Τελευταία, κατά κοινή ομολογία, ολοένα και περισσότερες φορές γίνονται αναφορές στην έννοια της «αξιοκρατίας» σε διάφορες πτυχές της καθημερινής ζωής μας, για να καταλήξουν στο αναπόφευκτό συμπέρασμα ότι πρόκειται για μια έννοια που απωλέσθη στον τόπο που γεννήθηκε.
Οι πρώτες αναφορές στην έννοια της αξιοκρατίας μας οδηγούν πίσω στον Πλάτωνα και το έργο του «Πολιτεία» στο οποίο περιέγραφε την ιδανική διάρθρωση της πολιτείας στην οποία υπήρχε τριμερής, φθίνουσα, κατηγοριοποίηση των πολιτών (φύλακες-παντελείς, φύλακες-επίκουροι και δημιουργοί) όπου κάθε πολίτης που ανήκε σε μία από τις ανωτέρω τάξεις μπορούσε να μεταβεί στην αμέσως ανώτερή της μέσα από θεωρητικές εξετάσεις και ηθικές δοκιμασίες του χαρακτήρα τους. Σε αυτή την πολύ συνοπτική παρουσίαση του σημαντικότερου, κατά πολλούς, έργου του Πλάτωνα διακρίνονται ψήγματα αξιοκρατίας καθώς οι μαθητές ήδη από τα μαθητικά τους χρόνια προετοιμάζονται και υπόκεινται σε θεωρητικές εξετάσεις και δοκιμασίες ήθους ώστε να μεταβούν στην ανώτερη τάξη πολιτών που ασκεί τη διακυβέρνηση της πολιτείας.
Και ενώ όλα αυτά σε πολλούς ανασύρουν μνήμες από τα μαθητικά χρόνια, το βαθύτερο νόημα είναι ότι στη σημερινή εποχή η αξιοκρατία είναι, πολλές φορές, μια λέξη κενή περιεχομένου και περιορισμένα, αν όχι ελάχιστα, εφαρμόσιμη. Οι περισσότεροι θα συμφωνήσουμε ότι δεν είναι λίγες οι φορές που αναρωτηθήκαμε αν υπάρχει αξιοκρατία στον τόπο τούτο και αν το αποτέλεσμα του x διαγωνισμού ή της ψ προκήρυξης αντικατοπτρίζει το βαθύτερο νόημα που δίνει ο Πλάτωνας στον όρο της αξιοκρατίας και ο τελικός επιλεχθείς είναι ο άριστος όλων. Άλλες πάλι φορές γνωρίζοντας εξ αρχής τους συνυποψήφιούς μας και τα προσόντα τους θεωρήσαμε ότι το αποτέλεσμα είναι άδικο, καθότι υστερούσαν, κατά τη δική μας γνώμη, και καταλήξαμε να αφορίσουμε τα πάντα και να φτάσουμε στο συμπέρασμα πως δεν υπάρχει αξιοκρατία στη σημερινή Ελλάδα και ως εκ τούτου δεν είναι μια χώρα στην οποία μπορούν να αναγνωριστούν οι δυνατότητές μας και να επιδιώξουμε την πραγματοποίηση των στόχων μας.
Φυσικά οι περισσότεροι λίγο έως πολύ έχουμε σκεφτεί τα ανωτέρω υποθετικά σενάρια και στην προσπάθειά μας να εξηγήσουμε της έλλειψη αξιοκρατίας στον τόπο μας καταφεύγουμε στην κρίση που είναι υπεύθυνη για τόσα δεινά. Αναμφίβολα η κρίση είναι κατά μία έννοια υπαίτια για αυτή την κατάσταση αλλά το μόνο σίγουρο είναι πως η κρίση κατέδειξε με τον πιο απλό και σκληρό τρόπο μια παθογένεια χρόνων του ελληνικού κράτους. Κατά την περίοδο της κρίσης είδαμε να γιγαντώνεται στους πολίτες η αίσθηση της έλλειψης αξιοκρατίας στις διάφορες πτυχές της καθημερινής ζωής, ωστόσο η κρίση δε δημιούργησε αυτή την έλλειψη, αλλά οι προϋπάρχουσες παθογένειες ετών.
Στα χρόνια που προηγήθηκαν της κρίσης λόγω της επίπλαστης ευμάρειας σχεδόν κανένας εξ ημών δεν ενδιαφερόταν σε τέτοιο βαθμό για την ύπαρξη αξιοκρατίας και δεν αντιδρούσε τόσο σθεναρά στις περιπτώσεις που σε διαγωνισμούς και λοιπές διαδικασίες, από την πιο απλή μέχρι την κατάληψη δημόσιας θέσης εξουσίας ή μη, υπήρχε παντελής έλλειψη αξιοκρατίας. Η απώλεια πολλών θέσεων εργασίας και η συνακόλουθη αύξηση της ανεργίας σε συνδυασμό με τη δυσμενή οικονομική κατάσταση που βιώνει στην καθημερινότητά του το μεγαλύτερο ποσοστό του πληθυσμού της χώρας έστρεψαν τα φώτα στον ξεχασμένο πρωταγωνιστή, την αξιοκρατία. Οι περισσότεροι, πλέον, ενδιαφέρονται για την κατάρτιση των συμμετεχόντων και νικητών σε διαφόρων ειδών διαγωνισμούς αλλά ασχολούνται και με τυχόν ύπαρξη προσωπικών σχέσεων μεταξύ των συμμετεχόντων- νικητών με την εκάστοτε αρχή που προκηρύσσει το διαγωνισμό και προβαίνει στον έλεγχο των δικαιολογητικών και των υποψηφίων, προς επίρρωση του ισχυρισμού τους ότι η «αξιοκρατία σε αυτή τη χώρα πέθανε».
Με αυτό το δεδομένο πολλοί νέοι επιστήμονες, η πλειονότητα των οποίων έχουν υψηλού επίπεδου κατάρτιση που θα ζήλευαν συνομήλικοί τους από άλλες χώρες του εξωτερικού, καταφεύγουν στη λύση της μετανάστευσης. Η απάντησή τους στο ερώτημα που συχνά τους τίθεται για την αιτία φυγής τους από τη χώρα είναι τις περισσότερες φορές η φράση που συμπυκνώνει την κρίση στην οποία έχει περιέλθει η χώρα: «Δεν υπάρχουν ευκαιρίες για να μείνουμε και να ασχοληθούμε στον τομέα που σπουδάσαμε. Η Ελλάδα είναι μια χώρα που σκοτώνει τα παιδιά της». Βέβαια όσο φορτισμένη και αιχμηρή κι αν ακούγεται αυτή η φράση έχει μια δόση αλήθειας και καταδεικνύει με τον καλύτερο τρόπο το πρόβλημα έλλειψης αξιοκρατίας για το οποίο έχουν λεχθεί τόσα πολλά τελευταία.
Κάθε πρόβλημα έχει και μια λύση και η λύση του συγκεκριμένου προβλήματος δεν έγκειται μόνο στις μεταρρυθμίσεις, στις οποίες πρέπει να προβεί η διοίκηση ώστε να υπάρχουν αξιοκρατικά κριτήρια επιλογής στις διάφορες προκηρύξεις που να αντικατοπτρίζουν το επίπεδο κατάρτισης των συμμετεχόντων, σύμφωνα με τα πρότυπα άλλων ευρωπαϊκών κρατών, αλλά προϋποθέτει να δοθεί έμφαση στη γενικότερη αλλαγή της νοοτροπίας «βολέματος χωρίς τυπικά προσόντα». Βέβαια η διοίκηση θα πρέπει πάντα να έχει κατά νου την ιδιαίτερη μέριμνα και βοήθεια τις οποίες χρήζουν ορισμένες κοινωνικές ομάδες, για τις οποίες πρέπει να γίνεται παρέκκλιση από τα αυστηρά αξιοκρατικά κριτήρια, ώστε να μην περιορίζονται με τον ένα ή τον άλλο τρόπο στην καθημερινή τους ομαλή διαβίωση ως μέλη του ευρύτερου κοινωνικού συνόλου.
Η παιδεία, λοιπόν, από την πολύ μικρή ηλικία των παιδιών είναι αυτή που θα διαδραματίσει καθοριστικό ρόλο στην αλλαγή νοοτροπίας σχετικά με τη διεκδίκηση θέσεων σε διαφόρους διαγωνισμούς και κατ' επέκταση την εδραίωση της αξιοκρατίας και πάλι στον τόπο της. Στόχος πρέπει να είναι η προσπάθεια του καθενός ξεχωριστά να διευρύνει τους γνωστικούς του ορίζοντες και να καλλιεργήσει τις δεξιότητες του, χωρίς να ρίχνει το φταίξιμο για την αποτυχία του στο διπλανό του που είχε περισσότερα προσόντα ή να περιμένει, όπως θα λέγαμε πιο απλοϊκά, να πεθάνει η κατσίκα του γείτονα για να μην υπερτερεί έναντι αυτού. Επομένως, η σωστή παιδεία και εκπαίδευση, σχολείου και οικογενειακού περιβάλλοντος, θα δώσει εκείνα τα εφόδια και τα κίνητρα ώστε να γινόμαστε καλύτεροι και θα σφυρηλατήσουν το χαρακτήρα μας έτσι ούτως ώστε να αναλαμβάνουμε προσωπικά την ευθύνη σε περίπτωση αποτυχίας σε x διαγωνισμούς και σε συνδυασμό με τις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις της διοίκησης θα εδραιωθεί το αίσθημα της ύπαρξης αξιοκρατίας και αυστηρής επιλογής των καλυτέρων βάσει κριτηρίων που σχετίζονται μόνο με γνώσεις και αποδεικνυόμενες δεξιότητες.