυκτού Πλούτου, υπάρχει η «κατάρα» του τρόπου που διαχειριζόμαστε την κάθε πλουτοπαραγωγική πηγή αγαθών. Υπάρχει άλλωστε και η κατάρα του «τριαντάφυλλου» της Κένυα, η κατάρα του «κακάο» της Ακτής Ελεφαντοστού, η κατάρα της «πέρκας» που κατέστρεψε οικολογικά τη λίμνη Βικτώρια... Κι ακόμη η κατάρα του μαζικού τουρισμού και της άναρχης δόμησης...μια δική μας κατάρα. Και η λίστα της...κατάρας δεν έχει τελειωμό. Μέχρι να αντιληφθούμε ότι δεν υφίσταται καμία κατάρα, παρά μόνον ο αναχρονιστικός, μεροληπτικός και μονοδιάστατος τρόπος που αντιλαμβανόμαστε την ανάπτυξη!
Όλοι αναρωτιούνται γιατί δεν έρχεται η ανάπτυξη στην Ελλάδα. Όμως η πολύφερνη ανάπτυξη και μάλιστα η βιώσιμη δεν είναι κάτι που θα έρθει με μαγικό τρόπο, όπως δεν πήγε και στην Βολιβία παρά την ειδοποιό διαφορά της συγκέντρωσης τεραστίων πόρων σε ένα περιζήτητο υλικό. Γιατί, η βιώσιμη ανάπτυξη, η ανάπτυξη γενικότερα, θέλει «κότσια» και δεν είναι ένα μονομερές αποτέλεσμα ενός ανθρώπου, ενός τομέα, μιας μόνης πολιτικής βούλησης, ενός σύγχρονου αναπτυξιακού νόμου. Πρέπει να γίνουν πολλά πράγματα μαζί. Εχει να κάνει με την ύπαρξη κατάλληλου ανθρώπινου δυναμικού, τη λειτουργία υποδομών, τη δημιουργία σύγχρονου θεσμικού πλαισίου, την κουλτούρα μιας κοινωνίας, την παιδεία μας πρωτίστως. Την διαρκή εγρήγορση σε σχέση με το τι γίνεται στην πόρτα μας αλλά και παντού γενικότερα. Δε μπορεί να κυοφορούνται επαναστάσεις στα σπλάχνα της παγκόσμιας οικονομίας που διαμορφώνουν ή προδιαγράφουν το μέλλον, κι εμείς να είμαστε πανταχού απόντες! Ποιες επαναστάσεις; Να πω ορισμένες: της χρήσης των σπανίων γαιών, της ενέργειας (παραγωγής, διανομής, αποθήκευσης), της ψηφιακής τεχνολογίας..
Για παράδειγμα, για να επανέλθω στο λίθιο, οι χρήσεις του ιδιαίτερα στο τομέα αποθήκευσης ηλεκτρικής ενέργειας έχουν ενεργοποιήσει κράτη κι εταιρείες. Στην πολιτεία της Καλιφόρνια έχει εκπονηθεί σχέδιο αποθήκευσης ενέργειας, τετραπλάσιου μεγέθους απ' όση χωρητικότητα διαθέτουν σήμερα όλες οι μπαταρίες της υφηλίου. Η Tesla, πέραν των ηλεκτρικών αυτοκινήτων έχει επενδύσει στη δημιουργία ενός μεγάλου εργοστασίου παραγωγής συσσωρευτών λιθίου για οικιακή χρήση (Gigafactory). Συσσωρευτών δηλαδή, που θα αποθηκεύουν ενέργεια παραγόμενη από τις ΑΠΕ (τον ήλιο, αέρα κλπ) και θα τη διαθέτουν όταν το κάθε σπίτι την έχει ανάγκη. Το ίδιο κάνουν και οι Κινέζοι προσπαθώντας να πλειοδοτήσουν αυτοί και να προλάβουν τις εξελίξεις...
Θα μου πείτε, τί μπορούμε να κάνουμε εμείς που εκτός των άλλων δεν διαθέτουμε κοιτάσματα λιθίου; Κατ' αρχήν αυτό δεν είναι ακριβές, ακριβές είναι ότι δεν έχουμε ερευνήσει γι' αυτά. Ήδη, μετά τον πρόσφατο εντοπισμό κοιτασμάτων λιθίου σε εβαποριτικές αποθέσεις στη Σερβία (τον ζανταρίτη, από την περιοχή jadar που εντοπίστηκε) και δεδομένης της ύπαρξης στον ελλαδικό χώρο αντιστοίχων γεωλογικών σχηματισμών, επιβάλλεται η επανεξέταση των δεδομένων και ο σχεδιασμός σχετικού ερευνητικού προγράμματος (ΙΓΜΕ, νέο ΕΣΠΑ).
Αλλά ας πάμε και λίγο παρακάτω: Ακόμη κι αν δεν έχουμε κοιτάσματα, θα πρέπει να αφουγκραζόμαστε την κατεύθυνση που κινείται η παγκόσμια οικονομία. Μια νέα τεχνολογική επανάσταση σημαίνει πιθανότατα τη δημιουργία χιλιάδων νέων μονάδων παραγωγής συσσωρευτών τα επόμενα χρόνια, άρα και χιλιάδων θέσεων εργασίας. Οι επιχειρήσεις που θα επενδύσουν σ΄αυτές τις μονάδες παραγωγής ήδη αναζητούν να χωροθετήσουν τις μονάδες αυτές ανά την υφήλιο. Μια χώρα που θέλει να πάρει μέρος στο διεθνή καταμερισμό της εργασίας και του πλούτου θα πρέπει πάντα να είναι έτοιμη διαμορφώνοντας ένα πλαίσιο υποδοχής και προσέλκυσης τέτοιων επενδύσεων.
Με μια κουβέντα, η ανάπτυξη δεν θα έρθει ποτέ στον τόπο μας, αν δεν τη φέρουμε εμείς!